Η απόλαυση που παίρνεις από τους λουκουμάδες του "Παραδοσιακού" στη Νάουσσα της Πάρου είναι αντιστρόφως ανάλογη του χρόνου που περιμένεις στην ουρά για να τους παραγγείλεις. Για όποιον δεν έχει πάει στην Πάρο: Η αναμονή στην ουρά είναι μεγάλη. Η απόλαυση μικρή. Αν και με το τελευταίο δεν θα συμφωνήσει -υποθέτω- παρά ένα ελάχιστο ποσοστό από αυτούς που έβλεπα κάθε μέρα να καταβροχθίζουν τα χρυσαφί μπαλάκια βουτηγμένα στη Μερέντα. Ποσώς με ενδιαφέρει. Όποιος τρώει λουκουμάδες με Μερέντα αντί για μέλι και κανέλλα δεν με αφορά ως άτομο και θα έκανε ένα πολύ μεγάλο καλό στην ανθρωπότητα αν έκρυβε την θλιβερή προσωπικότητά του στο υπόγειο της καλύβας του για τον επόμενο αιώνα. Ή τουλάχιστον για τον επόμενο μήνα, διότι είναι σίγουρο πως για να παραγγέλνει λουκουμάδες με Μερέντα, αφού πρώτα περίμενε μισή ώρα στην ουρά, θα ανήκει και στην πληθυσμιακή ομάδα που ξεκινάει μια τυπική παριανή ημέρα με τις προκάτ τυρόπιτες του "Ξυλόφουρνου", συνεχίζει με έτοιμα μοχίτο στην Punda Beach (όπου και κολλάει τη νέα γρίπη με το που βουτάει στην πισίνα) γυρίζει αργά το βράδυ για σουβλάκια και λουκουμάδες και το μετά τα μεσάνυκτα πίνει αηδιαστικά σφηνάκια ακούγοντας τις "Τσούλες" και αυτή την Φεράρι, Φερέρι -πώς σκατά τη λένε;- στο "Barbarossa" σε απόσταση άμεσης μετάδοσης του ιού από συνομήλικούς του κάγκουρες.
Τέλος πάντων, άλλο ήθελα να πω. Ότι γύρισα επιτέλους από τις διακοπές μου :)
Διάλεξα για τίτλο τους λουκουμάδες ακριβώς για να μη βάλω κάτι ακόμη πιο pathetic (Παροικιά, Punda Beach, γουρούνες) ή για να μην προδώσω κάποια από τα καλά κρατημένα μυστικά της Πάρου, που αποτελούν μια όαση στο νησί των έξαλλων δεκαεπτάχρονων και των ακούραστων σέρφερ (ή ακόμη περισσότερο, της μαγικής Αντιπάρου). Και για έναν επιπλέον λόγο: Γιατί ήταν το πρώτο πράγμα με το οποίο ασχολήθηκα μόλις τακτοποίησα τα συμπράγκαλά μου και τέλειωσα με τα πλυντήρια πίσω στην Αθήνα. Χθες τη νύκτα κάθισα κι έφτιαξα λουκουμάδες, κυρίως για να πείσω τον εαυτό μου πως είχα δίκιο όταν έκραζα το Μιχαλάκη που δήλωνε γοητευμένος από αυτή την σφαιροειδή αηδία που καταβρόχθιζε πνιγμένη σε ένα σκατουλί χυλό πίσω στη Νάουσσα. Δεν είχε ο δύστυχος την χαρά να του ετοιμάζει η μαμά του το φοβερό γλυκό μια φορά τη βδομάδα όταν ήταν πιτσιρικάς, ούτε τους είχε ποτέ απολαύσει στην Απολλωνία της Σίφνου, για να έχει έστω ένα νησιώτικο μέτρο σύγκρισης.
Μη φανταστεί κανείς ότι κάθισα να φτιάξω μείγμα. Στο σπίτι του Παρθένου εργένη υπάρχει πάντα ένα κουτί λουκουμάδες "Γιώτη". Περίμενα 50 λεπτά να φουσκώσει η μαγιά, έριξα μπόλικο λάδι στη φωτιά και ένα τέταρτο μετά τους περίχυνα με μέλι και τους πασπάλιζα με κανέλλα. Αριστούργημα. Όσο περίμενα τη μαγιά να φουσκώσει ετοίμασα κι ένα τέλειο dry martini. Εννοείται από αυτά που θα έκαναν έναν σοβαρό mixologist να βγάλει σπυράκια, αλλά αν ήταν να τα κάνω όλα σαν τον μπάρμαν του "Galaxy", θα άνοιγα ένα δικό μου μπαρ ακριβώς απέναντι, να τα κονομήσω κιόλας. Δεν είχα τέλος πάντων αφήσει ποτήρια του μαρτίνι να παγώνουν από την προηγούμενη αφού πρώτα έχουν πλυθεί με απιονισμένο νερό και λοιπές μαλακίες. Έριξα το βερμούτ και το Tanqueray σε ένα σέικερ και αφού τα κούνησα στους ρυθμούς των Dears (και όχι του βαλς, όπως προϋποθέτει η συνταγή) το άφησα για λίγο στην κατάψυξη. Βγήκε τέλειο. Αν ο Τζέημς Μποντ το έπινε παραδοσιακό και όχι με βότκα, θα μου έβγαζε το καπέλο. Μέθυσα στο δεύτερο ποτήρι. Ευτυχώς οι λουκουμάδες μου ήταν πια έτοιμοι και η αφράτη ζύμη τους ρούφηξε το αλκοόλ από το αίμα μου.
Καλό υπόλοιπο καλοκαίρι :) Προμηνύεται μακρό, με λουκουμάδες και dry martinis στη βεράντα!
Τέλος πάντων, άλλο ήθελα να πω. Ότι γύρισα επιτέλους από τις διακοπές μου :)
Διάλεξα για τίτλο τους λουκουμάδες ακριβώς για να μη βάλω κάτι ακόμη πιο pathetic (Παροικιά, Punda Beach, γουρούνες) ή για να μην προδώσω κάποια από τα καλά κρατημένα μυστικά της Πάρου, που αποτελούν μια όαση στο νησί των έξαλλων δεκαεπτάχρονων και των ακούραστων σέρφερ (ή ακόμη περισσότερο, της μαγικής Αντιπάρου). Και για έναν επιπλέον λόγο: Γιατί ήταν το πρώτο πράγμα με το οποίο ασχολήθηκα μόλις τακτοποίησα τα συμπράγκαλά μου και τέλειωσα με τα πλυντήρια πίσω στην Αθήνα. Χθες τη νύκτα κάθισα κι έφτιαξα λουκουμάδες, κυρίως για να πείσω τον εαυτό μου πως είχα δίκιο όταν έκραζα το Μιχαλάκη που δήλωνε γοητευμένος από αυτή την σφαιροειδή αηδία που καταβρόχθιζε πνιγμένη σε ένα σκατουλί χυλό πίσω στη Νάουσσα. Δεν είχε ο δύστυχος την χαρά να του ετοιμάζει η μαμά του το φοβερό γλυκό μια φορά τη βδομάδα όταν ήταν πιτσιρικάς, ούτε τους είχε ποτέ απολαύσει στην Απολλωνία της Σίφνου, για να έχει έστω ένα νησιώτικο μέτρο σύγκρισης.
Μη φανταστεί κανείς ότι κάθισα να φτιάξω μείγμα. Στο σπίτι του Παρθένου εργένη υπάρχει πάντα ένα κουτί λουκουμάδες "Γιώτη". Περίμενα 50 λεπτά να φουσκώσει η μαγιά, έριξα μπόλικο λάδι στη φωτιά και ένα τέταρτο μετά τους περίχυνα με μέλι και τους πασπάλιζα με κανέλλα. Αριστούργημα. Όσο περίμενα τη μαγιά να φουσκώσει ετοίμασα κι ένα τέλειο dry martini. Εννοείται από αυτά που θα έκαναν έναν σοβαρό mixologist να βγάλει σπυράκια, αλλά αν ήταν να τα κάνω όλα σαν τον μπάρμαν του "Galaxy", θα άνοιγα ένα δικό μου μπαρ ακριβώς απέναντι, να τα κονομήσω κιόλας. Δεν είχα τέλος πάντων αφήσει ποτήρια του μαρτίνι να παγώνουν από την προηγούμενη αφού πρώτα έχουν πλυθεί με απιονισμένο νερό και λοιπές μαλακίες. Έριξα το βερμούτ και το Tanqueray σε ένα σέικερ και αφού τα κούνησα στους ρυθμούς των Dears (και όχι του βαλς, όπως προϋποθέτει η συνταγή) το άφησα για λίγο στην κατάψυξη. Βγήκε τέλειο. Αν ο Τζέημς Μποντ το έπινε παραδοσιακό και όχι με βότκα, θα μου έβγαζε το καπέλο. Μέθυσα στο δεύτερο ποτήρι. Ευτυχώς οι λουκουμάδες μου ήταν πια έτοιμοι και η αφράτη ζύμη τους ρούφηξε το αλκοόλ από το αίμα μου.
Καλό υπόλοιπο καλοκαίρι :) Προμηνύεται μακρό, με λουκουμάδες και dry martinis στη βεράντα!
11 σχόλια:
Για τους λουκουμάδες με Nutella τρέφεις τα ίδια συναισθήματα αηδίας;
@ Mr. Arkadin: Είσαι από αυτά τα μαλακισμένα που στο debate "Merenda ή Nutella" στα διαλείμματα των μαθημάτων, έπαιρναν πάντα το μέρος της Nutella;
Νουουουουου-κρέμα φουντουκιού/και χάσαμε το νουουου!
Μα ποιος είναι; Ο Μαραντόνα είναι; Όχι! Ο Μέρεντόνα!
Σιγά μην είναι και ο ΒημαDonna...
(Είναι ιδέα μου, ή έχουμε γυρίσει μόνο εμείς οι δύο και ο Ovelikios στην Αθήνα;)
@Homo Ludens
κι εγώ αυτό σκέφτομαι, ότι έχουμε μείνει μόνοι - αυτοί που είπες και ο gilles.
όσο για το ερώτημά σου: όχι, ανάμεσα στη Nutella και την Merenda ψηφίζω Μερέντα.
αλλά ήμουν ένα από τα παιδάκια που είχαν μια άλλη ατυχία: να τους φτιάχνει η μαμά τους σπιτική "μερέντα" - πραλίνα με σοκολάτα, σε ένα είδος μίξερ που την είχε ενθουσιάσει, γαμώ τις φιλενάδες της που δούλευαν και ως πλασιέ, κάνοντας επιδείξεις οικιακών συσκευών κατ' οίκον.
απορώ πώς είχα φίλους, δηλαδή
Μήπως μπορώ να έχω τη συνταγή για τη σπιτική μερέντα.
Γύρισες, ρε βλαμμένο; Είναι δυνατόν 40 χρονών άντρας να πηγαίνεις για διακοπές στην Πάρο; Έλεος!
@ Αθήναιος: α. Δεν είμαι 40. Δεν είμαι καν 34 ακόμη... β. Δεν πήγα στην Πάρο για διακοπές. Τουλάχιστον με την έννοια που δίνει ο υπόλοιπος κόσμος στις διακοπές. γ. Ακριβώς δίπλα στην Πάρο, σε απόσταση οκτώ λεπτών, βρίσκεται το γοητευτικότερο νησί στον κόσμο, η Αντίπαρος.
Στην Αντίπαρο μαζεύονται όλοι οι λαϊκοί πλέον. Ευτυχώς κιόλας γιατί καθάρισε το Κάπρι... 8-)
welcome back...
nutella ρε παιδιά...
Φίλε, και οι λουκουμάδες, αλλά και οι βάφλες ήταν τελικά ότι καλλίτερο είχε να προσφέρει η Πάρος. Μόνο Αντίπαρο του χρόνου
Δημοσίευση σχολίου