30 Απρ 2008
28 Απρ 2008
Πεφταστέρια
Πολλή μουσική άκουσα αυτό το Πάσχα (όχι τόση όσα τα ματς PES 2008 που έπαιξα με τους κολλητούς -πληκτρολογώ και πονάνε τα δάκτυλα!- αλλά πολλή...), έχω κι έναν ολόκληρο μήνα να ανεβάσω αστεράκια, έχει μαζευτεί μπόλικη πραμάτεια. Πάρε κόσμε, πάρε! Σού 'χω ονομαστούς μουσικούς και καινούργια ταλεντάκια, σού 'χω ποπ, σού 'χω ροκ, επιστροφές, αποκαλύψεις, εκπλήξεις -και τώρα ακούω και τη Μαντόνα (δεν τρελαίνομαι μέχρι στιγμής)...
James
Hey Ma
Είναι κρίμα που ο μεγαλύτερος θόρυβος που θα γίνει γύρω από το τελευταίο άλμπουμ των θρυλικών James είναι αυτός γύρω από την φωτογραφία του εξωφύλλου. Ενα χρόνο μετά την επανασύνδεσή τους, επτά μετά την κυκλοφορία του τελευταίου τους studio άλμπουμ (του μαγικού "Pleased to Meet You") και δεκαπέντε μετά την παρουσίαση στο κοινό μιας από τις μεγαλύτερες στιγμές της μουσικής ever -της συνεργασίας τους με τον Μπράιαν Ίνο και το συγκλονιστικό αριστούργημα που ονομάστηκε "Laid", οι James αποφάσισαν να επιστρέψουν στις ρίζες τους, σε ένα Madchester like ιδίωμα που ακούγεται πια γερασμένο, ειδικά όταν προσπαθούν να το μπολιάσουν με τα φτιαγμένα για συναυλιακή αποθέωση ρεφρέν τους που τους έκαναν τόσο διάσημους.
Το "Hey Ma" μοιάζει σαν μια απεγνωσμένη προσπάθεια ενός τεράστιου γκρουπ με ακόμη πιο τεράστιες δυσκολίες στη συνεννόηση των επτά μελών του -τώρα που η εμμηνόπαυση και η κρίση μέσης ηλικίας τους έχει πάρει για τα καλά από κάτω- να βγάλει κάτι καλό. Οι προθέσεις είναι συγκινητικές, το αποτέλεσμα όμως είναι απογοητευτικό. Σαν κάποιος να έχει πάρει ένα ψαλίδι και να έχει αφαιρέσει τις καλές στιγμές που είσαι σίγουρος ότι θα ακούσεις σε κάθε τραγούδι, έτσι που πάει να κορυφωθεί κάθε φορά, αλλά δεν τα καταφέρνει ποτέ. Τα πνευστά και τα πολλά περίεργα κρουστά του παρελθόντος έρχονται να μπερδέψουν ακόμη περισσότερο το σκηνικό κι εγώ ψάχνω ακόμη να βρω αν υπάρχει έστω και ένα τραγούδι που θά 'θελα να κλέψει τη βραχνάδα μου στη φετινή τους συναυλία (έχω γυρίσει τον κόσμο για τους James, τους έχω δει live περισσότερες φορές από οποιοδήποτε άλλο γκρουπ και είναι πάντα συγκλονιστικοί -φυσικά και δεν θα λείψω ούτε φέτος). Συναυλιακό ύμνο δεν βρίσκω. Το "Semaphore" μου θυμίζει λίγο καλές στιγμές από την εποχή του "Laid", αλλά και πάλι είναι λίγο. Κρίμα.
Kate Nash
Made Of Bricks
Ανακάλυψα αυτό το διαμαντάκι της ποπ μισό χρόνο μετά την κυκλοφορία του, αλλά το τελευταίο δίμηνο το ακούω σαν τρελλός. Ασταμάτητα. Τα περί MySpace, ομοιοτήτων με το φαινόμενο Λίλυ Άλεν κ.λπ είναι χιλιογραμμένα και ουδεμία σημασία έχουν. Το μόνο που πραγματικά έχω να πω είναι ότι εγώ, όταν ακούω Κέιτ Νας με κλειστά τα μάτια, ακούω παρέα και Bjork, Feist, St. Vincent και πεντ' έξι ακόμη από τις λατρεμένες μου γυναίκες τραγουδοποιούς. Ε, και με την τρέλλα που έχω για ο,τιδήποτε indie και θηλυκό, το "Made of Bricks" εκτοξεύεται στον γαλαξία των favorites μου για να βγάζει από εκεί ψηλά τη γλώσσα σε όσους έχουν ήδη βαρεθεί τα νέα αστεράκια που ξεπηδούν από το MySpace. Απλά αριστούργημα! Χαρούμενο, ανεβαστικό, έξυπνο, γεμάτο πιάνα -τα υπέροχα πιάνα!-, γεμάτο έρωτα για τη ζωή. Αριστούργημα!
Portishead
Third
Ανάθεμα! Αυτό το γκρουπ έχει στιγματίσει -σαν τους James- εκείνα τα παράξενα χρόνια που τέλειωνα την δεύτερη δεκαετία της ζωής μου. Έφηβος που ήθελε να γίνει άντρας, άντρας που είχε μεγαλώσει γρήγορα λόγω του πρωταθλητισμού κι έψαχνε να βρει τι του έφταιγε που έκανε τον κόσμο να τον αντιμετωπίζει ακόμη σαν παιδάκι σε όλα τα άλλα, με χίλια όνειρα στο κεφάλι και χίλιες απογοητεύσεις στη ζωή, με χίλιες μαύρες επιρροές τύπου Λάβκραφτ και Πόε και χίλιες υπέροχες αποδείξεις να μου λένε ότι ο κόσμος είναι πολύ πιο ωραίος απ' όσο νόμιζα, τότε πρωτοσυνέλαβα τον χαρακτήρα του Homo Ludens. Και το καλλίτερο soundtrack, φυσικά, γι' αυτόν τον περίεργο τυπάκο που έσπαγε πλάκα με τα καθημερινά και ελκυόταν από τα παράξενα, δεν ήταν πια οι heavy metal ύμνοι που άκουγε μέχρι τότε. Το "Laid" και το "Dummy" κινόντουσαν σε πολύ περισσότερα επίπεδα -σ' αυτά ακριβώς που με απασχολούσαν τότε. Και μπλέκονταν παράξενα με τις αμφιθυμίες των ημερών μου, διασκέδαζα με τα αυτοκτονικά trip-hop των Portishead θυμάμαι, χαμογελούσα με ήχο από πίσω τις πιο μαύρες στιγμές τους κι έκλαιγα εκεί που κανονικά οι James έπρεπε να με κάνουν να χορεύω... Αλλά αυτά είναι μια ολόκληρη ζωή πίσω πια. Πάμε στο παρόν.
Οι Portishead, σε αντίθεση με τους James, διαχειρίστηκαν την κρίση τους με μεγαλύτερη σύνεση και περισσότερο σεβασμό προς τους fans τους. Λογικό είναι και το άλμπουμ της επιστροφής τους (έντεκα χρόνια ετούτοι εδώ, μετά το δεύτερό τους "Portishead") να είναι πολύ πιο ολοκληρωμένο και να έχει ένα σαφή χαρακτήρα συνέχειας του μύθου τους. Ακόμη και ο λιτός του τίτλος "Third" παίζει αυτό το ρόλο. Πρόκειται για άλλη μια μεγαλειώδη στιγμή στην ιστορία του trip-hop και της electronica, ένα άλμπουμ που κάνει όλους αυτούς τους Burial να μοιάζουν ανόητα παιδάκια που παίζουν με τα Chicco τους. Είναι κατάμαυρο, όπως θα απαιτούσες από το γκρουπ που συνδέθηκε με μερικά από τα πιο καταθλιπτικά τραγούδια της ιστορίας να φροντίσει να βάψει τον ήχο του. Περιέχει κομμάτια που είναι γραμμένα για να γίνουν κλασσικά και να διδάσκονται στο μάθημα μουσικής του μέλλοντος (για παράδειγμα το "Machine Gun", του οποίου το λιτό βίντεοκλιπ -με την έντονη διάθεση να αποδείξει ότι οι Portishead είναι αυτό που λέμε γκρουπ, ομάδα, με διακριτούς ρόλους και συγκέντρωση απόλυτη σε αυτό που κάνουν: στη μουσική- θα το χαζέψεις εδώ). Σου ανοίγεται σιγά σιγά και δεν καταδέχεται να γίνει κατανοητό πριν το τρίτο (πέμπτο; ενδέκατο;) άκουσμα. Αποθεώνει ακόμη περισσότερο αυτό το απίστευτο πλάσμα που λέγεται Μπεθ Γκίμπονς και την αστείρευτη δύναμη της φωνής της. Είναι κατάσπαρτο από πειραματισμούς, αλλά τέτοιους που δεν ενοχλούν. Έχει δομή και ενότητα -δεν ακούγεται τραγούδι-τραγούδι, αλλά ως ένα αναπόσπαστο σύνολο και σίγουρα σου απαγορεύεται να προσπαθήσεις να καταλάβεις τι είναι, πατώντας κάπου στη μέση του winamp για να ακούσεις κάθε τραγούδι από το 43ο δευτερόλεπτο και μετά, ιερόσυλε! Μπαίνει μέσα σου βίαια, σαν βαριά αρρώστια που κόλλησες από το πουθένα, σε ταλαιπωρεί και σε ενοχλεί βάναυσα, σε ξεσηκώνει τη νύκτα, δεν σε αφήνει να ησυχάσεις, αλλά σου μαθαίνει τόσα πολλά για τον εαυτό σου. Λιγότερο "κινηματογραφικό" από τους προγόνους του, σχετικά πιο "παιχνιδιάρικο" (στο "Deep Water" σχεδόν θες να κάνεις παρέα με την Μπεθ Γκίμπονς, ευτυχώς ακολουθεί το στρατηγικά τοποθετημένο "Machine Gun", οπότε τη μισείς και πάλι στο καπάκι), απέραντα πιο μυστήριο και ταυτόχρονα απίστευτα ανθρώπινο, το "Third" δείχνει τα αρχίδια του στους Radiohead και τους πιστούς τους, αποδεικνύοντας πώς πρέπει να αντιδρά στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον ένα supergroup σήμερα... Και μ' αυτά και μ' αυτά έρχεται εύκολα να διεκδικήσει τη θεσούλα του ανάμεσα στα 100 καλλίτερα άλμπουμ όλων των εποχών.
Helio Sequence
Keep Your Eyes Ahead
Όταν πασχίζεις σχεδόν δέκα χρόνια τώρα να χαράξεις τον δικό σου δρόμο στο δύσβατο ορεινό σκηνικό της indie rock κι έρχεται με το καλημέρα το τρομοκρατικό δίδυμο των MGMT να τινάξει την μπάνκα στον αέρα, τότε πρέπει να είσαι ευχαριστημένος με τα τρία αστεράκια σου και με τις καλές εμφανίσεις που κάνεις εκεί, εκεί στην Β' Εθνική. Άσε την άνοδο στη μεγάλη κατηγορία γι' αυτούς που έχουν τα κότσια να παίξουν στα μεγάλα σαλόνια, κι εσύ συνέχισε να βγάζεις αλμπουμάκια που θα μπορούσαν να είναι soundtrack για όνειρα, αλλά μην έχεις και απαιτήσεις να σε καταλάβει το ευρύ κοινό. Μην ανησυχείς. Ακούγεσαι υπέροχος κι έτσι, από λίγους, συνήθως πιωμένους, αλλά ακούγεσαι υπέροχος. Φιλάκια.
The Helio Sequence - Keep Your Eyes Ahead
James
Hey Ma
Είναι κρίμα που ο μεγαλύτερος θόρυβος που θα γίνει γύρω από το τελευταίο άλμπουμ των θρυλικών James είναι αυτός γύρω από την φωτογραφία του εξωφύλλου. Ενα χρόνο μετά την επανασύνδεσή τους, επτά μετά την κυκλοφορία του τελευταίου τους studio άλμπουμ (του μαγικού "Pleased to Meet You") και δεκαπέντε μετά την παρουσίαση στο κοινό μιας από τις μεγαλύτερες στιγμές της μουσικής ever -της συνεργασίας τους με τον Μπράιαν Ίνο και το συγκλονιστικό αριστούργημα που ονομάστηκε "Laid", οι James αποφάσισαν να επιστρέψουν στις ρίζες τους, σε ένα Madchester like ιδίωμα που ακούγεται πια γερασμένο, ειδικά όταν προσπαθούν να το μπολιάσουν με τα φτιαγμένα για συναυλιακή αποθέωση ρεφρέν τους που τους έκαναν τόσο διάσημους.
Το "Hey Ma" μοιάζει σαν μια απεγνωσμένη προσπάθεια ενός τεράστιου γκρουπ με ακόμη πιο τεράστιες δυσκολίες στη συνεννόηση των επτά μελών του -τώρα που η εμμηνόπαυση και η κρίση μέσης ηλικίας τους έχει πάρει για τα καλά από κάτω- να βγάλει κάτι καλό. Οι προθέσεις είναι συγκινητικές, το αποτέλεσμα όμως είναι απογοητευτικό. Σαν κάποιος να έχει πάρει ένα ψαλίδι και να έχει αφαιρέσει τις καλές στιγμές που είσαι σίγουρος ότι θα ακούσεις σε κάθε τραγούδι, έτσι που πάει να κορυφωθεί κάθε φορά, αλλά δεν τα καταφέρνει ποτέ. Τα πνευστά και τα πολλά περίεργα κρουστά του παρελθόντος έρχονται να μπερδέψουν ακόμη περισσότερο το σκηνικό κι εγώ ψάχνω ακόμη να βρω αν υπάρχει έστω και ένα τραγούδι που θά 'θελα να κλέψει τη βραχνάδα μου στη φετινή τους συναυλία (έχω γυρίσει τον κόσμο για τους James, τους έχω δει live περισσότερες φορές από οποιοδήποτε άλλο γκρουπ και είναι πάντα συγκλονιστικοί -φυσικά και δεν θα λείψω ούτε φέτος). Συναυλιακό ύμνο δεν βρίσκω. Το "Semaphore" μου θυμίζει λίγο καλές στιγμές από την εποχή του "Laid", αλλά και πάλι είναι λίγο. Κρίμα.
Kate Nash
Made Of Bricks
Ανακάλυψα αυτό το διαμαντάκι της ποπ μισό χρόνο μετά την κυκλοφορία του, αλλά το τελευταίο δίμηνο το ακούω σαν τρελλός. Ασταμάτητα. Τα περί MySpace, ομοιοτήτων με το φαινόμενο Λίλυ Άλεν κ.λπ είναι χιλιογραμμένα και ουδεμία σημασία έχουν. Το μόνο που πραγματικά έχω να πω είναι ότι εγώ, όταν ακούω Κέιτ Νας με κλειστά τα μάτια, ακούω παρέα και Bjork, Feist, St. Vincent και πεντ' έξι ακόμη από τις λατρεμένες μου γυναίκες τραγουδοποιούς. Ε, και με την τρέλλα που έχω για ο,τιδήποτε indie και θηλυκό, το "Made of Bricks" εκτοξεύεται στον γαλαξία των favorites μου για να βγάζει από εκεί ψηλά τη γλώσσα σε όσους έχουν ήδη βαρεθεί τα νέα αστεράκια που ξεπηδούν από το MySpace. Απλά αριστούργημα! Χαρούμενο, ανεβαστικό, έξυπνο, γεμάτο πιάνα -τα υπέροχα πιάνα!-, γεμάτο έρωτα για τη ζωή. Αριστούργημα!
Portishead
Third
Ανάθεμα! Αυτό το γκρουπ έχει στιγματίσει -σαν τους James- εκείνα τα παράξενα χρόνια που τέλειωνα την δεύτερη δεκαετία της ζωής μου. Έφηβος που ήθελε να γίνει άντρας, άντρας που είχε μεγαλώσει γρήγορα λόγω του πρωταθλητισμού κι έψαχνε να βρει τι του έφταιγε που έκανε τον κόσμο να τον αντιμετωπίζει ακόμη σαν παιδάκι σε όλα τα άλλα, με χίλια όνειρα στο κεφάλι και χίλιες απογοητεύσεις στη ζωή, με χίλιες μαύρες επιρροές τύπου Λάβκραφτ και Πόε και χίλιες υπέροχες αποδείξεις να μου λένε ότι ο κόσμος είναι πολύ πιο ωραίος απ' όσο νόμιζα, τότε πρωτοσυνέλαβα τον χαρακτήρα του Homo Ludens. Και το καλλίτερο soundtrack, φυσικά, γι' αυτόν τον περίεργο τυπάκο που έσπαγε πλάκα με τα καθημερινά και ελκυόταν από τα παράξενα, δεν ήταν πια οι heavy metal ύμνοι που άκουγε μέχρι τότε. Το "Laid" και το "Dummy" κινόντουσαν σε πολύ περισσότερα επίπεδα -σ' αυτά ακριβώς που με απασχολούσαν τότε. Και μπλέκονταν παράξενα με τις αμφιθυμίες των ημερών μου, διασκέδαζα με τα αυτοκτονικά trip-hop των Portishead θυμάμαι, χαμογελούσα με ήχο από πίσω τις πιο μαύρες στιγμές τους κι έκλαιγα εκεί που κανονικά οι James έπρεπε να με κάνουν να χορεύω... Αλλά αυτά είναι μια ολόκληρη ζωή πίσω πια. Πάμε στο παρόν.
Οι Portishead, σε αντίθεση με τους James, διαχειρίστηκαν την κρίση τους με μεγαλύτερη σύνεση και περισσότερο σεβασμό προς τους fans τους. Λογικό είναι και το άλμπουμ της επιστροφής τους (έντεκα χρόνια ετούτοι εδώ, μετά το δεύτερό τους "Portishead") να είναι πολύ πιο ολοκληρωμένο και να έχει ένα σαφή χαρακτήρα συνέχειας του μύθου τους. Ακόμη και ο λιτός του τίτλος "Third" παίζει αυτό το ρόλο. Πρόκειται για άλλη μια μεγαλειώδη στιγμή στην ιστορία του trip-hop και της electronica, ένα άλμπουμ που κάνει όλους αυτούς τους Burial να μοιάζουν ανόητα παιδάκια που παίζουν με τα Chicco τους. Είναι κατάμαυρο, όπως θα απαιτούσες από το γκρουπ που συνδέθηκε με μερικά από τα πιο καταθλιπτικά τραγούδια της ιστορίας να φροντίσει να βάψει τον ήχο του. Περιέχει κομμάτια που είναι γραμμένα για να γίνουν κλασσικά και να διδάσκονται στο μάθημα μουσικής του μέλλοντος (για παράδειγμα το "Machine Gun", του οποίου το λιτό βίντεοκλιπ -με την έντονη διάθεση να αποδείξει ότι οι Portishead είναι αυτό που λέμε γκρουπ, ομάδα, με διακριτούς ρόλους και συγκέντρωση απόλυτη σε αυτό που κάνουν: στη μουσική- θα το χαζέψεις εδώ). Σου ανοίγεται σιγά σιγά και δεν καταδέχεται να γίνει κατανοητό πριν το τρίτο (πέμπτο; ενδέκατο;) άκουσμα. Αποθεώνει ακόμη περισσότερο αυτό το απίστευτο πλάσμα που λέγεται Μπεθ Γκίμπονς και την αστείρευτη δύναμη της φωνής της. Είναι κατάσπαρτο από πειραματισμούς, αλλά τέτοιους που δεν ενοχλούν. Έχει δομή και ενότητα -δεν ακούγεται τραγούδι-τραγούδι, αλλά ως ένα αναπόσπαστο σύνολο και σίγουρα σου απαγορεύεται να προσπαθήσεις να καταλάβεις τι είναι, πατώντας κάπου στη μέση του winamp για να ακούσεις κάθε τραγούδι από το 43ο δευτερόλεπτο και μετά, ιερόσυλε! Μπαίνει μέσα σου βίαια, σαν βαριά αρρώστια που κόλλησες από το πουθένα, σε ταλαιπωρεί και σε ενοχλεί βάναυσα, σε ξεσηκώνει τη νύκτα, δεν σε αφήνει να ησυχάσεις, αλλά σου μαθαίνει τόσα πολλά για τον εαυτό σου. Λιγότερο "κινηματογραφικό" από τους προγόνους του, σχετικά πιο "παιχνιδιάρικο" (στο "Deep Water" σχεδόν θες να κάνεις παρέα με την Μπεθ Γκίμπονς, ευτυχώς ακολουθεί το στρατηγικά τοποθετημένο "Machine Gun", οπότε τη μισείς και πάλι στο καπάκι), απέραντα πιο μυστήριο και ταυτόχρονα απίστευτα ανθρώπινο, το "Third" δείχνει τα αρχίδια του στους Radiohead και τους πιστούς τους, αποδεικνύοντας πώς πρέπει να αντιδρά στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον ένα supergroup σήμερα... Και μ' αυτά και μ' αυτά έρχεται εύκολα να διεκδικήσει τη θεσούλα του ανάμεσα στα 100 καλλίτερα άλμπουμ όλων των εποχών.
Helio Sequence
Keep Your Eyes Ahead
Όταν πασχίζεις σχεδόν δέκα χρόνια τώρα να χαράξεις τον δικό σου δρόμο στο δύσβατο ορεινό σκηνικό της indie rock κι έρχεται με το καλημέρα το τρομοκρατικό δίδυμο των MGMT να τινάξει την μπάνκα στον αέρα, τότε πρέπει να είσαι ευχαριστημένος με τα τρία αστεράκια σου και με τις καλές εμφανίσεις που κάνεις εκεί, εκεί στην Β' Εθνική. Άσε την άνοδο στη μεγάλη κατηγορία γι' αυτούς που έχουν τα κότσια να παίξουν στα μεγάλα σαλόνια, κι εσύ συνέχισε να βγάζεις αλμπουμάκια που θα μπορούσαν να είναι soundtrack για όνειρα, αλλά μην έχεις και απαιτήσεις να σε καταλάβει το ευρύ κοινό. Μην ανησυχείς. Ακούγεσαι υπέροχος κι έτσι, από λίγους, συνήθως πιωμένους, αλλά ακούγεσαι υπέροχος. Φιλάκια.
The Helio Sequence - Keep Your Eyes Ahead
Η γυναίκα της ζωής μου με καλεί. Αργότερα απόψε (ή αύριο) θα συνεχίσω με: Teenagers, Nada Surf, Sambassadeur, Scout Niblett, Ultra Orange & Emmanuelle, Camille, Nick Cave & The Bad Seeds, Hercules & Love Affair, Vampire Weekend, Morcheeba, Cat Power, Madonna...
27 Απρ 2008
Django Easter: Swingtime in springtime
Πρέπει να είμαι ο μοναδικός Έλληνας online αυτή τη στιγμή, αλλά δεν μπορούσα να καταπολεμήσω τον ψυχαναγκασμό και να αφήσω το Σ/Κ - έστω το "ιερό σ/κ" - να περάσει, χωρίς να ανεβάσω ένα κομμάτι του Django Reinhardt. Προβληματίστηκα ως προς το ποιο πρέπει να είναι αυτό, λόγω της ημέρας - ο κακομοίρης ο Τζάνγκο δεν ηχογράφησε νησιώτικα, δημοτικά, λαϊκά και τέτοια. Βρήκα όμως ένα που ταιριάζει με το συμβολισμό της ημέρας, που είναι ως γνωστόν μια γιορτή για την άνοιξη και την αναγέννηση της φύσης, μια διέξοδος εκτόνωσης του παγανισμού των ανθρώπων, στο πλαίσιο μιας μεταπαγανιστικής, μονοθεϊστικής θρησκείας. Σήμερα, λοιπόν, που στο πρόσωπο του Θεανθρώπου αναγεννάται η φύσις, και βρίσκουν τραγική κατάληξη τα αρνιά, εμείς χωνεύουμε με μουσική υπόκρουση την κιθάρα του Τζάνγκο που πετάει, ερμηνεύοντας το Swingtime in springtime...
25 Απρ 2008
Νηστεία και προσευχή (αλλά κυρίως νηστεία)
Ποιον κοροϊδεύω; Το προηγηθέν ποστ αποτελεί τον πιο αδιάψευστο μάρτυρα του πόσο διεφθαρμένο και αμαρτωλό - πέραν εξιλέωσης - είναι το παρόν blog. Κι αν χρησιμοποιώ τον όρο "νηστεία" δεν είναι παρά γιατί θέλω να αναρτήσω, προς δημόσια χρήση έναν ύμνο στο σνακ που παρηγορεί όλους εκείνους που ακολουθούν την διατροφή που υποδεικνύει η εκκλησία γι' αυτές τις άγιες μέρες: τα πατατάκια! Ο λόγος στον Slim Gaillard.
Η μέρα που το "Πο Πο Culture!" μπήκε στο πάνθεον της πορνογραφίας
Σκάρλετ Γιόχανσον
Το μάτι του φανατικού αναγνώστη του "Πο Πο Culture!" θα έχει ήδη διακρίνει την αλλαγή: Όλοι αυτοί οι Κυριάκοι Μητσοτάκηδες, όλες οι "δουλειές από το σπίτι σου -βγάλε 1500 ευρώ το μήνα!", όλοι οι σύμβουλοι επιχειρήσεων, σύμβουλοι γάμου, σύβουλοι κήπου που πρωταγωνιστούσαν τόσο καιρό στα δεξιά και στον πάτο του blog (στο χώρο που είχαμε διαθέσει για τις διαφημίσεις, δηλαδή), δεν είναι πια εδώ! Ο λόγος; Η στροφή του Mr. Arkadin και του Homo Ludens στην πορνογραφία έκανε τους διαφημιζόμενους μέσω του Google AdSense να λακίσουν. Τα συνεχή posts με "περιεχόμενο για ενήλικες" (sic) οδήγησαν στην υπηρεσία διαφημίσεων του Google να στερήσει από το blog αυτό το μοναδικό του έσοδο (περί το ενάμισι ευρώ το μήνα) και να το φέρει -για πρώτη φορά στην 13μηνη ιστορία του- στα πρόθυρα του κλεισίματος. Η συντακτική ομάδα του "Πο Πο Culture!", συντετριμένη από τις αναπάντεχες εξελίξεις, δήλωσε ότι θα διατηρηθεί στις επάλξεις, ωστόσο στον τρόπο που μιλούσε, μπορούσες να διακρίνεις μια έντονη αβεβαιότητα για το αύριο.
Παρακάτω, τα e-mails που ανταλλάχθησαν μεταξύ Google AdSense και "Πο Πο Culture!" και οδήγησαν στην κρίση:
Παρακάτω, τα e-mails που ανταλλάχθησαν μεταξύ Google AdSense και "Πο Πο Culture!" και οδήγησαν στην κρίση:
Ρεμπέκα Ρόμιν
Hello,
While reviewing your account, we noticed that you are currently displaying Google ads in a manner that is not compliant with our policies. For instance, we found violations of AdSense policies on pages such as "Δεν είμαι γκέι". As stated in our program policies, AdSense publishers are not permitted to place Google ads on pages with adult or mature content.
Please make any necessary changes to your web pages in the next 3 business days. We also suggest that you take the time to review our program policies to ensure that all of your other pages are in compliance.
Once you update your site, we will automatically detect the changes and ad serving will not be affected. If you choose not to make the changes to your account within the next three days, your account will remain active but you will no longer be able to display ads on the site. Please note, however, that we may disable your account if further violations are found in the future.
Thank you for your cooperation.
Sincerely,
The Google AdSense Team
While reviewing your account, we noticed that you are currently displaying Google ads in a manner that is not compliant with our policies. For instance, we found violations of AdSense policies on pages such as "Δεν είμαι γκέι". As stated in our program policies, AdSense publishers are not permitted to place Google ads on pages with adult or mature content.
Please make any necessary changes to your web pages in the next 3 business days. We also suggest that you take the time to review our program policies to ensure that all of your other pages are in compliance.
Once you update your site, we will automatically detect the changes and ad serving will not be affected. If you choose not to make the changes to your account within the next three days, your account will remain active but you will no longer be able to display ads on the site. Please note, however, that we may disable your account if further violations are found in the future.
Thank you for your cooperation.
Sincerely,
The Google AdSense Team
Τζένιφερ Γκάρνερ
Dear sirs,
the page you indicate is not an adult or mature content page. Probably the lack of people at your offices speaking and reading the greek language did not help you recognising the quality of the page. Also, blogger cannot let me display ads in some pages and not in others, so even if I wanted to remove your ads from that certain page, I would have to do it for the whole site as well. If you think that I violate your rules, you can disable the ads. However that is not the case here.
Sincerely,
Panayotis Christopoulos
the page you indicate is not an adult or mature content page. Probably the lack of people at your offices speaking and reading the greek language did not help you recognising the quality of the page. Also, blogger cannot let me display ads in some pages and not in others, so even if I wanted to remove your ads from that certain page, I would have to do it for the whole site as well. If you think that I violate your rules, you can disable the ads. However that is not the case here.
Sincerely,
Panayotis Christopoulos
Μένα Σουβάρι
Γεια σας Παναγιώτη,
Σας ευχαριστούμε που επικοινωνήσατε μαζί μας.
Ελέγξαμε ξανά τον ιστότοπό σας και διαπιστώσαμε ότι περιλαμβάνει περιεχόμενο για ενήλικες.
Η πολιτική μας σχετικά με το περιεχόμενο για ενήλικες αφορά περιεχόμενο που δεν είναι κατάλληλο για όλα τα ακροατήρια. Στο περιεχόμενο για ενήλικες συμπεριλαμβάνονται, το πλήρες γυμνό και οι σεξουαλικές πράξεις, μπορεί επίσης να αφορά κείμενο σεξουαλικού περιεχομένου, θέματα όπως η σεξουαλική υγεία και τεχνικές σεξ. Επιπλέον φωτογραφίες που περιλαμβάνουν προκλητικές ή χυδαίες πόζες, διάφανο ρουχισμό, στρατηγικά καλυμμένο γυμνό και κοντινά πλάνα σε στήθη, οπίσθια και γεννητικά όργανα.
Ενώ δεν είναι πάντα σίγουρο, μερικές φορές προτείνουμε στους εκδότες μας να απαντήσουν στις ακόλουθες ερωτήσεις για να αποφασίσουν εάν το περιεχόμενο των ιστότοπών τους είναι ασφαλές για την οικογένεια: Θα ήμουν άνετος να δω το περιεχόμενο παρουσία της οικογένειας ή/και των παιδιών μου; Θα ένιωθα άνετα εάν ο εργοδότης μου περνούσε δίπλα μου τη στιγμή που έχω το συγκεκριμένο περιεχόμενο στην οθόνη μου; Εάν η απάντηση σε οποιαδήποτε από τις δύο ερωτήσεις είναι όχι, τότε είναι πολύ πιθανόν ότι κάποιοι διαφημιζόμενοι δε θα ένιωθαν άνετα εάν οι διαφημίσεις τους εμφανιζόταν σε σελίδες με τέτοιο περιεχόμενο και κατά πάσα πιθανότητα θα τις θεωρούσαμε περιεχομένου για ενήλικες.
Για περαιτέρω ερωτήσεις σας προτείνουμε να επισκεφτείτε το Κέντρο Βοήθειας AdSense στο http://www.google.com/adsense_help . Αν δεν μπορείτε να βρείτε απάντηση στο ερώτημά σας, απαντήστε σε αυτό το email.
Με φιλικούς χαιρετισμούς
Κίμωνας
Ομάδα Google AdSense
Σας ευχαριστούμε που επικοινωνήσατε μαζί μας.
Ελέγξαμε ξανά τον ιστότοπό σας και διαπιστώσαμε ότι περιλαμβάνει περιεχόμενο για ενήλικες.
Η πολιτική μας σχετικά με το περιεχόμενο για ενήλικες αφορά περιεχόμενο που δεν είναι κατάλληλο για όλα τα ακροατήρια. Στο περιεχόμενο για ενήλικες συμπεριλαμβάνονται, το πλήρες γυμνό και οι σεξουαλικές πράξεις, μπορεί επίσης να αφορά κείμενο σεξουαλικού περιεχομένου, θέματα όπως η σεξουαλική υγεία και τεχνικές σεξ. Επιπλέον φωτογραφίες που περιλαμβάνουν προκλητικές ή χυδαίες πόζες, διάφανο ρουχισμό, στρατηγικά καλυμμένο γυμνό και κοντινά πλάνα σε στήθη, οπίσθια και γεννητικά όργανα.
Ενώ δεν είναι πάντα σίγουρο, μερικές φορές προτείνουμε στους εκδότες μας να απαντήσουν στις ακόλουθες ερωτήσεις για να αποφασίσουν εάν το περιεχόμενο των ιστότοπών τους είναι ασφαλές για την οικογένεια: Θα ήμουν άνετος να δω το περιεχόμενο παρουσία της οικογένειας ή/και των παιδιών μου; Θα ένιωθα άνετα εάν ο εργοδότης μου περνούσε δίπλα μου τη στιγμή που έχω το συγκεκριμένο περιεχόμενο στην οθόνη μου; Εάν η απάντηση σε οποιαδήποτε από τις δύο ερωτήσεις είναι όχι, τότε είναι πολύ πιθανόν ότι κάποιοι διαφημιζόμενοι δε θα ένιωθαν άνετα εάν οι διαφημίσεις τους εμφανιζόταν σε σελίδες με τέτοιο περιεχόμενο και κατά πάσα πιθανότητα θα τις θεωρούσαμε περιεχομένου για ενήλικες.
Για περαιτέρω ερωτήσεις σας προτείνουμε να επισκεφτείτε το Κέντρο Βοήθειας AdSense στο http://www.google.com/adsense_help . Αν δεν μπορείτε να βρείτε απάντηση στο ερώτημά σας, απαντήστε σε αυτό το email.
Με φιλικούς χαιρετισμούς
Κίμωνας
Ομάδα Google AdSense
Αν Χάθαγουέι
Καλώς λοιπόν Κίμωνα,
αν και το νόημα των εν λόγω posts είναι ακριβώς αυτό: να κοροϊδεύει την ηλιθιότητα στην τυπική άσκηση κάποιων ανούσιων κανόνων γύρω από το "περιεχόμενο για ενήλικες" (sic), συμφωνώ μαζί σας και θα κατεβάσω τις διαφημίσεις σας, μην τυχόν και θιγούν οι διαφημιζόμενοί σας.
Για την ιστορία: Οι φωτογραφίες με τα εσώρουχα είναι από ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟ φυλλάδιο που διανεμήθηκε με το "Βήμα" (και παρεμπιπτόντως δεν είδα την Rolex ή κάποιον άλλον πελάτη να διακόπτει το συμβόλαιό της με την εφημερίδα), η σκηνή πεολειχίας της Κλοέ Σεβινί προέρχεται από την ταινία "Brown Bunny" που προβλήθηκε προ ετών στο φεστιβάλ των Καννών (ή της Βενετίας, δεν θυμάμαι) και οι ημίγυμνες φωτογραφίσεις των ηθοποιών προέρχονται από τα κορυφαία περιοδικά του κόσμου (GQ, Vanity Fair, New York Times Magazine κ.λπ), τα οποία επίσης φημίζονται για την δυνατότητά τους να έλκουν την πιο ποιοτική διαφήμιση.
Αυτά προς το παρόν,
είμαι σίγουρος ότι δεν θα σας πειράξει αν όλα αυτά δημοσιευθούν στη σελίδα που φοβάστε ότι θα θίξει το κοινό και τους διαφημιζόμενούς σας, ειδικά τώρα πια που οι τελευταίοι δεν θα βρίσκονται πια εκεί.
Σας φιλώ (όχι πονηρά),
Παναγιώτης Χριστόπουλος
Συμπεράσματα:
1. Είναι αδύνατον να προφυλαχθείς από τη βλακεία. Πραγματικά αδύνατον...
2. Μια καλλιτεχνική φωτογραφία με ένα παγωμένο αιδοίο και 3-4 ρώγες από φωτογραφίσεις περιοδικών είναι αρκετές για να θίξουν την υψηλή πελατεία του Google AdSense -ή μάλλον την ανικανότητα του εν λόγω εργαλείου να ελιχθεί και να διακρίνει ποιες διαφημίσεις ταιριάζουν (θέλουν;) και ποιες όχι να εμφανίζονται σε τέτοιες άσεμνες σελίδες.
3. Υπάρχουν ακόμη εργοδότες που θα εκνευριστούν αν δουν ότι ο υπάλληλός τους χαζεύει φωτογραφίες της Αντζελίνα Τζολί στο Internet (και που δεν θα κάτσουν δίπλα του, να χαζέψουν κι αυτοί).
4. Υπάρχουν ακόμη υπάλληλοι που χαζεύουν φωτογραφίες της Αντζελίνας Τζολί όταν στο ίδιο μέσον μπορεί κανείς να βρει υπέροχα home made videos πολλών διασήμων κοριτσιών...
5. Κάπου, σε ένα σκοτεινό υπόγειο στην Ιρλανδία, κάποιος Έλληνας ονόματι "Κίμων", κάνει ασταμάτητο surfing ανάμεσα σε βυζιά, κώλους και πέη και αποφαίνεται στον προϊστάμενό του αν αυτά που είδε αποτελούν "περιεχόμενο για ενηλίκους" ή όχι. Πολύ θα ήθελα να δουλέψω κι εγώ εκεί...
αν και το νόημα των εν λόγω posts είναι ακριβώς αυτό: να κοροϊδεύει την ηλιθιότητα στην τυπική άσκηση κάποιων ανούσιων κανόνων γύρω από το "περιεχόμενο για ενήλικες" (sic), συμφωνώ μαζί σας και θα κατεβάσω τις διαφημίσεις σας, μην τυχόν και θιγούν οι διαφημιζόμενοί σας.
Για την ιστορία: Οι φωτογραφίες με τα εσώρουχα είναι από ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟ φυλλάδιο που διανεμήθηκε με το "Βήμα" (και παρεμπιπτόντως δεν είδα την Rolex ή κάποιον άλλον πελάτη να διακόπτει το συμβόλαιό της με την εφημερίδα), η σκηνή πεολειχίας της Κλοέ Σεβινί προέρχεται από την ταινία "Brown Bunny" που προβλήθηκε προ ετών στο φεστιβάλ των Καννών (ή της Βενετίας, δεν θυμάμαι) και οι ημίγυμνες φωτογραφίσεις των ηθοποιών προέρχονται από τα κορυφαία περιοδικά του κόσμου (GQ, Vanity Fair, New York Times Magazine κ.λπ), τα οποία επίσης φημίζονται για την δυνατότητά τους να έλκουν την πιο ποιοτική διαφήμιση.
Αυτά προς το παρόν,
είμαι σίγουρος ότι δεν θα σας πειράξει αν όλα αυτά δημοσιευθούν στη σελίδα που φοβάστε ότι θα θίξει το κοινό και τους διαφημιζόμενούς σας, ειδικά τώρα πια που οι τελευταίοι δεν θα βρίσκονται πια εκεί.
Σας φιλώ (όχι πονηρά),
Παναγιώτης Χριστόπουλος
Συμπεράσματα:
1. Είναι αδύνατον να προφυλαχθείς από τη βλακεία. Πραγματικά αδύνατον...
2. Μια καλλιτεχνική φωτογραφία με ένα παγωμένο αιδοίο και 3-4 ρώγες από φωτογραφίσεις περιοδικών είναι αρκετές για να θίξουν την υψηλή πελατεία του Google AdSense -ή μάλλον την ανικανότητα του εν λόγω εργαλείου να ελιχθεί και να διακρίνει ποιες διαφημίσεις ταιριάζουν (θέλουν;) και ποιες όχι να εμφανίζονται σε τέτοιες άσεμνες σελίδες.
3. Υπάρχουν ακόμη εργοδότες που θα εκνευριστούν αν δουν ότι ο υπάλληλός τους χαζεύει φωτογραφίες της Αντζελίνα Τζολί στο Internet (και που δεν θα κάτσουν δίπλα του, να χαζέψουν κι αυτοί).
4. Υπάρχουν ακόμη υπάλληλοι που χαζεύουν φωτογραφίες της Αντζελίνας Τζολί όταν στο ίδιο μέσον μπορεί κανείς να βρει υπέροχα home made videos πολλών διασήμων κοριτσιών...
5. Κάπου, σε ένα σκοτεινό υπόγειο στην Ιρλανδία, κάποιος Έλληνας ονόματι "Κίμων", κάνει ασταμάτητο surfing ανάμεσα σε βυζιά, κώλους και πέη και αποφαίνεται στον προϊστάμενό του αν αυτά που είδε αποτελούν "περιεχόμενο για ενηλίκους" ή όχι. Πολύ θα ήθελα να δουλέψω κι εγώ εκεί...
"Συγγνώμη, αλλά τι είναι Πάσχα;"
Θα φανταζόταν κανείς ότι, παρόλο που είχε μεγαλώσει σε μια μουσουλμανική χώρα, θα είχε ακούσει αυτή τη λέξη, αλλά προφανώς όχι. "Το εννοώ", είπε. "Δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάτε".
Η δασκάλα ζήτησε από τους υπόλοιπους να εξηγήσουμε.
Οι Πολωνέζες ξεκίνησαν όσο καλύτερα μπορούσαν. "Είναι" είπε η μία, "ένα πάρτι για το μικρό αγόρι του Θεού που λέει τον εαυτό του Ιησού και... σκατά". Κόμπιασε και η συμπατριώτισσά της έσπευσε να τη βοηθήσει.
"Λέει τον εαυτό του Ιησού και μετά αυτός πεθάνει μια μέρα σε δυο... κομμάτια από... ξύλα".
Η υπόλοιπη τάξη άρχισε να συμμετέχει, προσφέροντας αποσπασματικές πληροφορίες που θα έκαναν τον Πάπα να πάθει εγκεφαλικό.
"Αυτός πεθάνει μια μέρα και μετά πάει πάνω από το κεφάλι μου να ζει με τον πατέρα σου".
"Είχε στον εαυτό του μακριά μαλλιά και μετά που πεθάνει, πρώτη μέρα αυτός έρθει πίσω εδώ να πει γεια σου στους ανθρώποι".
"Αυτός καλός, Ιησούς".
"Αυτός κάνεις καλά πράγματα, και στο Πάσχα εμείς είμαστε στενάχωροι γιατί κάποιος τον κάνει νεκρό σήμερα".
Ένα βασικό πρόβλημα ήταν το λεξιλόγιο. Απλά ουσιαστικά όπως σταυρός και ανάσταση μας διέφευγαν εντελώς, πόσο μάλλον πιο σύνθετες φράσεις όπως "ου γαρ οίδασι τι ποιούσι". Αντιμέτωποι με την πρόκληση να εξηγήσουμε τον ακρογωνιαίο λίθο της χριστιανοσύνης, κάναμε ό,τι θα έκανε κάθε φυσιολογική ομάδα ανθρώπων. Αρχίσαμε να μιλάμε για φαγητό.
"Το Πάσχα είναι μια γιορτή για να τρώμε αρνάκι" εξήγησε η Ιταλίδα γκουβερνάντα. "Μπορούμε να φάμε πολλή σοκολάτα".
(Ντέιβιντ Σεντάρις, από το διήγημα Jesus Shaves, που περιλαμβάνεται στη συλλογή "Εγκώ μιλήσει καλά κάποια μέρα". Η εξαιρετική μετάφραση είναι της Μυρσίνης Γκανά)
24 Απρ 2008
Λοιπόν; Λέει τίποτα ο δίσκος της Scarlett;
Αν και αγαπώ πολύ τον Τομ Γουέιτς, οφείλω να ομολογήσω ότι δεν θυμάμαι καθόλου το Anywhere I lay my head. Ίσως γιατί δεν έχω το Raindogs, κι ας το έχω καταχωρημένο στο μυαλό μου ως έναν από τους πιο απολαυστικούς του δίσκους (για την ιστορία οι αγαπημένοι μου είναι το Swordfishtrombones και το Closing Time, το δεύτερο για πολύ πολύ προσωπικούς λόγους). Χωρίς μέτρο σύγκρισης λοιπόν, άκουσα απευθείας τη διασκευή που έκανε στο τραγούδι η (δεν έχω λόγια να περιγράψω τη λατρεία μου) Σκάρλετ Γιοχάνσον, σ' αυτό το περίφημο άλμπουμ που έφτιαξε με διασκευές τραγουδιών του Γουέιτς. Θα περιμένω ασφαλώς να το ακούσω ολόκληρο, αλλά η πρώτη μου εντύπωση είναι: γιατί τη φόρτωσαν με όλα αυτά τα μπλιμπλίκια; Γιατί δεν άφησαν τη βραχνή φωνή της απλώς να ακουστεί; Υπήρχε περίπτωση να ακούγεται χειρότερη από τον ίδιο τον Γουέιτς; Κάπου διάβασα ότι ακούγεται σαν την Τζούλι Κρουζ με backup τους Cocteau Twins - κι αυτή είναι η αισιόδοξη βερσιόν. Με όλη μου την λατρεία, θα της πρότεινα να μην παρατήσει την πρωινή της δουλειά - για την οποία έτσι κι αλλιώς τη λατρεύουμε εδώ μέσα.
23 Απρ 2008
"Στα ύψη η τιμή του πασχαλινού γκοτζίλα"
εκ του κατά Ντόναλντ Μπερντ
Βλέποντας αυτό το θρυλικό εξώφυλλο της Blue Note, που σχεδίασε ως γνωστόν (;) ο μέγιστος Reid Miles (κι έχει αντιγραφεί όσο ελάχιστα), μπορεί να σου έρθει στο μυαλό το φανκ, τα μπλουζ, η μαύρη κουλτούρα, σε καμία περίπτωση όμως ο Ιησούς λυτρωτής. Γι' αυτό όμως ο σοφός λαός λέει να μην κρίνουμε τα βιβλία και τους δίσκους από το εξώφυλλο - γιατί το New Perspectives, αυτός ο δίσκος που πρέπει να υπάρχει σε κάθε δισκοθήκη που σέβεται τον εαυτό της, είναι ένα από τα πιο κατανυκτικά, ευσεβή έργα της τζαζ, καταφέρνοντας παράλληλα να είναι φάνκι, σέξι και ξεσηκωτικό ακόμα και για κάποιον που δεν ενδιαφέρεται καθόλου να υμνήσει το θεό με μεταμοντέρνα γκόσπελ.
Οι ευσεβείς επισκέπτες αυτού του blog, πάντως, είναι βέβαιο ότι θα νιώσουν τις προσευχές τους να δυναμώνουν, ακούγοντας το Cristo Redentor, αυτήν την μαγευτική (και προφανέστατα θεόπνευστη) σύνθεση του Duke Pearson, που επιτρέπει στην τρομπέτα του Donald Byrd να φτάσει στα ουράνια. Για την ιστορία, "Cristo Redentor" σημαίνει "Χριστός Λυτρωτής" και είναι (εκτός των άλλων) το όνομα του περίφημου αγάλματος του Ιησού που δεσπόζει στο Ρίο Ντε Τζανέιρο. Το κομμάτι σε βοηθά να δεις τον κόσμο από την οπτική γωνία αυτού του γιγαντιαίου θεανθρώπου από μπετόν αρμέ.
22 Απρ 2008
Κανένας σεβασμός για τη Νάταλι Πόρτμαν
Σέντραλ Παρκ, χθες
Προφανώς ο σκύλος δεν της συγχωρεί τη σχέση της με τον Ντεβέντρα...
(χε)
Άνοιξη!
Εδώ και λίγες μέρες ακούω συνέχεια στο repeat έναν φόρο τιμής στον Μάριο Μπαουσά, από τον Κιπ Xάνραχαν και το θίασό του. Αν θες να μάθεις ποιος είναι ο Κιπ Xάνραχαν ή ο Μάριο Μπαουσά μπες εδώ κι εδώ (τα σέβη μου, Ντον Μπαζίλιο). Το θέμα τώρα δεν είναι να παραδόσουμε μαθήματα. Το θέμα είναι ότι γύρω μας έχουμε άνοιξη.
21 Απρ 2008
Είμαι ερωτευμένος
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να παρακάμψεις τα τελευταία κινηματογραφικά προϊόντα του Χόλιγουντ (ο βασικός λόγος είναι ότι δεν υπάρχουν τέτοια, έχει μήνες να βγει κανονική χολιγουντιανή ταινία στις αίθουσες) και να προτιμήσεις την κοινωνικοπολιτική δραμεντί του Ντανιέλε Λουκέτι Ο αδελφός μου είναι μοναχοπαίδι: είναι μια όμορφη, γλυκόπικρη, καλοφτιαγμένη ταινία που κυλά νεράκι και σου συστήνει δυο δικαίως ανερχόμενα αστέρια του σύγχρονου ιταλικού σινεμά (τίνος;), τον ορμητικό Έλιο Τζερμάνο και τον "Ρέι Λιότα του φτωχού" Ρικάρντο Σκαμάρτσιο, για τα μάτια του οποίου κόβουν φλέβες τα κοριτσόπουλα στην Ιταλία. Η ταινία συγκίνησε το ελληνικό κοινό - και μικρό μέρος της πλήρως πια απονευρωμένης κριτικής - για δύο κυρίως λογους: τη νοσταλγία για μια εποχή που οι συγκρούσεις των πολιτικών δογμάτων ήταν τρόπος ζωής (η ταινία αναφέρεται σε δυο αδέλφια από το ιταλικό προλεταριάτο του '60, που στρατεύονται με αντίρροπες πολιτικές δυνάμεις - ο ένας γίνεται μαρξιστής και ο άλλος φασίστας) και τη νοσταλγία για το ιταλικό τραγούδι του '60 και τα παλιά πεντακοσαράκια και εξακοσαράκια της Fiat. Έχω την εντύπωση πως η κριτική στην Ελλάδα την αγνόησε για δύο κυρίως λόγους: (α) το ιταλικό σινεμά δεν είναι καθόλου, μα καθόλου hip (σε αντίθεση με τις κορεάτικες μπούρδες) ώστε να συγκινήσει τη νέα γενιά κριτικών και (β) η παλιά γενιά κριτικών νιώθει άβολα με μια ταινία που γλιστρά προς μια απολογία της απαξίωσης του πολιτικού δογματισμού (δεν μπορώ να πιστέψω ότι έγραψα αυτή τη φράση), διατυπώνοντας την (όχι και τόσο πρωτότυπη, μεταξύ μας) θεωρία ότι πίσω από κάθε πολιτικό ριζοσπαστισμό βρίσκεται ο καταπιεστικός πυρήνας του θεσμού της οικογένειας, φροντίζοντας από την άλλη να τοποθετήσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια πρώτη στην ιεράρχηση των πολιτικών διακυβευμάτων (για να καλύψει και τον κώλο της - η ταινία, όλα αυτά).
Για μένα τίποτε από αυτά δεν έχει σημασία, βέβαια: η ταινία θα μπορούσε να είναι μια φόλα ολκής και πάλι να μου αρέσει για έναν και μόνο λόγο - το χαμόγελο της Ντιάν Φλερί, ενός κοριτσιού που πατά με το ένα πόδι στη Γαλλία (γεννήθηκε στη Βρετάννη) και με το άλλο στην Ιταλία και καταφέρνει να ενσαρκώνει ό,τι αγαπώ και στις δύο χώρες. Είναι ένα κορίτσι που το νιώθεις δικό σου με το που το βλέπεις, είναι η φίλη σου, η συμμαθήτριά σου, ο εφηβικός σου έρωτας - θες να είναι δίπλα σου, να σε αγκαλιάζει, να της χαϊδεύεις τα μαλλιά (κι αυτή τη στραβή χωρίστρα), να φιλιέστε κάτω από ένα δέντρο και κυρίως να σου χαμογελάει.
Ή τουλάχιστον, αυτό θέλω εγώ...
Συμπόνοια
Όπως πάντα υπέροχος ο κυριακάτικος Doonesbury - χρωστάω σχετικό post, τύπου "το σημαντικότερο και μακροβιότερο πολιτικό comic strip για αρχάριους" - κάποια άλλη φορά όμως...
Το μυστήριο ατύχημα του Γιώργου Παπανδρέου
Με έκραξε ο Αρκάντιν που -παρ' ότι ο ποδηλατολόγος της παρέας- δεν ασχολήθηκα με το ατύχημα που κρατά τον ΓΑΠ μακριά από τις υποχρεώσεις του ως ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης (και της Σοσιαλιστικής Διεθνούς -μην ξεχνιόμαστε). Είμαι απαράδεκτος, γιατί δεν το είχα πάρει καν είδηση. Κάπου πήρε το αυτί μου ότι τραυματίστηκε, υπέθεσα ότι είχε να κάνει πάλι με ποδηλατικό ατύχημα, αλλά περνούσα ένα τόσο όμορφο σαββατοκύριακο -υπέροχες στιγμές χαλάρωσης και απλόχερης ανταλλαγής αγάπης με ανθρώπους που λατρεύω- που δεν μου πέρασε καν απ' το μυαλό να το ψάξω περαιτέρω. Όταν τελικά το έκανα, σήμερα το μεσημέρι, χαζεύοντας τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων στο Internet, ανακάλυψα ότι το ατύχημα περιβάλλεται από ένα μυστήριο:
...αλλά και ότι στην Ελλάδα κυκλοφορεί και η ιστορική ιταλική εφημερίδα "La Stampa" (προσαρμοσμένη, φυσικά, στα δεδομένα της εγχώριας αγοράς):
...αλλά και ότι στην Ελλάδα κυκλοφορεί και η ιστορική ιταλική εφημερίδα "La Stampa" (προσαρμοσμένη, φυσικά, στα δεδομένα της εγχώριας αγοράς):
19 Απρ 2008
Django Weekend: Hot Club of Cowtown
Θα μπορούσα να συνεχίσω με ανέκδοτα από τη ζωή του Django Reinhardt (ή με προσωπικές ιστορίες, δεν ξέρω τι είναι πιο βαρετό), νομίζω όμως ότι δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη της διαχρονικότητας και της αξίας ενός μουσικού από τον αντίκτυπο που έχει το έργο του στις επόμενες γενιές. Και η αλήθεια είναι ότι σήμερα υπάρχουν στην Ευρώπη και την Αμερική δεκάδες μπάντες που συνεχίζουν την παράδοση του Τζάνγκο. Μια από αυτές φέρει το όνομα Hot Club of Cowtown. Τους ανακάλυψα κάποια στιγμή διαβάζοντας το δικτυακό περιοδικό Salon - είναι σαφές νομίζω πλέον ότι οι λέξεις Hot Club ασκούν πάνω μου μια σχεδόν παβλοφική επίδραση.
Οι Hot Club of Cowtown είναι μια μπάντα από τη Νέα Υόρκη. Παίζουν αυτό το ακατέργαστο και ακαταμάχητο αγροτικό jump swing που ευδοκίμησε στην Αμερική στα τέλη των '90s - ειδικά μετά τη σχετική επιτυχία των Squirrel Nut Zippers (λεπτομέρειες σε προσεχές επεισόδιο του Django Weekend). Για να εξετάσω τη "ντζανγκοσύνη" τους, διάλεξα την εκτέλεσή τους στο I can't give you anything but love, ένα υπέροχο ελαφρό τραγούδι του μεσοπολέμου που ο Τζάνγκο ηχογράφησε αρκετές φορές. Έχω υπ' όψιν μου δυο διαφορετικές εκτελέσεις: μια με το κουιντέτο και τον Freddy Taylor στο τραγούδι (ή μήπως είναι ο Jerry Mengo; Δεν είμαι σίγουρος και βαριέμαι να το ψάξω τώρα) και μια πιο φιλόδοξη με τη big band του. Αμφότερες οι εκτελέσεις είναι αντανακλάσεις της εκτέλεσης του Duke Ellington από τα τέλη της δεκαετίας του '20 (η πρώτη γιατί παραπέμπει ευθέως στον τρόπο που τραγουδούσε η Baby Cox και η δεύτερη γιατί ...είναι big band, όπερ έδει δείξαι).
Προσωπικά μου αρέσει πολύ ο τρόπος που αντανακλώνται οι απόηχοι του ντουέτου Τζάνγκο Ράινχαρντ - Στεφάν Γκραπελί στην κιθάρα του Γουίτ Σμιθ και το βιολί της Ελάνα Σμιθ (που τραγουδά κιόλας), αλλά αν αγαπώ αυτήν την μπάντα είναι για μια πρωτότυπη σύνθεσή τους, ένα από τα ομορφότερα τραγούδια που έχουν γραφτεί τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια - έστω, ένα από τα αγαπημένα μου: το It Stops With Me, ένα τραγούδι για μια κακιά μητριά, που θα μπορούσε να μιλά για την καταπίεση στο οικογενειακό περιβάλλον γενικότερα. Άκου το, άκου πως καταφέρνει να είναι ταυτόχρονα παλιό και μοντέρνο, και κυρίως πρόσεξε τους στίχους του:
(ανατριχιάζω κάθε φορά)
18 Απρ 2008
nostalgic for the nineties
Με αφορμή όσα έγραφα την περασμένη εβδομάδα, με έπιασε μια μικρή νοσταλγία - η οποία δεν είναι καινούρια: εδώ και λίγα χρόνια αντιπροτείνω τη "νοσταλγία για τα '90s" σε όσους μας τα πρήζουν με τα '80s. Αυτό που συνειδητοποίησα είναι ότι δεν νοσταλγώ τον περίγυρο - τη μουσική, τα μαγαζιά, τα περιοδικά, τα σίριαλ, την κουλτούρα και μια αίσθηση mix&match - αλλά τον εαυτό μου εκείνη την εποχή. Σε τελική ανάλυση, κάθε φορά που νοσταλγούμε κάτι, επί της ουσίας νοσταλγούμε τα νιάτα μας. Όλα αυτά τα σκεφτόμουν όσο ετοίμαζα μια κασέτα με τα πιο εμβληματικά (κατά τη γνώμη μου) κομμάτια που ακούγονταν γύρω μου στα '90s - όλα πρώτο επίπεδο και όλα αριστουργήματα.
17 Απρ 2008
Το Μεταλλουργείο της Δευτέρας: 11. Η διασκευή
Δείτε τώρα πόσο εύκολο είναι για τον Αρκάντιν να αναιρέσει όλα όσα έγραφε στο προηγούμενο post του για τις διασκευές. Παρακάτω μια διασκευή σε μπουζούκι του αγαπημένου του heavy metal κομματιού, του "Trooper" των Iron Maiden...
16 Απρ 2008
Όχι άλλες διασκευές!
Δεν αντέχω άλλο! Όπου κι αν γυρίσω ακούω samples, κλεμμένα μέτρα, διασκευές, παραπομπές σε παλιότερα γνωστά τραγούδια. Αν ακούσω άλλο ένα "τύπου soul τραγούδι", μια ακόμα διασκευή παλιού ροκ/πανκ/new wave ύμνου από κανένα βραζιλιάνο του χαμού, ένα ακόμα κακομεταφρασμένο latin, μια ακόμα επανεκτέλεση μπλουζ από μοντέρνο κιθαρίστα με παρωνυχίδες θα βάλω τις φωνές! Είναι σαν να μην παράγεται τίποτα πραγματικά καινούριο στην ποπ κουλτούρα. Και το χειρότερο από όλα είναι ότι τα περισσότερα απευθύνονται σε ένα κοινό που αγνοεί πλήρως τις πρωτότυπες εκτελέσεις.
Πρέπει δηλαδή να είσαι τελείως άσχετος για να σου αρέσει το Be boy Baby, να μην έχεις κανένα κριτήριο, να μην έχεις ακούσει τις Ronettes στο αξεπέραστο Be my baby και να είσαι τόσο στουρνάρι που να μην καταλαβαίνεις ότι αυτή η ενορχήστρωση του Phil Spector θα παραμένει πιο μοντέρνα και φρέσκια από ότιδήποτε - ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ - νομίζει ότι μπορεί να πουλήσει ο κάθε παπάρας της μουσικής βιομηχανίας σήμερα (επίσης, αν ξέρεις τις Ronettes, δεν ψήνεσαι τόσο εύκολα από κάθε Amy Winehouse).
Πρέπει δηλαδή να είσαι τελείως άσχετος για να σου αρέσει το Be boy Baby, να μην έχεις κανένα κριτήριο, να μην έχεις ακούσει τις Ronettes στο αξεπέραστο Be my baby και να είσαι τόσο στουρνάρι που να μην καταλαβαίνεις ότι αυτή η ενορχήστρωση του Phil Spector θα παραμένει πιο μοντέρνα και φρέσκια από ότιδήποτε - ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ - νομίζει ότι μπορεί να πουλήσει ο κάθε παπάρας της μουσικής βιομηχανίας σήμερα (επίσης, αν ξέρεις τις Ronettes, δεν ψήνεσαι τόσο εύκολα από κάθε Amy Winehouse).
Ασταδιάλα, συγχύστηκα πάλι - πού είναι τα χάπια μου;
15 Απρ 2008
Me and my Calvins
Υπάρχουν και χειρότερα
...βέβαια, όταν εξέφρασα φωναχτά αυτή τη σκέψη, η σύντροφος της ζωής μου μού επεσήμανε ότι το πραγματικά χειρότερο θα ήταν ο Μπερλουσκόνι να είχε αφήσει να καεί η μισή Ιταλία και μετά να επανεκλεγεί πανηγυρικά...
...εν πάση περιπτώσει, θυμήθηκα ένα επικό δεκάλεπτο σατιρικό τραγουδάκι του Ρομπέρτο Μπενίνι, με τίτλο Cuando penso a Berlusconi - όποιος ξέρει ελάχιστα ιταλικά, θα το απολαύσει (οι υπόλοιποι αρκεί να ξέρουν ότι το ρεφρέν λέει "όταν σκέφτομαι τον Μπερλουσκόνι, μου ξεφουσκώνουν τ' αρχίδια").
13 Απρ 2008
Duffy - Rockferry
Τα καινούργια άλμπουμ που έχω λιώσει τα τελευταία δύο-τρία χρόνια δεν είναι κατ' ανάγκη αυτά που μουσικά τα θεωρώ καινοτόμα ή απλώς εξαιρετικά ή αυτά που θα τους έβαζα τη μεγαλύτερη βαθμολογία. Είναι κυρίως αυτά που με διασκεδάζουν, συνήθως αναμασήματα μουσικών που έχουμε βαρεθεί να ακούμε, αλλά με διακριτές αρετές. Πολλές φορές είναι μέτρια άλμπουμ με κανα-δυο καλά τραγουδάκια που -επειδή είμαι ψυχαναγκαστικός- τα ακούω ολόκληρα και καταπίνω και τον κατιμά.
Ας κάνω όμως μια λίστα μ' αυτά που έχω ακούσει πάνω από εκατό φορές στο πρόσφατο παρελθόν για να γίνει πιο σαφές αυτό που θέλω να πω: Amy Winehouse - Back to Black (2006), Rod Stewart - Still the Same (2006), My Chemical Romance - The Black Parade (2006), Pearl Jam - Live in Athens Bootleg (2006), Placebo - Meds (2006), Lily Allen - Alright Still (2006), Leonard Cohen - Dear Heather (2004), Divine Comedy - Victory for the Comic Muse (2006), The Killers - Hot Fuss (2004) και Sam's Town (2006), Damien Rice - O (2003), Coheed & Cambria - In Keeping Secrets of Silent Earth III (2003). Όπως μπορείς εύκολα να διαπιστώσεις, με εξαίρεση το άλμπουμ της Έιμι Γουάινχάουζ και πιθανότατα και των Coheed & Cambria, δεν έχω κολλήσει με κάποιο άλλο που θα μείνει κλασσικό στο είδος του ή που προσωπικά το θεωρώ αριστούργημα. Ακόμη και το "Volta" της Bjork το ακούω μια στο τόσο, πάντα υπό συνθήκες αφοσίωσης και όχι π.χ. στο αυτοκίνητο ή όταν μαγειρεύω. Τι θέλω να γράψω τόση ώρα; Μα το πολύ απλό: όπως υπάρχουν άλμπουμ συγκλονιστικά, που τα ακούς με χαμηλά τα φώτα, μόνος, σε ένα σούπερ ηχοσύστημα και με το καλλίτερο κρασί της κάβας σου και γεμίζεις με αισθήματα και συγκινήσεις για μια ολόκληρη βδομάδα, έτσι υπάρχουν και άλμπουμ χωρίς καινά δαιμόνια, αλλά με άψογο χειρισμό του υποσυνείδητού σου, αφού φλερτάρουν με τις εμμονές σου και σου ξαναδίνουν αυτό που έχεις λατρέψει στους μεγάλους κλασσικούς, αλλά με έναν τέτοιο τρόπο, που σου φαίνεται ολοκαίνουργιο και άκρως διασκεδαστικό... Και το "Rockferry" της Ντάφι είναι ακριβώς αυτό!
Στα πλαίσια της αναβίωσης της σόουλ των late 60s και στα πλαίσια της αναζήτησης για τη "νέα Έιμι Γουάινχάουζ" που αρχίζει πια να γίνεται εκνευριστικό φαινόμενο, οι Αγγλάρες μας έχουν συστήσει μια σειρά κοριτσόπουλων με εξαιρετικά προσόντα αλλά και μπόλικη βιασύνη να γίνουν το επόμενο it girl. Η Ουαλή Ντάφι χωράει σ' αυτήν την κατηγορία (το μικρό της, μάλιστα, είναι Έιμι! -και μουσικά μοιάζει πάααααααρα πολύ με την Ντάστι Σπρίνγκφιλντ), αλλά ξεμυτίζει γιατί κάνει αυτό που κάνει σαν να είναι το πιο απλό πράγμα του κόσμου. Γι' αυτό και έχω κολλήσει με το "Rockferry". Γιατί είναι ανεπιτήδευτο και ταξιδιάρικο. Φυσικά, δεν θα ήταν έτσι αν δεν εμπλεκόταν στην παραγωγή και τη σύνθεση κάποιων κομματιών ο τεράστιος Μπέραρντ Μπάτλερ, κιθαρίστας και βασικός συνθέτης της πρώτης -σκοτεινής- περιόδου του κορυφαίου συγκροτήματος της brit pop: των Suede.
To "60s feeling" είναι διάχυτο στα 35 περίπου λεπτά του "Rockferry" (επίσης, τέλεια η μόδα που θέλει δισκάκια των 10 τραγουδιών και των 40 λεπτών μάξιμουμ -επιτέλους!) και είναι σχεδόν συγκρίσιμο με το μεγαλείο του "Back to Black" της άλλης Έιμι... Μόνο που -πρώτον- έρχεται δεύτερο (τρίτο, τέταρτο...) και -δεύτερον- εκείνο ήταν ένα σαρκαστικό σχόλιο πάνω στην ουσία της σόουλ (στο πώς γεννήθηκε, πώς γράφτηκε, τι έλεγαν οι στίχοι του -γι' αυτό και είναι ήδη κλασσικό), ενώ τούτο είναι γεμάτο κοριτσίστικη μαλακία του τύπου "πώς την έχεις δε ρε παπάρα, θα σε παρατήσω και θα βρω άλλο γκόμενο" -λες και είναι το πιο απλό πράγμα του κόσμου :-) Δεν θα έκανα παρέα με τη Ντάφι και σίγουρα δεν θα της την έπεφτα, γιατί έρχεται με εγρήγορση να μου το παίξει αυτόνομη και απελευθερωμένη και ασχολείται μόνο με τα γκομενικά. Μακάρι να ήταν τόσο 1+1=2 οι ανθρώπινες σχέσεις και η πάλη των δύο φύλων. Αλλά από τη στιγμή που δεν είναι, προτιμώ τον αλκοολισμό στον οποίο βούτηξε η Έιμι και τις λοιπές της καταχρήσεις, που δείχνουν τον ευάλωτο ψυχισμό μας, όταν οι καταστάσεις πιέζουν. Κι επειδή με έπιασε πάλι η μαλακία μου με τα συναισθηματικά και είναι κρίμα να το κράζω το κοριτσάκι, υπενθυμίζω ότι έχω κολλήσει άσχημα με το "Rockferry" και, ναι μεν δεν θα την έπιανα γκόμενα ή δεν θα την έκανα φίλη, αλλά αν ήμουν ταρίφας θα την άκουγα σε όλη τη βάρδια στο repeat και θα μου έφτιαχνε τη μέρα!
(Υ.Γ. Με το "Mercy" δεν ασχολήθηκα γιατί μας έχουν ήδη ζαλίσει τα εντόσθια στα ελληνικά ραδιόφωνα και το τραγουδάκι είναι το χειρότερο του δίσκου! Προτιμώ το "Rockferry" -πιο κάτω το βίντεο κλιπ του-, το "Stepping Stone" και το -βρωμάει Μπάτλερ παντού!- "Distant Dreamer" που κλείνει τον δίσκο)
Ας κάνω όμως μια λίστα μ' αυτά που έχω ακούσει πάνω από εκατό φορές στο πρόσφατο παρελθόν για να γίνει πιο σαφές αυτό που θέλω να πω: Amy Winehouse - Back to Black (2006), Rod Stewart - Still the Same (2006), My Chemical Romance - The Black Parade (2006), Pearl Jam - Live in Athens Bootleg (2006), Placebo - Meds (2006), Lily Allen - Alright Still (2006), Leonard Cohen - Dear Heather (2004), Divine Comedy - Victory for the Comic Muse (2006), The Killers - Hot Fuss (2004) και Sam's Town (2006), Damien Rice - O (2003), Coheed & Cambria - In Keeping Secrets of Silent Earth III (2003). Όπως μπορείς εύκολα να διαπιστώσεις, με εξαίρεση το άλμπουμ της Έιμι Γουάινχάουζ και πιθανότατα και των Coheed & Cambria, δεν έχω κολλήσει με κάποιο άλλο που θα μείνει κλασσικό στο είδος του ή που προσωπικά το θεωρώ αριστούργημα. Ακόμη και το "Volta" της Bjork το ακούω μια στο τόσο, πάντα υπό συνθήκες αφοσίωσης και όχι π.χ. στο αυτοκίνητο ή όταν μαγειρεύω. Τι θέλω να γράψω τόση ώρα; Μα το πολύ απλό: όπως υπάρχουν άλμπουμ συγκλονιστικά, που τα ακούς με χαμηλά τα φώτα, μόνος, σε ένα σούπερ ηχοσύστημα και με το καλλίτερο κρασί της κάβας σου και γεμίζεις με αισθήματα και συγκινήσεις για μια ολόκληρη βδομάδα, έτσι υπάρχουν και άλμπουμ χωρίς καινά δαιμόνια, αλλά με άψογο χειρισμό του υποσυνείδητού σου, αφού φλερτάρουν με τις εμμονές σου και σου ξαναδίνουν αυτό που έχεις λατρέψει στους μεγάλους κλασσικούς, αλλά με έναν τέτοιο τρόπο, που σου φαίνεται ολοκαίνουργιο και άκρως διασκεδαστικό... Και το "Rockferry" της Ντάφι είναι ακριβώς αυτό!
Στα πλαίσια της αναβίωσης της σόουλ των late 60s και στα πλαίσια της αναζήτησης για τη "νέα Έιμι Γουάινχάουζ" που αρχίζει πια να γίνεται εκνευριστικό φαινόμενο, οι Αγγλάρες μας έχουν συστήσει μια σειρά κοριτσόπουλων με εξαιρετικά προσόντα αλλά και μπόλικη βιασύνη να γίνουν το επόμενο it girl. Η Ουαλή Ντάφι χωράει σ' αυτήν την κατηγορία (το μικρό της, μάλιστα, είναι Έιμι! -και μουσικά μοιάζει πάααααααρα πολύ με την Ντάστι Σπρίνγκφιλντ), αλλά ξεμυτίζει γιατί κάνει αυτό που κάνει σαν να είναι το πιο απλό πράγμα του κόσμου. Γι' αυτό και έχω κολλήσει με το "Rockferry". Γιατί είναι ανεπιτήδευτο και ταξιδιάρικο. Φυσικά, δεν θα ήταν έτσι αν δεν εμπλεκόταν στην παραγωγή και τη σύνθεση κάποιων κομματιών ο τεράστιος Μπέραρντ Μπάτλερ, κιθαρίστας και βασικός συνθέτης της πρώτης -σκοτεινής- περιόδου του κορυφαίου συγκροτήματος της brit pop: των Suede.
To "60s feeling" είναι διάχυτο στα 35 περίπου λεπτά του "Rockferry" (επίσης, τέλεια η μόδα που θέλει δισκάκια των 10 τραγουδιών και των 40 λεπτών μάξιμουμ -επιτέλους!) και είναι σχεδόν συγκρίσιμο με το μεγαλείο του "Back to Black" της άλλης Έιμι... Μόνο που -πρώτον- έρχεται δεύτερο (τρίτο, τέταρτο...) και -δεύτερον- εκείνο ήταν ένα σαρκαστικό σχόλιο πάνω στην ουσία της σόουλ (στο πώς γεννήθηκε, πώς γράφτηκε, τι έλεγαν οι στίχοι του -γι' αυτό και είναι ήδη κλασσικό), ενώ τούτο είναι γεμάτο κοριτσίστικη μαλακία του τύπου "πώς την έχεις δε ρε παπάρα, θα σε παρατήσω και θα βρω άλλο γκόμενο" -λες και είναι το πιο απλό πράγμα του κόσμου :-) Δεν θα έκανα παρέα με τη Ντάφι και σίγουρα δεν θα της την έπεφτα, γιατί έρχεται με εγρήγορση να μου το παίξει αυτόνομη και απελευθερωμένη και ασχολείται μόνο με τα γκομενικά. Μακάρι να ήταν τόσο 1+1=2 οι ανθρώπινες σχέσεις και η πάλη των δύο φύλων. Αλλά από τη στιγμή που δεν είναι, προτιμώ τον αλκοολισμό στον οποίο βούτηξε η Έιμι και τις λοιπές της καταχρήσεις, που δείχνουν τον ευάλωτο ψυχισμό μας, όταν οι καταστάσεις πιέζουν. Κι επειδή με έπιασε πάλι η μαλακία μου με τα συναισθηματικά και είναι κρίμα να το κράζω το κοριτσάκι, υπενθυμίζω ότι έχω κολλήσει άσχημα με το "Rockferry" και, ναι μεν δεν θα την έπιανα γκόμενα ή δεν θα την έκανα φίλη, αλλά αν ήμουν ταρίφας θα την άκουγα σε όλη τη βάρδια στο repeat και θα μου έφτιαχνε τη μέρα!
(Υ.Γ. Με το "Mercy" δεν ασχολήθηκα γιατί μας έχουν ήδη ζαλίσει τα εντόσθια στα ελληνικά ραδιόφωνα και το τραγουδάκι είναι το χειρότερο του δίσκου! Προτιμώ το "Rockferry" -πιο κάτω το βίντεο κλιπ του-, το "Stepping Stone" και το -βρωμάει Μπάτλερ παντού!- "Distant Dreamer" που κλείνει τον δίσκο)
MGMT - Oracular Spectacular
Δεν μου πάει να τους πω "Management", τι να κάνω; Άσε που είμαι σίγουρος ότι στην Ελλάδα θα γίνουν γνωστοί όπως διαβάζονται, όπως μ' αρέσει και μένα να τους προφέρω, MGMT δηλαδή, με το Μ και το G και M και το T κεφαλαίο! Οι δύο Μπρουκλινέζοι Μπεν Γκολντβάσερ και Άντριου Φαν Βύνγκαρντεν (όχι, δεν κάνω πλάκα, αυτά είναι όντως τα ονόματά τους) δίνουν με το ντεμπούτο τους το -ως τώρα- άλμπουμ της χρονιάς και, αν όλα πάνε όπως φαίνεται ότι θα πάνε, θα χαρίσουν επιτέλους mainstream υπόσταση σ' αυτό που κατά την ταπεινή μου άποψη θα είναι το next big thing της ροκ μουσικής: Στο indie rock - pop ιδίωμα που ψέλλισαν τα προηγούμενα δυο-τρία χρόνια μπάντες όπως οι Yeasayer, οι Of Montreal, οι Polyphonic Spree, οι Helio Sequence, αλλά που καμμιά τους δεν κατάφερε να συγκροτήσει έτσι ώστε να το κάνει κατανοητό στο "δύσκολο" αυτί του μέσου ακροατή. Ακόμη κι αν οι Arcade Fire μπόρεσαν να προσφέρουν ένα πιο ολοκληρωμένο ηχόχρωμα (και να κερδίσουν μια αρκετά ευρεία αναγνώριση), προσωπικά νομίζω ότι η χρυσή ευκαιρία για να βγει η μουσική αυτή από το καβούκι της και ν' αφήσει κατά μέρος την επιδειξιομανία είναι οι MGMT. Και φυσικά αυτό οφείλεται εν πολλοίς και στην μαγική παραγωγή του Ντέιβ Φρίντμαν...
Ο άνθρωπος που δημιούργησε τον εμβληματικό ήχο των Flaming Lips και πιστοποίησε ένα ολόκληρο είδος μουσικής, έρχεται τώρα να επιβάλλει τη νέα φρεσκαδούρα. Όταν η Columbia ρώτησε τους Γκολντβάσερ και Φαν Βύνγκαρντεν ποιον παραγωγό ήθελαν για το ντεμπούτο τους εκείνοι έδωσαν μια ημικωμική λίστα που -πέραν του Φρίντμαν- περιείχε τον Πρινς, τον Μπαράκ Ομπάμα και τον Νάιτζελ Γκόλντριτς του Beck. Τελικά τους έδωσαν τον Φρίντμαν κι εκείνος έκανε παπάδες. Πήρε το arty ντουέτο που ως τότε πειραματιζόταν με την electronica και του κόλλησε πάνω ό,τι επιρροή ταιριάζει περισσότερο στις συνθέσεις τους. Στο "Oracular Spectacular" τα βρίσκεις όλα: και ψυχεδέλεια, και ελέκτρο, και κλασικό ροκ (άκου τον Ντέιβιντ Μπάουι από πίσω, άκου τους Kinks!), μέχρι και ντίσκο (στο αριστουργηματικό "Electric Feel" με το οποίο στο μυαλό μου ξύπνησα σήμερα το πρωί, αγκαλιά με τη γυναίκα της ζωής μου). Κοινώς, ξεσηκώνεσαι με ένα χαρούμενα τρελλό άλμπουμ, αποτέλεσμα της έμπνευσης δύο ταλαντούχων παιδιών κι ενός συγκροτημένου γκουρού της μοντέρνας μουσικής.
Τον φαντάζομαι πάνω από την κονσόλα να παίζει βίδες, απομονώνοντας ήχους και παραμορφώνοντας τις κιθάρες -και τους άλλους δύο να μένουν εκστατικοί με ένα ύφος "τι παίζουμε οι πούστηδες;" Πλάκα έχουν κι οι στίχοι του γκρουπ που θυμούνται την live fast & die young μόδα του ροκ και εκεθειάζουν τις χαρές της (ξέσαλλης) ζωής, μιλώντας για ντρόγκες, πάρτυ, πάρτυ με ούζα, νειάτα, γκομενάκια και ένα μέλλον που φτάνει το πολύ δυο χρόνια μακριά. Στο δε ντύσιμό τους, ξεπερνούν κάθε επίπεδο, κάνοντας τον Ντεβέντρα Μπάνχαρτ να μοιάζει με μοντέλο για το GK. Μπου χα χα...
(Παρακάτω το καλλίτερο τραγούδι της χρονιάς ως τώρα, το "Time to Pretend" από ένα live τους στο Βερολίνο το Μάρτιο. Τρελαίνομαι για τα keyboards της εισαγωγής. Τρελαίνομαι!)
Ο άνθρωπος που δημιούργησε τον εμβληματικό ήχο των Flaming Lips και πιστοποίησε ένα ολόκληρο είδος μουσικής, έρχεται τώρα να επιβάλλει τη νέα φρεσκαδούρα. Όταν η Columbia ρώτησε τους Γκολντβάσερ και Φαν Βύνγκαρντεν ποιον παραγωγό ήθελαν για το ντεμπούτο τους εκείνοι έδωσαν μια ημικωμική λίστα που -πέραν του Φρίντμαν- περιείχε τον Πρινς, τον Μπαράκ Ομπάμα και τον Νάιτζελ Γκόλντριτς του Beck. Τελικά τους έδωσαν τον Φρίντμαν κι εκείνος έκανε παπάδες. Πήρε το arty ντουέτο που ως τότε πειραματιζόταν με την electronica και του κόλλησε πάνω ό,τι επιρροή ταιριάζει περισσότερο στις συνθέσεις τους. Στο "Oracular Spectacular" τα βρίσκεις όλα: και ψυχεδέλεια, και ελέκτρο, και κλασικό ροκ (άκου τον Ντέιβιντ Μπάουι από πίσω, άκου τους Kinks!), μέχρι και ντίσκο (στο αριστουργηματικό "Electric Feel" με το οποίο στο μυαλό μου ξύπνησα σήμερα το πρωί, αγκαλιά με τη γυναίκα της ζωής μου). Κοινώς, ξεσηκώνεσαι με ένα χαρούμενα τρελλό άλμπουμ, αποτέλεσμα της έμπνευσης δύο ταλαντούχων παιδιών κι ενός συγκροτημένου γκουρού της μοντέρνας μουσικής.
Τον φαντάζομαι πάνω από την κονσόλα να παίζει βίδες, απομονώνοντας ήχους και παραμορφώνοντας τις κιθάρες -και τους άλλους δύο να μένουν εκστατικοί με ένα ύφος "τι παίζουμε οι πούστηδες;" Πλάκα έχουν κι οι στίχοι του γκρουπ που θυμούνται την live fast & die young μόδα του ροκ και εκεθειάζουν τις χαρές της (ξέσαλλης) ζωής, μιλώντας για ντρόγκες, πάρτυ, πάρτυ με ούζα, νειάτα, γκομενάκια και ένα μέλλον που φτάνει το πολύ δυο χρόνια μακριά. Στο δε ντύσιμό τους, ξεπερνούν κάθε επίπεδο, κάνοντας τον Ντεβέντρα Μπάνχαρτ να μοιάζει με μοντέλο για το GK. Μπου χα χα...
(Παρακάτω το καλλίτερο τραγούδι της χρονιάς ως τώρα, το "Time to Pretend" από ένα live τους στο Βερολίνο το Μάρτιο. Τρελαίνομαι για τα keyboards της εισαγωγής. Τρελαίνομαι!)
12 Απρ 2008
Django Weekend: Honeysuckle Rose (ή 15 χρόνια jazz&τζαζ, μέρος β')
Αυτή η καρτουνίστικη εκδοχή του Τζάνγκο Ράινχαρντ, από την ταινία "Το τρίο της Μπελβίλ", δημοσιεύεται στο τελευταίο τεύχος του Jazz&Τζαζ, ως πρόταση για την επένδυση του jewel case που θα φιλοξενήσει το cd που συνοδεύει το εορταστικό τεύχος. Φυσικά, δεν υπήρχε περίπτωση να απουσιάζει ο Τζάνγκο από μια τέτοια συλλογή.
Από το κείμενο που αναφέρεται στο εκάστοτε αφιερωματικό cd (και που στη συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσε να λέγεται "η τζαζ για αρχάριους"), αντιγράφω το κείμενο του Γιώργου Χαρωνίτη για τον Τζάνγκο (που θα μπορούσε να τιτλοφορείται "εισαγωγή στον Τζάνγκο Ράινχαρντ"):
"O αγράμματος τσιγγάνος κιθαρίστας που γεννήθηκε στο Βέλγιο και άλλαξε το πρόσωπο - και την υφή - μιας καθαρά "αμερικανικής" τέχνης όπως η τζαζ. Ο άνθρωπος που, μαζί με την παρέα του, δημιούργησε το κουιντέτο του Hot Club της Γαλλίας και έγραψε ιστορία - μαζί με μια πληθώρα σπουδαίων κομματιών και ηχογραφήσεων που δεν έχουν πάψει να διεμβολίζουν, μέχρι τις μέρες μας, τον κόσμο της ποπ κουλτούρας. Από μικρός, ο Django αποστήθιζε μελωδίες και δακτυλισμούς, πράγματα που τα μετέφερε νότα προς νότα, στα δικά του αυτιά, στα δικά του δάχτυλα και στη δική του κιθάρα. Με δυο δάχτυλα λιγότερα στο αριστερό του χέρι, ο Django Reinhardt αναγκάστηκε να αναπτύξει μια δική του τεχνοτροπία και, πολύ γρήγορα, τα συνδυαστικά στοιχεία του χαρακτήρα του τον μετέτρεψαν σε βιρτουόζο και σταρ - παράλληλα όμως είχε μάθει ν' ακούει τζαζ και κυρίαρχη έμπνευσή του πια ήταν ο Louis Armstrong, ο Duke Ellington κ.λπ. Από τα μέσα των '30s, οπότε ο Django ξεκίνησε τις ηχογραφήσεις του με το θρυλικό του κουιντέτο, η τζαζ δεν ήταν πια η ίδια..."
(κι αυτό είναι το σημείωμα του εσωφύλλου)
DJANGO REINHARDT: Honeysuckle Rose (2:55)
(Razaf, Waller)
The Quintette du Hot Club de France: Django Reinhardt (g), Stephane Grappelli (vln), Roger Chaput (g), Eugene Vees (g), Louis Vola (b).
Recorded: 31/1/1938
Ο Charlie Christian λέγεται ότι έγινε αυτός που έγινε γιατί μπορούσε να παίξει νότα προς νότα το σόλο του Django Reinhardt στο "Honeysuckle Rose" - αυτό ακριβώς που ακούμε εδώ, από τις κλασικές ηχογραφήσεις του Κουιντέτου του Hot Club της Γαλλίας στο Λονδίνο, το 1938...
Από το κείμενο που αναφέρεται στο εκάστοτε αφιερωματικό cd (και που στη συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσε να λέγεται "η τζαζ για αρχάριους"), αντιγράφω το κείμενο του Γιώργου Χαρωνίτη για τον Τζάνγκο (που θα μπορούσε να τιτλοφορείται "εισαγωγή στον Τζάνγκο Ράινχαρντ"):
"O αγράμματος τσιγγάνος κιθαρίστας που γεννήθηκε στο Βέλγιο και άλλαξε το πρόσωπο - και την υφή - μιας καθαρά "αμερικανικής" τέχνης όπως η τζαζ. Ο άνθρωπος που, μαζί με την παρέα του, δημιούργησε το κουιντέτο του Hot Club της Γαλλίας και έγραψε ιστορία - μαζί με μια πληθώρα σπουδαίων κομματιών και ηχογραφήσεων που δεν έχουν πάψει να διεμβολίζουν, μέχρι τις μέρες μας, τον κόσμο της ποπ κουλτούρας. Από μικρός, ο Django αποστήθιζε μελωδίες και δακτυλισμούς, πράγματα που τα μετέφερε νότα προς νότα, στα δικά του αυτιά, στα δικά του δάχτυλα και στη δική του κιθάρα. Με δυο δάχτυλα λιγότερα στο αριστερό του χέρι, ο Django Reinhardt αναγκάστηκε να αναπτύξει μια δική του τεχνοτροπία και, πολύ γρήγορα, τα συνδυαστικά στοιχεία του χαρακτήρα του τον μετέτρεψαν σε βιρτουόζο και σταρ - παράλληλα όμως είχε μάθει ν' ακούει τζαζ και κυρίαρχη έμπνευσή του πια ήταν ο Louis Armstrong, ο Duke Ellington κ.λπ. Από τα μέσα των '30s, οπότε ο Django ξεκίνησε τις ηχογραφήσεις του με το θρυλικό του κουιντέτο, η τζαζ δεν ήταν πια η ίδια..."
(κι αυτό είναι το σημείωμα του εσωφύλλου)
DJANGO REINHARDT: Honeysuckle Rose (2:55)
(Razaf, Waller)
The Quintette du Hot Club de France: Django Reinhardt (g), Stephane Grappelli (vln), Roger Chaput (g), Eugene Vees (g), Louis Vola (b).
Recorded: 31/1/1938
Ο Charlie Christian λέγεται ότι έγινε αυτός που έγινε γιατί μπορούσε να παίξει νότα προς νότα το σόλο του Django Reinhardt στο "Honeysuckle Rose" - αυτό ακριβώς που ακούμε εδώ, από τις κλασικές ηχογραφήσεις του Κουιντέτου του Hot Club της Γαλλίας στο Λονδίνο, το 1938...
11 Απρ 2008
15 χρόνια Jazz&Τζαζ: εξωφρενικά μεγάλο και υπερβολικά αυτοαναφορικό εορταστικό post
Τον Απρίλιο του 1993 το μόνο που με ενδιέφερε ήταν η επικείμενη 5ήμερη εκδρομή στη Ρόδο, και κάποια συγκεκριμένα κοριτσάκια - σε καμία περίπτωση η έκδοση ενός περιοδικού για τη τζαζ. Άλλωστε, παρά το ότι για κάποιο μυστήριο λόγο, στην ηλικία των 11 ετών είχα ζητήσει από τους γονείς μου να μου αγοράσουν για το walkman μου μια κασέτα με τα καλύτερα του Louis Armstrong, η σχέση μου με τη τζαζ δεν είχε εξελιχθεί από τότε.
Τον Απρίλιο του '93 άκουγα κυρίως βαρβάτο, παλιομοδίτικο ροκ - με ιδιαίτερη αγάπη στους Doors και τους Led Zeppelin - ακούσματα που μοιραία με είχαν οδηγήσει στα blues, που εξερευνούσα με αχόρταγη περιέργεια, αλλά και στο "Blues" το θρυλικό ημιυπόγειο μπαράκι της οδού Βατοπεδίου (αργότερα μετακόμισε επί της Πανόρμου, και για κάποιο λόγο οι ψαγμένοι θεώρησαν ότι "χάλασε" έκτοτε - τρέχα γύρευε), όπου πηγαίναμε κάθε Παρασκευή, για ν' ακούσουμε Sonny Boy Williamson και Little Walter, πίνοντας τζιν (σκέτο - το πολύ με μια φέτα λεμόνι μέσα - ούτε πάγο - τόσο άντρες ήμασταν), καθισμένοι σε καρέκλες σκηνοθέτη, με την μεγάλη μπλε και κίτρινη ιταλική αφίσα των Blues Brothers ("Ι fratelli Blues", έγραφε, "το πιο εκρηκτικό δίδυμο μετά το Νίτρο και τη Γλυκερίνη") από τη μια μεριά και από την άλλη τη συγκλονιστική αφίσα του Μίλτον Γκλέιζερ για το δέκατο φεστιβάλ του Μοντρέ (αυτή η αφίσα ήταν κολλημένη σε μια μεταλλική πόρτα και γι' αυτό χάθηκε στη μετακόμιση, ενώ οι Blues Brothers διασώθηκαν, αλλά τους έβαλαν έξω από την τουαλέτα).
Τον Απρίλιο του '93 άκουγα κυρίως βαρβάτο, παλιομοδίτικο ροκ - με ιδιαίτερη αγάπη στους Doors και τους Led Zeppelin - ακούσματα που μοιραία με είχαν οδηγήσει στα blues, που εξερευνούσα με αχόρταγη περιέργεια, αλλά και στο "Blues" το θρυλικό ημιυπόγειο μπαράκι της οδού Βατοπεδίου (αργότερα μετακόμισε επί της Πανόρμου, και για κάποιο λόγο οι ψαγμένοι θεώρησαν ότι "χάλασε" έκτοτε - τρέχα γύρευε), όπου πηγαίναμε κάθε Παρασκευή, για ν' ακούσουμε Sonny Boy Williamson και Little Walter, πίνοντας τζιν (σκέτο - το πολύ με μια φέτα λεμόνι μέσα - ούτε πάγο - τόσο άντρες ήμασταν), καθισμένοι σε καρέκλες σκηνοθέτη, με την μεγάλη μπλε και κίτρινη ιταλική αφίσα των Blues Brothers ("Ι fratelli Blues", έγραφε, "το πιο εκρηκτικό δίδυμο μετά το Νίτρο και τη Γλυκερίνη") από τη μια μεριά και από την άλλη τη συγκλονιστική αφίσα του Μίλτον Γκλέιζερ για το δέκατο φεστιβάλ του Μοντρέ (αυτή η αφίσα ήταν κολλημένη σε μια μεταλλική πόρτα και γι' αυτό χάθηκε στη μετακόμιση, ενώ οι Blues Brothers διασώθηκαν, αλλά τους έβαλαν έξω από την τουαλέτα).
Το μαγαζί μας το είχε συστήσει μια καθηγήτριά μας, αναπληρώτρια, μόλις δέκα χρόνια μεγαλύτερη, με την οποία καταλήξαμε να κάνουμε παρέα - είναι μάλλον η μοναδική δασκάλα που αναγνωρίζω ως τέτοια, ίσως γιατί μου δάνειζε κασέτες της ν' ακούω: Captain Beefheart, Tom Waits, Mississippi John Hurt, τέτοια πράγματα. Στην κασέτα με τον Mississippi John Hurt, η δεύτερη πλευρά περιλάμβανε ολόκληρο το Clown του Charles Mingus. Θυμάμαι να ακούω για πρώτη φορά το Haitian Fight Song και να παθαίνω την πλάκα της ζωής μου - ακόμα δεν το έχω ξεπεράσει. Τότε πρέπει να αποχαιρέτησα για πάντα το ροκ - δεν νομίζω ότι σε ολόκληρη την 50χρονη ιστορία του υπάρχει ένα κομμάτι που να βγάζει τέτοια ένταση.
Τον Απρίλιο του '93 άκουγα φανατικά το Jazz fm, που τότε ακόμα εξέπεμπε ως βραδινή ζώνη στον Ηχώ fm - τις ώρες ακριβώς που διάβαζα για τις πανελλήνιες. Αλλά για κάποιο λόγο δεν τολμούσα να εμβαθύνω στη τζαζ - κώλωνα, νομίζοντας ότι πρόκειται για ένα αχανές μουσικό σύμπαν που κατοικείται από ειδήμονες που θα με περιφρονούσαν. Το περιοδικό Jazz&Τζαζ που κυκλοφόρησε τότε δεν με αφορούσε καθόλου, δηλαδή. Έμαθα για την κυκλοφορία του, γιατί διάβαζα με προσήλωση το Αθηνόραμα - και κυρίως τα κείμενα του Γιώργου Χαρωνίτη, που λάτρευα το στιλ του. Οι υπόλοιπες αγαπημένες μου υπογραφές εκείνη την περίοδο ήταν ο Μπάμπης Ακτσόγλου, ασφαλώς, ο Τσαγκαρουσιάνος για τις "Επιλογές" στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, ο Μάκης Μηλάτος στο σημείωμά του στην εφημερίδα ΟΖ που έβγαζε ο Αντώνης Πανούτσος (και η οποία όταν έγινε περιοδικό χάλασε ανεξήγητα), και ο Γιάννης Νένες, στο όνομα του οποίου ορκίζομαι ακόμα (η στήλη Εν Εξάρσει στη Βαβέλ ήταν η καλύτερη μουσική στήλη στην ιστορία του ελληνικού τύπου και δεν δέχομαι αντιρρήσεις επ' αυτού). Ήμουν ήδη φανατικός αναγνώστης της Βαβέλ και του Σινεμά , οπότε δεν με έπαιρνε να έχω άλλο ένα μηνιαίο περιοδικίστικο έξοδο το μήνα, ειδικά για ένα περιοδικό που δεν με αφορούσε.
Το πρώτο τεύχος του Jazz&Τζαζ που έπεσε στα χέρια μου πρέπει να ήταν το #9. Ήμουν ήδη φοιτητής και μου το χάρισε ένας φίλος που άκουγε Henri Texier και Ελένη Καραΐνδρου, ο οποίος για κάποιο λόγο το είχε διπλό. Το ξεφύλλισα με περιέργεια και διαπίστωσα ότι, όντως, αυτοί εκεί "δεν με παίζουν". Το δεύτερο που έπεσε στα χέρια μου ήταν εκείνο με το θρυλικό εξώφυλλο με τη βυζαντινή εικόνα του "Αγίου Ιωάννη Κολτρέιν" - το βούτηξα από τη βιβλιοθήκη του "Εν Δελφοίς" (που τότε ήταν πολύ μικρότερο από ό,τι είναι σήμερα. Στο πρώτο έτος της σχολής ξημεροβραδιαζόμασταν εκεί μέσα, εγώ δε πήγαινα και κάθε Σάββατο στις 8 το πρωί, τελείωνοντας από τη διαλογή του ΟΠΑΠ - χε - για να πιω έναν καπουτσίνο, μόνος μου με τη Μαρία, τη μπαργούμαν, που την είχα ψιλοερωτευτεί, αλλά μετά την έχασα).
Το πρώτο τεύχος που αγόρασα ήταν το επετειακό των δύο χρόνων. Ήταν Απρίλιος του 1995, ήμουν στο δεύτερο έτος της σχολής, ο Jazz fm εξέπεμπε 24ωρο πρόγραμμα (αργότερα οι γελοίοι ιδιοκτήτες του θα πουλούσαν τη συχνότητα στον Nitro) και στο περίπτερο το μάτι μου κόλλησε στο υπέροχο εξώφυλλο "Τζαζ με τα τσαρούχια" (ένα τσολιαδάκι - στρατιωτάκι με σάλπιγγα, με φόντο την ελληνική σημαία, πρέπει να το σκανάρω) που είχε φιλοτεχνήσει ο μέγιστος Δημήτρης Αρβανίτης. Από τότε δεν έχασα τεύχος.
Έχω σταθεί μάλλον τυχερός επαγγελματικά, μέχρι στιγμής, με την έννοια ότι έχω συνεργαστεί με τα περισσότερα έντυπα που διάβαζα έτσι κι αλλιώς. Όταν δηλαδή βρέθηκα στην αίθουσα σύνταξης του Αθηνοράματος, είχα κατουρηθεί πάνω μου. Δεν είχαμε γραφεία, βέβαια, είχαμε έναν πάγκο που έτρεχε κατά μήκος των τοίχων και καθόμασταν ο ένας δίπλα στον άλλο - εγώ καθόμουν δίπλα στον Μπάμπη, κοιτώντας έναν τοίχο με κάτι αφίσες από συναυλιές του Nick Cave (διοργάνωση: breathless) ενώ ήμουν πλάτη με πλάτη με ον Γιώργο Χαρωνίτη. Του μιλούσα με δέος και σεβασμό, εκείνος μου μάθαινε πτυχές της ποπ κουλτούρας που αγνοούσα, από την Σάνον Τουίντ μέχρι τους Εκδικητές και κάποια στιγμή τόλμησα να ρωτήσω αν θέλει να του γράψω για το περιοδικό. Έκτοτε, είναι ο αγαπημένος μου τρόπος να ξεδίνω, εξισορροπώντας το στρες από τις άλλες μου δουλειές: γράφω για τα κατά καιρούς μουσικά μου κολλήματα, σε ένα μουσικό περιοδικό που δεκαπέντε χρόνια τώρα, έχει δει τη τζαζ στην Έλλάδα να ανθίζει και να παρακμάζει αδικαιολόγητα πολλές φορές - κι έχει δει μουσικά περιοδικά με πιο "εμπορικές" προδιαγραφές να μαραζώνουν και να κλείνουν.
Όσο για το Δάσκαλο, είναι πια ένας από τους πιο αγαπημένους μου ανθρώπους σ' αυτή τη ζωή. Τον λέω "δάσκαλο", γιατί κατάφερε να μου διδάξει ένα πάρα πολύ σημαντικό πράγμα, που με βοήθησε να ξεπεράσω το δέος μου για τη τζαζ και τους "ειδικούς": ότι το να γράφεις για μουσική δεν σημαίνει να γράφεις μουσικολογία, αλλά να γράφεις για την απόλαυση που σου δημιουργεί η μουσική. Είναι μια τόσο απλή αρχή, που κανείς δεν τη σέβεται - όλοι θέλουν να δείξουν τι ξέρουν και να κάνουν τους έξυπνους. Είναι η ίδια αρχή που κάνει τα cd που συνοδεύουν το περιοδικό τόσο απολαυστικά - καλύτερα από τις περισσότερες συλλογές που βρίσκεις στα δισκάδικα. Για το επετειακό τεύχος, ο Δάσκαλος έδωσε πάλι ρέστα. Μάζεψε δεκαπέντε από τα αγαπημένα του κομμάτια, που συνθέτουν μια μικρή ιστορία της τζαζ (του '50, κυρίως) καταγράφοντας τις στιγμές που επέτρεψαν στο είδος να διεκδικήσει τον τίτλο της σημαντικότερης μορφής τέχνης του 20ού αιώνα - για όσους ξέρουμε, δεν αποτελεί έκπληξη το ότι ανάμεσα σ' αυτά χωράει το Jambalaya του HankWilliams (καμία σχέση με τη τζαζ, αλλά αριστούργημα). Το ότι το προτελευταίο κομμάτι είναι το Haitian Fight Song (σε μια εκτέλεση που δεν ήξερα), ήταν απλώς μια επιβεβαίωση ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο, τελικά...
Γιορτάζοντας τα 15 χρόνια του Jazz&Τζαζ, μετέτρεψα το επετειακό cd σε κασέτα, σίγουρος ότι μόλις την ακούσεις, θα τρέξεις να το αγοράσεις.
Τον Απρίλιο του '93 άκουγα φανατικά το Jazz fm, που τότε ακόμα εξέπεμπε ως βραδινή ζώνη στον Ηχώ fm - τις ώρες ακριβώς που διάβαζα για τις πανελλήνιες. Αλλά για κάποιο λόγο δεν τολμούσα να εμβαθύνω στη τζαζ - κώλωνα, νομίζοντας ότι πρόκειται για ένα αχανές μουσικό σύμπαν που κατοικείται από ειδήμονες που θα με περιφρονούσαν. Το περιοδικό Jazz&Τζαζ που κυκλοφόρησε τότε δεν με αφορούσε καθόλου, δηλαδή. Έμαθα για την κυκλοφορία του, γιατί διάβαζα με προσήλωση το Αθηνόραμα - και κυρίως τα κείμενα του Γιώργου Χαρωνίτη, που λάτρευα το στιλ του. Οι υπόλοιπες αγαπημένες μου υπογραφές εκείνη την περίοδο ήταν ο Μπάμπης Ακτσόγλου, ασφαλώς, ο Τσαγκαρουσιάνος για τις "Επιλογές" στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, ο Μάκης Μηλάτος στο σημείωμά του στην εφημερίδα ΟΖ που έβγαζε ο Αντώνης Πανούτσος (και η οποία όταν έγινε περιοδικό χάλασε ανεξήγητα), και ο Γιάννης Νένες, στο όνομα του οποίου ορκίζομαι ακόμα (η στήλη Εν Εξάρσει στη Βαβέλ ήταν η καλύτερη μουσική στήλη στην ιστορία του ελληνικού τύπου και δεν δέχομαι αντιρρήσεις επ' αυτού). Ήμουν ήδη φανατικός αναγνώστης της Βαβέλ και του Σινεμά , οπότε δεν με έπαιρνε να έχω άλλο ένα μηνιαίο περιοδικίστικο έξοδο το μήνα, ειδικά για ένα περιοδικό που δεν με αφορούσε.
Το πρώτο τεύχος του Jazz&Τζαζ που έπεσε στα χέρια μου πρέπει να ήταν το #9. Ήμουν ήδη φοιτητής και μου το χάρισε ένας φίλος που άκουγε Henri Texier και Ελένη Καραΐνδρου, ο οποίος για κάποιο λόγο το είχε διπλό. Το ξεφύλλισα με περιέργεια και διαπίστωσα ότι, όντως, αυτοί εκεί "δεν με παίζουν". Το δεύτερο που έπεσε στα χέρια μου ήταν εκείνο με το θρυλικό εξώφυλλο με τη βυζαντινή εικόνα του "Αγίου Ιωάννη Κολτρέιν" - το βούτηξα από τη βιβλιοθήκη του "Εν Δελφοίς" (που τότε ήταν πολύ μικρότερο από ό,τι είναι σήμερα. Στο πρώτο έτος της σχολής ξημεροβραδιαζόμασταν εκεί μέσα, εγώ δε πήγαινα και κάθε Σάββατο στις 8 το πρωί, τελείωνοντας από τη διαλογή του ΟΠΑΠ - χε - για να πιω έναν καπουτσίνο, μόνος μου με τη Μαρία, τη μπαργούμαν, που την είχα ψιλοερωτευτεί, αλλά μετά την έχασα).
Το πρώτο τεύχος που αγόρασα ήταν το επετειακό των δύο χρόνων. Ήταν Απρίλιος του 1995, ήμουν στο δεύτερο έτος της σχολής, ο Jazz fm εξέπεμπε 24ωρο πρόγραμμα (αργότερα οι γελοίοι ιδιοκτήτες του θα πουλούσαν τη συχνότητα στον Nitro) και στο περίπτερο το μάτι μου κόλλησε στο υπέροχο εξώφυλλο "Τζαζ με τα τσαρούχια" (ένα τσολιαδάκι - στρατιωτάκι με σάλπιγγα, με φόντο την ελληνική σημαία, πρέπει να το σκανάρω) που είχε φιλοτεχνήσει ο μέγιστος Δημήτρης Αρβανίτης. Από τότε δεν έχασα τεύχος.
Έχω σταθεί μάλλον τυχερός επαγγελματικά, μέχρι στιγμής, με την έννοια ότι έχω συνεργαστεί με τα περισσότερα έντυπα που διάβαζα έτσι κι αλλιώς. Όταν δηλαδή βρέθηκα στην αίθουσα σύνταξης του Αθηνοράματος, είχα κατουρηθεί πάνω μου. Δεν είχαμε γραφεία, βέβαια, είχαμε έναν πάγκο που έτρεχε κατά μήκος των τοίχων και καθόμασταν ο ένας δίπλα στον άλλο - εγώ καθόμουν δίπλα στον Μπάμπη, κοιτώντας έναν τοίχο με κάτι αφίσες από συναυλιές του Nick Cave (διοργάνωση: breathless) ενώ ήμουν πλάτη με πλάτη με ον Γιώργο Χαρωνίτη. Του μιλούσα με δέος και σεβασμό, εκείνος μου μάθαινε πτυχές της ποπ κουλτούρας που αγνοούσα, από την Σάνον Τουίντ μέχρι τους Εκδικητές και κάποια στιγμή τόλμησα να ρωτήσω αν θέλει να του γράψω για το περιοδικό. Έκτοτε, είναι ο αγαπημένος μου τρόπος να ξεδίνω, εξισορροπώντας το στρες από τις άλλες μου δουλειές: γράφω για τα κατά καιρούς μουσικά μου κολλήματα, σε ένα μουσικό περιοδικό που δεκαπέντε χρόνια τώρα, έχει δει τη τζαζ στην Έλλάδα να ανθίζει και να παρακμάζει αδικαιολόγητα πολλές φορές - κι έχει δει μουσικά περιοδικά με πιο "εμπορικές" προδιαγραφές να μαραζώνουν και να κλείνουν.
Όσο για το Δάσκαλο, είναι πια ένας από τους πιο αγαπημένους μου ανθρώπους σ' αυτή τη ζωή. Τον λέω "δάσκαλο", γιατί κατάφερε να μου διδάξει ένα πάρα πολύ σημαντικό πράγμα, που με βοήθησε να ξεπεράσω το δέος μου για τη τζαζ και τους "ειδικούς": ότι το να γράφεις για μουσική δεν σημαίνει να γράφεις μουσικολογία, αλλά να γράφεις για την απόλαυση που σου δημιουργεί η μουσική. Είναι μια τόσο απλή αρχή, που κανείς δεν τη σέβεται - όλοι θέλουν να δείξουν τι ξέρουν και να κάνουν τους έξυπνους. Είναι η ίδια αρχή που κάνει τα cd που συνοδεύουν το περιοδικό τόσο απολαυστικά - καλύτερα από τις περισσότερες συλλογές που βρίσκεις στα δισκάδικα. Για το επετειακό τεύχος, ο Δάσκαλος έδωσε πάλι ρέστα. Μάζεψε δεκαπέντε από τα αγαπημένα του κομμάτια, που συνθέτουν μια μικρή ιστορία της τζαζ (του '50, κυρίως) καταγράφοντας τις στιγμές που επέτρεψαν στο είδος να διεκδικήσει τον τίτλο της σημαντικότερης μορφής τέχνης του 20ού αιώνα - για όσους ξέρουμε, δεν αποτελεί έκπληξη το ότι ανάμεσα σ' αυτά χωράει το Jambalaya του HankWilliams (καμία σχέση με τη τζαζ, αλλά αριστούργημα). Το ότι το προτελευταίο κομμάτι είναι το Haitian Fight Song (σε μια εκτέλεση που δεν ήξερα), ήταν απλώς μια επιβεβαίωση ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο, τελικά...
Γιορτάζοντας τα 15 χρόνια του Jazz&Τζαζ, μετέτρεψα το επετειακό cd σε κασέτα, σίγουρος ότι μόλις την ακούσεις, θα τρέξεις να το αγοράσεις.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)