Αιώνιος σύντροφος του Υβ Σεν Λωράν, προσωπικός φίλος του Φρανσουά Μιτεράν και του Ζαν Κοκτό, χρηματοδότης της Σεγκολέν Ρουαγιάλ, μανιώδης συλλέκτης τέχνης, μαικήνας της διανόησης, πρέσβης καλής θέλησης της UNESCO, εκδότης πολιτικών αλλά και γκέι εντύπων, ο πολυσχιδής Πιερ Μπερζέ είναι πλέον και συνιδιοκτήτης της εφημερίδας “Le Monde”. Στα 80 του χρόνια, επιμένει να κάνει τους Γάλλους άνω κάτω.
Ένας τραπεζίτης, ένας πορνογράφος κι ένας γκέι, αποφάσισαν μια μέρα να εξαγοράσουν τη μεγαλύτερη εφημερίδα του τόπου τους: Θα μπορούσε να είναι η αρχή ενός σουρρεαλιστικού ανεκδότου. Είναι όμως η υπεραπλουστευτική περιγραφή της εξαγοράς του γαλλικού “Le Monde” από τους Ματιέ Πιγκάς, Ξαβιέ Νιέλ και Πιερ Μπερζέ. Τα 110 εκατομμύρια ευρώ των τριών συνεταίρων, όμως, και η επιτυχία τους να προσπεράσουν στο νήμα την (υποκινούμενη από τον Νικολά Σαρκοζί) πρόταση της France Telecom, ίσως για εμάς εδώ, που ελάχιστα παρακολουθούμε τα της γαλλικής δημοκρατίας, να έχουν μικρότερη σημασία από τους συμβολισμούς που περιείχε η πρόταση που ξεκίνησε ετούτο το κείμενο. Γιατί, αν αφήσουμε κατά μέρος τον τραπεζίτη, οι ιδιότητες των άλλων δύο, αν μη τι άλλο, θα μας σκανδάλιζαν. Πορνογράφος. Ομοφυλόφιλος. Ναι, ίσως στην Ελλάδα της υποκρισίας, η εξαγορά της δεύτερης μεγαλύτερης εφημερίδας από έναν αντίστοιχο Νιέλ και έναν αντίστοιχο Μπερζέ να συζητιόταν σκανδαλοθηρικά. Αλλά η γαλλική κοινωνία ήταν ανέκαθεν πιο ανοικτόμυαλη και -γι’ αυτό- πιο ευέλικτη. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για το τι κάνει ο άλλος στο κρεββάτι του. Ειδικά αν πρόκειται για μια προσωπικότητα σαν τον 80χρονο Πιερ Μπερζέ, ένα σύγχρονο Μαικήνα των τεχνών και της διανόησης. Το να ρίξουμε μια ματιά στον βίο και την πολιτεία του, είναι μια έξοχη αφορμή για να κατανοήσουμε τον τρόπο σκέψης των Γάλλων. (Για την ιστορία, ο Ξαβιέ Νιέλ μπορεί όντως να ξεκίνησε στήνοντας μια εταιρεία με online ροζ υπηρεσίες, αλλά απέχει πια πολύ από το να θεωρείται πορνογράφος. Η επόμενη εταιρεία που σύστησε, η Free, είναι μια από τις σημαντικότερες παρόχους Internet στην Γαλλία...)
Ενας ποιητής στο κεφάλι του
Για το δίπολο στον χαρακτήρα του Μπερζέ, τις διάφορες αντιθέσεις που εμφανίζονται στις αποφάσεις ή τις απόψεις του κάθε τόσο, ίσως να ευθύνονται τα γονίδια: Γιος ενός εφοριακού και μιας καθηγήτριας σε μοντεσοριανό σχολείο (αλλά και τραγουδίστριας της όπερας), υπήρξε σε όλη του τη ζωή επιχειρηματικό μυαλό, μεθοδικός και σκληρός στις συνεργασίες του, και την ίδια ώρα πρωτοποριακός, οραματιστής και λάτρης της μόδας, της τέχνης, της καλής ζωής και του κοσμοπολιτισμού. Το πού γεννήθηκε (κάπου στην γαλλική σημασία) δεν έχει και πολλή σημασία, αυτό που μετράει είναι ότι το Παρίσι τον καλοδέχτηκε στην αγκαλιά του. Την πρώτη κιόλας ημέρα του στην γαλλική πρωτεύουσα, εκεί που ο 18χρονος επαρχιώτης χάζευε εκστασιασμένος στα Ηλύσια Πεδία, ο Ζακ Πρεβέρ, ο αγαπημένος ποιητής και σεναριογράφος της μεταπολεμικής Γαλλίας, έκανε άλλη μια -από τις πολλές, και πάντα αποτυχημένες- προσπάθεια αυτοκτονίας. Βούτηξε από το μπαλκόνι του σπιτιού του και προσγειώθηκε επάνω στον αμέριμνο Μπερζέ, σε μια συναλλαγή της Ιστορίας που ευνόησε και τον δύτη και τον δέκτη της βουτιάς, αλλά κυρίως τον γαλλικό πολιτισμό: Ο Πρεβέρ θα ζούσε άλλα 30 χρόνια, γράφοντας μανιωδώς, ενώ ο Μπερζέ θα αποκτούσε ένα απ’ ευθείας εισιτήριο για τον κόσμο της διανόησης, τους φίλους του ανθρώπου, του οποίου τη ζωή είχε μόλις σώσει.
Στο ξέφρενα αναπτυσσόμενο μεταπολεμικό Παρίσι, ακόμη κι ένας αρτι αφιχθείς έφηβος θα είχε το μερίδιό του στην δόξα, αν ήταν ορεξάτος για δουλειά. Και φυσικά τυχερός, κάτι για το οποίο εγγυήθηκε αμέσως το συναπάντημα των Ηλυσίων Πεδίων... Δεν είχε, λοιπόν, καν κλείσει τα 20 του ο Μπερζέ, όταν εξέδωσε το “Patrie Mondiale”, ένα περιοδικό με συνεργάτες όπως ο Αλμπέρ Καμύ, o Αντρέ Μπρετόν, ο Ζαν Κοκτώ! Τα νέα φιλαράκια του, δηλαδή, που μαζί με τον Λουί Αραγκόν και τον Ζαν Πολ Σαρτρ έπαιρναν τον πιτσιρικά στα καφέ του Σεν Ζερμαίν όπου μεταξύ πωμάτων από Μποζολέ και άδειων πακέτων Gauloises γράφονταν οι πιο σημαντικές σελίδες στη σύγχρονη Ιστορία της διανόησης. Δίπλα στους φιλοσόφους, τους ποιητές και τους συγγραφείς, ευδοκιμούσαν βέβαια και οι ζωγράφοι, ένας εκ των οποίων, ο νεαρός εξπρεσιονιστής Μπερνάρ Μπυφέ έγινε ο πρώτος επώνυμός εραστής του Πιερ Μπερζέ. Θα ακολουθούσε μόνον ένας ακόμη...
Πριν ενάμισι χρόνο, ο κόσμος ασχολιόταν και πάλι με το Μπερζέ. Αν ακονίσετε ελάχιστα τη μνήμη σας, θα θυμηθείτε τη μεγάλη δημοπρασία έργων τέχνης από την συλλογή του Υβ Σεν Λωράν, μέσω του οίκου Christie’s. Ο σχεδιαστής είχε πεθάνει τον Ιούνιο του 2008 και ήδη τον Φεβρουάριο του 2009, ο σύντροφός του πουλούσε τα πάντα, εκτός από ένα πορτρέτο του Σεν Λωράν που είχε φιλοτεχνήσει ο Άντι Γουόρχολ. Όταν ρωτούσαν τον Μπερζέ γιατί έσβησε σε μια στιγμή μνήμες πέντε δεκαετιών (είχαν ξεκινήσει από κοινού τη συλλογή έργων τέχνης με τον σύντροφό του στις αρχές των ‘60s), εκείνος απαντούσε: «Μετά τον θάνατο το Υβ, όλα αυτά έπαψαν να έχουν σημασία». Διώχνοντας τους Πικάσο, τους Μπρακ, τους Ματίς από πάνω του, ήταν σαν ν’ απαλλάσσεται από το φάντασμα του Σεν Λωράν, του ανθρώπου με τον οποίον έμειναν μαζί για μια ολόκληρη ζωή. Στις ουκ ολίγες συνεντεύξεις που έδωσε εκείνη την περίοδο –που σχεδόν όλες μετέτρεπαν σε έναν περήφανο απολογισμό ζωής την αρχική πρόθεση των συνεντευξιαστών να τον ωθήσουν σε κάτι σαν δημόσια απολογία- πάντα αναφερόταν στον Υβ Σεν Λωράν ως «Υβ», όταν μιλούσε για την σχέση τους, και ως «Σεν Λωράν», όταν αναφερόταν στα επιτεύγματα και το δημιουργικό δαιμόνιο του συντρόφου του. Αυτές οι ευδιάκριτες διαχωριστικές γραμμές είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα γνωρίσματα του Μπερζέ. Και, βέβαια, τα δίπολα: Για τον Πιέρ υπήρχε ένας Υβ, αλλά για τον επιχειρηματία και Μαικήνα της τέχνης Μπερζέ, υπήρχε ένας Σεν Λωράν.
Με τον μόλις 22 ετών τότε Υβ Σεν Λωράν, ο Μπερζέ γνωρίστηκε το 1958. Ο νεαρός ήταν ήδη διάσημος στο Παρίσι, αφού ο Κριστιάν Ντιόρ (σχεδόν προφητικά, μόλις λίγους μήνες πριν τον θάνατό του από καρδιακή προσβολή) τον είχε επιλέξει τον προηγούμενο χρόνο ως διάδοχό του στον οίκο του. Ο συνεσταλμένος και καταθλιπτικός χαρακτήρας του σχεδιαστή βρήκε την ενέργεια και διάθεση στον δυναμισμό που το έλειπε (αλλά και το savoir faire) στον Μπερζέ. Τρία χρόνια μετά, ήταν ο δεύτερος που στην ουσία έπαιρνε την απόφαση της δημιουργίας του οίκου Yves Saint Laurent, εξασφαλίζοντας κεφάλαια από έναν Αμερικανό επιχειρηματία και φιλάνθρωπο, τον Μακ Ρόμπινσον. Από το 1961 ως το 2002 όταν έκλεισαν πια τον οίκο (η φίρμα υπάρχει ακόμη, αφού ανήκει στο γκρουπ Gucci), τα πάντα λειτουργούσαν με τον τρόπο του Μπερζέ. Εκείνος ήταν το αφανές μυαλό, ο Σεν Λωράν το ταλέντο. O Τομ Φορντ, δημιουργικός διευθυντής της YSL από το 1999 ως το 2004 δεν θυμάται ούτε τα δεκάδες βραβεία, ούτε την διεθνή του καταξίωση από εκείνη την περίοδο. Θυμάται μόνο πόσο δύσκολος χαρακτήρας ήταν ο Μπερζέ και πόσο εφιαλτική του έκανε τη ζωή, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι το όραμα του Σεν Λωράν θα συνεχιζόταν χωρίς καμμία μεταβολή. Να εξασφαλίσει, επίσης, τα δικά του κέρδη. Είπαμε: πάνω απ’ όλα είναι ένας ιδιαίτερα επιτυχημένος επιχειρηματίας που γνωρίζει πολύ καλά την τέχνη του να κερδίζεις χρήματα. Ακόμη και με κινήσεις στο περιθώριο του νόμου. Το 1996, για παράδειγμα, τιμωρήθηκε με πρόστιμο ενός εκατομμυρίου φράγκων από τα γαλλικά δικαστήρια, γιατί η πώληση από μέρους ενός μεγάλου πακέτου μετοχών της YSL λίγες μόνον εβδομάδες πριν από μια θεαματική πτώση της μετοχής της, θεωρήθηκε αθέμιτη συναλλαγή.
Δημοκρατία, Studio 54 και η Βίβλος των γκέι
Ο Μπερζέ δεν ήταν μόνο ο επιχειρηματίας πίσω από την τεράστια επιτυχία της YSL, ή ο εραστής που απελευθέρωνε με το πάθος του το ταλέντο του Υβ Σεν Λωράν. Ήταν πάνω απ’ όλα φίλος του, ειδικά από το 1976 και μετά, όταν οι δύο αποφάσισαν να μην μένουν πια μαζί. Ήταν η περίοδος που ο Σεν Λωράν έβρισκε το αντίδοτο στην κατάθλιψή του στο διεθνές jet set, στα ξέφρενα πάρτυ στο θρυλικό Studio 54, στο στο αλκοόλ και την κοκαΐνη και στις συνεχείς αποδράσεις στο δεύτερό του σπίτι, στο Μαρακές. Ο μετρημένος χαρακτήρας του Μπερζέ αδυνατούσε να συμβιβαστεί με την άγρια διάσταση της ζωής του Σεν Λωράν, αλλά παρέμεινε στο πλευρό του ως συνεργάτης και σύντροφος – άγκυρα πίσω στο Παρίσι ή στο Μαρόκο. Μόνο που πια, δύο δεκαετίες μετά την γνωριμία τους, ο κόσμος του Μπερζέ δεν ήταν αποκλειστικά ο Υβ και η YSL. Έτσι κι αλλιώς, το ενδιαφέρον του στην τέχνη και την διανόηση δεν είχε χαθεί ποτέ, ενώ πια είχε αναπτύξει κι ένα έντονο πολιτικό ένστικτο. Ως συνήθως, προτίμησε να υποστηρίξει όλα αυτά που αγαπούσε όπως ήξερε καλύτερα: από το παρασκήνιο, ως Μαικήνας και μέντορας. Μπήκε στα media, αρχικά επενδύοντας στο περιοδικό “Globe”, κι έπειτα στο “Courier International”, ενώ αγόρασε και μετοχές της Liberation. Η πιο εντυπωσιακή, όμως, κίνηση της επιχειρηματικής του καριέρας, δεν είχε να κάνει ούτε με την αγάπη του για την τέχνη, ούτε με το πάθος του για την πολιτική. Το “Têtu” είναι το σοβαρότερο γκέι περιοδικό της Ευρώπης. Ο Μπερζέ το ξεκίνησε το 1995 και αμέσως ενέπλεξε όλους τους διάσημους φίλους του, πολιτικούς, μουσικούς, συγγραφείς, χορευτές, σχεδιαστές μόδας σε ένα project για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων και του αγώνα του κατά του AIDS…
Από το “Têtu” ως τον “Le Monde”, ο δρόμος δεν είναι τόσο μακρύς όσο ίσως φαίνεται με την πρώτη ματιά. Σίγουρα όχι για μια προσωπικότητα σαν τον Μπερζέ. Ποιος δεν ζηλεύει αυτόν τον 80χρονο στριμμένο σοφό, που όταν θέλει να πει κάτι, θα το πει ακόμη κι αν προκαλέσει έναν ολόκληρο λαό («ας απελευθερώσουν πρώτα το Θιβέτ, και μετά θα τους επιστρέψω τα αγάλματα», είχε δηλώσει για τους Κινέζους και κάποιες αρχαίες μπρούτζινες κεφαλές που του ζητούσαν πίσω, όταν αποφάσισε να πουλήσει τη συλλογή του) και που όταν δει τα πιστεύω του να διακυβεύονται, θα κουνήσει γη και θάλασσα για να τα διαφυλάξει; Στην περίπτωση του “Le Monde”, της ιστορικής εφημερίδας που από το 1944 ανήκει στους συντάκτες της, η απειλή ήταν ο Νικολά Σαρκοζί. Η οικονομική κατάσταση του “Le Monde” οδηγούσε αναπόφευκτα στην ανάγκη εξαγοράς της από κάποιον επιχειρηματία και ο Γάλλος Πρόεδρος, φοβούμενος την υποστήριξη που λογικά η εφημερίδα θα δείξει προς τον Ντομινίκ Στρος Καν στις επόμενες εκλογές, έκανε το παν ώστε ο έλεγχός της να περάσει στην ημικρατική France Telecom. Αυτό ήταν το κόκκινο πανί για τον Μπερζέ, παλιό κολλητό του Φρανσουά Μιτεράν και μεγάλο υποστηρικτή της Σεγκολέν Ρουαγιάλ, της οποίας πληρώνει το ενοίκιο για το πολιτικό της γραφείο μέχρι και σήμερα. Ήθελε η εφημερίδα να παραμείνει κεντροαριστερή, να υποστηρίζει τους Σοσιαλιστές και να κάνει δύσκολη τη ζωή του Σαρκοζί. Όπως και η μητέρα του, άλλωστε, 103 ετών σήμερα, αριστερή και με έντονη άποψη για τα πολιτικά δρώμενα. Αν η εξαγορά του “Le Monde” ήταν δώρο στη μαμά του, είναι μόνο μια εικασία. Αλλά θα έκανε ένα υπέροχο άρθρο στο “Têtu”. Είτε με τίτλο «Ολα για τη μητέρα μου», είτε με το «Ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα», οι συμβολισμοί για την εξαγορά της ιστορικότερης γαλλικής εφημερίδας από τον Μπερζέ θα ήταν σαφείς.
(Κείμενο του Πέτρου Συκουτρή για το περιοδικό Big Fish της 01.08.2010)
2 σχόλια:
Ωραίο κείμενο
Πολύ ωραίο κείμενο!!
Δημοσίευση σχολίου