Επαναλαμβάνω τα δύο disclaimers της ενότητας
«Χρονομηχανή», για να μην έχουμε παρεξηγήσεις: Η λίστα είναι υποκειμενική, όπως υποκειμενική είναι η κάθε λίστα. Αυτά είναι τα δικά μου αγαπημένα άλμπουμ, διαλεγμένα με πιο βασικό κριτήριο την ανάμνηση, από μια συγκομιδή τεράστια. Θα ήταν αδύνατο να γράψω για τα «αντικειμενικά» καλύτερα άλμπουμ του Γενάρη του ’84, του ’94, του ’04 και του ’13.
Δεύτερο σημαντικότερο κριτήριο, ειδικά για εκείνα που κυκλοφόρησαν πριν 20 και 30 χρόνια, είναι το πόσο σκούριασαν με τον καιρό. Μπορεί τον συγκεκριμένο μήνα της συγκεκριμένης χρονιάς, το πραγματικό μου κόλλημα να ήταν κάποιος άλλος δίσκος. Αλλά ξαναβλέποντάς το από μακριά, ανακαλώντας ότι 30 μέρες, αλλά 30 χρόνια από τότε, ποια ήταν εκείνη η κυκλοφορία εκείνου του μακρινού Γενάρη που πραγματικά έμεινε μαζί μου για καιρό; (Η πλάκα είναι ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση του Ιανουαρίου του ’84 το άλμπουμ που διάλεξα είναι και το κόλλημα της εποχής, αλλά και αυτό που ξανάκουσα τις περισσότερες φορές από τότε).
2013
The Joy Formidable – “Wolf’s Law”
Γιατί; Γιατί γεφυρώνοντας με τη λονδρέζικη μαγκιά τους (εκεί που δημιουργούν) και την ουαλική άγνοια κινδύνου (εκεί απ’ όπου κατάγονται) τον κόσμο μεταξύ των Black Sabbath και των Lush, έδωσαν στην περσινή χρονιά ένα ξεκίνημα μανιασμένο και fun, δυναμικό και ανόθευτο την ίδια ώρα.
Τι έγραψε η ιστορία;Όχι πολλά. Σε ένα μήνα –και μια χρονιά- γεμάτη hype σχήματα (βλ. Foxygen την ίδια περίοδο), το δεύτερο άλμπουμ μιας απλής, κιθαριστικής μπάντας, πέρασε μάλλον απαρατήρητο και η εμπορική του επιτυχία ήταν πενιχρή. Όχι ότι δεν πούλησε και τίποτε, βέβαια, αφού έφτασε ως το 11 της λίστας των alternative albums του Billboard (ναι, τα ονομάζουν ακόμη έτσι).
Must listen; Το “This Ladder Is Ours” είναι το πιο χαρακτηριστικό κομμάτι του άλμπουμ. Οργισμένο, γεμάτο φονικά riffs, έρχεται πακεταρισμένο μέχρι και με το ανάλογο, παλιομοδίτικα ροκάδικο βίντεο κλιπ όπου η μπάντα τα σπάει σ’ ένα σπίτι που το παίρνει και το σηκώνει ένας τυφώνας. Oh yeah.
2004
Air – “Talkie Walkie”
Γιατί;Στην αρχή ακόμη της συναρπαστικής εκείνης χρονιάς, χρειαζόμασταν όλοι ένα διάλειμμα από την προετοιμασία, μία ανάσα για τους ξέφρενους ρυθμούς που θα ακολουθούσαμε από την άνοιξη και μετά. Το ιδανικό soundtrack ήταν αυτή η επιστροφή των Air στην προ πειραματισμών εποχή, με την κομψότητά της και τις ονειρώξεις της.
Τι έγραψε η ιστορία;Το τέταρτο άλμπουμ του ambient pop ντουέτου από τη Γαλλία τα πήγε υπέροχα εμπορικά (3 στην πατρίδα τους και 2 στη Μεγάλη Βρετανία), αποθεώθηκε από τους κριτικούς και τους χάρισε δυνατές θέσεις στα καλύτερα φεστιβάλ, αλλά και πολυάριθμες συνεργασίες με την ελίτ της μουσικής ιντελιγκέντσιας. Έβγαλε και τρία singles που αποτελούν πια σήματα κατατεθέντα τους, ιδανικές εκφράσεις αυτής της μουσικής που γράφουν, που είναι σαν soundtrack για κάποια νοητή ταινία.
Must listen; Μα φυσικά, το “Cherry Blossom Girl”, το πρώτο από τα τρία singles (τα άλλα δύο ήταν το “Surfing On A Rocket” και το “Alpha Beta Gaga”), το πιο ονειρικό, γαλήνιο και –να τα λέμε αυτά- γυναικείο τραγούδι που έχουν γράψει ποτέ. Αξίζει να μπει κανείς στο YouTube και να δει πόσα ερασιτεχνικά βίντεο συναισθηματικών κοριτσιών έχουν φτιαχτεί με τον ήχο του για φόντο.
1994
Alice In Chains – “Jar Of Flies”
Γιατί;Για αναρίθμητους λόγους. Λόγω της μετάβασης (μου) από την εφηβεία στη νεανική ηλικία, για παράδειγμα. Ή επειδή εκείνη η εποχή σήμαινε το τέλος του παλιού «heavy metal για τους μη χεβιμεταλλάδες», όπως το είχαν ορίσει την περασμένη δεκαετία με τα εξοντωτικά τους riffs μπάντες σαν τους Van Halen (κράτα αυτό το όνομα, θα σου χρειαστεί στη συνέχεια) και την αρχή του καινούργιου, που τελικά το είπαμε grunge. Επίσης, γιατί οι Alice In Chains είχαν το πιο επικό όνομα μπάντας εκείνη την εποχή. Αλλά κυρίως, γιατί το “Jar Of Flies”, παρότι φοβερά μετρημένο στις προθέσεις του (ένα EP, στην ουσία, που απαρτιζόταν κυρίως από μπαλάντες) ήταν καλλιτεχνικά ό,τι πιο σύνθετο είχαμε ακούσει από την ανερχόμενη σκηνή του Σιάτλ.
Τι έγραψε η ιστορία; Το “Jar Of Flies” ξαναέγραψε την ιστορία της σκληρής μουσικής πρακτικά. Το υπονόησα και παραπάνω. Οι Alice In Chains, ως η πιο «βαριά» από τις νέες μπάντες, έπαιζε το ρόλο του συνεχιστή της παράδοσης του heavy metal. Ανέλαβε στην ουσία να κάνει το κίνημα του Σιάτλ λίγο πιο εύπεπτο στους παραδοσιακούς λάτρεις των Black Sabbath ή (τους πιο πρόσφατους) των Guns n’ Roses. Ήταν η τρίτη τους μεγάλη κυκλοφορία, μετά το σχετικά πιο metal ντεμπούτο τους και το ιστορικό “Dirt” που καθόρισε τον ήχο τους.
Το “Jar of Flies”, ένα EP 7 τραγουδιών με συνολική διάρκεια μισής ώρας, παρ’ όλο που οι ίδιοι οι Alice In Chains δεν το διαφήμισαν, είχε τις αξιώσεις ενός LP. Και τα κατάφερε απίθανα. Βγήκε στα αμερικανικά charts κατευθείαν στο νο.1 –κι έγινε έτσι το πιο επιτυχημένο EP όλων των εποχών. Συνολικά κατάφερε να πουλήσει πάνω από 4 εκατομμύρια αντίτυπα. Το δεύτερο single του, μάλιστα, το “I Stay Away”, τους έστειλε μέχρι και στα βραβεία Grammy την επόμενη χρονιά, υποψήφιο για Best Hard Rock Performance (έχασαν από το πανάξιο “Black Hole Sun” των Soundgarden).
Παρ’ όλ’ αυτά, το “Jar Of Flies” δεν συνοδεύτηκε από περιοδεία, πράγμα που έκανε τις φήμες για την κατάσταση του τραγουδιστή των Alice In Chains, Layne Staley να φουντώσουν. Δύο χρόνια αργότερα, η κατάθλιψη και η εξάρτησή του από την ηρωίνη τον έκαναν να αποσυρθεί οριστικά από την ενεργό δράση, στα 29 του, ενώ στη ζωή κατάφερε να κρατηθεί μόλις μέχρι το 2002. Όλα αυτά κατέστησαν το “Jar Of Flies” στην ουσία το κύκνειο άσμα της μπάντας. Το επόμενο, τρίτο τους LP ήταν μέτριο. Mετά την αποχώρηση του Staley έκαναν 14 χρόνια να ξαναβγάλουν νέα δουλειά –και όταν πια το έκαναν, ήταν σχετικά άσχετη με τη νέα εποχή...
Must listen;Εξαιρετικά δύσκολη η επιλογή ανάμεσα σε επτά σπουδαία και εντελώς ανόμοια μεταξύ τους τραγούδια. Το “Swing On This” που κλείνει το άλμπουμ είναι ίσως το λιγότερο γνωστό, αλλά είναι αυτό που συνδυάζει με τον καλύτερο τρόπο όλα τα στοιχεία της μπάντας και του συγκεκριμένου EP: Το ιδιαίτερο τραγούδισμα του Staley, τις σπουδαίες κιθάρες του Jerry Cantrell, την αργόσυρτη, καταθλιπτική διάθεση του “Jar Of Flies”, τα βίαια ξεσπάσματά του, αλλά και το μουσικό ταλέντο των Alice In Chains να μπλέκουν τόσο αρμονικά, τόσο διαφορετικά μεταξύ τους μουσικά είδη.
1984
Van Halen – “1984”
Γιατί;
Γιατί ήμουν παιδάκι. Και τούτο εδώ ήταν και pop και metal μαζί. Hard και Rock. Ήταν τα πάντα.
Τι έγραψε η ιστορία;
Ότι χρειάστηκε ένας Michael Jackson και ένα “Thriller” για να σταματήσουν τη λαίλαπα που έφεραν οι Van Halen με το έκτο τους στούντιο άλμπουμ. Πέντε εβδομάδες στο νο.2 θα ήταν σχετικά μέτρια επίδοση αν αυτό που τους στερούσε την πρωτιά ήταν οποιοδήποτε άλλο άλμπουμ και όχι εκείνο που βρισκόταν εκεί για πάνω από ένα χρόνο όταν προσπάθησαν να το αψηφήσουν οι Van Halen. Μουσικά, το “1984” δεν άλλαξε κάτι περισσότερο από αυτά που είχε ήδη αλλάξει ο Eddie Van Halen το 1978 με το ντεμπούτο της μπάντας του και τον τρόπο που έπαιζε την κιθάρα του. Δεν χρειάζεται ιδιαίερη ανάλυση εδώ, αλλά ο τύπος ήταν τόσο βιρτουόζος που ενέπνευσε μια ολόκληρη γενιά νέων κιθαριστών και ένα ολοκαίνουργιο είδος μουσικής, αυτό που κάπως υποτιμιτικά λέμε pop metal. Ήταν τόσο σπουδαίος που μέχρι και ο Michael Jackson τον είχε προσλάβει για να παίζει κιθάρα στο “Thriller” (ουπς).
Μπορεί, βέβαια, το “1984” να μην κατάφερε να πιάσει κορυφή, αλλά το “Jump” όχι μόνο ήταν ένα από τα πιο επιτυχημένα singles εκείνης της χρονιάς, αλλά και τόσο πιο επιτυχημένο απ’ οτιδήποτε άλλο έχουν βγάλει οι Van Halen, τόσο ώστε έχει καταφέρει να επισκιάσει όλη τους την (πραγματική) προσφορά στη μουσική και μας έχει κάνει να τους θυμόμαστε απλά σαν άλλη μια χαζοχαρούμενη μπάντα των ‘80s.
Must listen;
Αν μπορείς να σβήσεις για λίγο το “Jump” απ’ το μυαλό σου και να πιάσεις το “Panama”, θα νιώσεις την πεμπτουσία μιας ολόκληρης εποχής. Και μετά θα σηκωθείς και θα χορεύεις πιο μανιασμένα κι από τον David Lee Roth.
(Γράφτηκε για το Jumping Fish)