Η συναρπαστική ιστορία του εσώρουχου που απελευθέρωσε τη γυναικεία μόδα και την αντρική φαντασία
Ελευθερία και στήθος: δυο λέξεις που συνήθως κάνουν παρέα μόνο σε αντρικές φαντασιώσεις ή -ακόμη καλύτερα- αφηγήσεις. Επίσης σε φράσεις του τύπου: «ο Μπότσαρης προέταξε το στήθος του στα τουρκικά βόλια μαχόμενος για την ελευθερία», αλλά, όπως θα έχετε πια καταλάβει από τη μεγάλη φωτογραφία στα δεξιά, το αντικείμενό μας δεν είναι το δασύτριχο στέρνο ενός μουστακαλή ήρωα. Εντελώς ειρωνικά, αν ερευνήσει κανείς ενδελεχώς την κοινή ύπαρξη των δύο εννοιών, η μοναδική στιγμή όπου το «ελευθερία στο στήθος» αποκτά συμβολική σημασία είναι η εξής: το 1968 αποφασισμένες φεμινίστριες μαζεύονται στο Ατλάντικ Σίτι, έξω από τον χώρο όπου θα επιλεγεί η «Μις Αμερική», και ρίχνουν τα σουτιέν τους σε μεγάλους κάδους απορριμμάτων. Διαμαρτύρονται για τον θεσμό των καλλιστείων και καλούν όλες τις περαστικές να πετάξουν μακριά όλα τα σύμβολα της χαζομάρας των bimbo-girls (στηθόδεσμους και μπικουτί, βασικά). Ενας ρεπόρτερ μεταδίδει εσφαλμένα την είδηση ως «κάψιμο των σουτιέν» αλλά -ευτυχώς για τον αντρικό πληθυσμό- η τρομακτική αυτή συνήθεια εγκαταλείπεται πριν καν προλάβει να ψοφήσει το φεμινιστικό κίνημα…
Γιατί τρομακτική; Φαντάζεστε κάθε είδος γυναικείου στήθους να κυκλοφορεί ελεύθερο εκεί έξω, είτε επρόκειτο για της Μόνικα Μπελούτσι, είτε για της πεθεράς σας; Ευτυχώς, επτά χρόνια μετά το αποφασιστικό χτύπημα των φεμινιστριών, ο βυζολάτρης σκηνοθέτης Ρας Μέγιερ παίρνει το αίμα των ανδρών πίσω με την cult ταινία «Supervixens», τα κορίτσια ανακτούν την αυτοπεποίθησή τους χάρη και σε καινούριες τεχνολογίες ανόρθωσης του στήθους, και τα πάντα επιστρέφουν στη βάση τους: στην κοινή και για τα δύο φύλα πεποίθηση ότι το γυναικείο στήθος δεν αποτελεί μόνο μέσον τροφής για βρέφη αλλά και μέσον ερωτικής πρόκλησης, αρχικά, και ικανοποίησης, στη συνέχεια, για ενήλικες. Εξ ου και η σημασία του σουτιέν σε όλο αυτό το παιχνίδι, αφού το 1907 φρόντισε να απελευθερώσει -να ’τη πάλι η ελευθερία- τις γυναίκες από την ομηρία του κορσέ, τον οποίο ήταν υποχρεωμένες να χρησιμοποιούν κάθε φορά που ήθελαν να προκαλέσουν λίγο.
Εκτός από το «καλό» που έκανε στη γυναικεία υγεία (ο κορσές συμπίεζε ασφυκτικά βασικά όργανα, τσάκιζε τα παΐδια, δυσχέραινε την αναπνοή και περιόριζε τις κινήσεις), το σουτιέν έπαιξε καταλυτικό ρόλο και στη μόδα. Μάλιστα, η πρώτη πατέντα στηθόδεσμου που κατατέθηκε (το 1914 στις ΗΠΑ, αλλά, μην τσιμπάτε, η διαφήμιση του πρώτου «soutien-gorge» του 1907 αποδεικνύει πως οι Γάλλοι κερδίζουν τους Αμερικανούς και σε αυτόν τον τομέα) ήταν το αποτέλεσμα μιας έμπνευσης της στιγμής της κυρίας Μέρι Φελπς, η οποία έψαχνε έναν τρόπο να φορέσει το καινούριο της φόρεμα χωρίς να διαγράφονται τα κορδόνια του κορσέ κάτω από το ύφασμα.
Εννοείται πως το σουτιέν βοήθησε τη μόδα, ακόμη κι όταν δεν ήταν εκεί: η απελευθέρωση της γυναίκας από τους περιορισμούς που έθετε ο στηθόδεσμος τούς επέτρεψε να πειραματιστούν με διαφορετικά είδη ρούχων και υφασμάτων και σταδιακά οδήγησε τους σχεδιαστές στην αποθέωση της θηλυκότητας, ακριβώς μέσω του πιο ισχυρού συμβόλου της: του στήθους - και του τρόπου που το αναδείκνυαν στα φορέματά τους. Και φυσικά ήταν και το μπικίνι… Με πρωθιέρειά του την Ούρσουλα Άντρες και την ιστορική της εμφάνιση στο «Τζέιμς Μποντ εναντίον Δρος Νο» το 1962, το ντεπιές μαγιό έφερε το σουτιέν σε ακόμη πιο κοινή θέα -στις παραλίες όλου του κόσμου- και απελευθέρωσε σεξουαλικά για τα καλά τις μαμάδες μας, απαλείφοντας για πάντα από την ιστορία τραγικές στιγμές, όπως η μανία της δεκαετίας του ’20 για το ανδρόγυνο λουκ που ήθελε τα σουτιέν να συμπιέζουν -αντί να ανορθώνουν- το στήθος!
Μέχρι βέβαια τα Wonderbra των 90s, που με τόση επιτυχία διαφήμισαν τα «φιλαράκια» της Εβα Χερτζίγκοβα και της Αντριάνα Σκλεναρίκοβα, το σουτιέν έζησε διάφορες φάσεις, εμπνεύσεις και εκπλήξεις: το ’31 άρχισε να μετρά το μέγεθός του με βάση τις κούπες του καφέ (μπερδεύοντας τον αντρικό -αλλά ακόμη και τον γυναικείο πληθυσμό- για το τι είναι μεγαλύτερο: ένα 34AA ή ένα 32C;), το ’43 έκανε τον «Αviator» Χάουαρντ Χιουζ από αεροναυπηγό να γίνει και στηθοναυπηγός για λίγο, σχεδιάζοντας την ειδική «υποστήριξη» που πρωταγωνιστεί -μαζί με την Τζέιν Ράσελ- στον «Παράνομο» (ναι, όπως θυμάστε από την ταινία με τον Ντι Κάπριο, είχε γίνει και παραγωγός του Χόλιγουντ), από το ’62 έμαθε να συμπεριφέρεται με στοργή και στα «σιλικονούχα» στήθη, ενώ το ’83 σέρβιρε το πρώτο του γεύμα στα «Hooters». Και όλα αυτά τα χρόνια πόζαρε παρέα με τα υπέροχα στήθη κυριών όπως η Μέριλιν Μονρό, η Σοφία Λόρεν, η Σίντι Κρόφορντ, η Ζιζέλ, σε σελίδες περιοδικών, εγκαθιστώντας στο αντρικό υποσυνείδητο μια για πάντα την πεποίθηση ότι χωρίς αυτό ο κόσμος μας δεν θα ήταν το ίδιο όμορφος.
(Το κείμενο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 15/4 στο Big Fish)
Ελευθερία και στήθος: δυο λέξεις που συνήθως κάνουν παρέα μόνο σε αντρικές φαντασιώσεις ή -ακόμη καλύτερα- αφηγήσεις. Επίσης σε φράσεις του τύπου: «ο Μπότσαρης προέταξε το στήθος του στα τουρκικά βόλια μαχόμενος για την ελευθερία», αλλά, όπως θα έχετε πια καταλάβει από τη μεγάλη φωτογραφία στα δεξιά, το αντικείμενό μας δεν είναι το δασύτριχο στέρνο ενός μουστακαλή ήρωα. Εντελώς ειρωνικά, αν ερευνήσει κανείς ενδελεχώς την κοινή ύπαρξη των δύο εννοιών, η μοναδική στιγμή όπου το «ελευθερία στο στήθος» αποκτά συμβολική σημασία είναι η εξής: το 1968 αποφασισμένες φεμινίστριες μαζεύονται στο Ατλάντικ Σίτι, έξω από τον χώρο όπου θα επιλεγεί η «Μις Αμερική», και ρίχνουν τα σουτιέν τους σε μεγάλους κάδους απορριμμάτων. Διαμαρτύρονται για τον θεσμό των καλλιστείων και καλούν όλες τις περαστικές να πετάξουν μακριά όλα τα σύμβολα της χαζομάρας των bimbo-girls (στηθόδεσμους και μπικουτί, βασικά). Ενας ρεπόρτερ μεταδίδει εσφαλμένα την είδηση ως «κάψιμο των σουτιέν» αλλά -ευτυχώς για τον αντρικό πληθυσμό- η τρομακτική αυτή συνήθεια εγκαταλείπεται πριν καν προλάβει να ψοφήσει το φεμινιστικό κίνημα…
Γιατί τρομακτική; Φαντάζεστε κάθε είδος γυναικείου στήθους να κυκλοφορεί ελεύθερο εκεί έξω, είτε επρόκειτο για της Μόνικα Μπελούτσι, είτε για της πεθεράς σας; Ευτυχώς, επτά χρόνια μετά το αποφασιστικό χτύπημα των φεμινιστριών, ο βυζολάτρης σκηνοθέτης Ρας Μέγιερ παίρνει το αίμα των ανδρών πίσω με την cult ταινία «Supervixens», τα κορίτσια ανακτούν την αυτοπεποίθησή τους χάρη και σε καινούριες τεχνολογίες ανόρθωσης του στήθους, και τα πάντα επιστρέφουν στη βάση τους: στην κοινή και για τα δύο φύλα πεποίθηση ότι το γυναικείο στήθος δεν αποτελεί μόνο μέσον τροφής για βρέφη αλλά και μέσον ερωτικής πρόκλησης, αρχικά, και ικανοποίησης, στη συνέχεια, για ενήλικες. Εξ ου και η σημασία του σουτιέν σε όλο αυτό το παιχνίδι, αφού το 1907 φρόντισε να απελευθερώσει -να ’τη πάλι η ελευθερία- τις γυναίκες από την ομηρία του κορσέ, τον οποίο ήταν υποχρεωμένες να χρησιμοποιούν κάθε φορά που ήθελαν να προκαλέσουν λίγο.
Εκτός από το «καλό» που έκανε στη γυναικεία υγεία (ο κορσές συμπίεζε ασφυκτικά βασικά όργανα, τσάκιζε τα παΐδια, δυσχέραινε την αναπνοή και περιόριζε τις κινήσεις), το σουτιέν έπαιξε καταλυτικό ρόλο και στη μόδα. Μάλιστα, η πρώτη πατέντα στηθόδεσμου που κατατέθηκε (το 1914 στις ΗΠΑ, αλλά, μην τσιμπάτε, η διαφήμιση του πρώτου «soutien-gorge» του 1907 αποδεικνύει πως οι Γάλλοι κερδίζουν τους Αμερικανούς και σε αυτόν τον τομέα) ήταν το αποτέλεσμα μιας έμπνευσης της στιγμής της κυρίας Μέρι Φελπς, η οποία έψαχνε έναν τρόπο να φορέσει το καινούριο της φόρεμα χωρίς να διαγράφονται τα κορδόνια του κορσέ κάτω από το ύφασμα.
Εννοείται πως το σουτιέν βοήθησε τη μόδα, ακόμη κι όταν δεν ήταν εκεί: η απελευθέρωση της γυναίκας από τους περιορισμούς που έθετε ο στηθόδεσμος τούς επέτρεψε να πειραματιστούν με διαφορετικά είδη ρούχων και υφασμάτων και σταδιακά οδήγησε τους σχεδιαστές στην αποθέωση της θηλυκότητας, ακριβώς μέσω του πιο ισχυρού συμβόλου της: του στήθους - και του τρόπου που το αναδείκνυαν στα φορέματά τους. Και φυσικά ήταν και το μπικίνι… Με πρωθιέρειά του την Ούρσουλα Άντρες και την ιστορική της εμφάνιση στο «Τζέιμς Μποντ εναντίον Δρος Νο» το 1962, το ντεπιές μαγιό έφερε το σουτιέν σε ακόμη πιο κοινή θέα -στις παραλίες όλου του κόσμου- και απελευθέρωσε σεξουαλικά για τα καλά τις μαμάδες μας, απαλείφοντας για πάντα από την ιστορία τραγικές στιγμές, όπως η μανία της δεκαετίας του ’20 για το ανδρόγυνο λουκ που ήθελε τα σουτιέν να συμπιέζουν -αντί να ανορθώνουν- το στήθος!
Μέχρι βέβαια τα Wonderbra των 90s, που με τόση επιτυχία διαφήμισαν τα «φιλαράκια» της Εβα Χερτζίγκοβα και της Αντριάνα Σκλεναρίκοβα, το σουτιέν έζησε διάφορες φάσεις, εμπνεύσεις και εκπλήξεις: το ’31 άρχισε να μετρά το μέγεθός του με βάση τις κούπες του καφέ (μπερδεύοντας τον αντρικό -αλλά ακόμη και τον γυναικείο πληθυσμό- για το τι είναι μεγαλύτερο: ένα 34AA ή ένα 32C;), το ’43 έκανε τον «Αviator» Χάουαρντ Χιουζ από αεροναυπηγό να γίνει και στηθοναυπηγός για λίγο, σχεδιάζοντας την ειδική «υποστήριξη» που πρωταγωνιστεί -μαζί με την Τζέιν Ράσελ- στον «Παράνομο» (ναι, όπως θυμάστε από την ταινία με τον Ντι Κάπριο, είχε γίνει και παραγωγός του Χόλιγουντ), από το ’62 έμαθε να συμπεριφέρεται με στοργή και στα «σιλικονούχα» στήθη, ενώ το ’83 σέρβιρε το πρώτο του γεύμα στα «Hooters». Και όλα αυτά τα χρόνια πόζαρε παρέα με τα υπέροχα στήθη κυριών όπως η Μέριλιν Μονρό, η Σοφία Λόρεν, η Σίντι Κρόφορντ, η Ζιζέλ, σε σελίδες περιοδικών, εγκαθιστώντας στο αντρικό υποσυνείδητο μια για πάντα την πεποίθηση ότι χωρίς αυτό ο κόσμος μας δεν θα ήταν το ίδιο όμορφος.
(Το κείμενο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 15/4 στο Big Fish)
4 σχόλια:
Ερε γλεντια!!!
Τι γλέντια; Γλέντι το λες εσύ να μπερδεύεσαι στα μεντεσεδάκια του κουμπώματος; Να θες να κάνεις ένα δώρο και να μην ξέρεις ποιο είναι το σωστό (και ποιο είναι το μεγαλύτερο) ανάμεσα σε ένα 75Α κι ένα 36D; Και κυρίως, να βασανίζεις το μυαλό σου κάθε καλοκαίρι στην παραλία για το ποιο από όλα αυτά που λιάζονται γύρω σου χρειάζεται πράγματι την υπέροχη ανακάλυψη ονόματι "σουτιέν" και ποιο μπορεί να σταθεί περήφανο για το μπόι του από μόνο του;
Πρώτον Ο πραγματικός γνώστης του αντικειμένου ξέρει με μια ματιά το σωστό νούμερο. Δεν περιμένει να του πει η πωλήτρια.
Δεύτερον Σταμάτα να διαφημίζεις αυτά που γράφεις στο Big Fish. Θα σε πάρουν χαμπάρι.
Τι χαμπάρι; Άσε μας κυρά μου να στήσουμε το μαγαζάκι μας όπως θέλουμε εμείς! Δεν σου άρεσε, δηλαδή, που ασχολήθηκα με τα βυζιά σας; Αφού στην πρώτη ευκαιρία τα πετάτε έξω και τα διαφημίζετε! Η δική μου αυτοδιαφήμιση σε μάρανε; Στους 30-40-100 (πόσοι νά 'ναι άραγε;) που διαβάζουν τις μαλακίες που postάρω εδώ;
Δημοσίευση σχολίου