16 Ιαν 2008

Η δολοφονία του Τζέσι Τζέημς και η εβδομάδα του καλού σινεμά

Δεν παίρνω πίσω όσα έγραφα προχθές και τον περασμένο Απρίλιο για την πλήρη ξηρασία στην κινηματογραφική έμπνευση. Ωστόσο, το να πετύχω δεύτερη καλή ταινία μέσα σε ένα τριήμερο είναι τόσο ευχάριστα αναπάντεχο που οφείλω ένα εκτενές κείμενο στο κοινό του «Πο Πο Culture!» -από τη μία για να το προτρέψω να σπεύσει σε μια αίθουσα και να βυθιστεί στην χειμωνιάτικη μελαγχολία του Άντριου Ντόμινικ κι από την άλλη για να τραβήξω λίγο την πίεση από τον («αναψοκοκκινισμένο» τον φαντάστηκε ο Αθήναιος) πρώην Zelig και τα υπόλοιπα φιλαράκια μου εκεί στο «Πρώτο Θέμα».

Τον Μπούρα τον εμπιστεύομαι σε πολλά θέματα που έχουν να κάνουν με το πάθος του και τη δουλειά του (τι υπέροχο όταν αυτά τα δύο είναι ένα!), το σινεμά. Αλλά με τρομάζει και σε πολλά άλλα. Δεν θα ξεχάσω ότι με μύησε στο σύμπαν του Ταρκόφσκι, αλλά ούτε και τις εμμονές του με ταινίες που δεν ήταν απλά ακαταλαβίστικες, αλλά -προσωπική μου άποψη- εντελώς χαζές. Όταν τις προάλλες άρχισε να μου μιλά ενθουσιασμένος για την «Δολοφονία του Τζέσι Τζέημς από τον δειλό Ρόμπερτ Φορντ», είδα στο βλέμμα του εκείνο το φλασάκι που δήλωνε ότι εδώ η εξίσωση πάθους και δουλειάς είχε αποδώσει ένα κατανοητό και σ’ εμένα το θνητό συμπέρασμα. Και έσπευσα να βυθιστώ στο κόκκινο βελούδο του «Αττικόν»...

Ο «Τζέσε Τζέημς» δεν είναι και κανα αριστούργημα. Είναι όμως μια παραπάνω από φιλότιμη προσπάθεια ενός νέου σκηνοθέτη (περιμένω με αγωνία την επόμενη δουλειά του Άντριου Ντόμινικ) να χαράξει μια εντελώς καινούργια ματιά πάνω στα κλισεδιάρικα μοτίβα που έχουν γεμίσει με σκουριά τις μπομπίνες στα χολιγουντιανά στούντιο. Αν το προπέρσινο “Brokeback Mountain” έφερνε μια νέα πνοή στο γουέστερν, τότε τι κάνει αυτό το λυρικό ταξίδι στην άγρια φύση της Δύσης; Από την άλλη, βέβαια, ο «Τζέσι Τζέημς» δεν είναι γουέστερν. Όπως δεν ήταν πολεμική ταινία η «Λεπτή Κόκκινη Γραμμή» του Μάλικ, που μοιάζει η μεγαλύτερη επιρροή του Ντόμινικ. Ο «Τζέσι Τζέημς» επηρεάζεται επίσης από το αρχαίο δράμα και από τον Σαίξπηρ, από την γραφιστική τέχνη (η σκηνή με τη ληστεία του τρένου είναι ένα εικαστικό αριστούργημα -βγαλμένο από τα σπλάχνα του «Sin City») κι από την ψυχανάλυση. Ο Ντόμινικ κρατά τα στοιχεία της πραγματικής ιστορίας του θρυλικού παράνομου του 19ου αιώνα που βολεύουν τη ματιά του και όχι αυτά (και ήταν πολλά, όπως θα διαβάσεις εδώ) που θα έκαναν συναρπαστική την ιστορία που διηγείται. Ευτυχεί να έχει για πρωταγωνιστές δύο συγκλονιστικούς ερμηνευτές (η πρώτη κιόλας σκηνή του Κέισι Άφλεκ είναι η καλλίτερη πρώτη γνωριμία του σινεμά από τότε που ο Ρόμπερντ Ντιβάλ έπαιζε τον Μπου Ράντλεϊ στο «To Kill a Mockingbird» -«Ψίθυροι στη σιωπή» ο ελληνικός τίτλος; Δεν θυμάμαι!). Και καταφέρνει να μπλέξει τόσο πολύ τις δύο προσωπικότητες τους που στο τέλος είσαι σχεδόν σίγουρος ότι ο Μπομπ Φορντ είχε πια γίνει ο Τζέσι Τζέημς, που ο ίδιος ο Τζέσι Τζέημς δεν μπορούσε να είναι πια.

Από τον τίτλο της ταινίας ξέρεις τι να περιμένεις. Κι όμως, η σκηνή της δολοφονίας είναι ακόμη πιο εντυπωσιακή απ’ αυτό που ονειρευόσουν, μια πραγματική “λύση” του δράματος -μέχρι την επόμενη “λύση” που έρχεται μερικές σκηνές μετά, γιατί εκεί που λήγει το δράμα του Τζέημς, αρχίζει εκείνο του Φορντ. Το μόνο για το οποίο δεν είμαι σίγουρος είναι αν τελικά αυτός ο βαρύς χειμώνας που διαλέγει για καμβά της ιστορίας του ο Ντόμινικ είναι επιτυχημένη επιλογή. Η φύση είναι εκεί, θέλει να πρωταγωνιστήσει, αλλά δεν της επιτρέπεται. Ο Μάλικ παραμένει, δηλαδή, σε β’ πλάνο και η επιστροφή των ηρώων στα πρωτογενή του ένστικτα μένει κάπου στη μέση -τελικά, υπηρετείται καλλίτερα από την εσκεμμένη αφέλεια των διαλόγων. Στο τέλος, πάντως, το σίγουρο είναι ότι βγαίνεις από την αίθουσα ψελλίζοντας “τι ωραία ταινία” και περνάς όλο το υπόλοιπο της νύκτας μέχρι να κοιμηθείς, γεμάτος από τις εικόνες και τα συναισθήματά της.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η ταινία εκτώς από τα όσα ενέφερες πιστεύω πως έχει και αξιοσημείωτη διαρκεια... What is your opinion about?

Homo Ludens είπε...

@ diamond: 160 λεπτά είναι ένας ιδανικός χρόνος για να ζωγραφιστούν όλες αυτές οι εικόνες, χωρίς ν' αρχίσουν να ποτίζουν το φιλμ. Δεν με κούρασε καθόλου. Ίσα ίσα που από τη μέση και μετά μου φαινόταν ότι κυλούσε και λίγο πιο βιαστικά απ' ότι έπρεπε...

Ανώνυμος είπε...

ΠΟΛΥ ΚΑΛΗ ΤΑΙΝΙΑ.
ΚΥΛΑΕΙ ΑΡΓΑ ΑΛΛΑ ΚΑΘΟΛΟΥ ΒΑΡΕΤΑ
Ο ΚΕΙΣΙ ΑΦΛΕΚ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΚΑΛΟΣ
ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΣΤΟ GONE BABY GONE