«Μπορεί να με πιάσει εμμονή με ο,τιδήποτε, αρκεί να το κοιτάζω για αρκετή ώρα. Αυτή είναι η κατάρα του να είσαι φωτογράφος». Η ματιά του Παμπλό Πικασό, τα χέρια που δακτυλογράφησαν τα αριστουργήματα του Τρούμαν Καπότε, το στήθος της Ζιζέλ: Πραγματικά ωραία πράγματα για να σου γίνουν εμμονή. Και μετά, τα κόκκαλα που περνούν οι ιθαγενείς της Γουινέας από τις μύτες τους. Η άκρη του μανικιού σ’ ένα ταγιέρ της Chanel. Οι σταγόνες του νερού πάνω σε μια δίχρωμη τουλίπα. Εμμονές, εμμονές, εμμονές. Χωρίς αυτές δεν θα έφτανε να ζει ως τα 92, δουλεύοντας ακόμη στο στούντιό του, χαμηλά στην 5η Λεωφόρο του Μανχάταν, πάνω σε νεκρές φύσεις, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Κυρίως κρυμμένος από οποιονδήποτε φωτογραφικό φακό. Αν ψάξεις για φωτογραφίες του Έρβινγκ Πεν στα βιβλιοπωλεία ή -πιο εύκολα- στο Internet, θα βρεις χιλιάδες. Το «του Έρβινγκ Πεν» στην παραπάνω πρόταση έχει, βέβαια, ρόλο γενικής υποκειμενικής. Με την γενική αντικειμενική, θα δυσκολευθείς. Ο φωτογράφος αρνιόταν σθεναρά να γίνει αντικείμενο φωτογράφισης. Ίσως γιατί αρνιόταν να γίνει εμμονή για οποιονδήποτε. Για τον ίδιο λόγο δεν δεχόταν να μιλήσει ποτέ, ούτε καν για τα περιοδικά με τα οποία συνεργαζόταν χρόνια ολόκληρα. Κι αν το έκανε, μία στα δεκαπέντε - είκοσι χρόνια, άφηνε πάντα απ’ έξω την προσωπική του ζωή.
Έτσι κι αλλιώς, ο Πεν δεν ήταν κάποιος σταρ. Μιλούσε σχεδόν ψιθυριστά, πάντοτε πράος -ακόμη κι όταν μάλωνε με τα αφεντικά του, που δεν καταλάβαιναν κάποιες από τις εμμονές του. Ήταν πιο ήρεμος ακόμη κι από τα φιλαράκια του, τον Ρίτσαρντ Άβεντον και τον Χέλμουτ Νιούτον. Ναι, τα φιλαράκια του ήταν -εννοείται- φωτογράφοι. Ο Έρβινγκ Πεν ζούσε για τη φωτογραφία. Και ζούσε μέσα από την φωτογραφία. Ο Έρβινγκ Πεν ήταν ο εκάστοτε Στραβίνσκι, η εκάστοτε Σιμόν ντε Μποβουάρ, ο εκάστοτε Περουβιανός ινδιάνος που στεκόταν απέναντι από τον φακό του. Ήταν οι γόπες ενός Camel κι ενός Chesterfield...
Παράξενο πράγμα για κάποιον που ξεκίνησε ως ζωγράφος. Ήταν 21 ετών όταν αποφοίτησε, το 1938, από τη Σχολή του Μουσείου της Φιλαδέλφειας, μαθητής του Ρώσου εμιγκρέ Αλεξέι Μπρόντοβιτς, που εργαζόταν παράλληλα στο Harper’s Bazaar. Ο Μπρόντοβιτς εκτίμησε την ιδιαίτερη ματιά στο σκιτσάρισμα του Πεν και τον πήρε βοηθό του στο περιοδικό. Κι εκεί ο νεαρός ζωγράφος έμαθε τι εστί μόδα. Μετακόμισε στο πολυκατάστημα Saks Fifth Avenue για λίγο, ως art director, αλλά δεν μπορούσε να εγκαταλείψει τα περιοδικά. Ο θρυλικός Αλεξάντερ Λίμπερμαν, υπεύθυνος εκδόσεων της Conde Nast, τον έφερε στη βίβλο της γυναικείας μόδας, τη Vogue, για να αναλάβει την καλλιτεχνική επιμέλεια των εξωφύλλων. Όταν οι φωτογράφοι του περιοδικού αδυνατούσαν να να υλοποιήσουν τα σχέδια που τους ζωγράφιζε, έπιανε τη μηχανή μόνος του. Κι έτσι, το 1943, ξεκίνησε μια σχεδόν μυθική καριέρα που διήρκεσε εξίμισι δεκαετίες. Μέχρι το πρωί της Τετάρτης, 7 Οκτωβρίου, όταν ο Έρβινγκ Πεν άφησε την τελευταία του πνοή, στο σπίτι του, στο Μανχάταν.
Εκτός από τα εξώφυλλα, στην Vogue ξεκίνησε σύντομα να φωτογραφίζει και μόδες. Με έναν επαναστατικό για την εποχή τρόπο. Πετώντας μακριά τα πάντα, κρατώντας στο κάδρο μόνο το ρούχο -ΟΚ, και το μοντέλο που το φορούσε. Αν μέχρι τότε ο κανόνας ήταν τα παλ, αλλά χαρούμενα φόντα μιας εύρωστης φύσης, όπως έκανε ο Σέσιλ Μπίτον, ή τα γεμάτα με ανθοσυνθέσεις, κολώνες ιωνικού ρυθμού και πίνακες με χρυσά κάδρα στούντιο, ο Έρβινγκ Πεν ξεκινούσε μια αληθινή επανάσταση, στήνοντας τις μόδες του μπροστά από ένα λευκό ή γκρι πανί, ψάχνοντας την ιδανική γεωμετρία του κάθε ρούχου και φορώντας το σε γυναικείες σιλουέτες εύπλαστες και παράξενες. Μία από αυτές, το αγαπημένο του μοντέλο Λίζα Φόνσαγκράιβς, έγινε και η αγαπημένη του σύζυγος. Παντρεύτηκαν το 1950 κι έζησαν μαζί ως τον θάνατό της, το 1992. Απέκτησαν ένα γιό.
Σύντομα τα σημαντικότερα περιοδικά στον κόσμο -πολλά μέχρι και σήμερα- φωτογράφιζαν τις μόδες τους a la manière de Irving Penn. Κι ο Πεν έψαχνε νέο πεδίον δόξης. Ευτυχώς γι’ αυτόν, η Vogue φιλοξενούσε συνεντεύξεις από τις σπουδαιότερες μορφές της διανόησης. Ευτυχώς για εμάς, τις φωτογραφήσεις τους ανέλαβε ο Έρβινγκ Πεν. Είναι συγκλονιστικό, αν συνειδητοποιήσει κανείς πως κάποιες από τις πιο διάσημες εικόνες που έχουμε για μορφές όπως ο Πικασό, ο Καπότε, ο Κοκτώ τις έχει φιλοτεχνήσει ο Πεν. Οπως και με τη μόδα, έτσι και στα πορτρέτα του, πέταξε μακριά κάθε φόντο και δημιούργησε ολόκληρη σχολή, “φέρνοντας σε δύσκολη θέση” τα αντικείμενά του. Αρχικά, στριμώχνοντάς τους στη γωνία δύο άδειων τοίχων, αργότερα φωτογραφίζοντάς τους από πολύ κοντά. Και δουλεύοντας πάντοτε περίτεχνα με το φως. Αναδεικνύοντας πάντα τη φιγούρα, τη στάση, το ύφος, την ιδιαιτερότητα, την ιδιοσυγκρασία του καθενός από τους διάσημους «αντιπάλους» του. Είναι τέτοια η κληρονομιά που αφήνει, ώστε τελικά άφησε τον μάταιο κόσμο με τον χαρακτηρισμό “ένας από τους σημαντικότερους πορτρετίστες” του 20ου αιώνα -κι ας μεγαλούργησε σε κάθε είδος φωτογραφίας με το οποίο καταπιάστηκε...
Τα γυμνά του, για παράδειγμα, ήταν τόσο avant garde, ένα ξέφρενο παιχνίδι με τους φωτισμούς και τις καμπύλες του σώματος, που στην εποχή τους, το ‘49-’50, ελάχιστοι τα αντιλαμβάνονταν ως τέχνη. Πρώτη φορά εκτέθηκαν στο κοινό τρεις δεκαετίες μετά. Οι εθνογραφικές μελέτες ήταν μια άλλη αγάπη του Έρβινγκ Πεν. Έκανε επτά μεγάλα ταξίδια, από τη Νέα Γουινέα μέχρι το Περού και απαθανάτισε ιθαγενείς με παραδοσιακές στολές, γκροτέσκες φιγούρες, περίτεχνους στολισμούς σώματος, από το 1964 ως το 1971. Κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποιούσε τους “κακόμοιρους τους πρωτόγονους” όπως τα λαμπερά μοντέλα του. “Οι άνθρωποι που φωτογράφισα δεν ήταν πρωτόγονοι. Οι πρωτόγονοι ζουν στη Νέα Υόρκη”, απάντησε με την ήρεμη φωνή του πολλά χρόνια αργότερα. Η πιο μεγάλη του εμμονή, πάντως, ήταν οι νεκρές φύσεις. Δούλευε -κυρίως για τη διαφήμιση- σε still life φωτογραφίσεις μέχρι το θάνατό του. Ίσως γιατί πάντοτε έβρισκε κι ένα καινούργιο παιχνίδι με το φως να παίξει, κερδίζοντας έμπνευση για την τέχνη του -κι άρα λίγη ακόμη ζωή για τον εαυτό του- με κάθε νέο κλικ. Τη φράση στην αρχή του κειμένου την είπε κάποτε σ’ ένα δημοσιογράφο των New York Times, αναφερόμενος σε μια διαφωνία του με τον Αλεξάντερ Λίμπερμαν που του ζητούσε κάποτε να φωτογραφίσει λουλούδια. Ο Πεν αρνιόταν, μέχρι που αισθάνθηκε ότι ο Λίμπερμαν δεν τον θεωρούσε ικανό να το κάνει. Κατέληξε να φωτογραφίζει λουλούδια για επτά συνεχόμενα χρόνια, για τα χριστουγεννιάτικα τεύχη της Vogue. Είναι οι πιο συγκλονιστικές φωτογραφίσεις λουλουδιών που έχουν γίνει ποτέ.
(Το κείμενο θα δημοσιευθεί την Κυριακή 25.10.09 στο περιοδικό "Κ" της "Καθημερινής")
4 σχόλια:
epitelous k ena kalo arthro to protimo apo ti stili sou sto "GK" "agapimeno mou hmerologio...". Ayta pou grafeis sto diary soy ta grafeis mono gia thn parti sou. Kai kala kaneis. Alla to lacoste,rayban, polo k alles brand emmones ti tis thes? to idio tropari se kathe exitorial.
NHC
@ NHC: Α! Σας ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια. Όσον αφορά στo Exitorial, είναι εντελώς άλλο πράγμα από ένα ρεπορτάζ, μια κριτική ή ένα πορτρέτο και καλό θα ήταν να μην τα συγκρίνετε μεταξύ τους. Είναι, όντως, εντελώς αυτοαναφορικό και αρκετά αυτοψυχαναλυτικό, αλλά φροντίζω να το γεμίζω με στοιχεία που κάνουν κάποιους να ταυτίζονται. Αν όχι με τις καταστάσεις, τουλάχιστον με τις παραστάσεις.
Κι εκεί έγκειται και η διαφορά στο πώς αντιμετωπίζουμε εμείς οι δύο τα πράγματα. Είναι άλλο τα Rayban που λέτε, κι άλλο τα Wayfarers που γράφω, αν και όπου χρειαστεί, για να δώσω άμεσα την εικόνα σε όποιον μπορεί να την χειριστεί. Δεν είναι brand εμμονές και δεν επαναλαμβάνονται σε όλα τα Exitorials.
Απ' την άλλην, ίσως πρέπει να αρχίσω να πετάω πιο συχνά μάρκες μέσα, μπας και τσιμπήσω καμμιά ρεκλάμα, ως αργυρώνητος γραφιάς που είμαι.
Fysika k mporo na diakrino th diafora anamesa sta dyo eidi, alla kala kanete k to epishmenete. To periexomeno-periblhma tou keimenou diaferei alla o tropos grapsimatos paramenei idios. Kai ekei theoro oti yparxei xoros gia opoiesdipote sygkriseis. Oson afora stis alles diafores mas...de theoro oti einai aparaitito na anafereste sta wayfarers eno kallista mporeite na dosete thn eikona pou thelete forontas apla ta gyalia hlioy sas. Enas tapeinos anagnosths theoro oti einai se thesi na katanohsei k na xeiristei thn eikona xoris thn yparxh ton way.. de nomizo oti ta way..prosdidoun perissoteroro prestige sta keimena sas. Alla opos k eseis lete ta wayfarers (oriste to egrapsa olokliro)apodidoun amesa thn eikona pou eseis thelete na proballete.
Para tis diafonies mas exakoloutho na sas theoro enan kalo grafia, me lifestylistikes emmones!
Filika NHC
έχουμε κοινές εμμονές βλέπω... όχι δε λέω για τα polo και τα lacoste ;)
Δημοσίευση σχολίου