Είδα ωραία πράγματα φέτος στο θέατρο. Είδα και άθλια. Αλλά δεν είμαι κριτικός θεάτρου, ούτε ζηλεύω τη δόξα τους (αλήθεια, έχουν πια κάποια δόξα ή είναι οι πιο απαξιωμένοι των γραφιάδων;). Τις «Αλεπούδες» της Dawn King, όπως ανέβηκαν από την Ομάδα Νάμα στο Επί Κολωνώ, συνεπώς, δεν θα τις περιγράψω με τη ματιά του κριτικού, που στην περίπτωσή μου θα κουβαλούσε μπόλικο αστιγματισμό. Θα τις περιγράψω όπως τις σχολίασα στους φίλους μου. Σαν τη λογική κατάληξη μιας κουβεντούλας για τη θεατρική σεζόν που τελειώνει, όπως κάθε χρόνο, με την έλευση της Μεγάλης Εβδομάδας. Πλάκα-πλάκα, αν δεν έχεις ακόμη πάει στις «Αλεπούδες», προλαβαίνεις. Η τελευταία παράσταση είναι την Κυριακή, στις 13 του μηνός.
Προσπερνώ, λοιπόν, συνοπτικά τα περί σκηνοθεσίας (της Ελένης Σκότη: σφικτή, ατμοσφαιρική και δυναμική), μετάφρασης (του Γιώργου Χατζηνικολάου: έγκυρη και εύληπτη –για την ιστορία ο πρωτότυπος τίτλος του έργου είναι “Foxfinder”) και ερμηνειών (Δημήτρης Λάλος και Χάρης Χιώτης είναι άψογοι, αλλά είναι οι δύο γυναικείοι ρόλοι που εκτοξεύονται χάρη στην Ιωάννα Παππά και την Ιωάννα Κολλιοπούλου) και πάω στο ίδιο το έργο. Στο πόσο παραπέμπει στην Ελλάδα το σήμερα, στη χώρα της παράνοιας που έχει αναδυθεί από το ξαφνικό ξεβόλεμα που προκάλεσε η κρίση την τελευταία πενταετία. Δεν μπορώ να φανταστώ πιο ταιριαστή αλληγορία για την τρέλα της ασάφειας και την παραποίηση της πραγματικότητας που βιώνουμε 5 χρόνια τώρα. Την τρέλα και την παραποίηση που δεν φαίνεται να μας αποχαιρετούν σύντομα –ίσως μόνο να γίνουν πιο απαλές κι εύκολα διαχειρίσιμες, αφού πια δεν θα υπάρχει η τρόικα - επιθεωρητής, σαν τον Ουίλιαμ Μπλορ του έργου, και θα έχουμε μόνοι μας να συνδιαλλαγούμε με τα φαντάσματα που μας κυνηγούν.
Η King είναι ένα κορίτσι σύγχρονο, στην ηλικία μας, κι αυτά που λέει είναι περασμένα από το δικό μας φίλτρο, τις δικές μας παραστάσεις, τα δικά μας βιώματα. Και η παραβολή της μοιάζει να σε στέλνει σε μια κοινωνία παλιά, σαν την Ρωσία πριν την επανάσταση, και την ίδια ώρα να περιγράφει ένα σκηνικό από το μέλλον, έναν αλλιώτικο «Γενναίο, νέο κόσμο» από του Χάξλεϊ, λιγότερο προχωρημένο τεχνολογικά, αλλά παρόμοια θανάσιμο. Το «κακό» στο σύμπαν των «Αλεπούδων» είναι τα κοκκινότριχα τετράποδα ή μάλλον η εικόνα που έχουμε σχηματίσει γι’ αυτά. Κι όπως σε κάθε ιδεοληπτική κοινωνία, έτσι κι εδώ το «κακό» είναι το πιο πολύτιμο εργαλείο στα χέρια όσων θέλουν να εξουσιάσουν.
Το Μνημόνιο, οι νεοναζί, οι λαθρομετανάστες, οι βελανιδοφάγοι, οι κομμουνιστές που θα μας πάρουν τα σπίτια, οι πουτάνες με το AIDS, οι τράπεζες, οι αντίχριστοι, οι άθεοι και οι Εβραίοι, όλα αυτά που έχουμε μάθει να λιβανίζουμε όλη μέρα, ο καθένας αναλόγως του ποιον προτιμά να ακούει σαν σωτήρα, είναι οι αλεπούδες μας. Απειλητικές, πανταχού παρούσες. Αλλά κανείς μας δεν τις έχει δει ποτέ. Τουλάχιστον έτσι όπως είναι. Όλοι μας έχουμε μια εικόνα γι’ αυτές, αλλά είναι η πραγματική; Εκκλησία, κυβερνήσεις, φωνακλάδες πολιτικάντηδες, φαρμακοβιομήχανοι που ελέγχουν media, παράγοντες σε ομάδες που στήνουν ποδοσφαιρικά ματς, στελέχη σε επιχειρήσεις που έχουν βρει τον τρόπο να περνάνε καλά απομυζώντας τους από κάτω, αυτοί είναι το σύστημα που στέλνει τον Ουίλιαμ Μπλορ για να μας γεμίσει με φόβο και απελπισία ή απλά για να μας υπενθυμίσει την εξουσία τους. Αυτή είναι η Ελλάδα του σήμερα και κάθε σκηνή από το έργο της Dawn King μου τη θύμιζε και με έκανε να τη μισώ όλο και περισσότερο.
Αλλά όχι ασφυκτικά. Δεν με έπιασε ποτέ απ’ το λαιμό. Ίσα ίσα που με έκανε, μέσα από την κωμικοτραγική της αφήγηση, να νιώσω πως έχω λύσεις, πως μπροστά μου υπάρχουν μπόλικα φώτα σε άκρες τούνελ, πως στην ουσία δεν βρίσκομαι κάτω από τη γη, αλλά ότι απλά γύρω μου στήσανε μεγάλους σωλήνες και μια σκεπή από πάνω μου που κρύβει το φως, σαν ένα παιχνίδι, σαν μια πρόκληση να βρω τον πιο σωστό δρόμο για να ξαναπερπατήσω ελεύθερος. Μέσα από ποιο σωλήνα να περάσω; Δεν έχει σημασία. Γιατί όλες οι διαδρομές οδηγούν στο ίδιο σημείο: Έξω από εδώ. Πρέπει απλά να αποφασίσω ότι δεν υπάρχουν αλεπούδες σε κανένα πέρασμα και να κάνω το πρώτο βήμα.
Δεν λέει καινούργια πράγματα το έργο της King. Ούτε η Ομάδα Νάμα στα παρουσιάζει με κάποιο ιδιαίτερο τρόπο. Είναι όμως το timing απίθανο. Είναι ό,τι χρειάζεται για να καθαρίσει λίγο το μυαλό σου από την περιττή, λιγδιασμένη πληροφορία. Ή, αν έχεις καταφέρει και το έχεις κρατήσει πεντακάθαρο, είναι ό,τι πρέπει για να χαμογελάσεις που σκέφτονται κι άλλοι σαν κι εσένα, να πάρεις μια βαθιά ανάσα και να αρχίζεις να κάνεις όχι το πρώτο, αλλά πολλά βήματα, με ρυθμό ταχύ και να τελειώνεις με όλα αυτά που σ’ ενοχλούν. Υπό αυτή την έννοια, οι «Αλεπούδες» στο θέατρο Επί Κολωνώ ήταν η κορυφαία θεατρική παράσταση της χρονιάς που κλείνει. Τελεία και παύλα.
(Γράφτηκε για το Jumping Fish)