Αν ο Κόνορ Όμπερστ ήταν χαρακτήρας από κόμιξ, θα ήταν κάποιος σχιζοφρενής κακός στον Λούκι Λουκ. Αστείος κακός. Καλός κακός... Από αυτούς που κάνουν σαν guest stars μια στο τόσο την εμφάνισή τους, πότε κλέβοντας στα χαρτιά μόνοι, με άσσους (όχι και τόσο καλά) κρυμμένους στις μπότες, πότε αδειάζοντας τράπεζες, απειλώντας με τα εξάσφαιρά τους βαριεστημένους υπαλλήλους και κρύβοντας με ένα κόκκινο μαντήλι τη μουσούδα τους, παρέα με άλλους κακούς -τους αδελφούς Ντάλτον ή και κάποιους λιγότερο διάσημους. Δεν παίζει ρόλο. Αυτό που μετράει είναι η κολλεγιά...
Θα ήταν ο κακός που θα μπορούσε να γίνει ο πραγματικός φόβος και τρόμος της Δύσης, αλλά που θα χανόταν μέσα στα τόσα ταλέντα του (θα έπαιζε τέλεια το μπάντζο, θα φλέρταρε -αποτελεσματικά- με όλα τα κορίτσια, θα ήταν πρωταθλητής στην καβάλα μόσχου στο ροντέο, κ.λπ) και θα έμενε πάντα με τα λίγα δολαριάκια της μοιρασιάς -τουλάχιστον θα έμενε ασύλληπτος, αφού ο Λούκι Λουκ δεν θα ασχολιόταν ποτέ μαζί του, εκτός από δυο-τρεις κοφτερές ατάκες.
Έχω την αίσθηση πως ο Κόνορ Όμπερστ γράφει τραγούδια όπου σταθεί κι όπου βρεθεί. Πως ό,τι και να κάνει, το μετατρέπει σε κομμάτι μέσα στην κεφάλα του. Του φοράει δύο-τρία ακόρντα (που ξέρει πάντα πώς να τα αλλάζει αναπάντεχα, εκεί που πας να πεις ότι γράφει βαρετή μουσική) και στο σερβίρει μετά σε ένα αλμπουμάκι. Είτε ως πιτσιρικάς, 14 ετών, παιδί-θαύμα στους Commander Venus, είτε ως ο μετα-κάντρι προφήτης Bright Eyes, είτε ως emo rocker με τους Desparecidos. Αν δεν έχω χάσει το μέτρημα, ο Κόνορ έχει βγάλει τα τελευταία δέκα χρόνια δώδεκα άλμπουμ με το ένα όνομα ή το άλλο, με την τάδε ή την δείνα μπάντα. Οργασμός δημιουργικότητας.
Conor Oberst - Lenders in the Temple
Αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα. Όσο υπέροχο είναι να σου σιγοτραγουδάει κάτι σαν το "Lenders in the Temple" από το περσινό του άλμπουμ, και να σου κάνει την παρτίδα του πόκερ πιο γλυκειά -κι ας χάνεις- τόσο εκνευριστικό είναι να συνεχίζει και με άλλο και με άλλο και με άλλο, πιο αδιάφορο, πιο βαρετό, πιο χαλαρό τραγούδι. Σε κάνει να πιστεύεις πως όλα γίνονται επίτηδες. Ακριβώς για να χάσεις την παρτίδα. Θες να φωνάξεις τον Λούκι Λουκ να έλθει να τον μαζέψει.
Αν ο Κόνορ Όμπερστ τιθάσευε λίγο το ορμητικό ποτάμι που ξεχύνεται από την ακουστική του κιθάρα, αν την έκανε πιρόγα ινδιάνικη και έπιανε άλλη μια για κουπί και βουτούσε μαζί τους μέσα στο ποτάμι, αν μάζευε μόνο τον αφρό από τις νότες του, τα πιο κερδιστικά απ' τα χιλιάδες ακόρντα που συνδυάζει σαν δύσκολα μαθηματικά στο φολκ αναγνωστικό του, τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά. Θα είχε βγάλει τρία, τέσσερα το πολύ άλμπουμ, και θα ήταν όλα αριστουργήματα. Κεντρικά κεφάλαια της Βίβλου του indie rock, προσκυνητάρια για όσους ανατριχιάζουν κάθε φορά που πλατσουρίζει στο νερό η γαργαριστή φωνή του και ψάχνουν το κλειδί στον γρίφο των ποιημάτων του.
Το δεύτερο άλμπουμ που υπογράφει με το όνομά του (αλλά το συνοδεύει και με την Mystic Valley Band, λες και θα τον πουν εγωιστή αν κάνει επιτέλους κάτι εντελώς σόλο) έρχεται μόλις ένα χρόνο μετά το "Conor Oberst". Το "Outer South" συνεχίζει το ταξίδι στο ποτάμι ακριβώς ένα καταρρακτάκι πιο κάτω από το περσινό, είναι δηλαδή περισσότερο Τομ Πέτι και λιγότερο Μπομπ Ντίλαν απ' ότι παλιότερα, αλλά είναι τόσο κοντινό και έρχεται τόσο σύντομα που μοιάζει με απομεινάρι, με απόνερο της πιρόγας. Έχει και το δικό του "Lenders in the Temple", βέβαια, το "White Shoes", που το λάτρεψε κι αυτό η Κατερίνα, το νέο μου "πειραματόζωο" μουσικών εμμονών (αν αντιδράσει θετικά σε κάτι, έχουμε θέμα που αξίζει μεγάλο post), κι άλλες συγκινητικές στιγμές, έχει το χιούμορ του εκεί που πρέπει, έχει τις αναφορές του στο παρελθόν, είναι πάνω από όλα εύπεπτο ροκ ν΄ρολ, εύπεπτη φολκ, εύπεπτα μπλουζ, αλλά μοιάζει με όχι και τόσο καλά κρυμμένος άσσος. Το ξαναλέω: Αν ο Κόνορ Όμπερστ μπορούσε να συγκρατήσει τον ενθουσιασμό του και να εκδίδει μόνο τα αριστουργήματά του, θα ήταν ένας επίγειος Θεός. Γιατί γράφει αρκετά για να γεμίζουν ένα άλμπουμ κάθε τρία χρόνια. Τώρα πάνε λίγο χαμένα. Σαν την Τόρι Έιμος ένα πράγμα...
Θα ήταν ο κακός που θα μπορούσε να γίνει ο πραγματικός φόβος και τρόμος της Δύσης, αλλά που θα χανόταν μέσα στα τόσα ταλέντα του (θα έπαιζε τέλεια το μπάντζο, θα φλέρταρε -αποτελεσματικά- με όλα τα κορίτσια, θα ήταν πρωταθλητής στην καβάλα μόσχου στο ροντέο, κ.λπ) και θα έμενε πάντα με τα λίγα δολαριάκια της μοιρασιάς -τουλάχιστον θα έμενε ασύλληπτος, αφού ο Λούκι Λουκ δεν θα ασχολιόταν ποτέ μαζί του, εκτός από δυο-τρεις κοφτερές ατάκες.
Έχω την αίσθηση πως ο Κόνορ Όμπερστ γράφει τραγούδια όπου σταθεί κι όπου βρεθεί. Πως ό,τι και να κάνει, το μετατρέπει σε κομμάτι μέσα στην κεφάλα του. Του φοράει δύο-τρία ακόρντα (που ξέρει πάντα πώς να τα αλλάζει αναπάντεχα, εκεί που πας να πεις ότι γράφει βαρετή μουσική) και στο σερβίρει μετά σε ένα αλμπουμάκι. Είτε ως πιτσιρικάς, 14 ετών, παιδί-θαύμα στους Commander Venus, είτε ως ο μετα-κάντρι προφήτης Bright Eyes, είτε ως emo rocker με τους Desparecidos. Αν δεν έχω χάσει το μέτρημα, ο Κόνορ έχει βγάλει τα τελευταία δέκα χρόνια δώδεκα άλμπουμ με το ένα όνομα ή το άλλο, με την τάδε ή την δείνα μπάντα. Οργασμός δημιουργικότητας.
Conor Oberst - Lenders in the Temple
Αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα. Όσο υπέροχο είναι να σου σιγοτραγουδάει κάτι σαν το "Lenders in the Temple" από το περσινό του άλμπουμ, και να σου κάνει την παρτίδα του πόκερ πιο γλυκειά -κι ας χάνεις- τόσο εκνευριστικό είναι να συνεχίζει και με άλλο και με άλλο και με άλλο, πιο αδιάφορο, πιο βαρετό, πιο χαλαρό τραγούδι. Σε κάνει να πιστεύεις πως όλα γίνονται επίτηδες. Ακριβώς για να χάσεις την παρτίδα. Θες να φωνάξεις τον Λούκι Λουκ να έλθει να τον μαζέψει.
Αν ο Κόνορ Όμπερστ τιθάσευε λίγο το ορμητικό ποτάμι που ξεχύνεται από την ακουστική του κιθάρα, αν την έκανε πιρόγα ινδιάνικη και έπιανε άλλη μια για κουπί και βουτούσε μαζί τους μέσα στο ποτάμι, αν μάζευε μόνο τον αφρό από τις νότες του, τα πιο κερδιστικά απ' τα χιλιάδες ακόρντα που συνδυάζει σαν δύσκολα μαθηματικά στο φολκ αναγνωστικό του, τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά. Θα είχε βγάλει τρία, τέσσερα το πολύ άλμπουμ, και θα ήταν όλα αριστουργήματα. Κεντρικά κεφάλαια της Βίβλου του indie rock, προσκυνητάρια για όσους ανατριχιάζουν κάθε φορά που πλατσουρίζει στο νερό η γαργαριστή φωνή του και ψάχνουν το κλειδί στον γρίφο των ποιημάτων του.
Το δεύτερο άλμπουμ που υπογράφει με το όνομά του (αλλά το συνοδεύει και με την Mystic Valley Band, λες και θα τον πουν εγωιστή αν κάνει επιτέλους κάτι εντελώς σόλο) έρχεται μόλις ένα χρόνο μετά το "Conor Oberst". Το "Outer South" συνεχίζει το ταξίδι στο ποτάμι ακριβώς ένα καταρρακτάκι πιο κάτω από το περσινό, είναι δηλαδή περισσότερο Τομ Πέτι και λιγότερο Μπομπ Ντίλαν απ' ότι παλιότερα, αλλά είναι τόσο κοντινό και έρχεται τόσο σύντομα που μοιάζει με απομεινάρι, με απόνερο της πιρόγας. Έχει και το δικό του "Lenders in the Temple", βέβαια, το "White Shoes", που το λάτρεψε κι αυτό η Κατερίνα, το νέο μου "πειραματόζωο" μουσικών εμμονών (αν αντιδράσει θετικά σε κάτι, έχουμε θέμα που αξίζει μεγάλο post), κι άλλες συγκινητικές στιγμές, έχει το χιούμορ του εκεί που πρέπει, έχει τις αναφορές του στο παρελθόν, είναι πάνω από όλα εύπεπτο ροκ ν΄ρολ, εύπεπτη φολκ, εύπεπτα μπλουζ, αλλά μοιάζει με όχι και τόσο καλά κρυμμένος άσσος. Το ξαναλέω: Αν ο Κόνορ Όμπερστ μπορούσε να συγκρατήσει τον ενθουσιασμό του και να εκδίδει μόνο τα αριστουργήματά του, θα ήταν ένας επίγειος Θεός. Γιατί γράφει αρκετά για να γεμίζουν ένα άλμπουμ κάθε τρία χρόνια. Τώρα πάνε λίγο χαμένα. Σαν την Τόρι Έιμος ένα πράγμα...
2 σχόλια:
RE psile anti na anevazeis aniparktous kalitehnes pou apla fernoun mousika stin katathliptikia Tori Amos giati then grafeis tipota gia ton asteio Tsipra pou sigoura ehei pesei se katathlipsi?
@ Avlakiotis: Ψηλέ, ο Κόνορ Όμπερστ δεν είναι ανύπαρκτος και δεν μοιάζει στην Τόρι Έιμος... Από 'κει και πέρα, έχεις δίκιο. Πρέπει να ασχοληθώ και με το Πόκεμον της πολιτικής. Αλλά τον αφήνω πρώτα να βράσει στο ζουμί του και μετά απλά θα προσθέσω αλατοπίπερο στην σούπα. Εν ευθέτω χρόνω.
Δημοσίευση σχολίου