8 Φεβ 2010

Yβ Σαλγκ: "Ο θρύλος του Τζάνγκο" #4

"Θα τον ονομάσουμε Τζάνγκο" (συνέχεια από το προηγούμενο)Για πολύ καιρό, η "Νεγκρό" πίστευε πως η ζωή της θα σταματούσε σ' εκείνη την εικόνα: ο "σύζυγός" της, ακίνητος, με τα χέρια ενωμένα στο στήθος, το πανταλόνι του δεμένο με μια κακοφτιαγμένη ζώνη από κόκκινη φανέλλα, ξαπλωμένος στο μοναδικό κρεβάτι του παλιού τροχόσπιτου, εκεί όπου είχε γεννηθεί ο Τζάνγκο, τρία χρόνια νωρίτερα. Αυτός ο "σύζυγος" δεν ήταν ο πατέρας του Τζάγνκο, αλλά ο άντρας που τον είχε αντικαταστήσει.
Ενας άλλος γιος, ο Ζοζέφ, είχε γεννηθεί στο ίδιο τροχόσπιτο και από τον ίδιο πατέρα. Ήταν στα σπάργανα και περπατούσε στα τέσσερα. Ο Τζάνγκο, από την άλλη, έτρεχε χαρούμενα. Όταν η μητέρα του, τα μέλη του περιοδεύοντος θιάσου και οι γειτονικές φυλές επέστρεψαν από το νεκροταφείο του Τιέ - όπου μόλις είχαν θάψει οικογενειακώς αυτόν τον δεύτερο σύζυγο - ο Τζάνγκο έτρεξε προς το μέρος τους. Ένα τρύπιο μαντίλι κάλυπτε τα μάγουλα της χήρας.
- Και ο αδελφός σου, Τζάνγκο, ρώτησε η "Νεγκρό". Τον άφησες πάλι μόνο του;
Ο Τζάνγκο δεν απάντησε, μόνο έγειρε το κεφάλι και ακούμπησε την δεξιά του παλάμη στο μάγουλο, δηλώνοντας έτσι ότι ο "Νεν-Νεν" κοιμόταν.
- Δεν άφησες τα σκυλιά να μπουν στο τροχόσπιτο; Απάντησε η μητέρα, ανήσυχη.
Ο Τζάνγκο ένευσε αρνητικά με το κεφάλι, αδιάφορα. Η παρουσία των ζώων δεν του προκαλούσε κανένα είδος αγωνίας: ήταν πάρα πολλά σ' αυτό το έρημο και άνυδρο τοπίο της περιοχής.
Γιατί, εκείνη την εποχή, επικρατούσε η εγκατάλειψη στα περίχωρα του Παρισιού. Ο "Νεν-Νεν" κοιμόταν του καλού καιρού αλλά με έναν τεράστιο τρεμουλιάρη γάτο στο στήθος, που προσπαθούσε να ζεσταθεί από την γλυκιά θέρμη του τυλιγμένου με κουρέλια μωρού. Όταν μπήκε στο τροχόσπιτο η "Νεγκρό", το παιδί πέθαινε από ασφυξία, χωρίς να διαμαρτύρεται.
Μέσα σε μια θύελλα από βρισιές, έδιωξαν τον γάτο. Ο Τζάνγκο είχε μείνει με ανοιχτό το στόμα: δεν καταλάβαινε πως το βάρος του ζώου πάνω στο εύθραυστο στήθος του μικρού μπορούσε να του κόψει την ανάσα και να τον στείλει στον άλλο κόσμο. Συνέφεραν τον "Νεν-Νεν" με μεγάλη προσοχή και ο Τζάνγκο έτρεξε πίσω από τον αγαπημένο του άγριο γάτο.
Ήταν δέκα χρονών, όταν η περιπλανώμενη φυλή κατέλυσε στην είσοδο του Σουαζί. Το τοπίο δεν είχε αλλάξει, το τροχόσπιτο και τα άλογα όμως ναι: ήταν γέρικα, παροπλισμένα ζώα, αγορασμένα κοψοχρονιά από κάποιο σκοπευτήριο, ή, ποιος ξέρει, απλώς κλεμμένα από κάποιο σημείο της Γαλλίας. Οι μικροί Ράινχαρντ δεν είχαν γνωρίσει τη φρίκη του πολέμου, ούτε εκείνη του ορφανοτροφείου: είχαν έναν άλλο πατριό και, μαζί του, είχαν διασχίσει τη Γαλλία απ' άκρη σ' άκρη, έπειτα πέρασαν τα ιταλικά σύνορα κι έπειτα διέσχισαν τη Μεσόγειο. Ερωτευμένοι με τον ήλιο της Βόρειας Αφρικής, περίμεναν το τέλος των εχθροπραξιών τεμπελιάζοντας στην Αλγερία.
[συνεχίζεται]

Δεν υπάρχουν σχόλια: