Ήταν ένας Αμερικανός, ένας Κουβανός κι ένας Βέλγος - κι αυτό θα μπορούσε να είναι η αρχή ενός ανεκδότου, είναι όμως το χρονικό μιας κανονικής συνάντησης, που έλαβε χώρα πριν από 28 χρόνια, στις 19 Ιουλίου 1980, στη σκηνή του τζαζ φεστιβάλ του Μοντρέ.
Εκεί, ο δεξιοτέχνης των κρουστών - κι ένας από τους ήρωες του λάτιν σύμπαντος - Μόνγκο Σανταμαρία, κάλεσε επί σκηνής έναν από τους δικούς του ήρωες, τον Ντίζι Γκιλέσπι, τον άνθρωπο που δημιούργησε τη λάτιν τζαζ, όχι πως το έκανε ποτέ θέμα. Γιατί αυτό ήταν πάντα το σημαντικό με τον Ντίζι. Μπορεί να δημιούργησε δύο μουσικά ιδιώματα (το άλλο, φυσικά ήταν το be-bop), μπορεί να ήταν ένας από τους ανθρώπους (μαζί με τον Τσάρλι Πάρκερ και τον Θελόνιους Μονκ) που έδωσαν αληθινή καλλιτεχνική υπόσταση στη τζαζ, αναγκάζοντας τον κόσμο να την αντιμετωπίσει σαν μορφή τέχνης, αλλά δεν πήρε ποτέ στα σοβαρά τον εαυτό του. Σε αντίθεση με όλα αυτά τα μονόχνωτα εργατικά μυρμήγκια της τζαζ, που το μέλημά τους ήταν πώς θα προχωρήσουν την τέχνη τους, πώς θα δημιουργήσουν τη μια επανάσταση μετά την άλλη, σε αντίθεση με τους εσωστρεφείς Μάιλς, τους Μπιλ Έβανς, τους Κολτρέιν και τους Ορνέτ, εκείνος παρέμενε στις πέντε δεκαετίες που κράτησε η καριέρα του, ένα χαρωπό τζιτζίκι που έδειχνε πάνω από όλα να γουστάρει ο ίδιος, να απολαμβάνει στο έπακρο τη μουσική που έπαιζε - και δεν υπήρχε περίπτωση ποτέ να μη σου μεταδώσει αυτό το αίσθημα. Γι' αυτό και η εκτέλεση του Summertime που ακούστηκε εκείνο το ζεστό καλοκαιρινό βράδυ στο Μοντρέ θα μπορούσε να είναι μια συμφωνία για τζιτζίκια, με πρωτεργάτες τα κρουστά του Μόνγκο, τη στραβή τρομπέτα του Ντίζι και τη φυσαρμόνικα εκείνου του γλυκύτατου, καλόκαρδου Βελγου, του Τουτς Τίλεμανς που δίνει το σήμα της έναρξης για τη φιέστα.
Bonus Track: Επειδή, απ' ό,τι έμαθα, ο Αθήναιος βρίσκεται στο Παρίσι (και όχι, δε ζηλεύω καθόλου), προσθέτω και μια πιο "μπαλαντοειδή", straight (αλλά όχι προβλέψιμη, σε καμία περίπτωση) εκτέλεση του Summertime από τον Ντίζι Γκιλέσπι, την εποχή (άνοιξη του '52) που δίδασκε μπίμποπ στο Theatre des Champs-Elysees (δεν ξέρω πώς να βάλω γαλλικους τόνους, οπότε το αφήνω έτσι). Εκεί, ο δεξιοτέχνης των κρουστών - κι ένας από τους ήρωες του λάτιν σύμπαντος - Μόνγκο Σανταμαρία, κάλεσε επί σκηνής έναν από τους δικούς του ήρωες, τον Ντίζι Γκιλέσπι, τον άνθρωπο που δημιούργησε τη λάτιν τζαζ, όχι πως το έκανε ποτέ θέμα. Γιατί αυτό ήταν πάντα το σημαντικό με τον Ντίζι. Μπορεί να δημιούργησε δύο μουσικά ιδιώματα (το άλλο, φυσικά ήταν το be-bop), μπορεί να ήταν ένας από τους ανθρώπους (μαζί με τον Τσάρλι Πάρκερ και τον Θελόνιους Μονκ) που έδωσαν αληθινή καλλιτεχνική υπόσταση στη τζαζ, αναγκάζοντας τον κόσμο να την αντιμετωπίσει σαν μορφή τέχνης, αλλά δεν πήρε ποτέ στα σοβαρά τον εαυτό του. Σε αντίθεση με όλα αυτά τα μονόχνωτα εργατικά μυρμήγκια της τζαζ, που το μέλημά τους ήταν πώς θα προχωρήσουν την τέχνη τους, πώς θα δημιουργήσουν τη μια επανάσταση μετά την άλλη, σε αντίθεση με τους εσωστρεφείς Μάιλς, τους Μπιλ Έβανς, τους Κολτρέιν και τους Ορνέτ, εκείνος παρέμενε στις πέντε δεκαετίες που κράτησε η καριέρα του, ένα χαρωπό τζιτζίκι που έδειχνε πάνω από όλα να γουστάρει ο ίδιος, να απολαμβάνει στο έπακρο τη μουσική που έπαιζε - και δεν υπήρχε περίπτωση ποτέ να μη σου μεταδώσει αυτό το αίσθημα. Γι' αυτό και η εκτέλεση του Summertime που ακούστηκε εκείνο το ζεστό καλοκαιρινό βράδυ στο Μοντρέ θα μπορούσε να είναι μια συμφωνία για τζιτζίκια, με πρωτεργάτες τα κρουστά του Μόνγκο, τη στραβή τρομπέτα του Ντίζι και τη φυσαρμόνικα εκείνου του γλυκύτατου, καλόκαρδου Βελγου, του Τουτς Τίλεμανς που δίνει το σήμα της έναρξης για τη φιέστα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου