Massive Attack - Paradise Circus
Massive Attack
Heligoland
(Φεβρουάριος 2010)
Με τον αντίκτυπο του "Third" των Portishead ακόμη νωπό στα χνουδωτά καλύμματα των ηχείων μας (για τον υπογράφοντα -και πολύ κόσμο ακόμη- ήταν το καλλίτερο άλμπουμ του 2008), το καινούργιο άλμπουμ των Massive Attack είναι προορισμένο να γίνει αντικείμενο σύγκρισης. Και θα βγει massively ηττημένο από την σύγκριση αυτή. Όχι γιατί είναι ένα κακό άλμπουμ. Δεν είναι. Αλλά γιατί δεν καταφέρνει με τίποτε να σταθεί στο ύψος της μεγαλειώδους επιστροφής των Portishead και, κυρίως, γιατί ακούγεται σαν κάτι παλιό. Σαν κάτι που θα έπρεπε να βγει το 2000. Όχι το 2010.
Στην ουσία, μοιάζει σαν μια λογική συνέχεια του "Mezzanine". Σαν ένα απόνερο, ή σαν ένα βιαστικό δισκάκι για να επωφεληθεί το γκρουπ (ντουέτο;) την επιρροή που είχε στα μουσικά πράγματα το "Mezzanine", το 1998, και να μικροδιορθώσει την πορεία του. Προσωπικά, θεωρώ το ερεβώδες σύμπαν εκείνου του άλμπουμ ως την κορυφαία στιγμή στην σπουδαία καριέρα μιας μπάντας επιδραστικής όσο λίγες. Τεχνικά και ατμοσφαιρικά ήταν καλλίτερο και από το "Blue Lines" του 1991 και από το "Protection" του 1994 (που ήταν, φυσικά, και τα δύο εξαιρετικά, φανταστικά κι ανεπανάληπτα άλμπουμ), απλά ήταν πιο "δύσκολο", υπό την έννοια ότι ήταν καταθλιπτικό και απόκοσμο. Στην διαχρονία όμως των Massive Attack έπαιζε το ρόλο του. Από την εισαγωγή στο νέο ήχο του trip-hop που μας έφεραν με το "Blue Lines", στην πιο εύπεπτη εκδοχή του νέου ιδιώματος όπως μας την έδωσαν με το "Protection", το επόμενο βήμα ήταν λογικά κάτι πιο σοφιστικέ και εσωστρεφές: Το "Mezzanine". Αν συνέχιζαν γραμμικά, θα έπρεπε μετά να προχωρήσουν σε μια διόρθωση. Σε ένα άλμπουμ ατμοσφαιρικό μεν σαν το "Mezzanine", αρκετά σκοτεινό, αλλά με ένα σαφές φως να ορίζει την άκρη του τούνελ. Ένα τέτοιο άλμπουμ είναι το "Heligoland". Μόνο που, ξαναλέω, δεν βγήκε το 2000, αλλά το 2010.
Στο μεταξύ, οι Massive Attack, το 2003, και χωρίς τον Daddy G, κυκλοφόρησαν το "100th Window". Το οποίο οι κριτικοί καθόλου δεν γούσταραν, αλλά που αντικειμενικά ήταν ένα τίμιο δισκάκι, χωρίς ιδιαίτερες φιλοδοξίες, με 4-5 πολύ καλές στιγμές μόνο. Αν είχαν τότε καταφέρει να γράψουν περισσότερα τραγούδια σαν το "What Your Soul Sings" ή σαν το "A Prayer For England", θα ήταν και το "100th Window" ένα άλμπουμ κλασικό και κανείς δεν θα το θεωρούσε παρένθεση. Από την άλλη, δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε, έτσι κι αλλιώς. Είναι η μοναδική δουλειά τους ως Massive Attack την περασμένη δεκαετία και, είτε το θέλουμε είτε όχι, το "Heligoland" έρχεται μετά το "100th Window" και άρα θα συγκριθεί και με αυτό. Όπως θα συγκριθεί και με την παράλληλη καριέρα του Del Naja και του Νιλ Ντέιβιτζ στην συγγραφή μουσικής για ταινίες -ένα σπορ στο οποίο επιδόθηκαν με επιτυχία από τα μέσα των '00s και μετά.
Πάμε λοιπόν: Μουσικά το "Heligoland" ξεφεύγει από το αυστηρό περιβάλλον του trip-hop και περιέχει πολλά στοιχεία world μουσικής αλλά και ευρύτερης electro. Είναι πιο κοντά σε soundtrack ταινίας παρά σε άλμπουμ με τραγούδια. Το καταλαβαίνεις εύκολα χαζεύοντας το videoclip του "Paradise Circus" με τις τέλειες εικόνες, που ανέβασα πιο πάνω. Αν ακούσεις το τραγούδι, χωρίς την εικόνα, δεν θα σου κάνει και μεγάλη εντύπωση. Ως άλμπουμ, στο σύνολό του, έχει πρόβλημα ειρμού. Το ένα κομμάτι δεν οδηγεί στο άλλο. Τουλάχιστον στο "100th Window" κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε. Και ναι μεν, μουσικά είναι ένα βήμα προς το καλλίτερο σε σχέση με το πολύ μέτριο ΕΡ "Splitting the Atom" που έβγαλαν πέρσι το Σεπτέμβριο (τα τρία χειρότερα κομμάτια του "Heligoland" είναι τα τρία που υπήρχαν και στο ΕΡ), αλλά ως σύνολο δεν ξεσηκώνει. Ούτε καν αν το βάλεις στο shuffle και κατά τύχη πετύχεις την τέλεια σειρά. Ίσως γιατί υπάρχουν τα τρία μέτρια αυτά κομμάτια, ίσως γιατί δεν έχει να μας πει κάτι καινούργιο εν έτει 2010, ίσως γιατί πια κι εμείς μεγαλώσαμε και βαρεθήκαμε τις παλιές εμμονές μας.
Υπό την έννοια αυτή, έχω ήδη ασχοληθεί παραπάνω απ' όσο χρειαζόταν. Θα μπορούσε να είναι όλο αυτό το post μια πρόταση μόνο: Το "Heligoland" είναι ένα αξιοπρεπές, ατμοσφαιρικό, αργόσυρτο ηλεκτρονικό άλμπουμ, αλλά δεν μπορεί με τίποτε να συγκριθεί με το αριστουργηματικό παρελθόν των δημιιουργών του.
Στην ουσία, μοιάζει σαν μια λογική συνέχεια του "Mezzanine". Σαν ένα απόνερο, ή σαν ένα βιαστικό δισκάκι για να επωφεληθεί το γκρουπ (ντουέτο;) την επιρροή που είχε στα μουσικά πράγματα το "Mezzanine", το 1998, και να μικροδιορθώσει την πορεία του. Προσωπικά, θεωρώ το ερεβώδες σύμπαν εκείνου του άλμπουμ ως την κορυφαία στιγμή στην σπουδαία καριέρα μιας μπάντας επιδραστικής όσο λίγες. Τεχνικά και ατμοσφαιρικά ήταν καλλίτερο και από το "Blue Lines" του 1991 και από το "Protection" του 1994 (που ήταν, φυσικά, και τα δύο εξαιρετικά, φανταστικά κι ανεπανάληπτα άλμπουμ), απλά ήταν πιο "δύσκολο", υπό την έννοια ότι ήταν καταθλιπτικό και απόκοσμο. Στην διαχρονία όμως των Massive Attack έπαιζε το ρόλο του. Από την εισαγωγή στο νέο ήχο του trip-hop που μας έφεραν με το "Blue Lines", στην πιο εύπεπτη εκδοχή του νέου ιδιώματος όπως μας την έδωσαν με το "Protection", το επόμενο βήμα ήταν λογικά κάτι πιο σοφιστικέ και εσωστρεφές: Το "Mezzanine". Αν συνέχιζαν γραμμικά, θα έπρεπε μετά να προχωρήσουν σε μια διόρθωση. Σε ένα άλμπουμ ατμοσφαιρικό μεν σαν το "Mezzanine", αρκετά σκοτεινό, αλλά με ένα σαφές φως να ορίζει την άκρη του τούνελ. Ένα τέτοιο άλμπουμ είναι το "Heligoland". Μόνο που, ξαναλέω, δεν βγήκε το 2000, αλλά το 2010.
Στο μεταξύ, οι Massive Attack, το 2003, και χωρίς τον Daddy G, κυκλοφόρησαν το "100th Window". Το οποίο οι κριτικοί καθόλου δεν γούσταραν, αλλά που αντικειμενικά ήταν ένα τίμιο δισκάκι, χωρίς ιδιαίτερες φιλοδοξίες, με 4-5 πολύ καλές στιγμές μόνο. Αν είχαν τότε καταφέρει να γράψουν περισσότερα τραγούδια σαν το "What Your Soul Sings" ή σαν το "A Prayer For England", θα ήταν και το "100th Window" ένα άλμπουμ κλασικό και κανείς δεν θα το θεωρούσε παρένθεση. Από την άλλη, δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε, έτσι κι αλλιώς. Είναι η μοναδική δουλειά τους ως Massive Attack την περασμένη δεκαετία και, είτε το θέλουμε είτε όχι, το "Heligoland" έρχεται μετά το "100th Window" και άρα θα συγκριθεί και με αυτό. Όπως θα συγκριθεί και με την παράλληλη καριέρα του Del Naja και του Νιλ Ντέιβιτζ στην συγγραφή μουσικής για ταινίες -ένα σπορ στο οποίο επιδόθηκαν με επιτυχία από τα μέσα των '00s και μετά.
Πάμε λοιπόν: Μουσικά το "Heligoland" ξεφεύγει από το αυστηρό περιβάλλον του trip-hop και περιέχει πολλά στοιχεία world μουσικής αλλά και ευρύτερης electro. Είναι πιο κοντά σε soundtrack ταινίας παρά σε άλμπουμ με τραγούδια. Το καταλαβαίνεις εύκολα χαζεύοντας το videoclip του "Paradise Circus" με τις τέλειες εικόνες, που ανέβασα πιο πάνω. Αν ακούσεις το τραγούδι, χωρίς την εικόνα, δεν θα σου κάνει και μεγάλη εντύπωση. Ως άλμπουμ, στο σύνολό του, έχει πρόβλημα ειρμού. Το ένα κομμάτι δεν οδηγεί στο άλλο. Τουλάχιστον στο "100th Window" κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε. Και ναι μεν, μουσικά είναι ένα βήμα προς το καλλίτερο σε σχέση με το πολύ μέτριο ΕΡ "Splitting the Atom" που έβγαλαν πέρσι το Σεπτέμβριο (τα τρία χειρότερα κομμάτια του "Heligoland" είναι τα τρία που υπήρχαν και στο ΕΡ), αλλά ως σύνολο δεν ξεσηκώνει. Ούτε καν αν το βάλεις στο shuffle και κατά τύχη πετύχεις την τέλεια σειρά. Ίσως γιατί υπάρχουν τα τρία μέτρια αυτά κομμάτια, ίσως γιατί δεν έχει να μας πει κάτι καινούργιο εν έτει 2010, ίσως γιατί πια κι εμείς μεγαλώσαμε και βαρεθήκαμε τις παλιές εμμονές μας.
Υπό την έννοια αυτή, έχω ήδη ασχοληθεί παραπάνω απ' όσο χρειαζόταν. Θα μπορούσε να είναι όλο αυτό το post μια πρόταση μόνο: Το "Heligoland" είναι ένα αξιοπρεπές, ατμοσφαιρικό, αργόσυρτο ηλεκτρονικό άλμπουμ, αλλά δεν μπορεί με τίποτε να συγκριθεί με το αριστουργηματικό παρελθόν των δημιιουργών του.
Τι άλλο άκουσα τον Ιανουάριο...
...και με ενθουσίασε:
Mumford & Sons
Sigh No More
(Οκτώβριος 2009)
Καλά, στην blogovision στο τέλος της χρονιάς έχω να κάνω τρελλό σαματά στην προσπάθειά μου να περάσω ως νόμιμη τη συμμετοχή αυτής της υπεραπίθανης μπάντας. Ναι, ο δίσκος κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο, αλλά περιορισμένα και μόνο στην Αγγλία. Κι αμέσως έγινε χαμός, οπότε η Island ετοιμάζει παγκόσμιο επαναλανσάριμα σε λίγο. Κάπου εκεί θα στηριχτώ για να το θεωρήσουμε 2010 και να το ψηφίσουμε μετά μανίας.
Γιατί τέτοιος ντόρος; Αν παρακολουθείς το "Πο Πο Culture!" θα έχεις ήδη δει αυτό και αυτό το post και θα έχεις ξετρελλαθεί με τα συγκλονιστικά τραγούδια που ανέβασα εκεί. Ο Μάρκους Μάμφορντ και οι "γιοί" του, τα άλλα τρία μέλη του γκρουπ, παίζουν ένα ξέφρενα μοντέρνο folk, είναι μια χαρούμενη εκδοχή των Fleet Foxes, πιο γυμνή και ανάλαφρη, μια speed εκδοχή του Ντέμιεν Ράις, μια ξέσαλλη εξέλιξη στην Βίβλο που μας άφησε ο Μπομπ Ντίλαν. Μιλάμε για έναν ήχο που, αν δεν έχω κάνει κάποιο απίστευτα τραγικό λάθος τώρα, θα είναι ό,τι πιο ξεσηκωτικό μπορεί να ακούσει κανείς σε συναυλία το έτος που διανύουμε -με την εξαίρεση ίσως των Slayer.
Γιατί τέτοιος ντόρος; Αν παρακολουθείς το "Πο Πο Culture!" θα έχεις ήδη δει αυτό και αυτό το post και θα έχεις ξετρελλαθεί με τα συγκλονιστικά τραγούδια που ανέβασα εκεί. Ο Μάρκους Μάμφορντ και οι "γιοί" του, τα άλλα τρία μέλη του γκρουπ, παίζουν ένα ξέφρενα μοντέρνο folk, είναι μια χαρούμενη εκδοχή των Fleet Foxes, πιο γυμνή και ανάλαφρη, μια speed εκδοχή του Ντέμιεν Ράις, μια ξέσαλλη εξέλιξη στην Βίβλο που μας άφησε ο Μπομπ Ντίλαν. Μιλάμε για έναν ήχο που, αν δεν έχω κάνει κάποιο απίστευτα τραγικό λάθος τώρα, θα είναι ό,τι πιο ξεσηκωτικό μπορεί να ακούσει κανείς σε συναυλία το έτος που διανύουμε -με την εξαίρεση ίσως των Slayer.
Mumford & Sons - The Cave
...και μου άρεσε:
Broken Bells
Broken Bells
(Μάρτιος 2010)
Ναι, βγαίνει το Μάρτιο, αλλά από τον Δεκέμβριο του '09 ήδη το έχει ακούσει (και τον παίζει) το μισό Internet. Τι είναι; Είναι το νέο project του μοναδικού, του ανεπανάληπτου, του δαιμόνιου, του παιδιού-θαύματος, του ανθρώπου με την επική αφάνα, του Danger Mouse, με τον Τζέιμς Μέρσερ των The Shins. Συνεχίζει την ιστορία από εκεί που την άφησε το περσινό του Danger Mouse με τον Sparklehorse και θυμίζει από Blur (αλήθεια, πότε θα συνεργαστεί ο Danger Mouse με τον Άλμπαρν, να γίνει εντελώς της πόρνης;), μέχρι New Order και Talking Heads! Ένα από τα άλμπουμ της χρονιάς έρχεται πολύ πολύ νωρίς και ίσως και να το αδικώ τώρα με τα τέσσερα αστεράκια που του βάζω - φταίει ότι δεν το έχω ακούσει πάνω από πέντε φορές. Έχω ξετρελλαθεί, βέβαια, και τις πέντε...
Fool's Gold
Fool's Gold
(Σεπτέμβριος 2009)
Αυτό θα είναι το soundtrack μου από τούδε και στο εξής, όταν παίζω Europa Universalis III και παίρνω καναν ειρηνικό λαό της Ανατολής, τίποτε Μαμελούκους, ή το Μάλι. Γιατί τώρα με τον Ταμερλάνο μόνο Βάγκνερ και Manowar επιτρέπεται να ακούσω. Τι να πει κανείς για τους Fool's Gold; Ό,τι πιο όμορφο έχει να δώσει η αφρικάνικη και η μεσανατολίτικη μουσική το παίρνουν και το κάνουν διαμαντάκι. Το "Fool's Gold" είναι το ηχητικό αντίστοιχο ενός National Geographic με best of φωτογραφιών από Αφρική και τις αραβικές χώρες. Και μόνο που τη μία τραγουδάνε στα αγγλικά και την άλλη στα εβραϊκά φτάνει. Άσε που το ακούω και θέλω να πλακωθώ στα φαλάφελ, τα χούμους και τα ταμπουλέ. Ακούγονται παρέα με Vampire Weekend (δες πιο κάτω).
Fool's Gold - Surprise Hotel
Memory Tapes
Seek Magic
(Νοέμβριος 2009)
Οι Memory Tapes είναι ο Ντέιβι Χωκ. Και χορεύονται. Αλλά όχι σε φάση ecstasy. Ούτε λιωμιδέ στα Κ44 ή γκομενοκαυλέ στα clubs της παραλιακής. Χορεύονται με νοσταλγικό -παύλα- μελαγχολικό τρόπο, σαν ανάμνηση όμορφου καλοκαιριού κάπου στα '80s στην Σαντορίνη. Το θεϊκό της υπόθεσης τώρα είναι ότι ο μέγιστος Ντέιβι Χωκ είχε κι άλλα ονόματα γκρουπ στον πληθυντικό, ενώ ήταν μόνος του. Το ένα το 'λέγαν Weird Tapes και το άλλο Memory Cassette. To ένα ήταν χορευτική electro. Το άλλο ατμοσφαιρικό και διαστημικό. Μάντεψε: Οι Memory Tapes είναι στη μέση. Αν το χορευτικό άλμπουμ που λιώσαμε το 2009 ήταν το εντελώς α' επιπέδου του Kleerup, με φοβερή χαρά θα καταβροχθίσουμε φέτος τούτο εδώ, που ξεκινάει από παιδικό παιχνιδάκι Chicco και φτάνει μέχρι Kraftwerk και New Order. Προσκυνώ.
Vampire Weekend
Contra
(Ιανουάριος 2010)
Εδώ τώρα ετοιμάσου για υποκλίσεις. Γιατί το "Cousins" που ανεβάζω αμέσως από κάτω θα είναι στο τέλος της χρονιάς ένα από τα top 5 κομμάτια της. Κι αυτό στο γράφει κάποιος που δεν είχε ξετρελλαθεί με το μουσικό ιδιώμα των Vampire Weekend, in the first place. Δηλαδή προ διετίας, όταν κυκλοφόρησαν το ομώνυμο ντεμπούτο τους. Το είχα εκτιμήσει, ωστόσο, και τώρα δηλώνω κατενθουσιασμένος που η έθνικ παιδεία τους έχει δέσει τόσο γερά με την σερφάδικη λολαμάρα τους. Το "Contra" είναι ένα σαφές σύνολο, κόντρα στον αχταρμά του "Vampire Weekend" και οι Vampire Weekend είναι το πιο χαρωπό indie group που υπάρχει αυτή τη στιγμή στον κόσμο.
Vampire Weekend - Cousins
...και δεν με χάλασε:
Wild Beasts
Two Dancers
(Σεπτέμβριος 2009)
Από αυτούς που έχασα τελείως μέσα στη χρονιά που έφυγε και τελικά τους ανακάλυψα από την blogovision στο τέλος (σκαρφάλωσαν μάλιστα ως το #14): Οι Talking Heads του μέλλοντός μας (στο ύφος έστω) παίζουν ενδιαφέρουσα μουσική, συνταιριάζουν χίλια δυο είδη, γράφουν ευχάριστα και κατανοητά κομματάκια, αλλά εμένα όλο αυτό που βγαίνει στο τέλος απλά δεν με συγκινεί -σίγουρα πολύ λιγότερο από ότι οι Antony & The Johnsons ή οι Suede που θεωρητικά τους επηρέασαν. Καθαρά θέμα γούστου.
Laura Veirs
July Flame
(Ιανουάριος 2010)
Αντιγράφω τον εαυτό μου και όσα έγραφα εδώ για το "Saltbreakers", το προηγούμενό της άλμπουμ. Τίποτε δεν έχει αλλάξει:
Βαριέμαι αφόρητα όσους -και κυρίως όσες- δεν έχουν προσπαθήσει ποτέ με τη μουσική τους να πάνε πιο πέρα από το μονότονο -καταγγελτικό- ακτιβιστικό τραγούδι που πάει πακέτο με τα τιραντέ λουλουδάτα φορεματάκια και την ιδρωτίλα στις συναυλίες. Η Veirs ξεγλιστρά απ’ τον αφορισμό χάρη στην κρυστάλλινη φωνή της. Και λόγω της αίσθησης που σου δίνει ότι το μυαλουδάκι της ταξιδεύει περισσότερο στα βαριά σύννεφα, στα πουλάκια που κελαηδάνε, στο νεράκι που κυματίζει, παρά στο πώς θα κατεβάσει τον Μπους από την εξουσία. Μια Σέριλ Κρόου με στιλάκι Τζόαν Μπαέζ και διάθεση πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη στο Sundance. Εκτο άλμπουμ, ίδιο με τα προηγούμενα, άρα υπέροχο. Η ανεξάρτητη ροκ σε όλο της το μεγαλείο.
Laura Veirs - July Flame
The Cave SingersΒαριέμαι αφόρητα όσους -και κυρίως όσες- δεν έχουν προσπαθήσει ποτέ με τη μουσική τους να πάνε πιο πέρα από το μονότονο -καταγγελτικό- ακτιβιστικό τραγούδι που πάει πακέτο με τα τιραντέ λουλουδάτα φορεματάκια και την ιδρωτίλα στις συναυλίες. Η Veirs ξεγλιστρά απ’ τον αφορισμό χάρη στην κρυστάλλινη φωνή της. Και λόγω της αίσθησης που σου δίνει ότι το μυαλουδάκι της ταξιδεύει περισσότερο στα βαριά σύννεφα, στα πουλάκια που κελαηδάνε, στο νεράκι που κυματίζει, παρά στο πώς θα κατεβάσει τον Μπους από την εξουσία. Μια Σέριλ Κρόου με στιλάκι Τζόαν Μπαέζ και διάθεση πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη στο Sundance. Εκτο άλμπουμ, ίδιο με τα προηγούμενα, άρα υπέροχο. Η ανεξάρτητη ροκ σε όλο της το μεγαλείο.
Laura Veirs - July Flame
Welcome Joy
(Αύγουστος 2009)
Ευχάριστο country-folk, το λέει και τ' όνομά του, με ένα-δύο κομματάρες μέσα, σαν το "Leap", που θες να το χορεύεις παίζοντας φυσαρμόνικα γύρω από μια φωτιά παρέα με τον Μπουτς Κασίντι και τον Σάντανς Κιντ. Αλλά Mumford & Sons δεν είναι...
The Drums
Summertime
(Αύγουστος 2009)
Κωλοπαιδισμός που θυμίζει εκείνους τους Γαλλάκους, τους Teenagers, σ' ένα ΕΡ που αφήνει υποσχέσεις για το αύριο, αν και αυτό που μας δίνει σήμερα είναι πολύ απλό και α' επιπέδου. Μοιάζουν πολύ με τους Surfer Blood (δες πιο κάτω), αλλά εμένα τούτοι εδώ μου αρέσουν πιο πολύ. Δηλαδή θα πήγαινα μαζί τους για σερφ, τους Surfer Blοοd θα τους σνόμπαρα.
The Drums - Let's Go Surfing
...και δεν μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση:
Spoon
Transference
(Ιανουάριος 2010)
Παλιακό indie rock από μια γερασμένη μπάντα που θέλει ακόμη να τη γουστάρουν τα κολλεγιόπαιδα και να μπορεί να γράφει κομμάτια που ταιριάζουν ως soundtrack στο "Gossip Girl". Επαναλαμβανόμενα ακόρντα, σταθερά τύμπανα, γιεγιέδικα φωνητικά: η συνταγή είναι γνωστή, ό,τι πρέπει για πάρτυ, αλλά δεν έχει και πολλά να σου πει αν ψάχνεις για λίγη μουσική ποιότητα.
Surfer Blood
Astro Coast
(Ιανουάριος 2010)
Αν οι Spoon παίζουν παλιακό indie rock, οι Surfer Blood παίζουν απολιθωμένο. Βέβαια, το κάνουν με άποψη, αναμειγνύοντας '90s rock με Beach Boys και σερφαδοροκενρολ από τις χρυσές εποχές των μεγάλων κυμάτων και της μαριχουάνας για πρωινό. Κάτι που, βέβαια, προκαλεί μεγάλο hype, αλλά όταν τελικά φτάνει στ' αυτιά σου, μάλλον αδιάφορο είναι.
Lostprophets
Betrayed
(Ιανουάριος 2010)
Οι Ουαλοί έφτασαν αισίως στον πέμπτο τους δίσκο κι ακόμη προσπαθούν να αναμείξουν την εφηβική τρέλλα των παλιών Green Day, με το πομπώδες των Soundgarden και την κιθαριστική τέχνη θρυλικών metal συγκροτημάτων σαν τους Megadeth ή τους Annihilator. Αλλά για να το κάνεις αυτό θέλει πολύ μεγάλο ταλέντο.
7 σχόλια:
under the vampires charm!!!
μου φαίνεται ότι είσαι λίγο κακός με τους massive attack...
βαλε και πεντε αστερακια πουθενα ωρε.
diafono katheta kai orizontia me osa grafeis gia to heligoland (tha einai o diskos tis xronias, perimene kai tha deis)
Titika
Tο βίντεο του Paradise Circus που ανέβασες αποκλείεται να είναι official. Είναι σκηνές από την ταινία "The Fall" (2006) του βιντεοκλιπά Tarsem Singh
mpika na grapso auto pou egrapse o kyriakos
@ Kyriakos & relative_stranger: Ναι, το έβαλα για να δείξω αυτό που έγραφα. Ότι χωρίς τις τέλειες εικόνες, η ίδια μουσική μοιάζει πολύ πιο αδύναμη. Το δίδυμο πια γράφει πιο πολύ μουσική - "χαλί", παρά ολοκληρωμένη σύνθεση - τραγούδια. Δυστυχώς δεν ήξερα από πού ήταν οι εικόνες αυτές. Το βρήκα έτσι, έτοιμο, στο YouTube. Πάω να το κατεβάσω αυτό το "The Fall" - φαίνεται εξαιρετικό. Thanx.
Καλά, και να μην το κατεβάσεις δεν χάνεις τίποτα. Είναι σα να βλέπεις ένα τεράστιο βιντεοκλιπ. Στα 15' βαριέσαι...
Δημοσίευση σχολίου