Αν τα εξώφυλλα των περιοδικών (και οι ονειρώξεις της μουσικόφιλης και σινεφίλ πιτσιρικαρίας) είναι τα μέτρα και τα σταθμά που ρυθμίζουν την κατάταξη των sex symbols, τότε η χρονιά που έρχεται ίσως μας επιφυλάσσει μια νέα εισόδο στην κορυφή. Έξι κορίτσια που ξεχώρισαν μέσα στο 2009 θέτουν σοβαρή υποψηφιότητα να γίνουν οι νέες Αντζελίνες Τζολί, Ζιζέλ και Σκάρλετ Γιόχανσον αυτού του κόσμου.
Μέγκαν Φοξ
It Girl
Μπορεί ο ελληνικός τίτλος («Το σώμα που σκοτώνει») να μην έχει άμεση σχέση με τον πρωτότυπο («Jennifer’s Body»), αλλά προφανώς οι εμπνευστές του είχαν περισσότερο το μυαλό τους στην πρωταγωνίστρια της ταινίας, παρά σε μια πιστότερη απόδοση της αγγλικής γλώσσας. Γενικώς, η Μέγκαν Φοξ το κάνει αυτό. Διαθέτει μια ακαταμάχητη ικανότητα να ρουφάει τη σκέψη των αρσενικών απ’ ο,τιδήποτε άλλο και να τη διοχευτεύει στο γαλάζιο της βλέμμα, στην παιχνιδιάρικη γλώσσα που χειρίζεται εξαιρετικά σε συνδυασμό με τα προκλητικά της χείλη, στο -σαν καλλιγραφικό “j”- κορμί της... Γιατί το «φαινόμενο Φοξ» δεν μπορεί να εξηγηθεί αλλιώς. Χρειάζεσαι πολλά περισσότερα από μια έστω καλή ερμηνεία (όχι ότι είχε ιδιαίτερες προκλήσεις ο ρόλος της) στα “Transformers” 1 & 2 για να καταφέρεις με τη μία όλα τα αντρικά περιοδικά να υποκλίνονται μπροστά στα πόδια σου, να σου στέλνουν τον Τέρι Ρίτσαρντσον να σε φωτογραφίσει με το μπικίνι σου, να κάνουν τεράστια μότο τις ατάκες σου περί προγαμιαίου σεξ, αμφισεξουαλικότητας και μαριχουάνας και στο τέλος να σε ψηφίζουν «γυναίκα της χρονιάς». Ναι, στα «πολλά περισσότερα» συγκαταλέγεται ακριβώς αυτή η άνεσή της να προκαλεί σε κάθε της συνέντευξη. Κι εκείνο το τατουάζ της Μέριλιν Μονρόε στον δεξιό πήχυ της είναι μια σαφής ένδειξη της επιλογής ειδώλων που έχει κάνει η νέα επίσημη αγαπημένη του Χόλιγουντ.
Κέιτι Πέρι
Λολίτα
Ω, ας μη γράψουμε πάλι τα ίδια: Για τον μπαμπά της τον πάστορα, για τη μαμά της που βγαίνει και δηλώνει ότι η μουσική της κόρης της είναι ντροπιαστική, για τη πρώιμη καριέρα της στο γκόσπελ και την όπερα. Ας μη γράψουμε για το πρώτο της σούπερ χιτ, όπου περιγράφει τι ένιωσε όταν «φίλησε ένα κορίτσι». Ας γράψουμε καλύτερα για εκείνη την φωτογράφιση στο αμερικανικό Esquire του Μαρτίου. Ναι, εκείνη με τα μαύρα εσώρουχα και το λεοπάρ κορμάκι. Εκείνη που δαγκώνει αυθάδικα τον δείκτη της καρφώνοντας τα πράσινα μάτια της στο φακό και στο κάθε ανυποψίαστο θύμα της που ξεφυλλίζει αμέριμνο το περιοδικό. Ας γράψουμε για το πόσο λατρεύει τη «Λολίτα» (την κινηματογραφική διασκευή της, δηλαδή, και μάλιστα την δεύτερη, με τον Τζέρεμι Άιρονς, ούτε καν εκείνη του Κιούμπρικ –το βιβλίο του Ναμπόκοφ μάλλον δεν το έχει ξεφυλλίσει καν) και πόσο προσπαθεί να τη μιμείται ακόμη και τώρα, στα εικοσιπέντε της. Ας γράψουμε πόσο πιασάρικο είναι όλο αυτό: Το χιούμορ, η προσποιητή αφέλεια, τα άφθονα χαμόγελα, δίπλα στις απολαυστικές καμπύλες της που θυμίζουν Ιταλίδα μούσα της ντόλτσε βίτα των ‘50s. Ω, η Κέιτι Πέρι είναι πανέμορφη. Και τα τραγούδια της μπορεί να μην διεκδικούν δάφνες πρωτοτυπίας, αλλά είναι υπέροχα δείγματα χαρωπής ποπ, από αυτά που χρειάζεσαι για να χορεύεις ανέμελος με τις Κέιτι Πέρι που σού έλαχαν. Δεν έφτασε τυχαία το “I Kissed A Girl” το ένα εκατομμύριο πωλήσεις μέσα στο 2009, σε τέτοιους χαλεπούς καιρούς.
Σάσα Γκρέι
Σοφιστικέ πορνοστάρ
Η Σάσα Γκρέι είναι ενδιαφέρων τύπος από πάρα πολλές απόψεις. Κατ’ αρχάς είναι ελληνικής καταγωγής. Βαπτίσθηκε Μαρίνα Χαντζή. Η αγαπημένη της κουζίνα είναι η ελληνική. Κάτι που φροντίζει να τονίζει με χαρακτηριστική επιμέλεια σε όλες της τις συνεντεύξεις, χωρίς όμως ποτέ να επιλέγει ένα συγκεκριμένο πιάτο. Μοιάζει περισσότερο με μια προσπάθεια να μην αποκοπεί από τις ρίζες της και αυτό το κάνει πιο συγκινητικό. Ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι οι εν λόγω συνεντεύξεις δίνονται κυρίως σε πορνοπεριοδικά. Γιατί η Σάσα Γκρέι, κατά δεύτερον, είναι μια πορνοστάρ. Στα 21 της, έχει ήδη κατακτήσει 4 βραβεία AVN (τα Όσκαρ της βιομηχανίας «ενήλικων» ταινιών), ανάμεσά τους ένα για την «Καλύτερη σκηνή στοματικού έρωτα» στην ταινία «Οι Μπεϊμπισίτερ». Αλλά η Σάσα Γκρέι είναι κυρίως ενδιαφέρων τύπος γιατί σκέφτεται διαφορετικά, έχει διαφορετικά ενδιαφέροντα, κάνει διαφορετικές επιλογές από την συνήθη ξανθιά, σιλικονούχα πρωταγωνίστρια τσόντας. Σπούδασε χορό και κινηματογράφο και βρέθηκε στο χώρο συνειδητά. Η πρώτη της επιλογή για «καλλιτεχνικό» ψευδώνυμο ήταν το Άννα Καρίνα (από την Δανέζα μούσα του Γκοντάρ –και, ναι, ο Γκοντάρ είναι ο αγαπημένος της σκηνοθέτης), αλλά τελικά προτίμησε το πιο σύνθετο Σάσα Γκρέι, από το όνομα του αγαπημένου της Γερμανού ρόκερ Σάσα Κονιέτζκο και του αγαπημένου της ήρωα λογοτεχνίας: του Ντόριαν Γκρέι. Ο Στίβεν Σόντερμπεργκ την διάλεξε για την τελευταία του ταινία, τη «Συνοδό Πολυτελείας», και το 2009 ήταν η χρονιά που η Σάσα μετακόμισε λίγο πιο δυτικά από το Λας Βέγκας, τη Μέκκα της πορνοβιομηχανίας, στο Χόλιγουντ. Δεν έχει σκοπό να μείνει εκεί –κι ας απέκτησε μονομιάς φανατικούς οπαδούς. Στα 21 της είναι αρκετά ώριμη για να ξέρει ότι δεν έγινε με τη μία Άννα Καρίνα και ότι έχει ακόμη πολλά να δώσει –και να πάρει- πίσω στο Βέγκας, ως Σάσα Γκρέι.
Έβαν Ρέιτσελ Γουντ
Μούσα του Γούντι Άλεν
Sex Symbol; Το κοριτσάκι που έπαιζε την κόρη του Μίκι Ρουρκ στον «Παλαιστή»; Μα δεν ήταν μόνο αυτό το 2009 της Έβαν Ρέιτσελ. Γιατί μπορεί η ταινία του Αρονόφσκι να είναι ό,τι σημαντικότερο έχει να επιδείξει στην –όχι και τόσο φτωχή, για τα 22 της χρόνια- καριέρα της, αλλά τέσσερις άλλες λέξεις που γράφτηκαν δίπλα στο όνομά της φέτος είναι αυτές που θα αλλάξουν για πάντα τον τρόπο που την αντιμετωπίζει η κοινή γνώμη. Οι δύο πρώτες: «True Blood». Κι έπειτα: «Γούντι Άλεν». Στον δεύτερο κύκλο της τηλεοπτικής σειράς, που μαζί με τις ταινίες «Λυκόφως» και «Νέα Σελήνη» επέβαλε μια ξαφνική βαμπιρομανία στην ποπ κουλτούρα, υποδύεται την Σόφι Αν Λεκλέρκ, τη Βασίλισσα των Βρικολάκων της Λουιζιάνας. Δηλαδή, στα μάτια των δρακουλοπαρμένων εφήβων (και όχι και τόσο εφήβων) που παρακολουθούν με μανία τις αιμοτοθρεμμένες (και βραβευμένες με Χρυσή Σφαίρα) περιπέτειες των γιάνκηδων βαμπίρ, η Έβαν Ρέιτσελ είναι κάτι σαν θεά. Σίγουρα πάντως μια καλτ πρωθιέρεια. Την οποία παίρνει μετά ο Γούντι Άλεν και την βάζει στη θέση της προηγούμενης «νέας μούσας» του, που δεν ήταν άλλη από την Σκάρλετ Γιόχανσον, στο «Κι αν σου κάτσει;», την τελευταία του ταινία, που προβλήθηκε πρόσφατα και στις αθηναϊκές αίθουσες. Και όλοι ξέρουμε τι σημαίνει να είσαι «η μούσα του Γούντι Άλεν». Προσθέστε και το «πρώην σύντροφος του Μέριλιν Μάνσον», μια υποτιθέμενη σχέση με το Μίκι Ρουρκ (ναι, προφανώς και έχει κάποια θεματάκια που πρέπει να δει με ψυχολόγο η δεσποινίς) και μερικές σέξι φωτογραφίσεις στα καλύτερα αντρικά περιοδικά του πλανήτη και οι δύο πρώτες λέξεις αυτής της παραγράφου αρχίζουν πια και δικαιολογούνται εύκολα...
Mαριόν Κοτιγιάρ
Μετά το Όσκαρ
Η συνήθης πορεία είναι η αντίστροφη. Πρώτα τα πετάς, κάνεις ημίγυμνες φωτογραφίσεις, δηλώνεις διάφορα προκλητικά στις συνεντεύξεις -αλλά πάντα προσέχεις να μην σε χαρακτηρίσουν με λαϊκά παράσημα του τύπου «τσόλι»-, παίζεις σε κάποια λαχταριστή διαφήμιση ή σε μια ρομαντική κομεντί που τους κάνει όλους να σε ποθούν. Και μετά βρίσκεις τον σκηνοθέτη - μέντορα ο οποίος σου δίνει εκείνον τον απαιτητικό ρόλο που σε θέλει να τσαλακώνεις τη γοητεία σου και να κυλιέσαι στο βούρκο για χάρη ενός βραβείου. Η αναγνώριση έρχεται και μετά δεν θα ξαναχρειαστεί να πάρεις σέξι πόζες, γιατί τώρα πια είσαι μια σπουδαία ηθοποιός. Θα μπορούσαμε, βέβαια, να συμπυκνώσουμε τις παραπάνω εκατό λέξεις σε δύο: Σαρλίζ Θερόν. Της οποίας το αντίθετο είναι η Μαριόν Κοτιγιάρ. Η Γαλλίδα σταρ έφτασε στην όχι και τόσο τρυφερή ηλικία των 34 ετών για να παρουσιάσει στο κοινό της και την άλλη της όψη. Στις μισές από τις φετινές της φωτογραφίσεις αφήνει αυθάδικα το φόρεμα να αποκαλύψει το πόδι της μέχρι ψηλά το μηρό και πάντοτε -είναι άραγε το φετίχ της;- το έχει ημικαλυμμένο με ψηλές, διάφανες κάλτσες. Το επάνω μέρος του εκλεκτού κορμιού της συνήθως φέρει απλώς έναν στηθόδεσμο. Η αφορμή για το σέξι ξέσπασμά της είναι το “9”, το φιλμ του Ρομπ Μάρσαλ που διασκευάζει το περίφημο μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ, το οποίο με τη σειρά του βασίζεται στο 8 1/2 του Φελίνι. Και όπου, για να ξεχωρίσεις ανάμεσα στις λοιπές μούσες τύπου Πενέλοπε Κρουζ, Νικόλ Κίντμαν, Φέργκι, μέχρι και τη Σοφία Λόρεν που συμπρωταγωνιστούν, καλό θα ήταν να σβήσεις μια και καλή την εικόνα της ασχημούλας Εντίθ Πιάφ, για την οποία σε θαύμασε το κοινό. Και να περάσεις σε κάτι πιο αποκαλυπτικό.
Ζούι Ντεσανέλ
Antisex Symbol
Η Ζούι έχει αποκτήσει εδώ και κάποια χρόνια ένα πιστό κοινό, που αποτελείται κυρίως από μέλη της indie κοινότητας. Ας πούμε ότι ο μέσος λάτρης της 29χρονης μουσικού και ηθοποιού είναι ένας 35άρης υπάλληλος σε διαφημιστική, με ιδιαίτερο γούστο στη μουσική και σαφή αδιαφορία για τα όσα εύκολα έχει να προσφέρει αυτή η ζωή: την τηλεόραση, το delivery, την Μπρίτνεϊ Σπίαρς... Ο μέσος λάτρης της είναι περίπου ο χαρακτήρας που την ερωτεύεται και στο “(500) Μέρες με τη Σάμερ” -την ταινία όπου πρωταγωνίστησε η Ζούι φέτος, παίζοντας ως ένα σημείο τον εαυτό της: Μια χαριτωμένη, έξυπνη και δραστήρια κοπελίτσα, που δεν είναι ιδιαίτερα όμορφη, σχεδόν καθόλου σέξι, που ντύνεται κάπως άκομψα και ασχολείται με διάφορα “τρελλά”, αλλά που σέρνει πίσω τις ορδές ερωτοχτυπημένων ανδρών οι οποίοι δεν μπορούν να αντισταθούν σ’ αυτήν την εντελώς απροσδιόριστη γοητεία της. Μετά και την επιτυχία αυτής της ρομαντικής κομεντί, το αλλοπαρμένο κοινό της δεσποινίδος Ντεσανέλ αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο. Με καλλιτεχνικά κριτήρια, αυτό το φαινόμενο αποτελεί περίπου κρίμα, αν αναλογισθεί κανείς πως πέρσι η Ζούι, παρέα με τον Μ. Ουόρντ, ως το ντουέτο She & Him κυκλοφόρησε ένα από τα πιο όμορφα άλμπουμ της χρονιάς (το κορυφαίο, σύμφωνα με το ψαγμένο περιοδικό “Paste”). Αλλά, μερικές φορές, η υψηλή τέχνη δεν είναι κακό να υπηρετείται από κατώτερα ένστικτα.
(Δημοσιεύθηκε στο "Κ" της Καθημερινής, την Κυριακή 20/12/09)
1 σχόλιο:
αυτό το "σχεδόν καθόλου σέξι" για την Ζούι δεν το καταλαβαίνω. σχεδόν καθόλου.
Δημοσίευση σχολίου