25 Αυγ 2013

John Vanderslice - Dagger Beach

John Vanderslice
Dagger Beach
(Ιούνιος 2013)


Από το 2000, όταν με το “Mass Suicide Occult Figurines”, ο John Vanderslice έδινε την εκκίνηση σ’ αυτό το υπέροχο νέο πράγμα που ονομάσαμε indie rock στην πορεία, ο μουσικός από τη Φλόριντα είναι πιστός, κάθε δυο χρόνια ή και συχνότερα, στο ραντεβού του. Το “Dagger Beach” είναι το 9ο άλμπουμ, το τελευταίο μιας σειράς που ποτέ δεν έχει απογοητεύσει, αλλά αντιθέτως έχει κατά καιρούς παραθέσει πραγματικά αριστουργήματα όπως το “Cellar Door” του 2004 και το “Emerald City” του 2007. Αν δεν γνωρίζεις τον John Vanderslice, οφείλεις να ξεκινήσεις από εκεί, πριν πιάσεις το “Dagger Beach”.

Γιατί η τελευταία του κυκλοφορία είναι η πιο πολύπλοκη, η πιο δυσπρόσιτη της υπέροχης αυτής καριέρας. Όχι, δηλαδή, υλικό για συστάσεις. Αλλά, 13 χρόνια μετά το ντεμπούτο του, ο Vanderslice είχε κάθε δικαίωμα να κάνει αυτό που ο Sufjan Stevens κάνει από την πρώτη στιγμή: Να το παίξει εκκεντρικός και να αφήσει εσένα να ψάξεις τον τρόπο να βρεις πώς να τον κατακτήσεις. Στο “Dagger Beach” ακούγεται όντως σαν ένας Sufjan σε slow motion. Βασίζεται σε μια πληθώρα αναφορών και σε πάρα πολλές προσωπικές καταγραφές, που μετατρέπονται σε αφηγηματικά κομμάτια που η ιδιαίτερη φωνή του τους δίνει ακόμη πιο προσωπικό, σχεδόν ιδιωτικό τόνο.

Αλλά ο κόσμος του δεν είναι απαγορευμένος. Μπορεί από το “Dagger Beach” να λείπει η δομή που χαρακτήριζε όλες του τις δουλειές ως τώρα και οι πειραματισμοί να είναι άπειροι, αλλά ο Vanderslice σε προκαλεί να το δεις όλο αυτό σαν ένα παιχνίδι. Αν τού χαρίσεις λίγο παραπάνω χρόνο, θα ανακαλύψεις ότι τελικά έχει κι αυτό τους κανόνες του. Αν τους μάθεις και μπεις στην διαδικασία να παίξεις, δύσκολα θα ξεκολλήσεις. Ακόμη και τη νύχτα, τα τέσσερα (στα πέντε) αστεράκια του, θα σε φωτίζουν για να συνεχίζεις χωρίς σταματημό.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

23 Αυγ 2013

Portugal. The Man - Evil Friends

Portugal. The Man
Evil Friends
(Ιούνιος 2013)


Η παρουσία του Danger Mouse στο “Evil Friends” ξεχωρίζει από τις εισαγωγικές κιόλας νότες του “Plastic Soldiers”, του πρώτου κομματιού από το νέο άλμπουμ των Portugal. The Man. Εκείνο το απίστευτο πράγμα που ακούσαμε στο “Dark Night Of The Soul” πριν από 3 χρόνια (και που γέμισε ένα ολόκληρο καλοκαίρι μου σ’ ένα νησί, πήγαιν’ έλα από τη χώρα ως εκεί που έκανα windsurf), από τον Danger Mouse και τον Sparklehorse, επαναλαμβάνεται εδώ με τρόπο όμως που δεν παραβιάζει την ιδιαιτερότητα των Portugal. The Man.

Κοινώς, μια υπέροχη μπάντα συναντιέται με έναν υπέροχο παραγωγό για να ξαναπαίξει με ένα υπέροχα δοκιμασμένο πείραμα. Το τελικό αποτέλεσμα είναι το πιο mainstream και προσιτό πράγμα που έχουν βγάλει ποτέ οι Portugal. The Man στα 7 χρόνια της καριέρας τους (δεν τους έλεγες και απρόσιτους πάντως). Τα ηλεκτρονικά στοιχεία του Danger Mouse δένουν μαγικά με τις λουπαριστές, μακρόσυρτες α λα Black Keys κιθάρες της μπάντας, δίνοντας στον τελικό ήχο μια δυναμική που έλειπε από τις προηγούμενες 7 κυκλοφορίες των Portugal. The Man.

Κάποιοι, βέβαια, θα γκρινιάξουν ότι το όλο πράγμα «παραέχει» παραγωγή. Ότι παραείναι γυαλισμένο. Όποιοι είχαν εκστασιαστεί με την ωμή δύναμη του “Waiter: You Vultures!” ή του “Church Mouth”, θα ανακαλύψουν ότι η αίσθηση έχει πια απομακρυνθεί πολύ από εκείνα τα επίπεδα. Όσοι πάλι είναι όψιμοι θιασώτες των Portugal. The Man (και οφείλω να ομολογήσω ότι εγώ είμαι τέτοιος) κι έχουν πιάσει να ξεκοκαλίσουν την δισκογραφία τους από την αρχή, χωρίς να την συνδέουν με θύμησες και συναισθήματα του παρελθόντος, θα δουν το “Evil Friends” ως την απόλυτα λογική συνέχεια μας σπουδαίας καριέρας. Το “Hip Hop Kids” επίσης, είναι το τραγούδι της χρονιάς για μένα ως τώρα –και θα είναι ένα hidden gem για να το αναφέρω όταν η μπάντα αναγνωριστεί όσο της αξίζει, αφού φαίνεται ότι οι Porugal. The Man δεν δείχνουν την διάθεση να το διαχειριστούν ως single ή κάτι τέτοιο.

Κάπου ανάμεσα στους Black Keys και στους Black Kids (πού χάθηκαν, αλήθεια, τα παιδιά αυτά;) βρίσκεται κάτι που το μαύρο δεν πρέπει να το έχει δει ποτέ. Κάτι πολύχρωμο και ανεβαστικό, κάτι που θυμίζει ώρες-ώρες Phoenix και ώρες-ώρες Of Montreal. Είναι indie όσο και pop και αυτό το οφείλει στο παμμέγιστο Danger Mouse, που αμφιβάλλω αν ποτέ βγάλει δουλειά που να τη στολίζουν λιγότερα από τέσσερα στα πέντε αστεράκια.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

21 Αυγ 2013

To Ironic της Alanis γεμίζει επιτέλους ειρωνία


Η ειρωνεία είναι μια έννοια σχετική. Αυτό που είναι ειρωνικό για κάποιον ίσως να μην είναι και τόσο ειρωνικό για κάποιον άλλον. Ακόμη και με την αντικειμενική κλίμακα στην οποία μπορούμε όλοι να συμφωνήσουμε, κάποια πράγματα που αναφέρονταν στον ύμνο της ειρωνίας (και γενικότερα ύμνο των 90s), σ’ εκείνο το ανεπανάληπτο “Ironic” της τότε θεάς (θυμίσου και το “Dogma” των Affleck – Damon) Alanis Morissette, δεν ήταν και τόσο ειρωνικά.

Για παράδειγμα, το ότι βρέχει την ημέρα του γάμου σου δεν είναι ειρωνία. Είναι μια πραγματικότητα και ένα τεράστιο άγχος που αντιμετωπίζουν τα μισά από τα ζευγάρια που παντρεύονται ακόμη και καταμεσής του Ιουλίου. Ούτε η μύγα στο Σαρντονέ σου είναι κάτι τόσο σπάνιο και ειρωνικό. Αντικειμενικά.

Τα προβλήματα αυτά αποφάσισαν να λύσουν, για χάρη της Alanis, πολλά χρόνια μετά δύο κορίτσια από την Νέα Υόρκη. Οι Rachael και η Eliza αυτοπροσδιορίζονται ως μουσικό – κωμικό δίδυμο και έγραψαν το “It’s Finally Ironic”. Ένα τραγούδι που πάει την ειρωνία του “Ironic” ένα βήμα παραπέρα. Ο 98χρονος που πεθαίνει την ημέρα που κέρδισε το λαχείο, δεν πεθαίνει απλά. Πεθαίνει από ένα άσχημο κόψιμο από το χαρτί του λαχείου. Ο γάμος που γίνεται υπό βροχή ήταν σχεδιασμένος επίτδες στο σημείο του κόσμου όπου βρέχει πιο σπάνια απ’ οπουδήποτε αλλού. We fixed it for you Alanis.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

19 Αυγ 2013

Αντίο, Σίνταρ Γουόλτον, θα θυμάμαι για πάντα ότι με έκανες τζαμπατζή



Τελευταίο βράδυ στην Νέα Υόρκη. Είχαμε ραντεβού για ποτά στο "the View", το περιστρεφόμενο μπαρ σε κάποιον ψηλό όροφο του Marriott, που σου επιτρέπει να έχεις πανοραμική - 360ο - θέα στην πόλη (πιο τουρίστας πεθαίνεις). Προλάβαινα να πεταχτώ στο The Iridium για το πρώτο σετ; Προλάβαινα. Γρήγορο ντους και τρεχάλα στην Broadway, θα σας δω μετά. Κατέβηκα στο υπόγειο, το (κακόγουστο, μεταξύ μας) κλαμπ, άδειο, κάθησα στο μπαρ, πήρα ένα Gragganmore και χάζευα την κοπέλα απέναντί μου, που καθόταν στο τραπεζάκι με τα αραδιασμένα CD προς πώληση. Κάποια στιγμή την άκουσα να λέει γελαστά: "hi, Cedar!" Γύρισα το κεφάλι μου προς την κατεύθυνση από την οποία ήρθε ο απαντητικός χαιρετισμός, από μια βαθιά φωνή. Ο ψηλός άντρας με το φαρδύ καρό σακάκι και το φανελένιο παντελόνι μού φάνηκε ότι έκλεινε τελείως την πόρτα, αλλά ξέρω τώρα ότι αυτό ήταν απλώς το δέος μου, απέναντι σ' αυτόν τον άνθρωπο που ήταν εκεί - όταν ο Κολτρέιν έκανε τις πρώτες δοκιμαστικές ηχογραφήσεις για το Giant Steps, όταν ο Μπλέικι οδηγούσε τους Jazz Messengers βαθιά μέσα στα '60s, όταν, όταν, όταν...

Την μπάντα συμπλήρωναν δύο ακόμη βετεράνοι των '60s, ο Buster Williams στο κοντραμπάσο και ο Jimmy Cobb στα ντραμς, αλλά κι ένας "Young Lion", ο σαξοφωνίστας Javon Jackson. Έπαιξαν ένα σετ που κύλησε νεράκι, από αυτά που αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατόν να παίζουν τέτοια πράγματα και να μην σχηματίζεται ούτε μια στάλα ιδρώτα στα μέτωπά τους. Στο τέλος του σετ, κατέβηκε από την σκηνή και άρχισε να περιφέρεται - γιγάντιος - ανάμεσα στα τραπέζια (στο μεταξύ, το μαγαζί είχε φυσικα γεμίσει). Αγόρασα ένα δισκάκι από την τύπισσα στο τραπεζάκι,τον πλησίασα, έσφιξα το πιο μεγάλο, εύσαρκο και μαλακό χέρι που θυμάμαι να σφίγγω στην ζωή μου και του ζήτησα να μού το υπογράψει. Έβγαλε έναν ασημί μαρκαδόρο από το σακάκι του και έγραψε το όνομά του στην μαύρη επιφάνεια του δίσκου. Ήπια την τελευταία γουλιά από το (δεύτερο) Gragganmore και ανέβηκα πέντε πέντε τα σκαλιά, τρέχοντας να συναντήσω την Σοφία, την Λίνα, την Τάνια και τον Στράτο.
Στην διαδρομή, διαπίστωσα ότι ξέχασα να πληρώσω τα ποτά μου.