Το 1986 πήγαινα στην Ε’ Δημοτικού. Το σχολείο μου είχε κλείσει την θρυλική “Αυτοκίνηση” για το αποκριάτικο πάρτυ του (μην τρομάζετε, εκείνα τα χρόνια τέτοιοι χώροι παραχωρούνταν και για μεσημβρινά events) και ως εξέχον στέλεχος της “ψαγμένης” ελίτ του (ήμουν απ’ αυτούς που φιλιόμουν με κορίτσια στα σκοτεινά των πάρτυ και που ήξερα να -κάνω ότι- χορεύω φιγούρες μπρέικ ντανς στα φωτεινά) σκέφτηκα ότι το πρέπον θα ήταν να ντυθώ “πανκ”. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήξερα τι ακριβώς σημαίνει πανκ και ότι με τον όρο εννοούσα το στυλ των Duran Duran (και των φαν τους) που ήταν και η αγαπημένη μου μπάντα εκείνα τα χρόνια. Βασικά, εννοούσα τα μαλλιά που τεντώνονταν με έπαρση προς τα πάνω. Και ο καλλίτερος τρόπος για να το πετύχω ήταν το Studio Line.
Άθελά μου, την ώρα που άπλωνα με τις άκρες των δακτύλων μου το τζελ της L’ Oreal στο πυκνό (τότε) μαλλί μου, βουτούσα και το μυαλό μου για πάντα στο σύμπαν του Πιτ Μοντριάν και του κινήματος DeStijl. Ένα τέταρτο του αιώνα μετά, ένα βροχερό μεσημέρι στο Μόναχο, βρέθηκα να χαζεύω με ανοικτό το στόμα μερικούς από τους πιο εμβληματικούς πίνακες του καλλιτέχνη που είχε σημαδέψει όσο λίγοι την σχέση μου με τον πολιτισμό…
To ’86 είχα μείνει αποσβολωμένος από το design στις συσκευασίες του Studio Line. Το θεωρούσα πολύ μοντέρνο, πολύ πρωτοποριακό -ήταν και το υπόλοιπο “πακέτο” βέβαια, το στυλ ζωής που συνόδευε το προϊόν, η ποπ μουσική, οι βάτες, οι γκόμενες στα βίντεο κλιπ των Duran Duran, όλα αυτά… Δεν ήξερα ποιος ήταν ο Μοντριάν και τι καινά δαιμόνια είχε σπείρει κάποτε στο σύμπαν της τέχνης, αλλά ένιωθα ότι αυτές οι αδρές μαύρες γραμμές με το κίτρινο, το κόκκινο, το μπλε χρώμα ανάμεσά τους ήταν ένα αριστούργημα. Άρχισα να ζωγραφίζω παρόμοια σχήματα στα λευκώματα των συμμαθητριών μου (όπου υπέγραφα ως “Maverick” -είχαμε και το “Top Gun” τότε…).
Πέρασαν πολλά χρόνια για να συνειδητοποιήσω πόσο αλήθεια ήταν αυτό που μού έλεγε κάποτε ένα άγνωστό μου ένστικτο. Ο Πιτ Μοντριάν και τα υπόλοιπα στελέχη του εικαστικού περιοδικού DeStijl δεν ήταν τίποτε παράξενοι τύποι, που να μπορούσαν να δημιουργήσουν ντόρο γύρω από τ’ όνομά τους ασχέτως της καλλιτεχνικής τους αξίας, δεν ήταν Πικασό, Γκογκέν ή Νταλί. Έδρασαν για μιάμιση, δύο δεκαετίες όλες κι όλες, όμως -με την εξαίρεση του Bauhaus- έχουν επηρεάσει την καθημερινότητά μας όσο κανένα άλλο καλλιτεχνικό κίνημα του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα δεν το κατάφερε.
Ο Μοντριάν και πολλοί καλλιτέχνες εκείνης της εποχής, εμπνευσμένοι από την “θεοσοφία” (ένα έντονα πνευματικό φιλοσοφικό κίνημα των τελών του 19ου αιώνα), προσπάθησαν να χαράξουν με απλές έννοιες και απλοποιημένες εικόνες μια νέα προσέγγιση για το τι είναι ο άνθρωπος. Ο Μοντριάν απλοποιούσε την τέχνη του χρόνο με το χρόνο, ώσπου να φτάσει τελικά στο μανιφέστο του που μιλούσε για μαύρες, κάθετες και οριζόντιες γραμμές επάνω σε λευκό φόντο, και τα τρία βασικά χρώματα να γεμίζουν μερικές φορές τα ορθογώνια που δημιουργούνταν. Ήταν η δική του προσέγγιση στη φύση, έντονα συνδεδεμένη με τη επιστήμη: Καθημερινά μοτίβα, όσο πιο απλοποιημένα ή γενικευμένα γίνονταν, ιδωμένα από μια αποστασιοποιημένη οπτική. Το έργο του, μαζί μ’ εκείνο των υπολοίπων στελεχών του περιοδικού DeStijl στο οποίο κατέθεταν τους προβληματισμούς τους, άλλαξε συνθέμελα το πώς αντιμετωπιζόταν ως εκείνη τη στιγμή οι φόρμες, το χρώμα και γενικότερα η τέχνη. Και άνοιξε δρόμους σε καλλιτέχνες, ζωγράφους, σχεδιαστές, αρχιτέκτονες που ακολούθησαν να πειραματισθούν με νέα μοτίβα και να ανοίξουν νέους δρόμους στην τέχνη. Το κίνημά τους δεν ήταν ποπ, αλλά όταν η ποπ κατέκτησε τον κόσμο, βρήκε στο DeStijl δεκάδες στοιχεία που τη συγκινούσαν. Ένα παρακλάδι της ποπ ήταν και αυτό που λέγαμε “ποπ” στα ’80s, με τη μουσική, το ντύσιμο και τα προϊόντα για τα μαλλιά της. Και φυσικά και την “Αυτοκίνηση”…
(Η έκθεση “Mondrian & DeStijl” συνεχίζεται στην Kunstbau Lenbachaus του Μονάχου μέχρι τις 15 Αυγούστου.)
(Το κείμενο δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο Blog "Gentlemen's Guide", αλλά μετά κατάλαβα ότι πιο πολύ ταιριάζει σ' ετούτο εδώ.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου