11 Οκτ 2012
James Bond for Dummies
Χρειάζεται να περάσει μισός αιώνας, να ανοίξουν τα αρχεία των κρατών και η υστερινή γνώση να σβήσει από το υποσυνείδητο προκαταλήψεις και φανατισμούς που γεννιούνται την στιγμή των γεγονότων, για να μπορέσει κανείς να γράψει Ιστορία. Τι κάνουμε όμως με την τελευταία 50ετία; Πώς μαθαίνουμε ή ξαναθυμόμαστε τι συνέβη στον πλανήτη από το 1962 μέχρι σήμερα;
Μια ευχάριστη μέθοδος είναι να ξαναπαίξουμε τις 22 ταινίες του «Μυστικού Πράκτωρα 007». Το σύμπαν του Τζέιμς Μποντ λειτουργεί σαν μια κλειδαρότρυπα σε γεγονότα που όρισαν τον (δυτικό) κόσμο τις τελευταίες 5 δεκαετίες. Δεν βλέπεις ολόκληρη την εικόνα, αλλά αυτό που μπορείς να δεις είναι ένα πικάντικο, απολαυστικό, «γεμάτο» θέαμα. Με άπειρες δόσεις Ποπ Κουλτούρας –ενός υποτιμημένου κομματιού της Ιστορίας, ίσως γιατί πριν τα ‘60s δεν υπήρχε καν ως όρος.
Η Ιστορία και η Ποπ Κουλτούρα αποτελούν και το λόγο για τον οποίον μας αρέσει ακόμη ο Μποντ. Παρέα με μερικές ακόμη λεπτομέρειες: Κατ’ αρχάς ο 007 είναι το αρχέτυπο του μοντέρνου action hero. Πάνω σ’ αυτόν χτίστηκε ένα ολόκληρο είδος κινηματογραφικής περιπέτειας που δεν είχε πια για πρωταγωνιστή κάποιο νουάρ ντέτεκτιβ, κάποιο βιβλικό ήρωα ή ένα σκληροτράχηλο στρατιώτη. Ο Τζέισον Στάθαμ οδηγά και δέρνει σαν τον Μποντ, ενώ ο Τζέισον Μπορν αντιγράφει μέχρι και τις μισές συλλαβές απ’ το όνοματεπώνυμό του.
Με εξαίρεση το ανεκδιήγητο «Πέθανε μια άλλη μέρα» (2002), δεν υπάρχουν computer graphics στις περιπέτειες του 007. Μόνο κασκαντέρ και προσεγμένες σε κάθε λεπτομέρεια σκηνές δράσης. Οι ταινίες του είναι απίθανες παραγωγές. Οι σκηνές σχεδόν αληθινές. Ποιος δεν θυμάται το άλμα του Πιρς Μπρόσναν στο κενό, για να προλάβει ένα ακυβέρνητο αεροπλάνο στο «Goldeneye» (1995), το βυτιοφόρο του Τίμοθι Ντάλτον που ισορροπεί στις μισές του ρόδες στο «License to Kill» (1989) ή την καταδιώξη του μικρού αεροπσκάφους που πιλοτάρει ο Ρότζερ Μουρ στο «Octopussy» (1983); Ακόμη και οι ταινίες της δεκαετίας του ’60 (με την εξαίρεση ίσως της πρώτης, του περίφημου «Δρ. Νο», που γυρίστηκε με σκοπό να αποτελέσει τον «πιλότο» για μια τηλεοπτική σειρά), ως παραγωγές απέχουν παρασάγγας απ’ ό,τιδήποτε άλλο έβγαινε την εποχή τους. Ξαναδείτε το «Από τη Ρωσία με αγάπη» (1963), για παράδειγμα, ή την –κατά κοινή αποδοχή- καλύτερη ταινία της σειράς, τον «Χρυσοδάκτυλο» (1964).
Παίζουν, βέβαια, ρόλο και οι τοποθεσίες. Τα νησιά Πι Πι στην Ταϊλάνδη, είναι ένα από τα πιο όμορφα σημεία στον κόσμο. Τα γνωρίσαμε σαν «το σπίτι» του κ. Σκαραμάνγκα, του «Ανθρώπου με το Χρυσό Πιστόλι» (1974). Η Ούρσουλα Άντρες δεν αναδύεται από τη θάλασσα ενός οποιουδήποτε νησιού. Το φόντο του «Δρ. Νο» (1962) είναι η εξωτική Τζαμάικα. Το αρχηγείο του Μπλόφελντ στο «Στην Υπηρεσία της Αυτού Μεγαλειότητος» (1969) είναι το πανέμορφο εστιατόριο «Πιτζ Γλόρια» στην κορυφή του Σίλθορν, στις ελβετικές Άλπεις... Στο «Τhunderball» (1965) ξεχνάς τον απολαυστικό κακό, τον Εμίλιο Λάργκο, και το άγχος σου μην σκοτώσει τον ήρωα, όσο απολαμβάνεις την υποβρύχια καταδίωξη με τα ψαροντούφεκα, που χάρισε και στην σειρά των ταινιών του 007 ένα Όσκαρ (στα ειδικά εφέ).
Οι περιπέτειες του Μποντ είναι κινητές καρτ ποστάλ. Ως εκ τούτου, αποτέλεσαν το τέλειο όχημα για ολόκληρες διαφημιστικές καμπάνιες. Ο 007 ως εργαλείο μάρκετινγκ (θυμίσου τα Rolex Submariner των Κόνερι και Μουρ, τις BMW του Μπρόσναν και, βέβαια, την εναλλαγή της Bollinger με την Dom Perignon ως «επίσημης» σαμπάνιας από ταινία σε ταινία) είναι κι αυτός ένας λόγος για την αγάπη μας. Όλα είναι ωραία σε μια διαφήμιση. Αθώα. Και οι περιπέτειες του Μποντ μοιάζουν με μεγάλες διαφημίσεις όσο καμμία άλλη ταινία.
Είναι και τα κορίτσια του, βέβαια. Είναι και ο ίδιος. Εκείνες ποθητές, πανέμορφες, συνεπείς εκπρόσωποι της εποχής τους. Οι εκθαμβωτικές καμπύλες της Όνορ Μπλάκμαν – Πούσι Γκαλόρ στον «Χρυσοδάκτυλο», το βγαλμένο από διαφήμιση λακ μαλλί της Μπάρμπαρα Μπαχ – Ρωσίδας κατασκόπου στο «Η κατάσκοπος που μ’ αγάπησε» (1977), τα συγκλονιστικά μάτια της Εύας Γκριν – Βέσπερ Λιντ στο «Casino Royale» (2006)...
Και οι Μποντ, ραμμένοι στην Saville Row (Κόνερι και Μουρ), από τον Brioni (Μπρόσναν) ή από τον Tom Ford (Κρεγκ), πάντα ωραίοι, πάντα πρότυπα στυλ, πάντα οδηγώντας τα πιο εντυπωσιακά αυτοκίνητα και παίζοντας με τα πιο εξελιγμένα γκάτζετ, αναδύονται ατσαλάκωτοι από υπερβολικά άκομψες καταστάσεις για να πετάξουν μια ατάκα που βρίθει από βρετανικό φλέγμα. Ο 007 τα κάνει όλα τόσο προσιτά, τόσο απλά. Ξέρεις ότι είναι απίθανο να αντιδρούσες έτσι, αν βρισκόσουν στη θέση του, αλλά όχι και αδύνατο.
Όμως σχεδόν ξεχάσαμε την Ιστορία και την Ποπ Κουλτούρα. Το πώς ο Γιούρι Γκαγκάριν γίνεται ο πρώτος άνθρωπος στο διάστημα το 1961 (για να φιλοξενηθεί σε μια φωτογραφία του «Από τη Ρωσία με Αγάπη», δύο χρόνια μετά). Το πώς ο Ψυχρός Πόλεμος βρίσκεται στο απώγειό του στα ‘60s, αλλά αντικαθίσταται από νέους δαίμονες στη συνέχεια: Ναρκωτικά στα ‘70s, στο κορυφαίο «Ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθάνουν» (1973), βαρώνοι των media στα ‘90s, όπως ο Έλιοτ Κάρβερ του «Το αύριο ποτέ δεν πεθαίνει» (1997). Και, βέβαια, ο Μποντ θα πάει στο διάστημα με το «Moonraker» (1979), όταν κάνει σουξέ ο «Πόλεμος των Άστρων», θα ντυθεί μουσικά με τους Duran Duran («A View to a Kill» - 1985) και την Adele («Skyfall» - φέτος), θα εκμεταλλευτεί την ιαπωνική υπεροχή των ‘60s, τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο και την επικράτησή των Ιαπώνων στην αυτοκίνηση («Ζεις μονάχα δυο φορές» -1967)...
Τελικά, αν το καλοσκεφτεί κανείς, ο λόγος που μας αρέσει ακόμη τόσο πολύ ο Μποντ είναι ο εξής: Όλα τα παραπάνω (η τρέχουσα ιστορία, η ποπ κουλτούρα της, ένα τραγούδι για τους τίτλους, το κοκτέιλ και το κορίτσι της εποχής, η αντρική μόδα, το εξωτικό τοπίο – τουριστικός προορισμός) ως επαναλαμβανόμενα στοιχεία μιας επιτυχημένης συνταγής κάνουν τις ταινίες του 007 κάτι σαν μια τηλεοπτική σειρά με μεγαλύτερη από το σύνηθες διάρκεια. Και σε μια τηλεοπτική σειρά, στην οποίαν είσαι εθισμένος, εύκολα συγχωρείς ένα κακό επεισόδιο. Γιατί ελπίζεις ότι το επόμενο θα είναι καλύτερο.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου