31 Αυγ 2010

Και μετά μου λέτε ότι είμαι εμπαθής που μισώ τόσο πολύ την Ελευθεροτυπία



Η τηλεοπτική σειρά Mad Men, η οποία γνωρίζει μεγάλη επιτυχία στις ΗΠΑ, ήταν ο μεγάλος νικητής των φετινών Βραβείων ΕΜΜΥ.
Η εν λόγω σειρά, η οποία έλαβε το βραβείο της καλύτερης δραματικής σειράς για τρίτη συνεχή χρονιά, ήταν υποψήφια αρχικά σε 17 κατηγορίες, ενώ η μουσική σειρά Glee, η οποία είχε λάβει 19 υποψηφιότητες, κέρδισε στο τέλος το βραβείο μόνο σε δύο κατηγορίες.
Ο δημιουργός της σειράς Mad Men, Μάθιου Γάινερ, δήλωσε κατά την παραλαβή του βραβείου, ότι "ήξερα ότι μια μέρα θα έτρεχα κάπου και θα κέρδιζα ένα τρόπαιο".
Το βραβείο καλύτερης ηθοποιού κωμικής σειράς έλαβε η ηθοποιός Τζέιν Λιντς για την εμφάνιση της στη σειρά Glee, ενώ ο παραγωγός της ίδιας σειράς, Ράιαν Μέρφι, κέρδισε το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας.
Το βραβείο α' ανδρικού ρόλου σε δραματική σειρά κέρδισε ο Μπράιαν Κράνστον, για την εμφάνιση του στη σειρά Breaking Bad, ενώ το βραβείο α΄γυναικείου ρόλου σε δραματική σειρά πήγε στην Κίρα Σέτζγουικ, για την εμφάνιση της στη σειρά Τhe Closer.
Στους Έντι Φάλκο, για την εμφάνιση του στη σειρά Nurse Jackie, και Τζιμ Πάρσονς, ο οποίος συμμετείεχε στη σειρά Τhe Big Bang Theory, απονεμήθηκαν τα βραβεία α' και β΄ ανδρικού ρόλου σε κωμική σειρά.
Στην κατηγορία "Καλύτερη Μουσική ή Κωμική σειρά" διακρίθηκε ο Τζον Στιούαρτ, για την εμφάνιση του στη σειρά The Daily Show, ενώ στην κατηγορία "Καλύτερο Reality" ξεχώρισε η εκπομπή "Top Chef".
Καλύτερη μίνι σειρά αναδείχθηκε η παραγωγή των Στίβεν Σπίλμπεργκ και Τομ Χανκς The Pacific, η οποία διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια του ΄Β Παγκοσμίου Πολέμου, και είχε λάβει αρχικά τις περισσότερες υποψηφιότητες, για 24 Βραβεία ΕΜΜΥ.
Επίσης, τα βραβεία καλύτερης ανδρικής και γυναικείας ερμηνείας σε μίνι σειρά ή τηλεταινία απονεμήθηκαν στους Αλ Πατσίνο για τη συμμετοχή του στη σειρά You Don't Know Jack και στην Κλερ Ντέινς, για την εμφάνιση της στη σειρά Temple Grandin.
Ο διάσημος ηθοποίος Τζωρτζ Κλούνεϊ παρέλαβε το δικό του "ανθρωπιστικό Βραβείο ΕΜΜΥ", το "Bob Hope Humanitarian Award" για την οργάνωση και την παρουσίαση του τηλεμαραθώνιου "Help Haiti".
Αντίθετα, η ηθοποιός Χιουγκ Λόρι, "το νεαρό αστέρι με το λαμπρό μέλλον από τη Μ. Βρετανία", έφυγε με άδεια χέρια στο τέλος της απονομής, ενώ οι προβλέψεις της έδιναν την "πρωτιά".
Υπήρξαν, ωστόσο, πολλά παράπονα για τις επιλογές της κριτικής επιτροπής, καθώς οι πρωταγωνιστές και ο σκηνοθέτης της σειράς Lost δεν κέρδισαν κανένα βραβείο.


(Με bold και italics, οι πολύ μεγάλες στιγμές του άρθρου...)

27 Αυγ 2010

Spoiler Alert - Το "Ινσέψιο" δεν είναι για χαζούς, κομπλεξικούς και υπερκουλτουροειδείς. Οι υπόλοιποι, απολαύστε υπεύθυνα!


Έχω δει το "Inception" (από 'δω και πέρα "Ινσέψιο") στη Αβάνα εδώ κι ένα δεκαήμερο, πάνω από μία εβδομάδα πριν βγει στα multiplex. Ναι, το ξέρω, τέτοιες ταινίες δεν τις βλέπεις στο θερινό με χαμηλά τον ήχο, κ.λπ, κ.λπ. Ε, λοιπόν, μαλακίες. Τέτοιες ταινίες τις βλέπεις παντού. Στο θερινό, στο χειμερινό, στο εαρινό και στο φθινοπωρινό, με ήχο ή χωρίς, με ποπ κορν ή με ένα Talisker Distiller's Choice αγκαλιά, με όλο τον κόσμο γραμμένο στ' αρχίδια σου. Το γιατί ενθουσιάστηκα τόσο θα το διαβάσεις στο "post μέσα στο post", κάτω κάτω. Πλάκα πλάκα, αν δεν έχεις δει την ταινία, πήγαινε εκεί κατ' ευθείαν, γιατί το κείμενο που ακολουθεί είναι γεμάτο spoilers.

Έχω δει, λοιπόν, την ταινία εδώ και δέκα μέρες, εκσταστιάστηκα, αλλά δεν έγραψα κάτι στο blog. Γιατί; Γιατί περίμενα να την δουν και οι υπόλοιποι και να αλιεύσω τις πρώτες αντιδράσεις. Και ήταν αυτό ακριβώς που περίμενα. Οι μισοί, μαγεμένοι, ακριβώς όπως κι εγώ. Οι άλλοι μισοί να το κράζουν. Για τους λόγους ακριβώς που περίμενα να το κράξουν. Σε αυτούς θέλω να απευθυνθώ σήμερα. Και σε όσους δεν το έχουν δει ακόμη -ξέρω ότι έχεις φτάσει ως εδώ, αν και σου είπα να πας κατ΄ευθείαν στο "post μέσα στο post", αλλά είσαι γαϊδουροκέφαλος και δεν γουστάρεις συμβουλές- θα δώσω ένα tip. Αυτό του τίτλου: Το "Ινσέψιο" δεν είναι για χαζούς, κομπλεξικούς και υπερκουλτουροειδείς. Τρία είναι τα επίπεδα των αρνητών, όπως τρία είναι και τα επίπεδα ονείρου (συν ένα, μπόνους, αν είσαι μάγκας enough σαν τον ΝτιΚάπριο) στην ταινία. Πάμε να δούμε ποιοι είναι αυτοί οι κύριοι.

Α' ομάδα αρνητών: Οι βλάκες
Δεν χρειάζεται να ασχοληθούμε πολύ με αυτήν την κατηγορία. Διακρίνεται από ατάκες του τύπου: "Μα ποιος ήταν τελικά ο γέρος;", "Τώρα πώς γέμισε κτήρια ο ουρανός;" ή "Καλά αυτός δεν πέθανε;". Ντύνεται συνήθως με ψηλοτάκουνα (αν μιλάμε για multiplex) ή πλατφόρμες (στους θερινούς), αποκλειστικά με κοντή φούστα που τονίζει τα οπίσθια και φέρει μαλλί χρώματος ξανθού, κατά προτίμηση από το Pantone 548 EC έως το 461 EC. Η παραλλαγή της σε κάπρι παντελόνι, κολλητό φανελάκι του παππού και στρατιωτικό κούρεμα συνήθως δεν συναντάται στις αίθουσες που παίζουν το "Ινσέψιο", γιατί έχει πάει παραδίπλα να δει τον Σταλόνε και τους λοιπούς Αναλώσιμους (no offense Σλάι, είδα την ταινία σου χθες και γαμούσε κι έδερνε). Στους βλάκες προτείνω να διαβάζουν πρώτα κανα "Αθηνόραμα" πριν διαλέξουν ταινία και να συνεχίζουν να πηγαίνουν στα ελληνικά με την Ζέτα Μακρυπούλια και την Σμαράγδα Καρύδη, αλλά και σε όλες τις ρομαντικές κομεντί με τον Κάμερον Ντίαζ, όπως έκαναν και πριν. Σόρι γκάις εντ γκερλζ, το "Ινσέψιο" δεν είναι για όλους. Επίσης, οι υπόλοιποι το προφέρουν σωστά και όχι "Ινσέψιο".


Β' ομάδα αρνητών: Οι κομπλεξικοί
Εδώ οι απορίες πλησιάζουν λίγο εκείνες της ομάδας πιο πάνω, αλλά είναι αλήθεια ότι στην συγκεκριμένη κατηγορία μπορούμε να αναγνωρίσουμε το ελαφρυντικό του κόμπλεξ και να μην τους κατατάξουμε στους βλάκες -του κόμπλεξ ότι "το σινεμά είναι διασκέδαση και μη με πρήζετε με τα ψαγμένα έργα που πρέπει να ασχοληθώ λίγο παραπάνω μαζί τους". Εδώ ανήκουν επίσης όλοι αυτοί που γουστάρουν να έχουν πάντα την ακριβώς αντίθετη άποψη με τους πολλούς, αυτοί, δηλαδή, που όταν είδαν ότι στο IMDB το "Ινσέψιο" έπιασε πάνω από 9 στα 10 αποφάσισαν αυτόχρημα ότι η ταινία είναι μαλακία ολκής.

Συνήθης απορία τους είναι το "Τι σκατά είναι αυτές οι προβολές;", στην αρχή, που μετά μετατρέπεται σε αφορισμό του τύπου "Α, καλά, δεν πηδάτε στο όνειρο κανενός άλλου να το λύσετε το προβληματάκι σας;". Οι κομπλεξικοί αρνούνται να παρακολουθήσουν οποιαδήποτε ταινία περιέχει έστω κι ένα επίπεδο πίσω από το πρώτο και η αγαπημένη τους πιπίλα είναι το "αν είναι καλή ταινία, θα πρέπει να με κερδίσει να την προσέξω". Πήγαν στο σινεμά χωρίς να θέλουν να μπουν στην διαδικασία να αφοσιωθούν για δυόμισι ώρες στο εργάκι, κάποιοι πήγαν απλά για να έχουν να κράζουν μετά, στο ποτό, στην Pantone με τις πλατφόρμες (που λέγαμε παραπάνω) που κατάφεραν να βγάλουν έξω μετά από εβδομάδες πολιορκίας, άλλοι γιατί είχαν εξαντληθεί τα εισιτήρια για τους "Αναλώσιμους". Βγήκαν από την αίθουσα 150 λεπτά μετά έχοντας καταλάβει μόνο τα βασικά, όχι γιατί η ταινία δεν είναι απλή, αλλά γιατί ακόμη και το απλό τούς φαίνεται σύνθετο αν "δεν προσπαθήσει να τους κερδίσει".

Αγαπητοί κομπλεξικοί, για να δείτε ότι δεν ήταν και τίποτε φοβερό στην σύλληψή του αυτό που είδατε ώστε να πρέπει να σπαταλήσετε την πολύτιμη φαιά ουσία σας, ορίστε μερικά tips για το "Ινσέψιο" που τόσο σας κούρασε:
- Οι λαβύρινθοι και τα αρχιτεκτονικά παράδοξα είναι κόλπα της ομάδας του Κομπ ώστε να κρύβεται και να κερδίζει χρόνο από τις προβολές του υποσυνείδητου εκείνου που ονειρεύεται, που τους κυνηγούν. Δεν είναι μόνο "εξυπνάδες του Νόλαν για να εντυπωσιάσει εύκολα με εφέ".
- Η γαμημένη η σβούρα, πριν τον Κομπ, ανήκε στην Μωλ. Δύο φορές μέσα στην ταινία δεν την βλέπουμε να πέφτει όταν ολοκληρώνει το σβούρισμά της. Η μία είναι στο τέλος, ναι, για να μας αφήσει την αίσθηση ότι όλο αυτό είναι ένα όνειρο. Η άλλη είναι πριν τη μέση, στην Μομπάσα, όταν ο Κομπ προσπαθεί να ξυπνήσει από το όνειρο και η σβούρα του πέφτει στο μπάνιο. Του πέφτει... Αν δεν καταλάβατε γιατί είναι σημαντικό να σταματήσει η σβούρα από μόνη της, αφήστε το, παραείστε κομπλεξικοί.
- Ναι, πιθανότατα όλα αυτά ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΜΜΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΞΗΓΗΣΗ (πράγμα για το οποίο δεν είμαι και πολύ σίγουρος), αλλά από την στιγμή που έχουν την πλήρη εξήγηση του σεναριογράφου, τι σκατά σας νοιάζει; Θρίλερ φαντασίας πήγατε να δείτε, όχι ντοκιμαντέρ του BBC.
- Γιατί τόσο κόλλημα με το ότι "μα καλά έφαγε 10 χρόνια από τη ζωή του ο Νόλαν για να γράψει ΑΥΤΟ;". Όχι ρε ζώα. Έκανε πέντε ακόμη ταινιάρες ο Νόλαν αυτά τα δέκα χρόνια. Προφανώς στα διαλείμματα καθόταν κι έγραφε λίγο σεναράκι και σκεπτόταν και πώς θα γυρίσει το "Ινσέψιο" που -πώς να το κάνουμε- δεν είναι και τόσο απλό όσο το "Insomnia" ή το "Memento" στην παραγωγή του. Γκέγκε;

Για την υποκατηγορία κομπλεξικών που δεν έχει πρόβλημα με τα παραπάνω, αλλά επιμένει ότι όλο αυτό ήταν κάπως δύσκολο στην κατανόησή του (πώς π.χ. ο Φίσερ πέθανε στο τρίτο επίπεδο, αλλά μετά έγινε καλά, επειδή τον έσπρωξαν στο κενό στο επίπεδο της λήθης; Ή πώς τελικά πέφτεις στη λήθη; και Γιατί δεν πρέπει να σε σκοτώσουν αν έχεις πάρει τόσο βαρύ ναρκωτικό ώστε να φτάσεις ως εκεί;), χαλαρώστε παιδιά, είναι μια γαμημένη ταινία, που θα έβγαινε πεντάωρη, αν προσπαθούσε να τα εξηγήσει όλα υπεραναλυτικά. Όλο αυτό το σκηνικό των ονείρων είναι το φόντο για να στήσει ο Νόλαν μια εξαιρετική περιπέτεια. (Και επίσης, πραγματικά όλα έχουν την εξήγησή τους. π.χ. ο Φίσερ πεθαίνει κι έχει πέσει λιπόθυμος -δεν έχει ήδη πεθάνει- αλλά το ηλεκτροσόκ δεν θα τον επαναφέρει τόσο γρήγορα στη ζωή, όσο χρειάζεται για να προλάβουν να βγουν από το όνειρο, αν δεν πάει κάποιος ένα επίπεδο κάτω στο υποσυνείδητό του, να τον ξυπνήσει από εκεί).

Σ' αυτήν, την β' ομάδα των αρνητών του "Ινσέψιο", ανήκουν δυστυχώς οι περισσότεροι, αλλά και αυτοί που έχουν την μεγαλύτερη επιρροή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο καλός συνήθως συνάδελφος Άλκης Γαλδαλάς, που με αυτό το κείμενό του στο protagon.gr με προκαλεί να τον κατατάξω ακόμη πιο ψηλά, στην α' ομάδα αρνητών, τους βλάκες. Μερικές από τις ατάκες του, δείχνουν το μέγεθος της καταστροφής που η μπεμπελάκ προκαλεί στον ανθρώπινο εγκέφαλο:

- "Υπάρχει βαλιτσάκι που ποτέ δεν βλέπουμε καλά το περιεχόμενό του και δεν μαθαίνουμε λεπτομέρειες για τη λειτουργία του": Δηλαδή τι άλλο πρέπει να δούμε από το βαλιτσάκι με τα σωληνάκια και το υπνωτικό για να καταλάβουμε τη λειτουργία του; Οι ήρωες μάς εξηγούν ότι ενώνει πολύ κόσμο μέσα στο ίδιο όνειρο. Γιατί πρέπει ΣΩΝΕΙ ΚΑΙ ΚΑΛΑ να μας δώσουν και το manual λειτουργίας του, για να πειστούμε ότι κάνει ακριβώς αυτό; Ταινία φαντασίας βλέπουμε ρε γαμώτο. Αν θέλουν να μας ενώσουν όλους μέσα σε ένα όνειρο, στο στομάχι ενός κουνελιού ή στον αστερισμό της Ανδρομέδας, μπορούν να το κάνουν!

- "Όμως δεν του έφθανε αυτό του κ. Νόλαν. Ίσως για να δημιουργήσει εντυπωσιακές εικόνες, ίσως γιατί πραγματικά σε κάποια όνειρα βλέπουμε να μην ισχύει ο νόμος της βαρύτητας και εύκολα πετάμε, στο δεύτερο από τα τρία επίπεδα όρισε ότι έχουμε έλλειψη βαρύτητας ενώ στο επόμενο όχι, και την αιτία γι αυτό νομίζω πως δεν την εξηγεί ικανοποιητικά": Μη ικανοποιητική, λοιπόν, η εξήγηση του ότι το περιβάλλον του β' επιπέδου ορίζεται άμεσα από το α' και ότι από την στιγμή που στο α' χάνεται η βαρύτητα γιατί το φορτηγάκι είναι στον αέρα, στο β' που κινείται σε πολύ πιο αργό χρόνο, οι ήρωες τη βλέπουν αστροναύτες. Το γ' κινείται σε εντελώς άλλο χρόνο και δεν ορίζεται άμεσα από το α'. Όσο πιο βαθιά πας, τόσο λιγότερο σε επηρεάζει το τι συμβαίνει στην επιφάνεια. Γι' αυτό και ο Σάιτο δεν είναι τόσο άρρωστος στο β' ή το γ' επίπεδο, όσο στο α'. Αλλά οι κομπλεξικοί θέλουν το "πετάω στο όνειρό" μου και το γιατί ο Γιαπωνέζος γίνεται καλά όσο περισσότερο ονειρεύεται να μας το εξηγήσει επιστημονικά ο Κρίστοφερ Νόλαν. Γιατί αυτή είναι η δουλειά του, άλλωστε...

- "Χαρακτηριστικό πάντως του αδιεξόδου κατά τη γνώμη μου του σεναρίου (κάτι ανάλογο δηλαδή με το Lost) είναι ότι στην τελευταία σκηνή έχουμε τη σβούρα που περιστρέφεται και πριν καταλάβουμε αν θα πέσει ή όχι, αν ονειρευόμαστε δηλαδή ή όχι, τελειώνει η ταινία": Η κορυφαία στιγμή της ταινίας δεν είναι ευρηματική έμπνευση του σκηνοθέτη / σεναριογράφου, αλλά δείγμα αδιεξόδου του. Και λέω ευρηματική, γιατί η πιθανότητα όλο αυτό να είναι έτσι κι αλλιώς ένα όνειρο, υπάρχει καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας (πάρε ένα παράδειγμα: ΟΚ ο Κομπ δεν μπορεί να πάει στις ΗΠΑ να δει τα παιδιά, αλλά ο Μάικλ Κέιν - μπαμπάς του δεν μπορεί να του τα φέρει στην Ευρώπη ή την Ασία; Όχι; Μπορεί, φυσικά, αλλά όλο αυτό το ότι πρέπει να πάει αυτός να τα δει, είναι ένας περιορισμός που θέτει το όνειρό του -ή το όνειρο της Μωλ...)

- "Οι ηθοποιοί δεν διεκδικούν ‘Οσκαρ για την απόδοσή τους (παρόλο που θα είναι υποψήφιοι) αλλά οι σκηνές είναι και παραπάνω από ό,τι χρειάζεται εντυπωσιακές ενώ ο θεατής πρέπει να είναι σε εγρήγορση και τα 148 λεπτά.": Ναι, είναι αλήθεια ότι όλοι τους, παρά τα τρανταχτά τους ονόματα, δεν διεκδικούν δάφνες ερμηνείας. Γι' αυτό και ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΝΑΙ και υποψήφιοι στα Όσκαρ. Γιατί αυτή δεν είναι μια ταινία ερμηνειών, όπως δεν ήταν το "Matrix", με το οποίο μόνο μπορεί να συγκριθεί. Δεν έχει κανένα σκοπό ο Νόλαν να εμβαθύνει στους χαρακτήρες, γιατί έχει ήδη τόσα να πει με τα ονειροταξίδια, που η εμπλοκή στις εμμονές και τον χαρακτήρα του καθένα από τους ήρωες θα ήταν χάσιμο χρόνου. Ή θα έκανε μια πολύ καλή σειρά 6 κύκλων των 24 επεισοδίων. Το "Ινσέψιο" όμως είναι ταινία. Και είναι μια ταινία σεναρίου, σκηνοθεσίας, σκηνικών και φωτογραφίας. Και δεν μπορώ να λυπηθώ που δεν θα πάρει Όσκαρ ο ΝτιΚάπριο ή ο Γουατανάμπε, σόρι. Αρκεί που θα το πάρει ο Νόλαν.

Γ' ομάδα αρνητών: Οι υπερκουλτουριάρηδες
Εδώ ανήκει και το από εκεί μισό ετούτου του μπλογκ, ο Mr. Arkadin, του οποίου την αντεπίθεση περιμένω τώρα. Αυτή η ομάδα έχει δει κάθε ταινία, έχει διαβάσει κάθε βιβλίο και έχει χαζέψει κάθε κόμικ που πραγματεύεται παρόμοια θέματα και ξέρει ότι ο Νόλαν δεν κατάφερε να αλλάξει την ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου με το "Ινσέψιο", γιατί "τίποτε από όσα λέει δεν είναι καινούργιο" ή γιατί "ο Τάδε Τάδερμαν στην cult ταινία του Στη Δείνα Δίνη της Δεινότητας που είχε προβληθεί μια φορά στο φεστιβάλ ανεξάρτητου κινηματογράφου του Γουαϊόμινγκ, τα είχε πει όλα αυτά, πολύ πιο ωραία". Σύμφωνοι. Αφού μισείτε το Χόλιγουντ, γιατί επιμένετε να πηγαίνετε στις ταινίες του; Επίσης, γιατί έπρεπε ο Νόλαν να αλλάξει την ιστορία του κινηματογράφου; Απαγορεύεται να γίνουν εξαιρετικές ταινίες χωρίς να αλλάζουν τη ροή του κινηματογράφου; Να γυρίζονται με τα ήδη υπάρχοντα συστατικά του; Γι' αυτήν την κατηγορία, απαγορεύεται. Όπως π.χ. απαγορεύεται στους Arcade Fire να γράψουν το απίστευτο "The Suburbs" γιατί ξαναχρησιμοποιούν στοιχεία της μουσικής τους όπως μας τα γνώρισαν στα δύο προηγούμενα άλμπουμ τους -αντί να εμπνέονται κάτι καινούργιο...


POST ΜΕΣΑ ΣΤΟ POST: ΓΙΑΤΙ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ ΤΟ "INCEPTION"
- Γιατί είναι μια EΞΑΙΡΕΤΙΚΑ καλογυρισμένη περιπέτεια δράσης, με έξυπνο σενάριο που πραγματεύεται ένα πρωτότυπο θέμα. Ακριβώς, δηλαδή, αυτό που έκανε το "Matrix" πριν μια έντεκα χρόνια. Ναι, το "Inception" είναι το "Matrix" των '10s.
- Γιατί δεν διστάζει να κλείσει το μάτι σε όποιον θεατή έχει την όρεξη να αφοσιωθεί σ' αυτό. Το κάνει με την Αριάδνη (την ηρωίδα που υποδύεται η Έλεν Πέιτζ, μια αρχιτέκτονα που στήνει σκηνικά για όνειρα), τους λαβυρίνθους και τον μίτο της, έναν υπέροχο συμβολισμό που θα μπορούσε να δίνει τίτλο στα μισά από τα συγγράμματα που έχουν γραφτεί για τα όνειρα, το κάνει με τις αναφορές (όπως το "leap of faith", μια απόφαση που πρέπει να παρθεί από τους ήρωες χωρίς να δίνονται αποδείξεις ότι θα έχει θετικά αποτελέσματα -ακριβώς σαν τις αποφάσεις που παίρνουμε στα όνειρα) που προοικονομούνται και επαναλαμβάνονται σε διάφορα σημεία της ταινίας, το κάνει με το εξαιρετικό παράδοξο του να μην μπορεί ο Κομπ να δει τα παιδιά του (ενώ στην ουσία αυτά βρίσκονται μόλις δύο αεροπορικά εισιτήρια μακριά), που είναι και το μοναδικό παράδοξο του σεναρίου και που τελικά εξηγείται στο τέλος, με απλά μαγικό τρόπο.
- Γιατί τεχνικά είναι Α Ψ Ο Γ Ο και σε αφήνει να αφοσιωθείς στο πανέξυπνο σενάριο.
- Γιατί σού μιλάει για κάτι που ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΙΘΑΝΟ να συμβεί στο μέλλον. Και στο λέει από τώρα, πολλά χρόνια πριν συμβεί. Και δεν σου λέει απλά ότι κάποιος θα μπορεί να ταξιδεύει μέσα στα όνειρά σου, αλλά το χρησιμοποιεί όλο αυτό για να πλάσει μια υπέροχη ιστορία.
- Γιατί αυτός ο πούστης ο Νόλαν είναι μεγάλη γάτα τελικά. Chapeau.

Pierre Bergé - Ενας τρελλός Γαλάτης


Αιώνιος σύντροφος του Υβ Σεν Λωράν, προσωπικός φίλος του Φρανσουά Μιτεράν και του Ζαν Κοκτό, χρηματοδότης της Σεγκολέν Ρουαγιάλ, μανιώδης συλλέκτης τέχνης, μαικήνας της διανόησης, πρέσβης καλής θέλησης της UNESCO, εκδότης πολιτικών αλλά και γκέι εντύπων, ο πολυσχιδής Πιερ Μπερζέ είναι πλέον και συνιδιοκτήτης της εφημερίδας “Le Monde”. Στα 80 του χρόνια, επιμένει να κάνει τους Γάλλους άνω κάτω.

Ένας τραπεζίτης, ένας πορνογράφος κι ένας γκέι, αποφάσισαν μια μέρα να εξαγοράσουν τη μεγαλύτερη εφημερίδα του τόπου τους: Θα μπορούσε να είναι η αρχή ενός σουρρεαλιστικού ανεκδότου. Είναι όμως η υπεραπλουστευτική περιγραφή της εξαγοράς του γαλλικού “Le Monde” από τους Ματιέ Πιγκάς, Ξαβιέ Νιέλ και Πιερ Μπερζέ. Τα 110 εκατομμύρια ευρώ των τριών συνεταίρων, όμως, και η επιτυχία τους να προσπεράσουν στο νήμα την (υποκινούμενη από τον Νικολά Σαρκοζί) πρόταση της France Telecom, ίσως για εμάς εδώ, που ελάχιστα παρακολουθούμε τα της γαλλικής δημοκρατίας, να έχουν μικρότερη σημασία από τους συμβολισμούς που περιείχε η πρόταση που ξεκίνησε ετούτο το κείμενο. Γιατί, αν αφήσουμε κατά μέρος τον τραπεζίτη, οι ιδιότητες των άλλων δύο, αν μη τι άλλο, θα μας σκανδάλιζαν. Πορνογράφος. Ομοφυλόφιλος. Ναι, ίσως στην Ελλάδα της υποκρισίας, η εξαγορά της δεύτερης μεγαλύτερης εφημερίδας από έναν αντίστοιχο Νιέλ και έναν αντίστοιχο Μπερζέ να συζητιόταν σκανδαλοθηρικά. Αλλά η γαλλική κοινωνία ήταν ανέκαθεν πιο ανοικτόμυαλη και -γι’ αυτό- πιο ευέλικτη. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για το τι κάνει ο άλλος στο κρεββάτι του. Ειδικά αν πρόκειται για μια προσωπικότητα σαν τον 80χρονο Πιερ Μπερζέ, ένα σύγχρονο Μαικήνα των τεχνών και της διανόησης. Το να ρίξουμε μια ματιά στον βίο και την πολιτεία του, είναι μια έξοχη αφορμή για να κατανοήσουμε τον τρόπο σκέψης των Γάλλων. (Για την ιστορία, ο Ξαβιέ Νιέλ μπορεί όντως να ξεκίνησε στήνοντας μια εταιρεία με online ροζ υπηρεσίες, αλλά απέχει πια πολύ από το να θεωρείται πορνογράφος. Η επόμενη εταιρεία που σύστησε, η Free, είναι μια από τις σημαντικότερες παρόχους Internet στην Γαλλία...)

Ενας ποιητής στο κεφάλι του

Για το δίπολο στον χαρακτήρα του Μπερζέ, τις διάφορες αντιθέσεις που εμφανίζονται στις αποφάσεις ή τις απόψεις του κάθε τόσο, ίσως να ευθύνονται τα γονίδια: Γιος ενός εφοριακού και μιας καθηγήτριας σε μοντεσοριανό σχολείο (αλλά και τραγουδίστριας της όπερας), υπήρξε σε όλη του τη ζωή επιχειρηματικό μυαλό, μεθοδικός και σκληρός στις συνεργασίες του, και την ίδια ώρα πρωτοποριακός, οραματιστής και λάτρης της μόδας, της τέχνης, της καλής ζωής και του κοσμοπολιτισμού. Το πού γεννήθηκε (κάπου στην γαλλική σημασία) δεν έχει και πολλή σημασία, αυτό που μετράει είναι ότι το Παρίσι τον καλοδέχτηκε στην αγκαλιά του. Την πρώτη κιόλας ημέρα του στην γαλλική πρωτεύουσα, εκεί που ο 18χρονος επαρχιώτης χάζευε εκστασιασμένος στα Ηλύσια Πεδία, ο Ζακ Πρεβέρ, ο αγαπημένος ποιητής και σεναριογράφος της μεταπολεμικής Γαλλίας, έκανε άλλη μια -από τις πολλές, και πάντα αποτυχημένες- προσπάθεια αυτοκτονίας. Βούτηξε από το μπαλκόνι του σπιτιού του και προσγειώθηκε επάνω στον αμέριμνο Μπερζέ, σε μια συναλλαγή της Ιστορίας που ευνόησε και τον δύτη και τον δέκτη της βουτιάς, αλλά κυρίως τον γαλλικό πολιτισμό: Ο Πρεβέρ θα ζούσε άλλα 30 χρόνια, γράφοντας μανιωδώς, ενώ ο Μπερζέ θα αποκτούσε ένα απ’ ευθείας εισιτήριο για τον κόσμο της διανόησης, τους φίλους του ανθρώπου, του οποίου τη ζωή είχε μόλις σώσει.

Στο ξέφρενα αναπτυσσόμενο μεταπολεμικό Παρίσι, ακόμη κι ένας αρτι αφιχθείς έφηβος θα είχε το μερίδιό του στην δόξα, αν ήταν ορεξάτος για δουλειά. Και φυσικά τυχερός, κάτι για το οποίο εγγυήθηκε αμέσως το συναπάντημα των Ηλυσίων Πεδίων... Δεν είχε, λοιπόν, καν κλείσει τα 20 του ο Μπερζέ, όταν εξέδωσε το “Patrie Mondiale”, ένα περιοδικό με συνεργάτες όπως ο Αλμπέρ Καμύ, o Αντρέ Μπρετόν, ο Ζαν Κοκτώ! Τα νέα φιλαράκια του, δηλαδή, που μαζί με τον Λουί Αραγκόν και τον Ζαν Πολ Σαρτρ έπαιρναν τον πιτσιρικά στα καφέ του Σεν Ζερμαίν όπου μεταξύ πωμάτων από Μποζολέ και άδειων πακέτων Gauloises γράφονταν οι πιο σημαντικές σελίδες στη σύγχρονη Ιστορία της διανόησης. Δίπλα στους φιλοσόφους, τους ποιητές και τους συγγραφείς, ευδοκιμούσαν βέβαια και οι ζωγράφοι, ένας εκ των οποίων, ο νεαρός εξπρεσιονιστής Μπερνάρ Μπυφέ έγινε ο πρώτος επώνυμός εραστής του Πιερ Μπερζέ. Θα ακολουθούσε μόνον ένας ακόμη...

Πιερ και Υβ

Πριν ενάμισι χρόνο, ο κόσμος ασχολιόταν και πάλι με το Μπερζέ. Αν ακονίσετε ελάχιστα τη μνήμη σας, θα θυμηθείτε τη μεγάλη δημοπρασία έργων τέχνης από την συλλογή του Υβ Σεν Λωράν, μέσω του οίκου Christie’s. Ο σχεδιαστής είχε πεθάνει τον Ιούνιο του 2008 και ήδη τον Φεβρουάριο του 2009, ο σύντροφός του πουλούσε τα πάντα, εκτός από ένα πορτρέτο του Σεν Λωράν που είχε φιλοτεχνήσει ο Άντι Γουόρχολ. Όταν ρωτούσαν τον Μπερζέ γιατί έσβησε σε μια στιγμή μνήμες πέντε δεκαετιών (είχαν ξεκινήσει από κοινού τη συλλογή έργων τέχνης με τον σύντροφό του στις αρχές των ‘60s), εκείνος απαντούσε: «Μετά τον θάνατο το Υβ, όλα αυτά έπαψαν να έχουν σημασία». Διώχνοντας τους Πικάσο, τους Μπρακ, τους Ματίς από πάνω του, ήταν σαν ν’ απαλλάσσεται από το φάντασμα του Σεν Λωράν, του ανθρώπου με τον οποίον έμειναν μαζί για μια ολόκληρη ζωή. Στις ουκ ολίγες συνεντεύξεις που έδωσε εκείνη την περίοδο –που σχεδόν όλες μετέτρεπαν σε έναν περήφανο απολογισμό ζωής την αρχική πρόθεση των συνεντευξιαστών να τον ωθήσουν σε κάτι σαν δημόσια απολογία- πάντα αναφερόταν στον Υβ Σεν Λωράν ως «Υβ», όταν μιλούσε για την σχέση τους, και ως «Σεν Λωράν», όταν αναφερόταν στα επιτεύγματα και το δημιουργικό δαιμόνιο του συντρόφου του. Αυτές οι ευδιάκριτες διαχωριστικές γραμμές είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα γνωρίσματα του Μπερζέ. Και, βέβαια, τα δίπολα: Για τον Πιέρ υπήρχε ένας Υβ, αλλά για τον επιχειρηματία και Μαικήνα της τέχνης Μπερζέ, υπήρχε ένας Σεν Λωράν.

Με τον μόλις 22 ετών τότε Υβ Σεν Λωράν, ο Μπερζέ γνωρίστηκε το 1958. Ο νεαρός ήταν ήδη διάσημος στο Παρίσι, αφού ο Κριστιάν Ντιόρ (σχεδόν προφητικά, μόλις λίγους μήνες πριν τον θάνατό του από καρδιακή προσβολή) τον είχε επιλέξει τον προηγούμενο χρόνο ως διάδοχό του στον οίκο του. Ο συνεσταλμένος και καταθλιπτικός χαρακτήρας του σχεδιαστή βρήκε την ενέργεια και διάθεση στον δυναμισμό που το έλειπε (αλλά και το savoir faire) στον Μπερζέ. Τρία χρόνια μετά, ήταν ο δεύτερος που στην ουσία έπαιρνε την απόφαση της δημιουργίας του οίκου Yves Saint Laurent, εξασφαλίζοντας κεφάλαια από έναν Αμερικανό επιχειρηματία και φιλάνθρωπο, τον Μακ Ρόμπινσον. Από το 1961 ως το 2002 όταν έκλεισαν πια τον οίκο (η φίρμα υπάρχει ακόμη, αφού ανήκει στο γκρουπ Gucci), τα πάντα λειτουργούσαν με τον τρόπο του Μπερζέ. Εκείνος ήταν το αφανές μυαλό, ο Σεν Λωράν το ταλέντο. O Τομ Φορντ, δημιουργικός διευθυντής της YSL από το 1999 ως το 2004 δεν θυμάται ούτε τα δεκάδες βραβεία, ούτε την διεθνή του καταξίωση από εκείνη την περίοδο. Θυμάται μόνο πόσο δύσκολος χαρακτήρας ήταν ο Μπερζέ και πόσο εφιαλτική του έκανε τη ζωή, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι το όραμα του Σεν Λωράν θα συνεχιζόταν χωρίς καμμία μεταβολή. Να εξασφαλίσει, επίσης, τα δικά του κέρδη. Είπαμε: πάνω απ’ όλα είναι ένας ιδιαίτερα επιτυχημένος επιχειρηματίας που γνωρίζει πολύ καλά την τέχνη του να κερδίζεις χρήματα. Ακόμη και με κινήσεις στο περιθώριο του νόμου. Το 1996, για παράδειγμα, τιμωρήθηκε με πρόστιμο ενός εκατομμυρίου φράγκων από τα γαλλικά δικαστήρια, γιατί η πώληση από μέρους ενός μεγάλου πακέτου μετοχών της YSL λίγες μόνον εβδομάδες πριν από μια θεαματική πτώση της μετοχής της, θεωρήθηκε αθέμιτη συναλλαγή.


Δημοκρατία, Studio 54 και η Βίβλος των γκέι

Ο Μπερζέ δεν ήταν μόνο ο επιχειρηματίας πίσω από την τεράστια επιτυχία της YSL, ή ο εραστής που απελευθέρωνε με το πάθος του το ταλέντο του Υβ Σεν Λωράν. Ήταν πάνω απ’ όλα φίλος του, ειδικά από το 1976 και μετά, όταν οι δύο αποφάσισαν να μην μένουν πια μαζί. Ήταν η περίοδος που ο Σεν Λωράν έβρισκε το αντίδοτο στην κατάθλιψή του στο διεθνές jet set, στα ξέφρενα πάρτυ στο θρυλικό Studio 54, στο στο αλκοόλ και την κοκαΐνη και στις συνεχείς αποδράσεις στο δεύτερό του σπίτι, στο Μαρακές. Ο μετρημένος χαρακτήρας του Μπερζέ αδυνατούσε να συμβιβαστεί με την άγρια διάσταση της ζωής του Σεν Λωράν, αλλά παρέμεινε στο πλευρό του ως συνεργάτης και σύντροφος – άγκυρα πίσω στο Παρίσι ή στο Μαρόκο. Μόνο που πια, δύο δεκαετίες μετά την γνωριμία τους, ο κόσμος του Μπερζέ δεν ήταν αποκλειστικά ο Υβ και η YSL. Έτσι κι αλλιώς, το ενδιαφέρον του στην τέχνη και την διανόηση δεν είχε χαθεί ποτέ, ενώ πια είχε αναπτύξει κι ένα έντονο πολιτικό ένστικτο. Ως συνήθως, προτίμησε να υποστηρίξει όλα αυτά που αγαπούσε όπως ήξερε καλύτερα: από το παρασκήνιο, ως Μαικήνας και μέντορας. Μπήκε στα media, αρχικά επενδύοντας στο περιοδικό “Globe”, κι έπειτα στο “Courier International”, ενώ αγόρασε και μετοχές της Liberation. Η πιο εντυπωσιακή, όμως, κίνηση της επιχειρηματικής του καριέρας, δεν είχε να κάνει ούτε με την αγάπη του για την τέχνη, ούτε με το πάθος του για την πολιτική. Το “Têtu” είναι το σοβαρότερο γκέι περιοδικό της Ευρώπης. Ο Μπερζέ το ξεκίνησε το 1995 και αμέσως ενέπλεξε όλους τους διάσημους φίλους του, πολιτικούς, μουσικούς, συγγραφείς, χορευτές, σχεδιαστές μόδας σε ένα project για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων και του αγώνα του κατά του AIDS…

Από το “Têtu” ως τον “Le Monde”, ο δρόμος δεν είναι τόσο μακρύς όσο ίσως φαίνεται με την πρώτη ματιά. Σίγουρα όχι για μια προσωπικότητα σαν τον Μπερζέ. Ποιος δεν ζηλεύει αυτόν τον 80χρονο στριμμένο σοφό, που όταν θέλει να πει κάτι, θα το πει ακόμη κι αν προκαλέσει έναν ολόκληρο λαό («ας απελευθερώσουν πρώτα το Θιβέτ, και μετά θα τους επιστρέψω τα αγάλματα», είχε δηλώσει για τους Κινέζους και κάποιες αρχαίες μπρούτζινες κεφαλές που του ζητούσαν πίσω, όταν αποφάσισε να πουλήσει τη συλλογή του) και που όταν δει τα πιστεύω του να διακυβεύονται, θα κουνήσει γη και θάλασσα για να τα διαφυλάξει; Στην περίπτωση του “Le Monde”, της ιστορικής εφημερίδας που από το 1944 ανήκει στους συντάκτες της, η απειλή ήταν ο Νικολά Σαρκοζί. Η οικονομική κατάσταση του “Le Monde” οδηγούσε αναπόφευκτα στην ανάγκη εξαγοράς της από κάποιον επιχειρηματία και ο Γάλλος Πρόεδρος, φοβούμενος την υποστήριξη που λογικά η εφημερίδα θα δείξει προς τον Ντομινίκ Στρος Καν στις επόμενες εκλογές, έκανε το παν ώστε ο έλεγχός της να περάσει στην ημικρατική France Telecom. Αυτό ήταν το κόκκινο πανί για τον Μπερζέ, παλιό κολλητό του Φρανσουά Μιτεράν και μεγάλο υποστηρικτή της Σεγκολέν Ρουαγιάλ, της οποίας πληρώνει το ενοίκιο για το πολιτικό της γραφείο μέχρι και σήμερα. Ήθελε η εφημερίδα να παραμείνει κεντροαριστερή, να υποστηρίζει τους Σοσιαλιστές και να κάνει δύσκολη τη ζωή του Σαρκοζί. Όπως και η μητέρα του, άλλωστε, 103 ετών σήμερα, αριστερή και με έντονη άποψη για τα πολιτικά δρώμενα. Αν η εξαγορά του “Le Monde” ήταν δώρο στη μαμά του, είναι μόνο μια εικασία. Αλλά θα έκανε ένα υπέροχο άρθρο στο “Têtu”. Είτε με τίτλο «Ολα για τη μητέρα μου», είτε με το «Ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα», οι συμβολισμοί για την εξαγορά της ιστορικότερης γαλλικής εφημερίδας από τον Μπερζέ θα ήταν σαφείς.

(Κείμενο του Πέτρου Συκουτρή για το περιοδικό Big Fish της 01.08.2010)

Τι μου έκανε εντύπωση από το Imaginarium of Doctor Parnassus

Είχα αφήσει την ταινία για "απ' ευθείας σε DVD" φάση και την είδα τις προάλλες. Μια χαρά ήταν. Κι ακόμη πιο χαρά το βυζί της Λίλυ Κόουλ, το οποίο δεν είχα πάρει ποτέ είδηση. Εδώ φωτογραφημένο από τον Γιούργκεν Τέλερ.

26 Αυγ 2010

Η ζωή στα προάστεια

Έσπευσα να γράψω για το "Suburbs", το τρίτο άλμπουμ των Arcade Fire, με το που διέρρευσε στο Internet. Ένα μήνα μετά δεν έχουν αλλάξει και πολλά στο πώς το αντιμετωπίζω. Αλλά έχουν γραφτεί τόσα πολλά στο πώς το αντιμετωπίζουν όλοι οι άλλοι. Ναι, είναι το άλμπουμ που έχω ακούσει (πολύ) περισσότερες φορές από οποιοδήποτε άλλο φέτος και ναι, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα είναι η επιλογή μου για το Νο 1 του top 20 μου στο τέλος του χρόνου. Ναι, είναι καλλίτερο από το "Neon Bible", ναι, είναι πιο χαρούμενο και πιο "ηλεκτρικό" (όχι με την έννοια του ήχου, αλλά με την έννοια του αγγίγματος) από το "Neon Bible" και, βασικά, ναι, οι Arcade Fire είναι η σπουδαιότερη μπάντα της εποχής μας, ακόμη κι αν κάποια στιγμή πριν τρία χρόνια ήθελα να το παίξω εναλλακτικότερος των εναλλακτικών και να μην το παραδεχτώ.

Arcade Fire
The Suburbs
(Αύγουστος 2010)


Έντεχνα δομημένο σαν τους κήπους ακριβών προαστείων στα δυτικά του Λονδίνου κι άναρχα αναπάντεχο σαν κυνηγητό πιτσιρικάδων στις πίσω αυλές σπιτιών ψηλά στο Μενίδι, το τρίτο άλμπουμ των Arcade Fire καταλαμβάνει κάτι παραπάνω από μία ώρα ανά απόφαση ακρόασής του, αλλά δεν σε κουράζει ούτε δευτερόλεπτο. Ακούγεται ως αυτό ακριβώς που είναι, ως ολοκληρωμένο άλμπουμ δηλαδή, όχι ως μερικά τραγούδια - έπη, με ενδιάμεσα τραγούδια - γεμίσματα και αποτελεί την ολοκλήρωση της παρουσίασης από πλευράς των σπουδαίων Καναδών όσων έχουν να μας πουν για το ταλέντο τους. Εδώ πετούν μακριά όλες τις φλυαρίες του μεγαλείου τους, κρατούν τα ουσιώδη και πιο ζουμερά και μας χαρίζουν 16 (!) κομμάτια που εκμεταλλεύονται στο έπακρο την κληρονομιά που οι ίδιοι αφήνουν ήδη από το "Funeral" στην σύγχρονη ροκ. Η μόνη προβληματική μεριά του είναι η κληρονομιά που αφήνει με τη σειρά του στο μέλλον των Arcade Fire. Μετά και από αυτό έχουμε δει ακριβώς τι μπορούν να κάνουν με τα νέα όπλα που κουβάλησαν. Αλλά από εδώ και πέρα, ο,τιδήποτε κινηθεί στο ίδιο στυλ, λογικά θα κουράσει. Ή κάνω λάθος;

Προς το παρόν, κάθε φορά που το ακούω ανακαλύπτω και κάποιο νέο "αγαπημένο κομμάτι". Πιο πολλές φορές ως τώρα έχω ψηφίσει το ύπουλο "Suburban War". Αλλά η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν τουλάχιστον οκτώ τραγούδια εκεί μέσα που θα σημειώνονται ως κλασσικά στα λεξικά της ροκ του μέλλοντος. Όπως κάτι παραπάνω από κλασσικό θα χαρακτηρίζεται το "The Suburbs" στο σύνολό του. Πολύ σπάνια χαρίζω πέντε αστεράκια (in fact, μια φορά μόνο ακόμη, στο τρίτο άλμπουμ ετούτου εδώ του post...). Και για να βάζω εδώ, σημαίνει ότι είναι τόσο καλό, που είναι πρακτικά αδύνατον να το εξηγήσω με λόγια ή με το να παραθέσω απλά ένα κομμάτι από live εκτέλεση. Οφείλεις να το ακούσεις ολόκληρο, αν έχεις οποιονδήποτε σεβασμό στις πνευματικές σου επιδιώξεις.


Arcade Fire - Sprawl II (Live)



Janelle Monae
The ArchAndroid
(Μάιος 2010)


Θα διαβάσεις επικές κριτικές. Λογικό. Το άλμπουμ είναι όντως έπος. Αλλά έχει κι ένα τεράστιο πρόβλημα. Διαρκεί μία ώρα και οκτώ λεπτά. Και όταν δεν είσαι "The Suburbs", αλλά ένα παζλ από οκτώ - εννιά διαφορετικά ήδη μουσικής (soul, dance pop, Rn'B, rock, κλασσική κ.α.), όσο έντεχνα κι αν σε παίζει στα δάκτυλά του ο καλλιτέχνης, κάπου χάνεις. Η Ζανέλ το παλεύει σε όλα και εντυπωσιάζει, αλλά πουθενά δεν ολοκληρώνει. Θα έφτανε για πλάκα τα τεσσεράμισι αστεράκια, αν απλά έπαιρνε μια απόφαση... Τώρα, αναγκάζει τον ακροατή να πάρει την απόφαση. Κι αυτή είναι σε ποιο / ποια τραγούδια θα πατήσει "next".



Foals
Total Life Forever
(Μάιος 2010)


Είχα δυσκολευθεί πολύ και είχα τελικά απορρίψει το "Antidotes". Αλλά το sequel του είναι ένα μικρό αριστούργημα. Ο Γιάννης Φιλιππάκης και η παρέα του βγάζουν τελικά μια άκρη στο πού θέλουν να οδηγήσουν αυτό το αμφιταλαντευόμενο indie rock που έπαιζαν, δείχνουν απόλυτα αποφασισμένοι πια για κάθε τους μελωδία και γράφουν επιτέλους τραγούδια με αρχή, μέση και τέλος, όχι απλά λούπες, όπως στο ντεμπούτο τους. Επίσης, χάρη στον Φου Βου, γνώρισα τον Γιάννη και είναι και γαμώ το παιδιά. Kudos.


Foals - Spanish Sahara


The Black Keys
Brothers
(Μάιος 2010)


To "Brothers" επαναφέρει τους Black Keys στην πρώτη γραμμή, δίνοντάς τους ξανά τον ρόλο του καθηγητή που διδάσκει το πώς κάτι το τόσο κλασσικό μπορεί να ακουστεί τόσο μοντέρνο και πώς αναμειγνύονται ιδανικά τα μπλουζ, το ροκ και η σόουλ. Ώρες ώρες νομίζεις πώς μέσα στο "Brothers" έχει σηκωθεί από το μνήμα του το φάντασμα των Led Zeppelin κι έχει στήσει χορό παρέα με τον Ρέι Τσαρλς. Και, μάγκα μου, αυτό είναι και γαμώ τις εμπειρίες. Α, και το εξώφυλλο είναι απλά φανταστικό.


The Black Keys - Tighten Up



The Divine Comedy
Bang Goes The Knighthood
(Μάιος 2010)


Άλλο ένα μικρό θαύμα για τον Νιλ Χάνον, άλλο ένα μεγαλειώδες άλμπουμ που θα στοιχειώνει για χρόνια την δισκοθήκη μου. Οι Divine Comedy είναι η αγαπημένη μου μπάντα εδώ και πολλά πολλά χρόνια και ο μόνος λόγος που τ' αστεράκια είναι μόλις τέσσερα είναι κάτι περίεργοι πειραματισμοί με την electro εκεί προς το τέλος του άλμπουμ, σε δύο - τρία κομμάτια, που ακούγονται τόσο μα τόσο παράταιροι με το γενικότερο mood αναβίωσης του παλιού καλού popular song που θα έκανε τόμο δέκα βινυλίων σε βελούδινο πορφυρό box στο τέλος της χρονιάς το Reader's Digest.

Ο Χάνον γίνεται και πάλι ο κυνικός παρατηρητής του παρανοϊκού σύμπαντός μας, πραγματεύεται με τους στίχους του ιστορίες μεγαλοτραπεζιτών χωρίς συναίσθηση -και συνείδηση- του πού μας οδηγούν, ευγενών που ρισκάρουν τα πάντα για λίγη ακραία ηδονή (βλ. Μαξ Μόσλεϊ), ζευγαριών που τα έχουν όλα, αλλά τελικά δεν καταφέρνουν να έχουν τίποτε πέρα από ένα θέατρο, απλών ερωτευμένων ανθρώπων που πετούν στα σύννεφα, και το δράμα -τέλος- Άγγλων ηρώων σαν του Φρανκ Λάμπαρντ εν όψει Μουντιάλ. Ιδιοφυής, εστέτ, αυτοσαρκαστικός, ο Ιρλανδός βασιλιάς της indie pop ξανακάθεται στο θρόνο του σε μια χρονιά που οι ανταγωνιστές του έτσι κι αλλιώς δεν είχαν κάτι να μας δείξουν. Κι αν είχαν, θα ήταν απλά άλλη μια ένδειξη του μεγαλείου του (το πόσο εύκολα θα τους άφηνε πίσω...)


The Divine Comedy - Bang Goes The Knighthood (Live)



Josh Ritter
So Runs The World Away
(Μάιος 2010)


Σε μια χρονιά που έχω πάθει αμόκ με την folk (τα μισά της πρώτης δεκάδας μου στο τέλος του έτους πιθανότατα θα περιέχουν ικανές δόσεις μπάντζου για να τινάξουν τα μυαλά κάθε electro freak στον αέρα), ο κορυφαίος μουσικός του είδους τα τελευταία δέκα χρόνια, κυκλοφόρησε την καλλίτερη δουλειά που έχει κάνει ποτέ. Αν αυτό δεν είναι θείο σημάδι ότι πρέπει να αρχίσω αύριο να κάνω μαθήματα γιουκουλέλι, τότε ποιο είναι; (Πέρα από την πλάκα, το "So Runs The World Away" δεν είναι τόσο σκληροπυρηνικά folk, αλλά περισσότερο μοιάζει μια μια ήρεμη μετάβαση στο ήπιο στυλ των σύγχρονων singers / songwriters της indie rock.)


Josh Ritter - The Curse



Wild Nothing
Gemini
(Ιούνιος 2010)


Στο πρώτο άκουσμα μου θύμισαν Belle & Sebastian και γι' αυτό ενθουσιάστηκα και ψιλοκόλλησα. Μετά συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν ακριβώς έτσι. Έχουν πολλά να πουν, αλλά δεν τα λένε και ξεκάθαρα. Παίζουν μια έξυπνη dream pop, παλιακού στυλ, ίσως '80s, αλλά κάπως ανολοκλήρωτη. Και τελικά μοιάζουν περισσότερο στους περσινούς Pains of Being Pure at Heart, αλλά και σε φαντάσματα προαιώνιων είδωλων όπως οι Cocteau Twins, παρά στους μαγικούς Belle & Sebastian. Κάτι τέτοια, βέβαια, τα λατρεύει το Pitchfork που τους πριμοδότησε με 8.2, αλλά είπαμε, συνήθως αυτά τα οκτάρια συν κάτι είναι υπερβολές.



Tango With Lions
Verba Time
(Ιούνιος 2010)


Μια φράση που σιχαίνoμαι: "Για ελληνική μπάντα, τα καταφέρνουν περίφημα". Εντάξει, η Κατερίνα Παπαχρήστου γράφει folk που δεν το λες και παραδοσιακή μουσική του τόπου μας, αλλά τα κομμάτια της είναι αν μη τι άλλο χορταστικά. Αριστουργήματα; Όχι, δεν είναι. Αλλά ξέρεις τώρα. Εμείς οι Έλληνες είμαστε και λίγο δύσκολοι στο να πούμε μια καλή κουβέντα για τη δουλειά του άλλου ;)


Tango With Lions - Right From The Start



Tame Impala
Innerspeaker
(Μάιος 2010)


Ψυχεδελικό άκουσμα, αντικείμενο απόλαυσης παρέα με ντρόγκες, μια χαρά και χωρίς, αυστραλιανής καταγωγής, κουλό εν τω συνόλω του, θα 'θελε πάρα πολύ να έχει δημιουργηθεί μέσα σε ένα τριπάρισμα με LSD κάπου στα '60s και να έχει για κιθαρίστα τον Τζίμι Χέντριξ, αλλά, ξέρεις, είναι καρα10's με τα όλα του και, βασικά, μετά τον Gonjasufi, παίζει να είναι και ό,τι πιο φρέσκο και πρωτοποριακό θα βγει φέτος.


Tame Impala - Solitude Is Bliss



The Gaslight Anthem
American Slang
(Ιούνιος 2010)


Ναι, το ξέρω, δεν το περίμενες. Αλλά τούτο εδώ ακούγεται ακόμη καλλίτερο κι από το "The '59 Sound". Βασικά, είναι σαν το β' μέρος του, απλά τους βρίσκει πιο απελευθερωμένους, με πιο πολλούς ύμνους. Κι όταν μιλάμε για μια ατόφια ροκ μπάντα, που ο Μπρους Σπρίνγκστιν όταν την ακούει πρέπει να τον πιάνουν τα δάκρυα από την συγκίνηση, ε τότε σόρι, αλλά οι ύμνοι είναι όλα τα λεφτά. Επικό, μεγαλειώδες, θερμό, ευχάριστο, απορροφητικό, υμνικό. Ρε γαμώτο, σου θυμίζει τι είναι αυτό το γαμημένο πράγμα που λέγεται ροκ κι άκουγες μπαμπάδες και θείους να σου περιγράφουν τόσα χρόνια, χωρίς να έχεις έναν δικό σου ήρωα να αποθεώνεις.


The Gaslight Anthem - Orphans (Live)




ΤΙ ΑΛΛΟ ΑΚΟΥΣΑ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΤΡΙΜΗΝΟ:
The Fall - Your Future Our Clutter: Περασμένα μεγαλεία και κανένας σεβασμός στο έτσι κι αλλιώς σιγά τ' αυτά mid-'80s υπερπαρελθόν τους. Πίσω στο νεκροταφείο του post punk και συντομεύετε, αν θέλετε. Δύο αστεράκια. / Mynabirds - What We Lose In The Fire We Gain In The Flood: Η folk όπως ακούγεται όταν γίνεται mainstream pop. Θα περίμενες ότι θα με ξετρέλαινε, αλλά να σου πω την αλήθεια, μου κάνει πολύ πρωτοεπίπεδο. Τρία αστεράκια. / The New Pornographers - Together: Με απολαυστικές στιγμές, ναι, αλλά σαν ήχος από τα παλιά, σαν Fleetwood Mac ένα πράγμα. Θά 'θελε να πάει γερή κόντρα στο comeback των Black Keys, αλλά μένει λίγο πίσω. Τριάμισι αστεράκια. / Brad Mehldau - Highway Rider: Σύγχρονη τζαζ, από αυτήν που συνειδητοποιώ ότι είναι μεγαλειώδης, αλλά δυσκολεύομαι να ακούσω δεύτερη ή τρίτη φορά. Ο Mr. Arkadin θα στα πει καλλίτερα (και θα του κρατάει, υποθέτω, τέσσερα, τεσσεράμισι αστεράκια), εγώ απλά τον αναφέρω. Τρία αστεράκια. / Los Campesinos! - Romance is Boring: Αυτά παθαίνεις άμα είσαι indie rocker από την Ουαλία και όχι από τον Καναδά, εν έτει 2010. Μένεις στα Τρία αστεράκια. / Liars - Sisterworld: Μπρουκλινέζικο ίντι, πιο πολύ φαντεζί, παρά ουσίας, αξίζει βέβαια τα λεφτά του. Τρία αστεράκια. / Motion City Soundtrack - My Dinosaur Life: Μοιάζει με Green Day και A.F.I. στα καλά τους. Είναι παιχνιδιάρικο και πομπώδες. Το θέμα είναι αν αντέχεις να ακούς τέτοια μουσική μετά τα 22 σου. Τριάμισι αστεράκια. / Clogs - The Creatures In The Garden Of Lady Walton: Αργόσυρτο και μονότονο post rock με special guests που προσσθέτουν πολλά. Σούφιαν Στίβενς, Ματ Μπέριντζερ (National) και My Brightest Diamond δίνουν τη νίκη στα σημεία. Αλλά, σε γενικές γραμμές, πιο πολύ wannabe, παρά είναι. Τρία αστεράκια. / Male Bonding - Nothing Hurts: Οι Gaslight Anthem μετά από δεκαεπτά ενέσεις τεστοστερόνης, ή οι Place To Bury Strangers σε fast forward. Θορυβώδες, αν και επικό. Τρία αστεράκια. / Mike Patton - Mondo Cane: Ακαταλαβίστικος πειραματισμός μιας σπουδαίας φωνής με το ιταλικό ποπ τραγούδι των '50s. Μόνο για τους φαν του είδους. Δύο αστεράκια.

24 Αυγ 2010

Θέατρο σκιών!


Nightfall - Ambassador of Mass

Όχι μόνο επιστρέφει στην ενεργό δράση ένα από τα πιο επιδραστικά ελληνικά metal συγκροτήματα (το "Astron Black And The Thirty Tyrants" των Nightfall κυκλοφορεί από την Metal Blade οσονούπω), αλλά μας χάρισε ήδη ένα από τα καλλίτερα βίντεοκλιπ που έχω δει φέτος. Αυτά είναι.

19 Αυγ 2010

Κλεινόν άστυ. "Αθηναία" που λέμε. Ξέρεις.

Η ώρα είναι δέκα και μισή το βράδυ. Έχουμε μόλις καταβροχθίσει αυτό που δεν ήταν και το καλλίτερο νουντλς με μοσχαράκι τεριγιάκι που έφτιαξα ποτέ. Ερώτηση. Θα πάμε τελικά σινεμά; Σε μισή ώρα αρχίζει η νυκτερινή. Ναι. Πού; Κύττα. Αθηνόραμα. Παντού οι "Αναλώσιμοι". Ξενέρωμα. Όχι ότι δεν θα τους δω. Αλλά θα περιμένω να πάει Πέμπτη, να βρεθώ με την παρέα, να πάμε όλοι μαζί. Δεν θα τους δω απόψε με τη Β. Όχι απόψε, όχι με τη Β., όχι μετά απ' αυτό το αποτυχημένο δείπνο. Τέταρτη μέρα στο κλεινόν άστυ, Τετάρτη μετά την Αντίπαρο, δύο μέρες κατάθλιψη, δύο νύκτες λιώμα. Θέλω διακοπές. Κι άλλες διακοπές. "Το πνεύμα του μελισσιού" στην "Αθηναία", προλαβαίνουμε; Ε ναι, προχθές έκανα δέκα λεπτά για να κατεβώ στο "Key" απ' το Μαρούσι. Φύγαμε...

Φύγαμε, χωρίς να έχουμε την παραμικρή ιδέα του τι ήταν αυτό με το οποίο τρέχαμε στην Λεωφόρο Κηφισιάς να αναμετρηθούμε. Θέλαμε απλά να πάμε κάπου, όχι μέσα, όχι την Τετάρτη, την τέταρτη μέρα στο κλεινόν άστυ, την τέταρτη μέρα μετά την Αντίπαρο. Και φύγαμε για την "Αθηναία", ξέρεις, το σινεμά στη Χάρητος όπου δεν ακούγεται ο ήχος, όπου μπορείς να κάνεις στοματικό σεξ ανενόχλητος στον εξώστη, όπου φτιάχνει αυτή την τέλεια τυρόπιτα που ποτέ δεν δοκιμάζουμε γιατί πάμε πάντα μετά από κάτι (αποτυχημένα) δείπνα. "Το πνεύμα του μελισσιού" είναι η πρώτη μεγάλη μήκους ταινία του Βίκτορ Ερίθε (τρεις έκανε όλες κι όλες), τη γύρισε το 1973, επί καθεστώτος Φράνκο, και πραγματεύεται μια παιδική ιστορία στους πρώτους μήνες μετά τον ισπανικό εμφύλιο. Αυτά τα μάθαμε εκεί.

Ναι, είναι σημείο αναφοράς για τον "Λαβύρινθο του Πάνα" (το συνειδητοποίησα στην πορεία) και ναι, είχα δει πολύ πρόσφατα το "Where The Wild Things Are" του Σπάικ Τζόνσι και είχα στήσει έναν ολονύκτιο καυγά στο Twitter για το πόσο υπερεκτιμημένη (και βασικά πόσο μάπα) ταινία είναι, και ήθελα ένα μέτρο σύγκρισης για να το ξετινάξω, ένα μέτρο σύγκρισης της παιδικής φαντασίωσης, του εφιάλτη που γίνεται επιδίωξη στο όνειρο της μικρής Άννας, του ενθουσιασμού που έχει κάθε πιτσιρίκι με το απόκοσμο, με κάτι απόκοσμο -τέλος πάντων- αλλά δύσκολα μπορεί να εξηγήσει. Δυστυχώς (και ευτυχώς, γιατί από αύριο η "Αθηναία" θα παίζει το "Funny Girl") δεν μπορείς πια να εξακριβώσεις στο θερινό σινεμά τι εννοώ. Θα πρέπει να το βρεις και να το κατεβάσεις. Ισπανικός τίτλος: El espíritu de la colmena. Αγγλικός: The Spirit Of The Beehive.



Τι θα βρεις; Κατ΄αρχάς μια ευθεία αμφισβήτηση του φρανκικού καθεστώτος σε μια εποχή όπου δεν ήταν μεν ακμαίο, αλλά ήταν ακόμη ισχυρό. Σε όλη την ταινία, οι μισοί ήρωες συμβολίζουν την αθώα αφέλεια των δημοκρατικών επαναστατών και οι άλλοι μισοί την ματαιόδοξη επιδίωξη της ισχύος από τους φρανκικούς. Η Άννα έχει μια μεγάλη αδελφή, την Ίζαμπελ (ένα πανέμορφο κοριτσάκι που περίμενα ότι θα έχει κάνει τεράστια καριέρα στον κινηματογράφο, αλλά προς απογοήτευσή μου, ανακάλυψα ότι δεν ξανάπαιξε ποτέ, ενώ η Άννα Τόρεντ βρήκε ρόλο σε ουκ ολίγες από τις καλλίτερες ταινίες του ισπανικού σινεμά) που, ενώ την λατρεύει, βρίσκει κάθε αφορμή για να ασκεί επάνω της την εξουσία της μεγαλύτερης. Τα συγκλονιστικά, γυμνά, φτωχά, απομονωμένα τοπία είναι η Ισπανία του '40, όχι χρονικά, αλλά συναισθηματικά, είναι μια χώρα δίχως ταυτότητα, κάτι σαν την Ελλάδα δέκα χρόνια μετά, μια χώρα όπου ο αδελφός σκότωσε τον αδελφό, η κάθε Ίζαμπελ την κάθε Άννα, και τώρα πια κάνει απολογισμό του τι έχασε. Και η κεντρική, σχεδόν πάντα αόρατη, φιγούρα του έργου, ο Φρανκεστάιν που πλάθει στο μυαλό της η μικρή Άννα, είναι το τέρας που έκρυβε μέσα του κάθε Ισπανός εκείνα τα χρόνια (σκέψου του, ακόμη και το "Φράνκενστάιν" είναι τόσο κοντινό στο "Φράνκο").



Κι όμως, ενώ τα πάντα παραπέμπουν σε ταινία τρόμου, το "Πνεύμα του Μελισσιού" είναι αγχολυτικά πράο και μεθοδικά ήπιο. Λένε ότι ο Ερίθε ήταν τελειομανής. Κάτι σαν τον Τέρενς Μάλικ, έναν από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες. Παρόμοια συναισθήματα σου αφήνουν οι ταινίες τους. Απλά αμφισβητώ το αν αυτή η ταινία θα θεωρείτο η καλλίτερη στην ιστορία του ισπανικού κινηματογράφου (όπως έμαθα αργότερα), χωρίς τον Λουίς Κουαδράδο, τον διευθυντή φωτογραφίας της. Αν ο Σβεν Νύκβιστ είναι το 50% του έργου του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, ο Ισπανός συνάδελφός του είναι το 90% σε αυτό το αριστούργημα που έτυχε να δω απόψε στην "Αθηναία". Και το πιο συγκλονιστικό είναι ότι όλο αυτό το παιχνίδι με τις σκιές, τα φώτα της φωτιάς και των κεριών, τις διαθλάσεις στα χρωματιστά τζάμια του αρχοντικού του πατέρα της Άννας και της Ίζαμπελ, ο Κουαδράδο δεν τα είδε ποτέ ακριβώς έτσι. Μια αρρώστια είχε καταστρέψει την όρασή του. Βασιζόταν κυρίως στις περιγραφές του βοηθού του. Πέθανε μερικά χρόνια μετά.



(Και κάπως έτσι ο Homo Ludens εγκαινιάζει τη νέα σεζόν στο "Πο Πο Culture!", που διάφορα δεδομένα την κάνουν να προδιαγράφεται "καυτή"!)


Το τελευταίο κόλπο ενός Playboy


Κάποια στιγμή πέρσι, ο Χιού Χέφνερ δήλωσε σε μια συνέντευξη στους New York Times: «Αν πουλούσα το Playboy, η ζωή μου θα έφτανε στο τέλος της». Προφανώς ήταν σίγουρος ότι τίποτε από τα δύο δεν επρόκειτο να συμβεί στο άμεσο μέλλον. Στις αρχές του φετινού Ιουλίου, με μια επιστολή του στο Διοικητικό Συμβούλιο της Playboy Enterprises (του οποίου δεν είναι μέλος παρ’ ότι του ανήκει το 69,5% των μετοχών της εταιρείας), πρότεινε την εξαγορά του συνόλου των υπολοίπων μεριδίων, έναντι 185 εκατομμυρίων δολαρίων. Σε μια εποχή που τα περιοδικά χάνουν την αξία τους με ρυθμούς κατάβασης ποδηλάτη από την πιο ψηλή κορυφή του Γύρου της Γαλλίας, ένας 84χρονος μπον βιβάν κάθισε με τις κόκκινες μεταξωτές πιτζάμες στο γραφείο του, σε μια έπαυλη κάπου στο Δυτικό Λος Άντζελες, παραμέρισε τα γαλάζια χάπια σε σχήμα ρόμβου που χρησιμοποιεί δύο φορές την εβδομάδα για να θυμηθεί το ένδοξο, πολυγαμικό του παρελθόν, έπιασε μια πένα με σκαλισμένο επάνω ένα κουνελάκι με παπιγιόν και υπέγραψε μια υψηλότατη επένδυση που μοιάζει, αν μη τι άλλο, ριψοκίνδυνη. Πρόκειται για κάποια ένδειξη γαϊδουροκεφαλιάς; Ατόφιου γεροντικού πείσματος, αναμεμειγμένου με πρέζες ραμολιμέντου; Ή ο «Χεφ» γνωρίζει κάτι που οι υπόλοιποι αγνοούμε;

Μάταια η ερώτηση... Ο ίδιος ο Χιού Χέφνερ αρνείται να μιλήσει για τους λόγους που τον οδήγησαν σ’ αυτήν την απόφαση. Έπρεπε να περάσουν 57 χρόνια –το υπ’ αριθμόν 1 τεύχος του Playboy κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του ’53- για να του καταλογίσουν το αντίθετο ακριβώς από αυτό για το οποίο τον κατηγορούσαν ανέκαθεν, δηλαδή τη μανία του να αποκαλύπτει τα πάντα... Όσο, πάντως, ο ιδρυτής του Playboy σωπαίνει, τόσο οι αναλυτές της αγοράς θα κάνουν εικασίες –τουλάχιστον μέχρι να απαντήσει θετικά ή αρνητικά στην πρότασή του το Δ.Σ. της εταιρείας: Πιστεύει όντως ότι η αξία της εταιρείας είναι υψηλότερη από αυτό που δείχνει η συνεχής μείωση των κερδών της; Θεωρεί πως με μια τέτοια κίνηση θα ξαναστρέψει τα φώτα της δημοσιότητας σε ένα προϊόν που δεν πουλάει πια και θα επαναφέρει την εμπορική δυναμική του; Θεωρεί ότι η διοίκηση της Playboy Enterprises παίρνει αποφάσεις που απέχουν από την δική του φιλοσοφία και δεν αντέχει να βλέπει το έντυπο που δημιούργησε να αλλάζει χαρακτήρα; Μήπως απλά θέλει να πάρει μαζί του το Playboy στο νεκροταφείο του Λος Άντζελες όπου θα τον θάψουν; Στην κρύπτη που έχει αγοράσει ακριβώς στα αριστερά από εκείνην όπου βρίσκονται τα οστά της Μέριλιν Μονρόε, του πρώτου του εξώφυλλου, της καλλονής στην οποία στήριξε ένα ρηξικέλευθο για τα media πείραμα και την οποίαν παραδόξως δεν γνώρισε ποτέ;


Τότε και τώρα
Κάθε μία από τις παραπάνω θεωρίες έχει ικανούς λόγους για να στέκει. Κι όλες έχουν από μία αναφορά –γιατί, ως γνωστόν, η ιστορία θέλει να επαναλαμβάνεται- στο παρελθόν του θρυλικού εντύπου, που ακόμη και σήμερα είναι το πρώτο σε πωλήσεις ανδρικό περιοδικό στις Η.Π.Α (με μια κυκλοφορία που κυμαίνεται γύρω στα ενάμισι εκατομμύριο τεύχη κάθε μήνα). Ο Χέφνερ, για παράδειγμα, εθεωρείτο και το 1953 ο «τρελλός του χωριού», όταν εγκατέλειπε, σε ηλικία 26 ετών τη θέση του στο Esquire, στου οποίου το διαφημιστικό τμήμα εργαζόταν εκείνη την περίοδο, για να βγάλει δικό του περιοδικό. Η αφορμή ήταν ότι του αρνήθηκαν μια πενιχρή αύξηση, αλλά η αιτία ήταν ότι ο «Χεφ» είχε μυριστεί την αλλαγή στα ήθη των Αμερικανών μετά την περιπέτεια του πολέμου και την αγχόνη του μακαρθισμού και πίστευε ότι οι συμπατριώτες του ήταν έτοιμοι πια για κάτι ακόμη πιο παιχνιδιάρικο από το έξυπνο, αλλά ποτέ προκλητικό, Esquire. Κατάφερε να πείσει μια πενηνταριά επενδυτές (ανάμεσά τους και την δασκάλα μητέρα του) να ποντάρουν τα χρήματά τους σ’ ένα περιοδικό «τέρψης των ανδρών», όπως ήταν το μότο του, κι αγόρασε τη γυμνή φωτογράφιση που είχε κάνει η Μέριλιν το 1949 (επειδή δεν είχε ούτε το νοίκι της να πληρώσει) για ένα ημερολόγιο από εκείνα που κάρφωναν οι φορτηγατζήδες στο πίσω μέρος της καμπίνας τους, να τους συντροφεύει στα ατέλειωτα ταξίδια τους στην Route 66 και τους άλλους εμβληματικούς αυτοκινητόδρομους που όριζαν την ραχοκοκαλιά των ΗΠΑ.

Ούτε κι ο Χέφνερ δεν ήταν τόσο σίγουρος για την κίνησή του. Το εξώφυλλο του πρώτου Playboy δεν γράφει πουθενά «τεύχος 1» ή «Δεκέμβριος 1953», γιατί ο ιδρυτής του δεν πίστευε ότι θα κατάφερνε να βγάλει και δεύτερο. Και βέβαια, οι γυμνές εικόνες της Μέριλιν περιορίστηκαν στις μέσα σελίδες... Σε δύο εβδομάδες το περιοδικό ξεπούλησε και τα 55.000 περίπου αντίτυπα που τυπώθηκαν. Ίσως, λοιπόν, ενθυμούμενος το ρίσκο που τού βγήκε τότε, ο Χέφνερ να πιστεύει ότι μια επένδυση στα media τώρα που η τιμή τους είναι χαμηλή, κόντρα στο ρεύμα, ίσως σε λίγο καιρό να αποδειχθεί προσοδοφόρα.

Ίσως, πάλι, να έχει στο νου του μια περαιτέρω ανάπτυξη του Playboy σε τομείς που το Δ.Σ. της εταιρείας φοβάται να προσεγγίσει. «Όταν ξεκινήσαμε, ήταν το περιοδικό που έσερνε πίσω του τη φίρμα. Πλέον είναι η φίρμα που σηκώνει στους ώμους της το περιοδικό» δήλωσε σε μια συνέντευξή του λίγες ημέρες πριν κάνει την επενδυτική του πρόταση. «Πουλάμε τόσα εμπορεύματα σε όλον τον κόσμο. Στην Κίνα, όπου η κυκλοφορία του ίδιου του περιοδικού απαγορεύεται, η εταιρεία ανδρικών ρούχων που έχουμε είναι από τις πιο δημοφιλείς». Δεν έχει άδικο. Το πονηρό κουνελάκι με το παπιγιόν έχει πάψει προ καιρού να είναι απλώς το λογότυπο ενός περιοδικού. Το πέρασμα στο Internet, η εξαγορά δύο πορνογραφικών εταιρειών (το ίδιο το Playboy κατάφερε να αντισταθεί στις σειρήνες που το ήθελαν να τολμήσει να δείξει περισσότερα από τις ζουμερές γυμνές καλλονές του σε παραδοσιακές πόζες ανάδειξης των προσόντων τους), μέχρι και το καζίνο στο Ατλάντικ Σίτι, ήταν ανοίγματα επιτυχημένα, κινήσεις που διεύρυναν την έννοια “Playboy” και το τι συμβολίζει σχεδόν έξι δεκαετίες από την εποχή που έκανε άνω κάτω τα χρηστά ήθη στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.

Οικογενειακή υπόθεση
Η ιστορία, βέβαια, με το καζίνο δεν εξελίχθηκε τόσο συναρπαστική όσο φάνηκε στην αρχή. Το 1982, τρία χρόνια πριν υποστεί το εγκεφαλικό που τον έπεισε να αλλάξει δραστικά τον τρόπο ζωής του, ο Χιού Χέφνερ απολάμβανε χωρίς μέτρο την επιτυχία του περιοδικού του, που είχε φτάσει στα μέσα των ‘70s να πουλάει 7,5 εκατομμύρια τεύχη το μήνα. Κοιμόταν με σχεδόν όλες τις playmates («11 μήνες στους 12», όπως έχει χαρακτηριστικά δηλώσει ο ίδιος, εννοώντας τα κορίτσια που πόζαραν γυμνά στο κεντρικό, αναδιπλούμενο σαλόνι του περιοδικού κάθε μήνα), οργάνωνε σχεδόν κάθε μέρα ολονύκτια πάρτυ στο περιβόητο Playboy Mansion του Λος Άντζελες, όπου μετακόμισε από το Σικάγο το 1974, ή ταξίδευε σε κάθε άκρη της Αμερικής για να συμμετάσχει σε πάρτυ άλλων, ήταν σχεδόν πάντα πιωμένος, είχε αρχίσει να χάνει τον έλεγχο. Τότε ήταν που εμφανίστηκε σε μια επιτροπή, παρέα με μια playmate, για να ανανεώσει την άδεια του καζίνο και δεν κατάφερε να απαντήσει πειστικά σε καμμία ερώτηση. Οι συνέπειες δεν ήταν και τόσο τραγικές: Έχασε μεν το καζίνο, αλλά κέρδισε την κόρη του, με την οποία είχε ελάχιστη επαφή, μετά το διαζύγιο που πήρε από τη μητέρα της το 1959. Η Κρίστι, 29 ετών το 1982, η πρωτότοκη κόρη του (έχει επίσης έναν γιό από τον πρώτο του γάμο κι άλλους δύο, που πρόσφατα ενηλικιώθηκαν, από τον δεύτερο) τού πρότεινε να της δώσει τον έλεγχο της εταιρείας, προκειμένου να την σώσει από την καταστροφή στην οποία την οδηγούσε η παραζάλη του Χιού. O Χέφνερ δήλωνε κάποια χρόνια αργότερα: «Όταν η Κρίστι ζήτησε να την κάνω Πρόεδρο του Playboy, ένιωσα σαν να είχα μόλις δώσει ένα απίστευτο πάρτυ και κάποιος να εμφανιζόταν αυτόβουλα να καθαρίσει το σπίτι την επόμενη ημέρα».

Η κόρη του Χέφνερ, με σπουδές στην Αγγλική και Αμερικανική φιλολογία, έκανε θαύματα στην Playboy Enterprises. Ήταν εκείνη που αποφάσισε την επένδυση στην πορνοβιομηχανία, ήταν εκείνη που χειρίσθηκε άψογα το πέρασμα στο Internet, ήταν εκείνη που εκτόξευσε την εταιρεία στις καλές εποχές (η Playboy Enterprises έφτασε να αξίζει μέχρι και 1 δις. δολάρια στην καλύτερη περίοδό της), ήταν εκείνη που την κράτησε στη ζωή στα δύσκολα (με αρκετές περικοπές εξόδων, είναι η αλήθεια, σε βαθμό που πλέον το περιοδικό κυκλοφορεί 11 και όχι 12 τεύχη το χρόνο, αφού βγάζει ένα «διπλό» καλοκαιρινό), ήταν εκείνη που δούλεψε πάνω στην φιλανθρωπική και ακτιβιστική εικόνα του Playboy, μακριά από τα ξέφρενα πάρτυ του Χιού, στηρίζοντας ιδρύματα κατά του AIDS, αλλά και οργανισμούς που μάχονται για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων. Τον Δεκέμβριο του 2008 όμως, ανακοίνωσε στον πατέρα της ότι παραιτείται. Φανατική δημοκρατική και ενεργή υποστηρήκτρια του Ομπάμα, αποφάσισε να αναμειχθεί πιο ενεργά στην πολιτική την εποχή που ο νέος Πρόεδρος των Η.Π.Α. αναλάμβανε τα καθήκοντά του. Ίσως, λοιπόν, η πρόταση του Χιού, να έχει να κάνει με το ότι πια, για πρώτη φορά στην ιστορία της, εδώ κι ενάμισι χρόνο η εταιρεία δεν διοικείται από κάποιον Χέφνερ. Το γεγονός ότι ο Χιού διαθέτει μεν αυτή την στιγμή σχεδόν το 70% των μετοχών της Playboy Enterprises, αλλά μόλις το 33% των προνομιούχων, δεν τού επιτρέπει να παίρνει μόνος του τις αποφάσεις...

Ριάλιτι σόου και μεταξωτές πιτζάμες
Υπάρχει, βέβαια, πάντα και η εκδοχή του ότι όλα αυτά είναι απλά χαβαλές για να καθόμαστε εμείς στα περιοδικά και να σκαρώνουμε εξασέλιδα άρθρα. Πώς η πρόταση του Χέφνερ δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα διαφημιστικό κόλπο. Εξ άλλου, αμέσως την ακολούθησε μια αντιπρόταση, και μάλιστα εντυπωσιακά μεγαλύτερη, για 210 εκατομμύρια δολάρια, από την FriendFinder Networks, ιδιοκτήτρια εταιρεία του Penthouse. «Το Penthouse απλώς ψάχνει για διασημότητα, δεν έχει καμμιά ελπίδα», έγραψε στο Twitter του ο Χιού Χέφνερ. Μήπως όμως ακριβώς για το ίδιο ψάχνει κι ο ίδιος; Το πιο πιθανό είναι ότι το Δ.Σ. της Playboy Enterprises δεν πρόκειται να πάρει καμμία απόφαση (όσο ψηλά κι αν φτάσει το Penthouse, ποτέ δεν πουλούσαν το 30% του Playboy στον μεγαλύτερό του αντίπαλο), αλλά ότι για έναν – δύο μήνες ακόμη θα παίζουμε το παιχνίδι της «ποθητής μετοχής», που μπορεί μεν να μην αυξήσει την αξία της, αλλά που ίσως ανεβάσει το ενδιαφέρον για τα προϊόντα της. Ο Χιού Χέφνερ είναι μαέστρος σε κάτι τέτοια. Υπήρξε ο οικοδεσπότης τηλεοπτικών σόου που προμόταραν το lifestyle του περιοδικού του ήδη απο τα τέλη της δεκαετίας του ’50 (“Playboy’s Penthouse” και “Playboy After Dark”), ενώ εδώ και πέντε χρόνια ανοίγει αυτάρεσκα τις πύλες του Playboy Mansion στο ριάλιτι «The Girls Next Door» που παρακολουθεί τις σαχλές αντιδράσεις των 23χρονων, κατά μέσο όρο, «δεσμών» του (3 ταυτόχρονα, κάθε φορά, -σε μια περίπτωση οι δύο ήταν δίδυμες) στις διάφορες εκπλήξεις που τούς επιφυλάσσει ο υπερήλικας ήρωας μιας ολόκληρης γενιάς, ο οποίος έχει την ευτυχία να αντιδρά θετικά στα κελεύσματα του Viagra. Επίσης, στα 84 του, ο Χιου αποδεικνύει με το ριάλιτι ότι κάθε άλλο παρά χαμένα τα έχει (αν και, είναι η αλήθεια, ότι το IQ των καλλίπυγων συντρόφων του, το οποίο είναι το πιο άμεσο μέτρο σύγκρισης, δεν κινείται σε πολύ ανταγωνιστικά επίπεδα).

Τα φώτα της δημοσιότητας, εξ άλλου, πέφτουν και για άλλους λόγους στον Χέφνερ αυτές τις ημέρες. Κατ’ αρχάς λόγω της νέας διαφήμισης της βότκας Stolichnaya, στην οποία πρωταγωνιστεί. Επίσης, στις 30 Ιουλίου βγήκες στις αμερικανικές αίθουσες το ντοκιμαντέρ της βραβευμένης με Όσκαρ (το 1987 για το “Artie Shaw: Time Is All You've Go’") Μπριγκίτε Μπέργκμαν με τίτλο «Χιού Χέφνερ: πλέιμπόι, ακτιβιστής και επαναστάτης». Οι πρώτες κριτικές είναι διθυραμβικές. Η Μπέργκμαν θυμίζει στον κόσμο τις μάχες που έδωσε ο «Χεφ» με την κυβέρνηση, την εκκλησία, τις φεμινιστικές και τόσες άλλες οργανώσεις, και το κάνει μέσα από αναμνήσεις εμβληματικών μορφών της αμερικανικής διανόησης και ποπ κουλτούρας. Γιατί είναι αλήθεια ότι ο Χιού Χέφνερ ανέκαθεν υπήρξε πολλά περισσότερα από την καρικατούρα με τις μεταξωτές πιτζάμες και την πίπα στο στόμα, που περιτριγυρίζεται από μια ομάδα καλλονών με μέγεθος σουτιέν μεγαλύτερο του D. Και, σύμφωνοι, όλα ξεκίνησαν επειδή το Esquire αρνήθηκε να του δίνει 5 δολάρια παραπάνω το μήνα, αλλά ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι χωρίς την συμβολή του «Χεφ», ούτε κι ο Άλφρεντ Κίνσεϊ (που την ίδια χρονιά με το πρώτο Playboy, το 1953, κυκλοφόρησε το περίφημο βιβλίο του «Σεξουαλική Συμπεριφορά των Γυναικών») δεν θα κατάφερνε να μάς εξηγήσει τόσα πολλά για την σεξουαλικότητά μας;

(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Κ" την Κυριακή, 1 Αυγούστου 2010)

8 Αυγ 2010

Καλοκαίρι με την Karen Philip

Προτού εξηγήσω οτιδήποτε, θα σε αφήσω να ρίξεις μια ματιά σ' αυτές τις φωτογραφίες.Να φανταστείς την αίσθηση του κρύου ποταμίσιου νερού που τρέχει από τους καταρράκτες...
Να θαυμάσεις αυτό το πανέμορφο, ανέμελο κορίτσι...
Να συμφωνήσεις μαζί μου πως δεν υπάρχει τίποτε πιο σέξυ από τα σημάδια που αφήνει το μαγιό στην επιδερμίδα... Και αφού σου δώσω αυτόν τον χρόνο, θα απαντήσω στο ερώτημα που φαντάζομαι πως έχει ήδη σχηματιστεί βασανιστικό στο μυαλό σου: "ποια στην ευχή είναι πάλι αυτή η Κάρεν Φίλιπ";
Δεν σε αδικώ. Είναι φυσιολογικό να μην την ξέρεις. Κι εγώ έμαθα εντελώς τυχαία την ύπαρξή της, όταν κόλλησα πέρσι το καλοκαίρι (όπως ασφαλώς θυμάται ο προσεκτικός επισκέπτης του ΠΠC) με την κλασική σειρά M.A.S.H. Στο πρώτο κιόλας επεισόδιο έπεσα πάνω σ' αυτήν την εικόνα. Η υπολοχαγός Ντις (στα αγγλικά είναι λίγο πιο αστείο - θα την μεταφράζαμε ως "υπολοχαγό Μεζεδάκη") είναι ένα από τα δεκάδες μέλη του χαρεμιού του Χόκαϊ Πιρς, η οποία όμως εμφανίζεται σε δύο μόλις επεισόδια του πρώτου κύκλου για να εξαφανιστεί από την σειρά (κι από το προσκήνιο γενικότερα). Αυτά τα δύο επεισόδια όμως ήταν αρκετα για το Playboy, που χτύπησε στο εξώφυλλο τον κράχτη "Η Υπολοχαγός Ντις του MASH γυμνή", διαφημίζοντας έτσι αυτές τις φωτογραφίες που αναδημοσιεύω σήμερα (έχω πει πόσο λατρεύω την αισθητική της πορνογραφίας των '70s;).
Η πλάκα είναι πως, αυτά τα δύο επεισόδια, θα αποτελούσαν το εφαλτήριο για την λαμπρή καριέρα της Κάρεν Φίλιπ στην τηλεόραση και το σινεμά, καριέρα για την οποία εγκατέλειψε την προηγούμενη δουλειά της: τα φωνητικά στους περίφημους "Brazil'66" του (μεγάλου) Σέρτζιο Μέντες, του ανθρώπου που έβαλε την μποσανόβα σε κάθε σπίτι "hip" μικροαστών στα τέλη των '60s και τις αρχές των '70s, αυτών δηλαδή που δεν τολμούσαν να γίνουν "παιδιά των λουλουδιών", αλλά που ευχαρίστως κάπνιζαν μαριχουάνα στα πάρτι και ονειρεύονταν μικρά όργια μεταξύ φίλων (αν έχεις δει την "Παγοθύελλα" του Ανγκ Λι, ξέρεις τι εννοώ). Αχ, η εποχή της αθωότητας...
Σοβαρά τώρα, πόσο πιο καλοκαίρι;