21 Απρ 2012

Προετοιμασία για την συναυλία των Shearwater



Κατά 99% το κείμενο αυτό δεν το διαβάζεις γιατί θες έναν λόγο να πειστείς να δώσεις τα 25 ευρώ που κοστίζει το εισιτήριο για να τους δεις live απόψε στο ΑN Club. To διαβάζεις γιατί απλά θες να διαπιστώσεις αν αισθανόμαστε τα ίδια εγώ κι εσύ όταν ακούμε το τραχύ κρώξιμο του Will Sheff ή το βαθύ μουρμουρητό του Jonathan Meiburg. Η μουσική έχει το μοναδικό χάρισμα να παρέχει στον καθένα ξεχωριστά ένα εντελώς δικό του οργασμό και σε όλους μαζί μια συλλογική απόλαυση. Στις συναυλίες το φαινόμενο αποκτά εξωγήινες διαστάσεις (ίσως επειδή εκεί συχνάζουν οι fans της κάθε μπάντας και οι προσωπικοί οργασμοί είναι από τους πολύ ζουμερούς), αλλά για ένα συγκρότημα σαν τους Shearwater που κουβαλάει την λέξη «εσωστρέφεια» και «απόγνωση» σαν τατουάζ επάνω της, είναι η ακρόαση των άλμπουμ τους σε συνθήκες απόλυτης ηρεμίας που η μουσική αποκτά προστιθέμενη αξία. Ας πάρουμε τα 12 χρόνια δισκογραφίας τους από την αρχή, για να δούμε τελικά τι κατέγραψαν στην ψυχή του καθενός.

2001 – Τhe Dissolving Room
Ξεπερνάω γρήγορα το «άτεχνον» της παραγωγής που είχε ξαφνικά να κάνει με μια παρέα που έχωνε στον –ιδανικό για «γυμνό»- ήχο της τσέλα, πιάνα, μπάντζα και φυσαρμόνικες (χωρίς να παίζει φολκ), γιατί τα ψήγματα μιας μπάντας που είναι μοιραίο να γίνει σπουδαία, αναδεικνύονται ακόμη και κάτω από τις χειρότερες συνθήκες. Το βασικό της χαρακτηριστικό είναι αυτή η απόγνωση, η λύπη που σκοτεινιάζει κάθε νότα, είτε την ερμηνεύει ο Sheff, είτε ο Meiburg, αλλά που 12 χρόνια μετά, κι όταν έχεις ακολουθήσει όλη τους την πορεία, μοιάζει απλά με την εφηβική κατάθλιψη που όλοι περνάμε εκείνα τα χρόνια.
Ένα τραγούδι, όπου βρίσκω όσα γράφεις παραπάνω; Ποιο άλλο από το ατημέλητο «Sung Into The Street»;


2002 – Everybody Makes Mistakes
Επειδή αυτό το 1% των αναγνωστών που δεν ξέρουν τι εστί Shearwater (με λίγες λέξεις: μια από τις σπουδαιότερες indie μπάντες του σύμπαντος) μπορεί να έχει αντέξει να φτάσει ως εδώ κάτω, να θυμίσω ότι το γκρουπ εκείνα τα πρώτα χρόνια ήταν η σύμπραξη του Will Sheff των Okkervil River με τον Jonathan Meiburg (που έπαιζε κι εκείνος τότε στο ίδιο γκρουπ) και κάποιους φίλους του. Κάτι που σημαίνει ότι τότε η μπάντα ήταν κάτι σαν το αποπαίδι των πολύ διασημότερων στην αρχή της περασμένης δεκαετίας Okkervil River. Οι τελευταίοι μπορεί να ήταν μαζί από το ’99, αλλά πρώτο άλμπουμ έβγαλαν το 2002, μαζί, δηλαδή με το δεύτερο των Shearwater. Οι δύο μπάντες διατηρούν η κάθεμία τα δικά της στοιχεία, αλλά –μοιραία- εδώ συναντιούνται περισσότερο από ποτέ. Είναι το πιο WillSheffικό άλμπουμ απ’ όλα των Shearwater, κάπως πιο φωτεινό από το ντεμπούτο, πιο καθάριο και μελωδικό. Και κάπου, σε μερικές σκιώδεις γωνιές του περιέχει τις σαφείς ενδείξεις ότι αν είναι να μεγαλουργήσει στο μέλλον, μάλλον θα πρέπει να κινηθεί προς τα νερά του Meiburg.
Ένα τραγούδι, όπου βρίσκω όσα γράφεις παραπάνω; Δοκίμασε το οκερβιλικό «Mistakes»


2004 – Winged Life
Kαι... εγένετο Shearwater. Το φαλτσέτο του Meiburg είναι αυτό που μπορεί να κάνει ακόμη πιο σαφές ότι ετούτο εδώ δεν είναι ένα side project των Okkervil River, αλλά μια μπάντα με δική της υπόσταση. Κι εδώ αναλαμβάνει τα ηνία (εξ άλλου ο Sheff είχε χλαπακιάσει το δικό μερίδιο από την πίτα στο προηγούμενο άλμπουμ). Η εσωστρέφεια αρχίζει να απλώνει τα κλαδιά της παντού πάνω από το μόρφωμα των Shearwater, να μού αρπάζει την ανάσα εκεί που θέλω λίγο να ηρεμήσω, αλλά να μού καρφώνει και μια ένεση με κάτι εθιστικό, κάθε φορά που πάω να φύγω, που πάω να τους αφήσω πίσω. Και κάθε λίγο έρχεται ένα ξέσπασμα, ένα κομμάτι πιο ανθεμικό, πιο επικό για να με αναστατώσει και να μου θυμίσει πως η κάθε μαύρη στιγμή δεν είναι τίποτε άλλο παρά το κοντράστ που θα χρειαστώ στη συνέχεια για να απολαύσω τις πιο όμορφες, ευτυχισμένες, λαμπερές μου μέρες.
Ένα τραγούδι, όπου βρίσκω όσα γράφεις παραπάνω; Τι λες για το «(I’ve Got A) Right To Cry»;

2005 - Τhieves
Ένα μάλλον άγνωστο EP τους που τούς γυρίζει πίσω σε παραγωγές τύπου “The Dissolving Room” και που απλά πιστοποιεί ότι η μπάντα χρειάζεται leader και αυτός είναι ο Meiburg.
Ένα τραγούδι, όπου βρίσκω όσα γράφεις παραπάνω; To έπος «Mountain Laurel»

2006 – Palo Santo
Το όλο πράγμα έχει πια σκοτεινιάσει πάρα πολύ για τον Will Sheff και ο Jonathan Meiburg χρίζεται και επισήμως ο mr. Shearwater. Η αποχώρηση της φωτεινής επιρροής των Okkervil River (οι οποίοι, αντιστοίχως, απεμπολούν πια τα όποια καταθλιπτικά στοιχεία άπλωνε στον ήχο τους ο Meiburg) σημαίνει ότι οι δύο μπάντες φτάνουν στο πιο μεγάλο διάστημα που τις χώρισε ποτέ. Ο Meiburg αρχίζει να πειραματίζεται με τα όρια της αβύσσου της φωνής του και εγκαταλείπει το απόκοσμο μουρμουρητό για μερικά χαοτικά ουρλιαχτά που με συγκλονίζουν σε βαθμό που δεν το κάνουν ούτε οι κορυφαίοι του black metal. H αλήθεια, όμως, είναι ότι χωρίς ένα βαρίδι να τον μπαλανσάρει, χωρίς τον Sheff να κρατάει τα μπόσικα, οι κανόνες του Meiburg γίνονται λίγο δύσκολοι και στο παιχνίδι του αφήνει τους περισσότερους από εμάς απ’ έξω. Δεν θέλω να τον πω επιδεικτικό, δεν θέλω να τον πω αλλοπαρμένο, ας τον πω απλά εκστασιασμένο που έμεινε εντελώς ελεύθερος. Δεν πειράζει, γιατί είμαστε ακόμη μόλις στο μέσον της πορείας.
Ένα τραγούδι, όπου βρίσκω όσα γράφεις παραπάνω; To αμετροεπές «Johnny Viola».

2008 – Rook
Ένας από τους καλύτερους δίσκους της δεκαετίας που έφυγε, που γίνεται καλύτερος όσο περνάει ο καιρός. Σαν ένα μεγάλο κρασί. Σαν ένα grand cru (πάντα ήθελα να το γράψω αυτό). Η μετάβαση από την απλώς ανεξάρτητη Misra στην κορυφαία ανεξάρτητη Matador κάνει ένα θαύμα στην παραγωγή και αναδεικνύει όλο αυτό που προσπαθούσε τόσο καιρό να μάς πει ο Meiburg σε θείο ήχο. Με κάνει να αναρωτιέμαι μήπως αδίκησα το “Palo Santo”, μήπως με τέτοια δουλειά στην κονσόλα θα μού έμοιαζε περισσότερο με αριστούργημα παρά με υπερβολή. Ονειρική ατμόσφαιρα, αινιγματικές ερμηνείες, πολυεπίπεδες μελωδίες, απίστευτες εμπνεύσεις είτε πρόκειται για τα συνήθη αργά τραγούδια τους είτε για τα απρόβλεπτα (ή προβλέψιμα πια;) ξεσπάσματά τους, με στέλνουν πάνω στα άγρια κύματα ανυπεράσπιστο, αλλά ξέρω ότι δεν θα πνιγώ. Αν υπάρχει ένα πακέτο δέκα τραγουδιών που μπορεί να αποτελέσει το soundtrack για την φράση «η ηρεμία πριν την καταιγίδα», τότε είναι τα 10 του “Rook”. Πέντε αστεράκια!
Ένα τραγούδι, όπου βρίσκω όσα γράφεις παραπάνω; Πρόσεξε μόνο μην πνιγείς στο «Leviathan Bound»

2010 – The Golden Archipelago
Oι Shearwater του Jonathan Meiburg είναι πια μια μεγάλη, μια τεράστια indie rock μπάντα και έχουν και μια αποστολή. Οι οικολογικές ανησυχίες του «Rook» που έχουν μετατρέψει τον μέχρι τότε υπαρξισμό σε σταυροφορία εντείνονται ακόμη περισσότερο εδώ. Κι αυτό στη μουσική σημαίνει ένα κλισέ: Στοιχεία ethnic παρεισφρύουν για να μεταδώσουν ένα μήνυμα παγκόσμιο. Είναι λίγα, είναι ήπια, αλλά δείχνουν πόσο μεγάλος μουσικός είναι ο Meiburg που αρχίζει να μετατρέπεται σ’ έναν μελαγχολικό Peter Gabriel σιγά σιγά. Η φωνή του είναι πιο μειλήχια από ποτέ και μου προσφέρει μια ηρεμία που δεν μου την έδινε τόσο καιρό που δεν είχε βρει τον δρόμο του. Τα κύματα από το “Rook” έχουν κατευνασθεί, η καταιγίδα πέρασε χωρίς να με πνίξει, και στο χρυσό αρχιπέλαγος των Shearwater μπορώ πια να κλείσω άφοβα τα μάτια μου και να αφήσω το ρεύμα να με παρασύρει στο νέο τους, πνευματιστικό, γλυκόπικρο ορίζοντα.
Ένα τραγούδι, όπου βρίσκω όσα γράφεις παραπάνω; Το αριστούργημα «Black Eyes»

2012 – Animal Joy
Απαλλαγμένος από την αγωνία των αναζητήσεών του πια ο Meiburg έρχεται στο φετινό, τελευταίο άλμπουμ των Shearwater να μού αποδείξει ότι δεν ξέχασε ποτέ από πού ξεκίνησε και με ποιους έκανε παρέα. Όχι ότι κινείται έστω και κοντά στους Okkervil River. Αλλά αφήνει πια αυτήν την υποδόρια αισιοδοξία, αυτό το χαμόγελο του ανθρώπου που έχει θέσει πέντε στόχους στη ζωή του και τους έχει πετύχει, να φανεί. Ακομπλεξάριστα, όμορφα, έντεχνα. Δεν είναι πια ο υπαρξισμός αυτό που ορίζει την τύχη της μουσικής των Shearwater. Είναι ο ίδιος ο ήχος. Είναι η τέχνη. Και ο Meiburg είναι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης. Θα μού πάρει ίσως λίγους μήνες ακόμη να το συνηθίσω, να αποδεχτώ ότι όντως εκείνοι οι όγκοι θάλασσας που γύρεψαν να με καταπιούν στο “Rook” δεν πρέπει να με φοβίζουν πια. Αλλά δεν θα παλέψω εναντίον του. Θα πάω το Σάββατο στην συναυλία και θα δεχτώ ό,τι έχει να μπει προσφέρει με ζωώδη χαρά...
Ένα τραγούδι, όπου βρίσκω όσα γράφεις παραπάνω; Το συναυλιακό «You as You Were»


Δεν υπάρχουν σχόλια: