7 Φεβ 2009

Django Weekend: Τώρα θα μιλήσουν τα πιστόλια (και τα μυδράλλια)

Ο Homo Ludens απερίσκεπτα με προκάλεσε, να σχολιάσω το Sukiyaki Western Django, που προβάλλεται από προχθές στις αθηναϊκές αίθουσες και δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσω την πρόκληση να περάσει έτσι.Η αλήθεια είναι ότι, μόλις είδα ότι στις νέες ταινίες της εβδομάδας περιλαμβάνεται κι αυτή, δεν σκέφτηκα να ανεβάσω post. Σκέφτηκα: "μπα; πού την θυμήθηκαν;" Γιατί αυτή η ταινία έκανε πρεμιέρα στο φεστιβάλ της Βενετίας το Σεπτέμβρη του 2007. Έτυχε να βρίσκομαι εκείνες τις μέρες στο φεστιβάλ και έδωσα ευχή και κατάρα στους φίλους κριτικούς κινηματογράφους που συνάντησα να προσέξουν αυτήν την ταινία και να μου μεταφέρουν τις εντυπώσεις - τους είδα χλιαρούς. Εκείνο το φεστιβάλ είχε ένα τεράστιο, πληρέστατο αφιέρωμα στο Western Spaghetti, ένα είδος που έμαθα να αγαπώ χάρη στην φιλία μου με το δάσκαλό μου, τον Γιώργο Χαρωνίτη, ο οποίος, εκτός από εκδότης του μοναδικού Τζαζ εντύπου της Ελλάδας και αυθεντία σε ό,τι έχει να κάνει με τον μαέστρο Ενιο Μορικόνε (δεν πρέπει να υπάρχει παγκοσμίως άλλος με πληρέστερη συλλογή έργων του), εδώ και χρόνια εντρυφεί στην ιστορία αυτού του γοητευτικού, βίαιου και απολύτως καλτ κινηματογραφικού είδους.
Κάτι τέτοιο κάνουν ο Κουέντιν Ταραντίνο και ο Τακάσι Μίικε, που έφτιαξαν αυτήν την ταινία, έναν φόρο τιμής στον αρχετυπικό ήρωα του σπαγκέτι ουέστερν, τον Τζάνγκο. Η ταινία τους, υποτίθεται ότι αφηγείται από την αρχή τον μύθο και εξετάζει την δημιουργία αυτού του ήρωα. Όσο για το σημείο αναφοράς τους, αυτό δεν είναι άλλο από την ταινία Τζάνγκο, μια ιταλο-ισπανική παραγωγή (άρα μιλάμε για κάτι που είναι μισό γουέστερν-σπαγκέτι και μισό γουέστερν-παέγια) που σκηνοθέτησε ο Σέρτζιο Κορμπούτσι, πρώην βοηθός του Σέρτζιο Λεόνε. Αν ο Λεόνε έθεσε τις βάσεις, τη γραμματική, την αισθητική του ιταλογουέστερν, κάνοντας ταινίες απίστευτου λυρισμού, ο Κορμπούτσι με το Τζάνγκο επενδύει σε ένα μόνο χαρακτηριστικό: το fun. Αν δηλαδή η τέχνη του γουέστερν σπαγκέτι ξεκινά με το "Για μια χούφτα δολάρια" του Λεόνε, το καλτ του είδους ξεκινά με το Τζάνγκο. Και ο Τζάνγκο ξεκινά με τη μορφή του Φράνκο Νέρο, με αυτά τα γυάλινα γαλάζια μάτια που λάμπουν αλλόκοτα μέσα στη μπίχλα, την αξυρισιά και τη βαρβατίλα του, όπως εμφανίζεται στο χωριό, σέρνοντας ένα φέρετρο (!) που μέσα έχει ένα μυδραλλιοβόλο (αν έχεις Θεό, δηλαδή) το οποίο είναι το όπλο με το οποίο ξεπαστρεύει μερικούς από τους αντιπάλους του - για την ακρίβεια στην ταινία καταγράφονται 138 φονικά, ενάμισης σκοτωμός το λεπτό, με άλλα λόγια, σε έναν ακραίο φετιχισμό της βίας, που επηρέασε δεκάδες σκηνοθέτες (μάντεψε από πού πήρε ο Ταραντίνο την ιδέα με το κομμένο αυτί στο Reservoir Dogs). Ο Τζάνγκο είναι ένας ήρωας που κυριολεκτικά γαμεί και δέρνει - σπορ στο οποίο θα επιδίδοντο εφ' εξής όλοι οι ήρωες του σπαγκέτι γουέστερν. Η επιτυχία της ταινίας, όπου υπήρχε πανί, μηχάνημα προβολής και πάγκος που να πουλά μπύρες, γκαζόζες, γρανίτες και πασατέμπο, ήταν τεράστια, με αποτέλεσμα να γυριστούν καμιά εκατοστή ανεπίσημα sequel - δεν τολμώ καν να αγγίξω το μοναδικό επίσημο, ένα ραμποειδές της δεκαετίας του '80. Ακόμη και ο θρυλικός παραγωγός της ρέγκε Λι "Scratch" Πέρι είχε κόλλημα με τον ήρωα, γράφοντας καμιά δεκαριά κομμάτια εμπνευσμένα από αυτόν, με πιο γνωστό το "Return of Django".
Καλά, όλα αυτά, αλλά τι σχέση έχει αυτό με έναν τσιγγάνο τζαζ κιθαρίστα της δεκαετίας του '30; Μα, αυτό που δεν ξέρουν οι θιασώτες του σπαγκέτι γουέστερν είναι πως, επί της ουσίας, συμμετέχουν σε έναν περίτεχνο φόρο τιμής στον μουσικό. Δεν διάλεξε τυχαία ο Κορμπούτσι το όνομα Τζάνγκο (που σημαίνει "ξυπνάω") για τον ήρωά του - κάτι που τεκμηριώνεται από την επική τελική σκηνή της μάχης, στην οποία ο Τζάνγκο, παρά το ότι τα χέρια του είναι σπασμένα, διαλυμένα και μέσα στα αίματα, καταφέρνει να χρησιμοποιήσει το πιστόλι του και να σκοτώσει τους αντιπάλους του, περίπου όπως ο Τζάνγκο Ράινχαρντ έπαιζε με δαιμονική ταχύτητα κιθάρα, παρά το ότι τα δυο δάχτυλα του αριστερού του χεριού ήταν αγκυλωμένα και παραμορφωμένα, μετά από την περίφημη πυρκαγιά του τροχόσπιτού του.
Κατόπιν τούτου, ο καλύτερος τρόπος να κλείσω αυτό το post είναι με ένα τραγούδι γουέστερν της εποχής του Τζάνγκο, αλλά και με το υπέροχα μελοδραματικό θέμα της ταινίας, που τραγουδούσε με πάθος ο Ρομπέρτο Φία.

1 σχόλιο:

Homo Ludens είπε...

Ξέρω εγώ πότε ρίχνω τα μαντήλια μου ως πρόκληση. Αν δεν είχα ποστάρει τη μαλακία μου, θα έγραφες άλλο ένα από αυτά τα βαρετά Django Weekends που κάνουν τον Αυλακιώτη να αφρίζει. Τουλάχιστον τώρα η μισή ελληνική μπλογκόσφαιρα υποκλίνεται στο μεγαλείο σου :)