Ο Τζορτζ και η Λόρα τώρα τελευταία μαλώνουν. Δεν κοιμούνται πια στο ίδιο κρεββάτι. Ένα κρύο βράδυ που τα πράγματα είχαν ξεφύγει, εκείνος σηκώθηκε κι έφυγε κι απ' το λευκό τους σπίτι. Πέρασε τη νύκτα στην εβραϊκή κατασκήνωση Δαυίδ (Camp David). Όταν γύρισε πίσω στην Ουάσινγκτον έκανε πέντε μέρες να της μιλήσει. Πριν δυο μήνες η Λόρα τον έπεισε να επισκεφθούν έναν ειδικό. Ο σύμβουλος γάμου τούς είπε πολλά, αλλά ο Τζορτζ δεν τον άκουγε. Θα τον πρόσεχε περισσότερο αν τον έλεγαν Τζιμ Μπιμ (Jim Beam). Στο δεύτερο ραντεβού δεν εμφανίστηκε. Επικαλέστηκε ανειλημμένες υποχρεώσεις. "Έχω τα παιδιά στο Ιράκ, Λόρα" της είπε, "και πρέπει να στείλω κι εκείνους τους Ινδιάνους στον Οσάμα". Κι εκείνη, στις όχθες του ποταμού Πιέδρα κάθισε και έκλαψε. Ξέσπασε και καθάρισε το μυαλό της. Πήρε τις δίδυμες κόρες τους -"κύττα πώς τις κατάντησες Τζορτζ: δυο αλκοολικά τσουλάκια!"- και πήγαν διακοπές για λίγο. 29 χρόνια γάμου δεν τα πετάς έτσι ξαφνικά στα σκουπίδια.
Καθώς το αεροπλάνο πετούσε πάνω απ' τα Everglades και τους αλιγάτορές τους, η Μπάρμπαρα ένοιωσε αναγούλα. Η Λόρα γύρισε το βλέμμα προς την κόρη της και για μια στιγμή την κύτταξε σχεδόν με μίσος. Είχε πάρει το όνομα της πεθεράς της, της μαμάς του Τζορτζ, αυτής της κωλόγριας που έβαζε κάθε τόσο φυτιλιές στο γάμο τους. Ανάθέμά σε καριόλη. "Μαμά, κύττα!" της κτύπησε τον αγκώνα η άλλη της κόρη, η Τζένα. Στις οθόνες του αεροσκάφους ο Τζορτζ χαμογελούσε στην Κοντολίζα. Ανάθεμά σε καριόλη, ούρλιαξε ξανά από μέσα της η Λόρα. Στην ιδέα ότι το "τρίτο πρόσωπο" που αισθανόταν τόσο καιρό να ρίχνει τάπες μπουκαλιών στο στεφάνι της ήταν αυτή η αποκρουστική αράπισσα, δεν άντεξε. Ένα δάκρυ οργής και αδικίας κύλησε στο παστωμένο με πούδρα μάγουλό της...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου