28 Σεπ 2012

Mumford & Sons - Babel


Mumford & Sons
Babel
(Σεπτέμβριος 2012)


Έγραφα την περασμένη εβδομάδα εδώ: «Και γι’ αυτό κυρίως προβληματίζομαι, γιατί όλα τους τα τραγούδια είναι αργόσυρτα και γλυκερά και λείπει εκείνο το “Little Lion Man” στοιχείο που εκτόξευε το ντεμπούτο τους.» Αναφερόμουν στα κομμάτια που γνωρίζαμε ότι θα χωρούσαν στο νέο άλμπουμ των Mumford & Sons, το “Babel” αφού τα είχαμε ακούσει σε διάφορες ζωντανές συναυλίες τους.

Ξεχνούσα, όμως, ότι και το “Sigh No More”, το ξέφρενο ντεμπούτο τους του 2010 (ΟΚ, του 2009…) που τόσο είχα λατρέψει, βασιζόταν κυρίως σε ήπιες, μελαγχολικές μπαλάντες, αλλά ήταν έτσι στημένο που να εκτοξεύεται από τα πιο ξεσηκωτικά τους κομμάτια –τα οποία, με αυτό τον τρόπο, αναδεικνύονταν περισσότερο και σού άφηναν την εντύπωση πως όλος ο δίσκος ήταν μέσα στο κέφι.

Την ίδια συνταγή την ακολουθούν και στο “Babel”, όπως ονομάζεται το sequel. Δεν αλλάζουν απολύτως τίποτε ούτε στο είδος της μουσικής που παίζουν, ούτε στο πώς την κεντάνε μέσα στη ροή του άλμπουμ. Ξέρω ότι πολύς κόσμος –επηρεασμένος βέβαια και από εκείνο το ανεκδιήγητο 2.2 του Pitchfork– θεωρεί τους Mumford & Sons δημιούργημα της μουσικής βιομηχανίας και αυτήν την περίφημη «συνταγή» που περιγράφω, την απορρίπτει μετά βδελυγμίας ως ποταπό εμπορικό κατασκεύασμα.

Μπορεί και να ισχύει αυτό. Αλλά καθόλου δεν με νοιάζει. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Mumford & Sons αποτελούσαν ένα ελπιδοφόρο σχήμα της nu-folk σκηνής του Δυτικού Λονδίνου, με τους Laura Marling και Noah & The Whale να είναι τα πιο γνωστά μέχρι την εμφάνισή τους σχήμα του είδους. Η μουσική βιομηχανία όντως κάποια στιγμή αποφάσισε να ποντάρει πάνω σ’ αυτήν την σκηνή. Αυτό, όμως, σε καμμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι η nu-folk ήταν για τα σκουπίδια. Μπορεί να έγινε λίγο παραπάνω hype απ’ όσο όντως της άξιζε, αλλά η μουσική που έπαιζαν οι Mumford & Sons στο “Sigh No More” ήταν όσο φρέσκια της επέτρεπε να είναι η ιδιότητά της ως παρακλάδι της folk και όσο έκπληξη χρειαζόταν για να κάνει μεγάλη εμπορική επιτυχία. Εμένα, πάντως, με είχε πείσει πολύ πριν τους κάνει σταρ η Universal. Είχα ζαλίσει την ελληνική blogόσφαιρα και το ελληνικό Twitter με την «ανακάλυψή» μου.

Στο “Babel”, λοιπόν, το πακέτο ενισχύεται με μια εξαιρετική παραγωγή (Markus Dravs – βλέπε Arcade Fire) και με μια ευαγγελική εικόνα του Marcus Mumford, του frontman της μπάντας, που αρχίζει πια να θυμίζει αιδεσιμότατο σε κάποια εκκλησία στα Απαλάχια Όρη. Μοιάζει να χρησιμοποιεί το τραγούδι του για να υμνεί κάποιον παλιό Θεό κι όλα αυτά τα δαιμονισμένα μαντολίνα και μπάντζα στο φόντο του παίζουν το ρόλο μιας εκστασιασμένης χορωδίας, γεμάτης με θείο δέος.

Αν καταφέρεις να ξεπεράσεις το γεγονός πως όλη αυτή η ενέργεια πηγάζει από κάτι θρησκευτικό (ή από την ανάγκη της μουσικής βιομηχανίας, έστω, να προβάλει και κάποια «καλά παιδιά»), αν καταφέρεις να αγνοήσεις τη συχνότητα (τεράστια) με την οποία ακούγεται η λέξη “god” στα 63 λεπτά του άλμπουμ, αλλά μείνεις μόνο στη μελωδία και στο πώς αυτή ξετυλίγεται μέσα στα 15 τραγούδια του “Babel” (στην deluxe έκδοση με τα τρία bonus track, εκ των οποίων το ένα είναι μια διασκευή του “Boxer” των Simon & Garfunkel), τότε δεν θα έχεις κανένα λόγο να γκρινιάξεις. Αυτή είναι μια δισκάρα με τα όλα της. Με συναίσθημα, ολοστρόγγυλα τραγούδια που τη μια σε ξεσηκώνουν και την άλλη βουτάνε μέσα σου σαν μανιασμένη επιδημία, να σου ρουφήξουν τα σωθικά, με επικές ενορχηστρώσεις, αλλά και με σχεδόν unplugged στιγμές, με άπειρο χωριάτικο στοιχείο που κάνει το μυαλό σου να ξεφεύγει από τις σκοτούρες της καθημερινής πάλης με τα θηρία της πόλης.

Πλάκα πλάκα, ξανακούγοντάς το τώρα μια ακόμη φορά, και έχοντας φτάσει στο “Boxer”, συνειδητοποιώ ότι ο δίσκος θυμίζει Simon & Garfunkel όσον αφορά στην διάθεση που σου βγάζει. Και αυτό μόνο καλό μπορεί να είναι.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

27 Σεπ 2012

10 κορυφαία love songs που δεν περιέχουν την λέξη "Love" στον τίτλο


Για μένα το απόλυτο κομμάτι αγάπης είναι το L-O-V-E του Nat King Cole. Δεν είναι ό,τι πιο αγαπησιάρικο έχει βγει ποτέ, αλλά τα χωμένα βαθειά μέσα στο ζουμί του έρωτα τραγούδια είναι τόσα πολλά, που έπρεπε να βρω ένα άλλο κριτήριο για να ξεχωρίσω κάποιο. Απέφυγα τα συναισθηματικά (με ποια π.χ. μελωδία έχω συνδέσει τον παιδικό μου έρωτα, και άλλα τέτοια σαχλά) και κατέληξα στο L-O-V-E για τον εξής απλό λόγο: Έχω σπουδάσει Φιλολογία και ως εκ τούτου έχω μια ιδιαίτερη αγάπη για τα παιχνίδια με τις λέξεις και τα γράμματα. Και για την λέξη “love”, ποια καλύτερη περιγραφή από κάτι που γράφεται ακριβώς έτσι; L-O-V-E;

Κάπως έτσι σκάρωσα και το επόμενο παιχνίδι μου (Homo Ludens γαρ): Ποιο είναι το απόλυτο κομμάτι αγάπης ΧΩΡΙΣ να μιλάει γι’ αυτήν στον τίτλο; Έβγαλα μια λίστα με 10. Για κάποια από αυτά, πάω και στοίχημα ότι όποιος δεν προσέχει τους στίχους (εγώ το κάνω πολύ συχνά), δεν θα είχε καταλάβει καν ότι επρόκειτο για love songs.

Τhe Rolling Stones – Wild Horses
Σοβαρές υπόνοιες υπάρχουν πως αυτή η περίφημη “lady” του τραγουδιού δεν είναι κάποιος έρως, αλλά κάτι άλλο. Λευκό. Σκόνη. Κάποτε ο Keith Richards είχε δηλώσει ότι το τραγούδι μιλάει για τις ευτυχισμένες και τις δύσκολες στιγμές μιας περιοδείας. Fuck yeah!
Φορές που ακούγεται η λέξη love: 0

Peter Gabriel – In Your Eyes
Θυμάσαι το «Say Anything» του Cameron Crow; 1989. Ο John Cusack με το boombox κάτω από το παράθυρο της λεγάμενης; Α μπράβο! Τι κομμάτι έπαιζε το boombox θυμάσαι;
Φορές που ακούγεται η λέξη love: 2

Guns n’ Roses – Sweet Child O’ Mine
Αφού έχεις ακούσει τον Slash να κάνει ακόλαστο σεξ στην κιθάρα του για 30 δευτερόλεπτα, μετά απλώς συνεχίζεις με ιδρωμένο head banging και slamdancing στέλνοντας την high school sweatheart σου ακόμη πιο μακριά σου, αηδιασμένη. Κανένας έρωτας, καμμία αγάπη. Τι λες τώρα;
Φορές που ακούγεται η λέξη love: 4 (όταν ο Axl αντικαθιστά, ως μη όφειλε, το “child” με το “love” στο ρεφραίν).

Rod Stewart – Maggie May
Ένα κομμάτι που ξεκινάει με το «ξύπνα να σου πω κάτι, γιατί τελειώνει ο Σεπτέμβρης και επιτέλους πρέπει να πάω στο σχολείο» απλά δεν σού αφήνει περιθώρια να φανταστείς ότι πρόκειται για κάτι λιγότερο από έναν ύμνο στην αλητεία. Κι όμως, πρόκειται για την ρομαντική ιστορία ενός ανθρώπου με το μαλλί του Πίκατσου και τη φωνή του Ντόναλντ Ντακ που αγαπάει κάποια Μάγκι Μέι, η οποία του κάνει τη ζωή δύσκολη. Έπος!
Φορές που ακούγεται η λέξη love: 2

Aretha Franklin – You Make Me Feel Like A Natural Woman
Την κάνει να νιώσει σαν γυναίκα με τα όλα της. Ναι, αλλά πώς; Δεν μας λέει. (Α, όχι, μας λέει… Στον 5ο στίχο, λίγο πριν το ρεφραίν: Your love was the key to my peace of mind).
Φορές που ακούγεται η λέξη love: 1

Johnny Cash – Ring of Fire
Εντάξει, η αγάπη σε καίει, σε καίει, σε καίει. Αλλά πες μου εσύ με αυτόν τον ρυθμό, αυτές τις καραμούζες και εκείνη την διαφήμιση της Levi’s πόσο ερωτικό τον θεωρείς τον ύμνο αυτό!
Φορές που ακούγεται η λέξη love: 2

Prince – Purple Rain
«Πάντα ήθελα να σε δω να λούζεσαι την μωβ βροχή». Χμ. Έλα τώρα που είναι ερωτικό το κομμάτι. «Αν ξέρεις γιατί τραγουδάω εδώ πέρα, εμπρός, σήκωσε το χέρι σου». Ε; Για τι τραγουδάς; Για την αγάπη; Για το ροζ φρου φρου γύρω από το λαιμό σου; Για την σωστή χρήση του echo στο μικρόφωνο;
Φορές που ακούγεται η λέξη love: 0

Τhe Cure – Just Like Heaven
Ποιος είπε ότι τα αγόρια με το μαύρο ρίμελ δεν μπορούν ν’ αγαπήσουν και ν’ αγαπηθούν;
Φορές που ακούγεται η λέξη love: 2 (η λέξη heaven, πάλι, 1)

Cyndi Lauper – Time After Time
Τόσο ερωτικό, τόσο γλυκό, τόσο σπαρακτικό, τόσο έπος. Κι όμως, δεν λέει ΠΟΥΘΕΝΑ τη λέξη αγάπη! Θρίαμβος.
Φορές που ακούγεται η λέξη love: 0

Marvin Gaye & Tammi Terrell – Ain’t No Mountain High Enough
Εγώ νόμιζα ότι ήταν διαφήμιση της Express Service…
Φορές που ακούγεται η λέξη love: 2

20 (εντάξει, 21) χρόνια scroll bars


(Κλικ για μεγέθυνση)

26 Σεπ 2012

Το φαινόμενο Killers και η αδιαμφισβήτητη ψυχαγωγική του αξία



Ας το παραδεχτούμε: είναι εύκολο, είναι απολαυστικό, είναι εκτονωτικό να κράζεις τους Killers. Είναι hip. Εύκολο γιατί σού έχουν δώσει ουκ ολίγες φορές το δικαίωμα. Απολαυστικό γιατί σου χαρίζει την έξτρα εμπειρία να τα βάζεις με ανυπεράσπιστα κοριτσάκια που ακόμη παθαίνουν οργασμούς με το που ο Brandon Flowers ψελλίζει “Somebody Told Me”. Εκτονωτικό γιατί μούφα δουλειές βγάζουν κι άλλοι «μεγάλοι», αλλά αυτοί είναι ιερά τέρατα και δεν σου πάει η καρδιά να τους κοροϊδέψεις. Ενώ τους Killers… Από το Λας Βέγκας; Με αυτές τις φάτσες, την ποζεριά, τα ντυσίματα; Έλα τώρα, μην το πολυψάχνουμε, οι Killers είναι ο ορισμός της «μπάντας για κράξιμο».

Εγώ, πάλι, επιμένω να τους συμπαθώ και να τους υπερασπίζομαι. Όχι γιατί είμαι κάποιου είδους αντισυμβατικός παπάρας, ούτε γιατί θεωρώ το φετινό “Battle Born” ή το “Day & Age” του 2008 τίποτε αριστουργήματα. Αλλά γιατί πιστεύω στην κοινή λογική και στην σημασία των μαθηματικών στην ζωή. Αν κάτσεις και βάλεις κάτω όλα τα + και όλα τα – των Killers, το ισοζύγιο παραμένει θετικό. Πολύ θετικό. Και είναι κομματάκι κομπλεξικό να το παραβλέπεις αυτό.

Επίσης, οι Killers όχι τόσο ως μουσικοί, αλλά κυρίως ως ποπ φαινόμενο, έχουν και μια αδιαμφισβήτητη ψυχαγωγική αξία. Γνήσια τέκνα του Λας Βέγκας, βρίσκονται εξαιρετικά κοντά στο κιτς, αλλά καταφέρνουν να το αποφεύγουν με θεαματικό τρόπο, διατηρώντας επάνω τους όση υπερπαραγωγή και όσο λούστρο χρειάζεται για να αποτελούν «αξιοθέατο». Και από όλα τα υπόλοιπα «αξιοθέατα» της μουσικής βιομηχανίας, είναι το πιο κοντινό στην ακουστική μου –και φαντάζομαι και στων περισσοτέρων από τους αναγνώστες του Jumping Fish.

Tην ίδια στιγμή που η Rihanna μου προκαλεί τάσεις προς εμετό με την υπερβολική της αυταρέσκεια και το άθλιο soundtrack που τη συνοδεύει, την ίδια στιγμή που η Madonna με αφήνει με αμηχανία για την ανάγκη της να είναι ακόμη «βασίλισσα» και «ποπ» και «τσαχπίνα», την ίδια στιγμή που η Lady Gaga με ενοχλεί με το πόσο ζυγισμένα προκλητική (άρα καθόλου) εμφανίζεται, οι Killers δεν κάνουν τίποτε περισσότερο από το να ακολουθούν την παλιά, καλή συνταγή του rock n’ roll (άντε, στο λίγο πιο καλοντυμένο του). Τα σουφρωμένα χείλια, το ύφος εραστή και το «είμαστε η καλύτερη μπάντα στο σύμπαν» attitude, σόρι αλλά δεν είναι επινόηση των Killers. Το έχουν εφαρμόσει μεγαθήρια όπως οι Rolling Stones, οι U2 και το σύνολο των hair metal μπαντών των 80s.

Θα μου πεις «και τι σχέση έχουν οι Killers με τους Stones, μωρέ, παλάβωσες;». Δεν θα συγκρίνω τα κατορθώματα ενός παιδιού 8 ετών με τα επιτεύγματα μιας μπάντας που έχει ήδη βγάλει μισό αιώνα. Αλλά θα επιμείνω στο πιο ισχυρό μου επιχείρημα περί στήριξης των Killers: ποιος αμφισβητεί ότι το “Hot Fuss” και το “Sam’s Town” δεν είναι δύο από τα σπουδαιότερα pop/rock άλμπουμ του αιώνα ως τώρα; Ποιος δεν έχει χύσει τόνους ιδρώτα χορεύοντας το “Mr. Brightside” και ποιος δεν έχει βραχνιάσει τραγουδώντας το “Read Μy Mind”; Και πόσοι από εσάς δεν αγοράσατε το Guitar Hero μόνο και μόνο για να παίξετε το “When You Were Young”; Επίσης, δεν βρήκα κακό ούτε το “Day & Age”. Εκτός από τους ντίσκο πειραματισμούς στην αρχή, ο δίσκος περιείχε ουκ ολίγα πολύ σπουδαία τραγούδια στη συνέχεια. Αλλά ποιος κάθισε να τον ακούσει ολόκληρο; Είπαμε: υπήρχε ανάγκη για κράξιμο και όταν βρέθηκε το θύμα, άρχισαν τα βιολιά.

Όσον αφορά στο ολοκαίνουργιο “Battle Born”, πρέπει να αποφασίσουμε ως τι θέλουμε να το κράξουμε: Ως παραστράτημα από το τίμιο pop/rock που έπαιζαν το 2004; Γιατί δεν είναι. Αντιθέτως, είναι σαφείς οι προθέσεις τους να ξαναπάνε εκεί. Ως αποτυχία επιστροφής στον παλιό τους εαυτό; Δεν πρέπει να βιαστούμε. Ναι μεν λείπουν οι ύμνοι που θα δονήσουν μια αρένα, αλλά αυτό το πιο σοφιστικέ (όσο σοφιστικέ μπορεί να γίνουν οι Killers) και ήρεμο στυλ, προδίδει απλά μια ωριμότητα. Είναι και 8 χρόνια μεγαλύτεροι από το “Mr. Brightside”. Ως συνέχεια μιας αποτυχημένης απόπειρας για σόλο καριέρες; Συγγνώμη, αλλά αν ο Brandon Flowers θεωρούσε συνέχεια των Killers αυτές τις μπούρδες που έγραψε στο 18μηνο που η μπάντα «έκανε διάλειμμα», δεν θα τα υπέγραφε με το όνομά του, αλλά ως Killers –είναι κάτι παραπάνω από frontman, σχεδόν του ανήκουν. Οπότε ούτε και οι τωρινοί Killers είναι συνέχεια της σόλο καριέρας του Flowers. Τα δύο projects είναι εντελώς διαφορετικά, με άλλες προθέσεις και άλλο κοινό.

Όσον αφορά στο μέλλον, κρατάω το τωρινό θετικό ισοζύγιο, 2 κορυφαία και 2 συμπαθέστατα άλμπουμ, μια σειρά από συναυλιακά σόου που αποδεικνύουν πως το ποπ χωράει στη ροκ και ένα style icon που προσωπικά με εμπνέει (χίλιες φορές τα παπιγιόν του Flowers από την άπλυτη γενειάδα του Devendra, ας πούμε) και περιμένω τουλάχιστον μια εντυπωσιακή επιστροφή στην πρώιμη σπιρτάδα τους. Το έκαναν, άλλωστε και οι Coldplay, ακριβώς στο σημείο που είχαμε αρχίσει να τους χρησιμοποιούμε ως σάκο του μποξ…

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

25 Σεπ 2012

10 άλμπουμ που έρχονται (για να σώσουν τη χρονιά;);



Το έξω ξανακαταθέσει: kατά την ταπεινή μου γνώμη, η φετινή σοδειά δεν θα δώσει κάποιο grand cru. Η βροχή ήταν λίγη, το χώμα έμεινε άνυδρο, η καλλιέργεια προβληματική. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες προτίμησαν το συμβολικό και «στρογγυλό» 2010 για να τα δώσουν όλα. Κάποιοι δεν πρόλαβαν, αλλά γέμισαν έτσι και το πρώτο μισό του 2011 με σπουδαίους δίσκους. Από το περσινό φθινόπωρο, όμως, δεν έχει βγει ακόμη το άλμπουμ – σημείο αναφοράς, ούτε το σύνολο της παραγωγής είναι τέτοιο που να μού δίνει την εντύπωση πως θα θυμόμαστε το 2012 για κάτι ιδιαίτερο όταν θα έχουν περάσει μερικά χρόνια.

Εκτός κι αν…

Εκτός κι αν η δεκάδα πολυαναμενόμενων άλμπουμ που ακολουθεί (και που θα κυκλοφορήσουν μέσα στον Οκτώβριο τα περισσότερα) φέρει τα πάνω κάτω:

Green Day – “¡Uno!”
Green Day – “¡Dos!”
Green Day – “¡Tré!”
Δεν θα κλέψω. Θα μετρήσω τα "Uno", "Dos" και "Tré" (μέσα σε ισπανικά θαυμαστικά, που δεν μπορώ να τρώω μισή ώρα κάθε φορά για να βάζω) ως ένα άλμπουμ και όχι ως τρία, για να μου βγει ευκολότερα η δεκάδα. Το 1994, αυτοί οι post-grunge punkers συνέδεσαν μια καλή το όνομά τους με την εφηβεία μας, χάρη στο εκρηκτικό “Dookie”. Το 1995 κράτησαν την νεανική μας μανία και οργή ζωντανή με το πανέξυπνο “Insomniac” και μετά εξαφανίστηκαν σε μέτριες δουλειές για μια δεκαετία. Το 2004, με το “American Idiot” μας απέδειξαν ότι δέχτηκαν τελικά να μεγαλώσουν κι αυτοί μαζί μας, σ’ ένα πολιτικοποιημένο, επικό new punk μανιφέστο. Και τώρα θέλουν να το πάνε ένα, ή μάλλον τρία βήματα ακόμη πιο πέρα αν και οι φήμες λένε ότι η πολιτική φεύγει και η εφηβική αλητεία επανέρχεται.

Daphni – “Jiaolong”
Ίσως το νέο όνομα του Dan Snaith, που τον έχουμε λατρέψει κυρίως ως Caribou, να παραπέμπει στο Δαφνί. Αυτό με το τρελλάδικο. Γιατί εκεί θα καταλήξουμε όσοι μπούμε στο ακόμη πιο cluby τριπάκι του. Ως Caribou μας έστειλε στις πίστες με ενθουσιασμό, αλλά ως Daphni φαίνεται ότι έχει σκοπό να μας γυρίσει σε πιο core καταστάσεις, τύπου πάρτυ στα Οινόφυτα και το Αλεποχώρι. Αντέχεις;

Bat For Lashes – “The Haunted Man”
Από δύο ενδεικτικά κομμάτια που έχουμε ήδη ακούσει, το “Laura” και το “Marilyn”, είναι σαφές ότι δεν έχουν αλλάξει και πολλά. Και δεν μιλάω μόνο για την αγαπημένη της τιτλοφόρηση με μικρά ονόματα, συνήθως γυναικών. Αναφέρομαι κυρίως σ’ αυτό το στοιχειωτικό, μυστικιστικό της τραγούδισμα – σήμα κατατεθέν, που όμως αποδίδει μια ευχάριστη, εξυψωτική ποπ. Και πολύ μου αρέσει που δεν αλλάζει τίποτε. Γιατί τα “Fur and Gold” και “Two Suns” ήταν από τα αγαπημένα μου άλμπουμ της περασμένης δεκαετίας. Και πολλών από εσάς, απ’ ό,τι μαθαίνω.

Neil Young – “Psychedelic Pill”
Πολλοί υποστηρίζουν ότι τον δίσκο της χρονιάς ως τώρα τον έχει βγάλει ο Bob Dylan. Αυτό από μόνο του κάνει το νέο άλμπουμ του Neil Young «πολυαναμενόμενο». Μια μονομαχία δεινοσαύρων σε μια φαινομενικά αδιάφορη χρονιά, ίσως μας ταρακουνήσει λίγο.

Soundgarden – “King Animal”
Από τότε που διαλύθηκε αυτή η συγκλονιστική μπάντα που πριν από κάτι χιλιετίες έβγαλε ένα αριστούργημα σαν το “Badmotorfinger”, η προσωπική καριέρα του Chris Cornell έχει πάει από το κακό στο χειρότερο. Με αποκορύφωμα την διασκευή ενός κομματιού του από τον Χρήστο Δάντη –ή μάλλον, την ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ στην διασκευή ενός κομματιού του από τον Χρήστο Δάντη. Για την ακρίβεια, δεν ήταν διασκευή, ήταν αντιγραφή της ιδέας του Chris να διασκευάσει σε slow version το “Billie Jean” του Michael Jackson. Αλλά επαναλαμβάνω: ο Cornell ασχολήθηκε με τον Δάντη. Εκεί έχει ξεπέσει. Τέλος πάντων, 16 χρόνια μετά την τελευταία της δουλειά, η μπάντα θα επιστρέψει ενωμένη και με υποσχέσεις να ξαναφέρει μια ‘90s αύρα για να προσθέσει μποφόρ στο πρώτο ανάλογο αεράκι που φύσηξαν φέτος οι Smashing Pumpkins. Είθε.

Mumford & Sons – “Babel”
Το προσωπικό μου πολυαναμενόμενο άλμπουμ της χρονιάς. Με πολύ άγχος μήπως τα παλληκάρια δεν με βγάλουν ασπροπρόσωπο για εκείνη την υποστήριξη στην Blogovision του 2010 (και την ιστορική 12η θέση που κατέλαβαν!). Το τι θα παίζουν είναι πάνω κάτω γνωστό, αφού έχουμε ακούσει ουκ ολίγα νέα τους κομμάτια. Και γι’ αυτό κυρίως προβληματίζομαι, γιατί όλα τους είναι αργόσυρτα και γλυκερά και λείπει εκείνο το “Lion Man” στοιχείο που εκτόξευε το ντεμπούτο τους. Για το οποίο δεν γίνεται να μην υπενθυμίσω τη βαθμολογία του Pitchfork: 2.2. Xε.

MGMT – “MGMT” (tbc)
Δεν είναι σαφές αν θα προλάβουν να το έχουν έτοιμο μέσα στο 2012, ούτε αν θα είναι όντως άτιτλο ή, τέλος πάντων, self-titled. Αυτό, όμως που ξέρουμε είναι ότι έχουν τελειώσει οι ψυχεδελικές τους εκδρομές (πιθανότατα έπειτα από μεγάλη γκρίνια της δισκογραφικής τους) και το νέο άλμπουμ δεν θα μοιάζει με το “Congratulations” (που αγαπήσαμε κάποιοι), αλλά με το “Oracular Spectacular” (που αγαπήσαμε όλοι).

Crystal Castles – “Crystal Castles”
Κάθε φορά και καλύτεροι –ή τουλάχιστον έτσι θα θέλουμε να πούμε όταν βγει και το τρίτο self-titled ηλεκτρονικό σφυροκόπημά τους. Ελάχιστες έως μηδενικές πληροφορίες έχουμε για το πού θα κινηθούν φέτος, αλλά είναι μάλλον απίθανο να πάνε κάπου όπου θα περάσουν απαρατήρητοι.

Flying Lotus – “Until The Quiet Comes”
Κατά πάσα πιθανότητα θα είναι ένα άλμπουμ που θα απαξιωθεί από την hipster ομήγυρη που τον αποθέωνε μέχρι σήμερα, αφού ο Flying Lotus φαίνεται ότι εγκαταλείπει το σκοτεινό μονοπάτι του dubstep για πιο R'n’B λεωφόρους. Από την άλλη, με τον Frank Ocean να έχει κάνει τέτοιο σουξέ φέτος, δεν είναι απίθανο οι δυο τους να ξεκινήσουν μια νέα τάση για τον indie κόσμο και το νέο dubstep να είναι αυτό που θα ακούσουμε στο “Until The Quiet Comes”.

Ty Segall – “Twins”
Δεν είμαι ακριβώς σίγουρος γιατί τον έχωσα στην δεκάδα μου. Ίσως γιατί δεν μπορούσα να βρω κάτι στο μέγεθος των εννιά προηγούμενων (εκτός αν κατέφευγα σε ευκολάκια τύπου Motorhead, Cher ή Guns 'n' Roses, διακινδυνεύοντας την σοβαρότητα όχι μόνο του παρόντος post, αλλά όλου του site). Ο άλλος λόγος είναι ότι ήδη το τελευταίο δωδεκάμηνο έχει βγάλει άλλα δύο άλμπουμ. Lo-fi, garage rock και όσο πιο εναλλακτικός (το λέμε ακόμη αυτό;) πάει, λογικά θα είναι από τα πουλέν της φετινής Blogovision, όταν ολοκληρώσει την τριλογία του, αλλά δεν πρόκειται να πάει πολύ ψηλά γιατί οι ψήφοι του θα διασπαστούν δια τρία.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

24 Σεπ 2012

Dead Can Dance στο Λυκαβηττό: Κατάνυξη, μαστούρα και τριπλό encore.


Δεν πηγαίνεις να δεις live τους Dead Can Dance με προσδοκία να γυρίσεις πίσω έχοντας πάθει αφυδάτωση από τον πολύ χορό. Ούτε με το φόβο ότι τα αυτιά σου θα βουίζουν για όλη την επόμενη εβδομάδα. Επίσης, δεν ελπίζεις σε κάποια συγκλονιστική σκηνική παρουσία, από αυτές που επιβάλουν το στριμωξίδι σου στην πρώτη σειρά, για να μη χάσεις τα καλύτερα. Κοινώς: πηγαίνεις στους Dead Can Dance, ψάχνοντας για μια ωραία καρέκλα να κάτσεις.

Όπερ και έπραξα. Από τα ψηλά της κερκίδας λοιπόν, και απορώντας κομματάκι για τις χιλιάδες του κόσμου που επέλεξαν την αρένα, απόλαυσα χθες στο Λυκαβηττό το δίωρο σόου (αν μπορείς να το πεις έτσι) των Αυστραλών προπατόρων του World Fusion. Ήρεμα, ήσυχα, με ένα ζακετάκι για την δροσιά.

Και στην αρχή ήταν κάπως ανατριχιαστικά. Με τον ήχο τους να μη χάνει στον αθηναϊκό αέρα παρά ελάχιστα από την επιβλητικότητα που έχουν και την κατάνυξη που επιβάλουν οι στούντιο ηχογραφήσεις τους και με το μπρίο της Lisa Gerrard και του Brendan Perry να παραμένει αναλλοίωτο παρά τα 50 και βάλε χρόνια του καθενός τους, με ρούφηξαν αμέσως βαθιά μέσα στο παραμύθι τους, υπενθυμίζοντάς μου γιατί λάτρευα στα νιάτα μου αυτό το παράξενο δίδυμο: oι Dead Can Dance δεν εξερευνούν απλά μουσικές από διάφορα σημεία του κόσμου. Δεν είναι “ethnic”. Είναι μυστικιστές. Είναι φορείς μιας προαιώνιας αλήθειας που η μουσική μεταλαμπάδευε από γενιά σε γενιά μέσα στους αιώνες, όταν ο ρόλος της ήταν λίγο διαφορετικός από αυτόν που παίζει σήμερα. Στο DNA του ήχου της υπάρχουν τα κλειδιά που αποκρυπτογραφούν κάποια μυστικά του δικού σου γονιδιώματος –πράγματα που κουβαλάς μέσα σου από τους μακρινούς σου προγόνους, αλλά δύσκολα τα καταλαβαίνεις. Προκαταλήψεις, φόβους, παρηγοριές, αποκαλύψεις μεταφυσικές.

Αλλά αυτό ήταν απλά μια συναυλία. Και από μια καριέρα 30 ετών (20 στην ουσία, αφού είχαμε και μια δεκαετία χωρισμού του ντουέτου) έπρεπε να διαλέξουν κάποια κομμάτια. Και αυτά τα κομμάτια, όσο περνούσε η ώρα, γινόταν σαφές ότι θα περιορίζονταν στα πιο πρόσφατα, τα πιο «γεμάτα», από τα (δυστυχώς) πιο ethnic άλμπουμ τους. Τα gothic στοιχεία της πρώτης τους εποχής και οι απογυμνωμένες από περιττούς ήχους προσευχές της Gerrard από τα αριστουργηματικά “The Serpent’s Egg” και “Aion” δεν ήταν κυρίαρχα στο setlist. Η κορύφωση δεν ερχόταν, η ανατριχίλα μειωνόταν, κάποια πρώτα χασμουρητά πήραν τη θέση της.

Υπήρχε και ένα ακόμη πρόβλημα, εγγενές στους Dead Can Dance, αλλά που δεν σε πειράζει ότι ακούς τα άλμπουμ τους χωρίς να τους βλέπεις κιόλας. Η Lisa Gerrard, με την εικόνα μιας ιέρειας, και ο Brendan Perry, με την εικόνα ενός συμπαθή παππούλη, είναι δύο διαφορετικά σύμπαντα. Εντελώς. Ο τρόπος που ερμηνεύουν, επίσης, είναι αρκετά ανόμοιος. Μέσα στο άλμπουμ ο ένας συμπληρώνει τον άλλον, αλλά στην συναυλία έμοιαζαν σαν να δίνουν δύο διαφορετικές παραστάσεις. Κι αυτό γινόταν πιο έντονο από το γεγονός ότι η Gerrard αποχωρούσε εντελώς από την σκηνή στα κομμάτια που τραγουδούσε ο Perry (δες το βίντεο του πιο γνωστού κομματιού που έπαιξαν χθες, του “The Ubiquitous Mr. Lovegrove”, για παράδειγμα). Αλλά και από το ότι η set list ήταν έτσι δομημένη που να πηγαίνει από ένα κομμάτι Gerrard σε ένα κομμάτι Perry κ.ο.κ. Ελάχιστες φορές τραγουδούσαν μαζί (και αυτές ήταν οι κορυφώσεις της συναυλίας). Κάτι που ναι μεν επέτρεψε στο σόου να κρατήσει δύο ολόκληρες ώρες (με 3 encore παρακαλώ!, αλλά που –σε συνδυασμό με την επιλογή των κομματιών όπως προανέφερα– εξαφάνισε τον ενθουσιασμό του κοινού σχετικά νωρίς.

Ο Perry έκανε μια τίμια προσπάθεια να τον επαναφέρει παίζοντας στο μπουζουκάκι του και τραγουδώντας το «Σαν μαστουρωθείς, γίνεσαι ευθύς, βασιλιάς, δικτάτορας, Θεός και κοσμοκράτορας» (είναι γνωστή η λατρεία του για το ρεμπέτικο –εκφράζεται έντονα και στο φετινό τους άλμπουμ) και η Gerrard φρόντισε να κρατήσει τα πιο δυνατά της ρίγη προς το φινάλε και, γενικά, το επίπεδο ανταπόκρισης του κοινού το κράτησαν αρκετά ψηλά. Απλά έχω την αίσθηση πως με λίγο πιο σοφή διαχείριση του απίστευτα πλούσιου υλικού τους και λίγο περισσότερο δέσιμο μεταξύ τους, θα μπορούσαν να κάνουν την εμπειρία μας αξέχαστη (sic).


Όσον αφορά στα οργανωτικά της συναυλίας τώρα, το ότι η σκηνή πήγε δέκα μέτρα πιο πίσω απέδειξε πώς θα έπρεπε να είχαν χειριστεί το πρόβλημα του (πολύ) κόσμου οι διοργανωτές εκείνου του εφιάλτη με τον Morrissey. Χθες, με περίπου 7.000 ανθρώπους στον Λυκαβηττό, όλα κύλησαν ομαλά, χωρίς σπρώξιμο και ασφυξία, πολιτισμένα και όπως θα έπρεπε. Μόνο παράπονο το εξής: στην προπώληση το εισιτήριο θεωρητικά είχε 35 ευρώ, αλλά η DiDi Music εκτύπωσε 4.000 τέτοια. Τα οποία έκαναν φτερά πολύ γρήγορα, οπότε όποιος πήγαινε στον αγενή τυπάκο του Ticket House για να προμηθευτεί το χαρτάκι του, μάθαινε ότι έπρεπε να πληρώσει 40 (η τιμή που θα είχαν τα εισιτήρια που έμειναν για το ταμείο, την ώρα της συναυλίας). Μόνο σε μένα φαίνεται κάπως λάθος αυτό;

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

Η τέχνη του punk στη Hayward Gallery του Λονδίνου


Με τον απολαυστικό τίτλο “Someday All the Adults Will Die” και μια χρονική περίοδο που εκτείνεται από το 1971 ως το 1984, η έκθεση που ξεκίνησε την προηγούμενη εβδομάδα στην Hayward Gallery του Λονδίνου, αποτελεί την πιο αντιπροσωπευτική ματιά στην χειροποίητη γραφιστική της punk.

Τα περισσότερα από τα εκθέματα είναι αφίσες, εξώφυλλα από fanzines, από κασέτες και δίσκους, αλλά και σιδερότυπα (ελπίζω να τα θυμάσαι!) σε t-shirts. Πρωτότυπα έργα των Gee Vaucher, Linder Sterling, Jamie Reid, Gary Panter, John Holmstrom, Raymond Pettibon, Penny Rimbaud κι άλλων επιδραστικών καλλιτεχνών της εποχής είναι τα highlights της έκθεσης που θα διαρκέσει ως τις 4 Νοεμβρίου.

Και κάπου εδώ θα λήξω το a la maniere de Δελτίο Τύπου ύφος του post και θα βουτήξω για λίγο στο τι ακριβώς θα δεις, αν βρεθείς εκεί. Κατ’ αρχάς θα ταξιδέψεις με τη μία στην «παράξενη» εποχή των 70s. Όχι μόνο αισθητικά, αλλά και σε επίπεδο θεματικής. Η κόντρα των punks με τους hippies, για παράδειγμα, είναι διάχυτη σε πολλά από τα εκθέματα.

Κατά δεύτερον, θα πάθεις σοκ με το πώς μια σειρά από DIY κουλαμάρες έχουν επηρεάσει την ποπ κουλτούρα και γενικότερα την σύγχρονη τέχνη. Πώς αυτό που ήταν μια γρήγορη ανακοίνωση, γραμμένη στο πόδι με ένα μαύρο μαρκαδόρο πάνω σε μια κόλλα χαρτί (και που ήθελε να πει κάτι σαν «απόψε στο μπαρ το Ναυάγιο εμφανίζεται ο Φίλιππος Πλιάτσικας με τους Chronical Diarrhea») μετατρεπόταν σε ένα μικρό έργο τέχνης, με τεράστιο συμβολισμό και απίστευτη ένταση στις εντυπώσεις που άφηνε.

Όπως και τα πάντα γύρω από την punk, έτσι και η γραφιστική της ήταν άμεση, προκλητική, «άτεχνη». Για τα ίδια έργα σήμερα, θα πλήρωνες διόλου ευκαταφρόνητα ποσά. Αυτό που τότε δήλωνε μια ταυτότητα περισσότερο λόγω ανάγκης και πενιχρών μέσων, σήμερα είναι άποψη, ψαγμένο, ιδιαίτερο. Σήμερα που θες να πρωτοτυπήσεις ξεφεύγοντας από την «ασφάλεια» της τεχνολογίας της γραφιστικής, πολύ θα ήθελες έναν τσαμπουκαλεμένο με μοϊκάνα να σου στήσει την εταιρική ταυτότητα (ή και όχι).

Το να αντικαταστήσεις το κεφάλι μιας γυμνής κούκλας με ένα σίδερο, ας πούμε, σε κάνει να σκέφτεσαι «τι θέλει να πει ο ποιητής;». Στην πραγματικότητα δεν ήθελε να πει τίποτε. Ήθελε να φτιάξει ένα φτηνό εξώφυλλο για το νέο single κάποιων Buzzcocks. Το να βάλει απλά μια γυμνή κούκλα δεν θα ήταν εξίσου προκλητικό. Το κοινό ίσως και να μην καταλάβαινε ότι το συγκρότημα έπαιζε punk…

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

19 Σεπ 2012

Αλληλούια: Ξεκίνησε η 3η σεζόν του Downton Abbey



Κάπως ταιριαστά πήγε να δροσίσει απότομα ο καιρός. Ας μην συμβεί η μετάβαση στο φθινόπωρο ακόμη (θέλω κι εγώ να απολαύσω το παρατεταμένο ελληνικό καλοκαίρι), αλλά ας συμβαίνει για λίγο κάθε Κυριακή (ή μάλλον κάθε Δευτέρα βράδυ). Κυριακή προβάλλεται το "Downton Abbey" στο ITV, Δευτέρα προβάλλεται ενώπιον των ελληνικών καναπέδων και των ιδιοκτητών και φίλων αυτών που έσπευσαν να το προμηθευτούν από τις παράνομες και επικίνδυνες λεωφόρους του Internet. Γιατί πρέπει να το βλέπουμε με δροσιά; Μάλλον δεν έχει τύχει να παρακολουθήσεις ούτε ένα επεισόδιο, έτσι;

Σκέψου, ας πούμε, ότι η πιο ηλιόλουστη σκηνή στην ιστορίας της σειράς είχε το πιο ζοφερό φινάλε: Την ανακοίνωση της κήρυξης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Βρισκόμασταν, βέβαια, ακόμη στον πρώτο της κύκλο. Γιατί στον δεύτερο δεν θυμάμαι να υπήρχε έστω και μία που να μπορείς να την ονομάσεις ευτυχισμένη στιγμή και να το χρωματίσεις με ηλιαχτίδες.

Η τρίτη σεζόν ξεκίνησε την Κυριακή και μπήκε κάπως πιο χαμογελαστή (τέλειωσε και ο πόλεμος βλέπεις) και μας μεταφέρει στο 1920. Είναι όντως λίγο πιο λαμπερή –πρόκειται για ένα δάνειο από το Χόλιγουντ που φέρνει η guest star Shirley MacLaine που έπαιξε στο πρώτο και θα παίξει και στο δεύτερο επεισόδιο του νέου κύκλου–, αλλά ακόμη απέχει από το να θεωρείται «καλοκαιρινή». Ας δροσίζει, λοιπόν, μια φορά την εβδομάδα, ας ρίχνει και μια καταιγιδούλα. Αρκεί να έχουμε προλάβει να γυρίσουμε από το γραφείο και να χωθούμε βαθιά μέσα στην οθόνη μας παρέα με τους ήρωες της πιο ποιοτικής (όχι, βρες μου πιο ταιριαστό επιθετικό προσδιορισμό αν μπορείς) τηλεοπτικής σειράς των τελευταίων ετών.

Περίληψη προηγουμένων

Για όποιον δεν καταλαβαίνει τώρα λέξη απ’ όσα γράφω, αλλά έχει φτάσει ως εδώ κάτω πιστεύοντας ότι σε κάτι σημαντικό αναφέρομαι, ας κάνω μια σύντομη περιγραφή του τι εστί Downton Abbey. Πρόκειται για μια βρετανική τηλεοπτική σειρά εποχής (ξέρεις: Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής στο πιο ξυρισμένο του) που ξεκίνησε να προβάλλεται τον Σεπτέμβριο του 2010 στο ITV, καθηλώνει κοντά στα 15 εκατ. τηλεθεατές ανά επεισόδιο (δεν μετράμε τα πειρατικά downloads) και έχει μαζέψει δυο ντουζίνες βραβεία απ’ αυτά τα BAFTA, τα Emmy και τα λοιπά κλαδικά.

Η ιστορία ξεκινάει μετά τη βύθιση του Τιτανικού, την άνοιξη του 2012, και με μεγάλα άλματα (μόνο 8 επεισόδια έχει η κάθε σεζόν, τι περιμένεις;) παρακολουθεί την κοινωνική μετάλλαξη της Μεγάλης Βρετανίας, με κινητήριο μοχλό από τη μία το Μεγάλο Πόλεμο και από την άλλη τις πολιτικές ζυμώσεις με την άνοδο των Εργατικών, προς την εποχή του Δούκα του Ουίνσδορ.

Διαδραματίζεται κυρίως στο Downton Abbey, μια μυθιστορηματική έπαυλη στο Yorkshire (στην πραγματικότητα πρόκειται για το Highclere Castle στο Hampshire, που μπορείς να καταλάβεις τι τουριστικός πόλος έλξης έχει γίνει στο μεταξύ), όπου κατοικεί η οικογένεια του Κόμη του Grantham. Οι ηθοποιοί, με κορυφαίο του χορού τον υπέροχο Hugh Bonneville στον ρόλο του κόμη και σημείο αναφοράς τη συγκλονιστική Maggie Smith στο ρόλο της μητέρας του, δίνουν ρεσιτάλ ερμηνείας με την ικανότητά τους να ερμηνεύουν με εξαιρετικό τρόπο αντιδράσεις σε ιδέες και καταστάσεις που σήμερα θεωρούμε δεδομένες, αλλά που στην δεκαετία του 1910 έφερναν τα πάνω κάτω.

Την παράσταση, βέβαια, κλέβουν οι τρεις κόρες του Λόρδου Grantham και οι ερωτικές τους ιστορίες –γιατί σειρά εποχής με τουαλέτες και σμόκιν και μεγαλοπρεπή σαλόνια χωρίς ρομαντικά ενσταντανέ τι σόι σειρά εποχής θα ήταν;– αλλά και οι υπηρέτριες με τις παράλληλες δικές τους, στους μικρούς κοιτώνες τους. Ή μάλλον, την παράσταση κλέβει το ίδιο το Downton Abbey. Είναι η πρώτη τηλεοπτική υπερπαραγωγή που ο κεντρικός πρωταγωνιστής είναι ένα κτήριο. Κυρίαρχο σε κάθε σκηνή, ευέλικτο για να υποδεχτεί δείπνο αριστοκρατών τη μία και να γίνει νοσοκομείο για τραυματίες πολέμου την επόμενη, είναι το σύμβολο της μετάβασης από την εποχή της αριστοκρατίας σ’ εκείνη της αστικής δημοκρατίας. Ο μπάτλερ και η μαγείρισσά του, ο λόρδος και η λαίδη του, οι καθημερινοί επισκέπτες και ο κακός καιρός (βέβαια!) είναι απλά οι φλέβες και οι αρτηρίες που κινούν το ζωτικό υγρό για να γίνει όλη αυτή η προσπάθεια αλλαγής μια πραγματικότητα. Κάθε Δευτέρα –ή Κυριακή– έχεις μάθημα ιστορίας. Δυστυχώς μόνο για δύο μήνες ακόμη.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

18 Σεπ 2012

Ωραίο το iPhone 5, αλλά ας μιλήσουμε λίγο και για το iPod Nano



Καταρχάς ό,τι ήταν να γράψουμε για το iPhone 5 το έχουμε ήδη γράψει όταν κάναμε τις προβλέψεις μας (πέσαμε σχεδόν σε όλα μέσα). Από 'κεί και πέρα, όλα είναι «περί ορέξεως». Όπως συμβαίνει κάθε φορά που η Apple παρουσιάζει ένα iPhone, οι μισοί το κοροϊδεύουν και οι άλλοι μισοί το αποθεώνουν. Όλοι, πάντως, θα ήθελαν να το αποκτήσουν. Η κουβέντα, τέλος πάντων, είναι περίπου η ίδια και, προσωπικά, την βρίσκω κάπως κουραστική και λέω να μην την συνεχίσω. Το iPhone 5 έχει ήδη πεθάνει σαν είδηση για μένα.

Κατά δεύτερον, το iPod Nano είναι ένα πολύ πιο «μουσικό» gadget – και ετούτο το site είναι κυρίως μουσικό. Άρα το ενδιαφέρον μας γι’ αυτό είναι εκ γενετής μεγαλύτερο απ’ ότι για ένα βρωμοτηλέφωνο.

Κατά τρίτον, από την παρουσίαση του τελευταίου iPod Nano προκύπτουν διάφορες ωραίες ειδησούλες και μπόλικα ενδιαφέροντα συμπεράσματα που θα ήταν κρίμα να μείνουν για πάντα στην σκιά του iPhone 5. Γι’ αυτό και το Jumping Fish θα επιτελέσει τον ιερό σκοπό να τα φέρει όλα στην επιφάνεια.

Πάμε λοιπόν: το νέο iPod Nano είναι πιο λεπτό και πιο μακρό από το προηγούμενο. Από άποψη μήκους, δηλαδή, θυμίζει λίγο παραπάνω το προ-προηγούμενο (η ζωή κάνει κύκλους, τα ξέρεις). Στα νέα του χαρακτηριστικά, ξεχωρίζω το home button –η πιο μεγάλη κληρονομιά που το iPhone θα αφήσει στον μάταιο τούτο κόσμο– και τα υπέροχα χρωματάκια της κάσας του. Μερικά ενδιαφέροντα «καλούδια» του είναι οι συνδέσεις Bluetooth (δεν χρειάζεσαι καλωδιάκι για τα ακουστικά και τα ηχεία σου –αν έχεις, εννοείται Bluetooth ηχεία και ακουστικά…) η οθόνη των 2μισι ιντσών και το ότι υποστηρίζει αυτό το φοβερό app της Nike, το Nike+ που μετράει και μαζεύει όλες σου τις γυμναστικές – κοινώς, μπορείς να το χρησιμοποιήσεις και ως training tracker, ακούγοντας και μουσική όσο τρέχεις. Κάτι σε Iron Maiden και “The Loneliness of the Long Distance Runner”, ας πούμε.

Αλλά έχει και δύο αρνητικά. Το ένα για εμάς: το προηγούμενο, τετράγωνο iPod Nano είχε περίπου τις διαστάσεις ενός ρολογιού χειρός (ενός Cartier Santos που είναι και ο «κανόνας» για τα τετράγωνα ρολόγια), πράγμα που οδήγησε διάφορες ευφάνταστες εταιρείες στο να φτιάξουν ειδικά λουράκια και υποδοχές και να το μετατρέψουν κανονικά σε ρολόι. Αυτό πια δεν γίνεται με τη νέα, μακρόστενη μορφή του.

Το δεύτερο αρνητικό, έχει να κάνει με την Apple και όλους αυτούς τους πολέμους που έχουν ξεσπάσει τον τελευταίο χρόνο στο σύμπαν της τεχνολογίας. Δείτε τη φωτογραφία: Όχι δεν είναι το Nokia Lumia, είναι όντως το iPod Nano. Nαι, είναι ολόιδια. Διαφορετικά στις διαστάσεις, μεν, αλλά ολόιδια στο design. Είναι η πρώτη φορά που η Apple έπεται άλλης εταιρείας σε θέμα σχεδιασμού. Και, στο σημείο που έχει φτάσει η ευθιξία όλων των εταιρειών τεχνολογίας (και η διάθεσή τους για μηνύσεις) τις τελευταίες ημέρες, θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε πώς θα αντιδράσουν οι Φινλανδοί.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

17 Σεπ 2012

10 αξιοπρεπή άλμπουμ του 2012 (που όμως δεν θα αλλάξουν τη ζωή σου για πάντα)


Στην αγαπημένη μου κλίμακα του πέντε υπάρχει μια κατηγορία άλμπουμ, που φουσκώνουν τη μέση της σαν παγκάλειος κοιλιά και όπου συνυπάρχουν συμπαθή «σιγουράκια» από μεγάλα ονόματα, ευχάριστα new entries που τους λείπει η καλή μαγιά για να τα γιγαντώσει σε «έκπληξη της χρονιάς» και τίμια sequels από μπάντες που πριν δυο-τρία χρόνια μονοπωλούσαν τα posts και τις playlists μας.

Είναι τα λεγόμενα «τριάροτριαμισάρια». Αυτά που παίρνουν αρκετή βαθμολογία για να μην τα πεις αποτυχημένα, αλλά όχι τόση για να ασχολείσαι μαζί τους με τη συχνότητα που τα κουτσομπολοπεριοδικά κάνουν εξώφυλλο τη Μενεγάκη με μαγιώ να μπαίνει στη θάλασσα της Άχλας.

Σε μια μέτρια μουσικώς χρονιά σαν τη φετινή (κατά την ταπεινή μου γνώμη) κάποια από αυτά θα ξεγλιστρήσουν από το καθεστώς του «αξιοπρεπούς» και θα ανεβούν στην επόμενη ομάδα: «Αυτά που ξεχώρισαν». Σε μια άλλη χρονιά –ας πούμε στην περσινή ή την προπέρσινη- δεν θα ασχολιόμασταν καν μαζί τους. Καθώς όμως μπαίνουμε στην τελική ευθεία του 2012 με ουκ ολίγες μεγάλες προσδοκίες να βγαίνουν στα δισκάδικα και στα online stores τις επόμενες ημέρες, ας κάνουμε μια λίστα από 10 αξιοπρόσεκτα «τριαμισάρια» που κινδυνεύουν να χάσουν την προσοχή μας, αν τελικά η φθινοπωρινή συγκομιδή γράψει «τεσσάρια» και πάνω. (Bonus: Στο τέλος του κειμένου, μια ακόμη λίστα –μετά από αυτήν εδώ- με τις απογοητεύσεις...)

Angus Stone – "Broken Brights"
Κατ’ αρχάς, τα μαθηματικά: Angus > Julia Stone. Τα δύο αδέλφια που αρίστευσαν στην κατηγοριά «μελό» του δύσκολου από πλευράς συναγωνισμού 2010, συνέχισαν με σόλο προσπάθειες και η φετινή σεζόν τους έφερε σε καθεστώς σύγκρισης. Το άλμπουμ της Julia βγήκε το Μάιο (και δεν ακούγεται), εκείνο του Angus τον Ιούλιο. Kαι είναι μεν μια ξεπατικωσούρα από Bob Dylan, Neil Young και Fleetwood Mac, αλλά τουλάχιστον ο Αυστραλός καταφέρνει να δέσει τις επιρροές του μεταξύ τους αρμονικά και να παρουσιάσει ένα άλμπουμ που καθόλου δεν σε κάνει να βαρεθείς στα 61 λεπτά που διαρκεί.

Dead Can Dance – "Anastasis"
Εντάξει, δεν πρόκειται και για ανάσταση, αλλά –ώρα να το παραδεχτούμε όλοι- αυτήν την επιστροφή του λατρεμένου ντουέτου την φοβόμασταν κάπως. Ε λοιπόν, όλα πήγαν καλά. Δεν είναι “Aion” και δεν είναι “The Serpent’s Egg”, αλλά είναι απολύτως Dead Can Dance. Τόσο πολύ που πιθανόν δεν έχουν καμμία ελπίδα να προσεγγίσουν νέους fans. Το “Anastasis”, από τον ίδιο του τον τίτλο, μέχρι κάθε του στοιχείο (τεράστια σε έκταση τραγούδια, φωνητική αντιπαράθεση του Perry με την Gerrard, μπόλικες αναφορές σε λαϊκές μουσικές –εδώ την τιμητική του έχει το ζεϊμπέκικο), φαίνεται ότι είναι φτιαγμένο ως δώρο στους πιστούς φίλους του ντουέτου. Αυτούς που θα σπεύσουμε να τους δούμε και από κοντά σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, στις 21 και 23 Σεπτεμβρίου αντίστοιχα.

Liars – "WIXIW"
Φαντάζομαι ότι είναι ένα από τα άλμπουμ που θα πρωταγωνιστήσουν στην φετινή Blogovision. Eίναι όσο πειραματικό χρειάζεται για να σε κάνει ψαγμένο και μόνο που θα το βάλεις στην λίστα σου, και τόσο βατό ώστε να μην σε κάνει «δήθεν» η θέση που θα του δώσεις στην εικοσάδα. Για τους φανατικούς τους φίλους είναι σχεδόν mainstream. Για εμάς τους υπόλοιπους είναι το «ε, από τους Animal Collective, χίλιες φορές οι Liars!».

Lower Dens – "Nootropics"
Ίσως η αποκάλυψη της χρονιάς (αν και θα ήθελα να δώσω τον συγκεκριμένο τίτλο σε κάτι πολύ πιο «αποκαλυπτικό»). Ψυχεδελικοί και folky, γκαζιάρηδες αλλά προσγειωμένοι, είναι το αντίστοιχο των Beach House σε speed ή του Devendra Banhart το πρωί που ξυπνάει από το κρεβάτι του. Κοινώς, ακούγονται καλύτερα παρέα με ουσίες.

mewithoutYou – "Ten Stories"
Για κάτι που κουβαλάει τόσο πανκ μέσα του, το άλμπουμ είναι φοβερά πλούσιο και σύνθετο. Άγριο, ωμό αλλά και με έναν παράξενο λυρισμό. Μού θυμίζει κάπως το περσινό έπος των O’Death. Αλλά κάτι του λείπει. Ίσως κάτι που θα το έκανε πιο μοντέρνο, πιο 2012.

Rufus Wainwright – "Out of the Game"
Πάνω από μια δεκαετία έχει περάσει από τότε που ο Rufus έκανε την εμφάνισή του και ήταν τόσο σπουδαίος και φοβερός που μαζί του άρχισε να αλλάζει όλη η chamber pop. Τα τεχνάσματά του όμως σώθηκαν γρήγορα, τα κόλπα του είναι ευχάριστα, αλλά «παλιά», και το πρόσωπό του δείχνει ήδη γερασμένο. Θα συνεχίζει να φτιάχνει αξιοπρεπή άλμπουμ σαν κι αυτό εδώ για καιρό ακόμη. Αλλά μόνο αυτό: Αξιοπρεπή. Δεν νομίζω ότι θα ξαναβγάλει ποτέ ένα “Poses”.

Scissor Sisters – "Magic Hour"
Πολλά μπορείς να τους προσάψεις, όχι όμως ότι δεν πιστεύουν και δεν αφοσιώνονται σε αυτό που κάνουν. Το ξέφερνο electrodance τους είναι ό,τι πιο κοντινό υπάρχει σήμερα στις χρυσές εποχές της disco. Και μπορεί, 8 χρόνια μετά το επικό ντεμπούτο τους, να ακούγονται κάπως ξεπερασμένοι, ωστόσο παραμένουν πάντα μια σίγουρη επιλογή για να στάξει λίγο παραπάνω ιδρώτας στο dance floor του πάρτυ σου.

The Brian Jonestown Massacre – "Aufheben"
Εδώ και πολλά χρόνια είναι συνεπείς στο lo-fi, ψυχοτροπικό τους ηχοτάξιδο. Πολυγραφότατοι και χωρίς πολλές πολλές εκπλήξεις, σε στέλνουν πάντα εκεί που θα επιλέξεις να πας, αναλόγως της χημικής ουσίας με την οποία θα τους συνοδεύσεις. Κι εκεί έγκειται και το πιο μεγάλο μου παράπονο: Ότι δεν γράφουν μουσική για sober ανθρώπους.

The Mars Volta – "Noctourniquet"
Δεν θέλω να πω μεγάλα λόγια, αλλά νομίζω ότι αυτό είναι ό,τι καλύτερο έχουν βγάλει μετά το “De-Loused in the Comatorium” (που ήταν ένα από τα κορυφαία άλμπουμ των zeros). Και, μετά από μια σύντομη έρευνα (δηλαδή μετά από μια σύγκριση όλων των σκορ τους στο Metacritic), βλέπω και ότι σύσσωμη η μουσικοκριτική αυτού του κόσμου συμφωνεί (με την εξαίρεση του “Francis the Mute” που το βάζουν στην 2η θέση, δίνοντας σε τούτο εδώ το χάλκινο μετάλλιο). Σε καμμία περίπτωση, βέβαια, οι Mars Volta δεν κάνουν τα θαύματα που είχαν κάνει στο ντεμπούτο τους, πριν 9 χρόνια. Όμως το “Noctourniquet” είναι όσο prog και όσο σύνθετο πρέπει για να σε δυσκολέψει μεν, αλλά και να σε πείσει ότι αξίζει να το κατακτήσεις σιγά σιγά. Είναι από αυτά τα άλμπουμ που γίνονται καλύτερα με την κάθε νέα ακρόαση.

The Tallest Man On Earth – "There’s No Leaving Now"
Κι εδώ μπόλικος Bod Dylan, αλλά ο Kristian Matsson φαίνεται πως έχει καλύτερο πλάνο από του Angus Stone. Αιθέριο και ψυχεδελικό πού και πού, είναι το indie folk που λατρεύω και που θα έπρεπε να ακούγεται λίγο περισσότερο σε τούτον τον μουντό κόσμο. Δεν είναι πάντως κάποιο αριστούργημα, κυρίως γιατί περιέχει και δυο-τρία αδιάφορα κομμάτια, που αν τα βγάλεις εκτός, θα δεις ότι το «ωφέλιμο» κομμάτι του δίσκου δεν διαρκεί ούτε μισή ώρα.


Και οι απογοητεύσεις. Κάποια από τα παρακάτω άλμπουμ είναι η αλήθεια ότι γράφουν τριάρι στην κλίμακά μου. Αλλά όταν προέρχονται από αγαπημένες μου μπάντες, ο,τιδήποτε κάτω από το τέσσερα είναι αποτυχία. Ακούτε Gaslight Anthem και Richard Hawley;

Julia Stone – "By the Horns": Πιο γλύκα, πεθαίνεις από ζάχαρο. / Aimee Mann – "Charmer": Ό,τι πιο βαρετό και ξεχασμένο στις αρχές των 00s βγήκε φέτος. / Conor Oberst and the Mystic Valley Band: Πρέπει κάποτε αυτός ο απίστευτα ταλαντούχος μουσικός να καταλάβει ότι δεν είναι υποχρεωμένος να κυκλοφορεί σε δίσκο ακόμη και τις μελωδίες που βγάζει το πρωί όταν διαβάζει την εφημερίδα του στην τουαλέτα. / Jens Lekman – "I Know What Love Isn’t": Και τώρα θα μάθεις και ποιοι δεν σ’ αγαπούν πια Jens... / Marilyn Manson – "Born Villain": Ο πιο ανούσιος και «ίδιος» δίσκος της καριέρας του. / Richard Hawley – "Standing At The Sky’s Edge": Εμένα μου αρέσει ο άλλος Hawley. Ξέρεις. Ο γλυκερός. / The Gaslight Anthem – "Handwritten": Απ’ αυτούς κι αν περίμενα κάτι καλύτερο! Σαν να τους τέλειωσε ξαφνικά το γκάζι, σκαρώνουν μεν τίμια κομμάτια που ταιριάζουν σε συναυλίες, αλλά χωρίς το σφρίγος των δύο προηγούμενων άλμπουμ τους. / Nada Surf – "The Stars Are Indifferent To Astronomy": Κι εμείς παντελώς αδιάφοροι για τον ξεπεσμό σας. / Soulsavers – "The Light The Dead See": Ο χειρότερος δίσκος της χρονιάς. Κάτω κι από της Πάολας. Μιλάμε για τέτοια αηδία. Τι τεράστια απογοήτευση! Απλά μην ασχοληθείς. Θα κάνεις καλό στον εαυτό σου.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

13 Σεπ 2012

Google Maps εναντίον Apple Maps: Σημειώσατε 1


To 2012 θα μείνει στην ιστορία της τεχνολογίας ως η χρονιά των μεγάλων πολέμων. Apple εναντίον Samsung, Google εναντίον Apple, Micorosoft εναντίον όλων. Ήταν να μη γίνει η αρχή. Τώρα όλοι θέλουν να ισοπεδώσουν τον αντίπαλο –ή τουλάχιστον να μην του επιτρέψουν να πατήσει στα χώματά τους. Το Game of Thrones για τον Iron Throne των smartphones είναι σε εξέλιξη και είναι αδύνατον να προβλέψει κανείς ποιος θα βγει νικητής.

Ένας από τους πολέμους που αναμενόταν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, φαίνεται πως τελικά θα μείνει ακήρυχτος. Η Apple αποφάσισε να συνεχίσει μόνη της το project των χαρτών της, χωρίς να συμπεριλάβει το Google Maps στο app της. Με μια πρώτη ματιά, αυτή η κίνηση μοιάζει με ένα γερό κροσέ στο σαγόνι της Google. Μακροπρόθεσμα όμως η μεγάλη χαμένη θα είναι η Apple. Ο πόλεμος στην ουσία έχει λήξει, πριν καν κηρυχθεί.

Γιατί; Αυτήν την στιγμή η Apple με τη κίνησή της στερεί από την Google ένα μεγάλο έσοδο από διαφημίσεις. Τέρμα πια τα “sponsored links”. Αν έχεις συσκευή Apple (και μιλάμε για τη νέα γενιά iPad και, κυρίως, iPhone –αφού στα παλιότερα iOS, τα Apple Maps θα συνεχίσουν να βασίζονται στα Google Maps), δεν βλέπεις διαφημίσεις, άρα η Google δεν κερδίζει χρήματα αφού δεν κάνεις κλικ πάνω τους.

Είναι λογικό η Apple να μη θέλει χαρίζει χρήματα στην Google από σπόντα. Δεν τη νοιάζει να βγάλει η ίδια χρήματα από τους χάρτες της. Της αρκεί να μην τα παίρνει ο ανταγωνιστής της. Αλλά το τίμημα γι’ αυτό μάλλον θα είναι πολύ πιο ακριβό. Γιατί; Είναι σχετικά απλό. Η Google έχει πολύ καλύτερα δεδομένα, πιο πλήρη και πιο σαφή. Έχει επενδύσει πολύ περισσότερα από την Apple στο project των χαρτών (θυμηθείτε ότι έχει φτάσει μέχρι και στο σημείο να συμπεριλάβει ποδηλατοδιαδρομές!). Όταν ο χρήστης θα κληθεί να επιλέξει, τότε δεν πρόκειται να προτιμήσει την «αφοσίωσή» του στην Apple και να αγνοήσει το app της Google. Ανάμεσα στο Apple Maps και στο Google Maps, ακόμη και οι χρήστες iPhone και iPad, θα προτιμούν το δεύτερο. Η λύση για την Apple θα είναι να μην επιτρέψει το κατέβασμα του Google Maps από το Apple Store, αλλά αυτό θεωρείται σχεδόν απίθανο ενδεχόμενο σε μια περίοδο που οι στρατοί εκατέρωθεν βρίσκονται «επί σκοπόν» και οι στρατηγοί με το δάκτυλο πάνω από το κόκκινο κουμπί που εξαπολύει τους πυρηνικούς πυραύλους.

Θα αναρωτηθεί κανείς: «Δεν μπορεί η Apple να φτιάξει το ίδιο καλούς ή και καλύτερους χάρτες από την Google;». Η απάντηση είναι: «Μάλλον όχι». Η Apple δεν έχει επενδύσει η ίδια σε ένα project σαν το Ground Truth, που αυτήν την στιγμή περιλαμβάνει 31 χώρες (όχι την Ελλάδα ακόμη...) και που θέλει 10 posts για να αναλύσουμε πώς λειτουργεί (αλλά –πιστέψέ με– περιέχει ΤΑ ΠΑΝΤΑ για το τι θα βρεις στην διαδρομή σου), όπως έχει κάνει η Google. Αντιθέτως, αγόρασε 3 start-ups που δουλεύουν πάνω στην τεχνολογία των χαρτών και ανέπτυξε μια συνεργασία με την TomTom, που από την τεχνολογία πλοήγησης περνάει και στην πιο σύνθετη των χαρτών. Η TomTom όμως βρίσκεται ήδη 3-4 χρόνια πίσω από την Google. Ο μόνος τρόπος να την προλάβει θα είναι να αντιγράψει τις πατέντες της. Κάτι που επίσης είναι απίθανο να συμβεί λόγω του τεταμένου κλίματος.

Για να μη σε αφήσω με την απορία, ιδού μια προσπάθεια πολύ απλής και γρήγορης ανάλυσης του Ground Truth: Εκτός από την ψηφιακή ανάλυση των χαρτών, η Google έχει κάνει επιτόπια έρευνα σε κάθε δρόμο και έχει προσθέσει δεδομένα από πινακίδες του Κ.Ο.Κ., όρια ταχύτητας, φανάρια, προτεραιότητες στις διασταυρώσεις (κάτι που παίζει τεράστιο ρόλο στον πραγματικό χρόνο που χρειάζεσαι για μια διαδρομή) και διάφορες αναποδιές που μπορείς να συναντήσεις (έργα, φυσικές καταστροφές κ.λπ). Εκτός από την ανάλυση των δεδομένων αυτών έχει και ανθρώπους να τσεκάρουν καθημερινά για διάφορα αναπάντεχα (ατυχήματα, διαμαρτυρίες στον δρόμο, ξέρεις από αυτά ως Έλλην...) και να αναπροσαρμόζουν τα δεδομένα ανάλογα. Κοινώς, αυτό που βλέπεις στο app σου είναι μια ψηφιακή αναπαράσταση της πραγματικότητας. Αν σου λέει «πάρε αυτήν την διαδρομή και όχι την άλλη», ξέρει πολύ καλά γιατί στο λέει.

Και, για να το κλείσω: Ποιος είπε ότι ο χρήστης δεν θέλει να βλέπει διαφημίσεις στα Google Maps του; Είναι τόσο στοχευμένες, που μετατρέπονται σε πρακτικές πληροφορίες. Ξενοδοχεία, εστιατόρια, καταστήματα είναι δεδομένα που τα θες όταν βρίσκεσαι σε μια άγνωστη περιοχή και βιάζεσαι τόσο που δεν μπορείς να ψάχνεις για την καλύτερη επιλογή. Μήπως να το ξανασκεφτεί λίγο η Apple;

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

12 Σεπ 2012

Ο νέος συνεργάτης του ομοφυλόφιλου Green Lantern είναι Μουσουλμάνος



Πριν τρεις μήνες, η DC Comics προχώρησε σε μια πολύ δυνατή μαρκετινίστικη κίνηση –και σε μια αποφασιστική υποστήριξη της διαφορετικότητας: ο Dan DiDio, ο εκδότης μερικών από τα πιο δημοφιλή κόμικς ανακοίνωσε σε ένα συνέδριο στα τέλη Μαΐου ότι κάποιος από τους σούπερ ήρωές του σύντομα θα «έβγαινε από την ντουλάπα». Για αρκετές ημέρες οι φίλοι των κόμικς γέμιζαν τα φόρουμ με εικασίες για το ποιος θα αναβαπτιζόταν ως γκέι. Οι περισσότεροι πίστευαν ότι ήταν η Wonder Woman που τόσο καιρό έκρυβε πως είναι λεσβία. Ουκ ολίγοι σχολίαζαν πως η σχέση Batman – Robin δεν θα μπορούσε παρά να είναι ομοφυλοφιλική. Αλλά τελικά ήταν ο Alan Scott, ο γνωστός μας Πράσινος Φανός (Green Lantern), ένας από τους πιο παλιούς ήρωες της DC Comics (από το 1940) που άλλαξε τις σεξουαλικές του προτιμήσεις μετά από 72 χρόνια.

Ο Alan Scott που ανακάλυψε το φοβερό δαχτυλίδι το οποίο τον μετατρέπει σε Πράσινο Φανό με σούπερ ιδιότητες είχε παντρευτεί δύο φορές όλα αυτά τα χρόνια –και έχει και παιδιά. Αλλά η DC Comics χρειαζόταν έναν γκέι χαρακτήρα, γιατί η Marvel λίγο πριν το καλοκαίρι αποφάσισε να παντρέψει τον Northstar από τους X-Men με τον φίλο του. Οι ιστορίες διαφορετικότητας δεν σταματούν εκεί. Πάλι με την Marvel να πρωτοστατεί, μετατρέποντας τον Spiderman σε σκουρόχρωμο, λατινοαμερικάνικης καταγωγής, ήρωα, η DC Comics έφερε δίπλα στον Green Lantern ένα νέο πρόσωπο, τον Simon Baz, αραβικής καταγωγής, μουσουλμάνο και πρώην κλέφτη αυτοκινήτων!

Στην πρώτη του ιστορία βλέπουμε τον Baz παιδί να παρακολουθεί την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους με μεικτά συναισθήματα, να μεγαλώνει στο Μίτσιγκαν όπου και ξεκινάει να δουλεύει σε ένα εργοστάσιο αυτοκινήτων (είναι παθιασμένος με την ταχύτητα), για να απολυθεί λίγο αργότερα και να μετατραπεί σε κλέφτη (αυτοκινήτων, εννοείται). Μέχρι που τον συλλαμβάνουν ως ύποπτο τρομοκρατικού χτυπήματος, όμως όχι μόνο την γλιτώνει, αλλά και αποκτά κι ένα από τα μαγικά δαχτυλίδια που τον βάζουν στην σούπερ ομάδα του Green Lantern. Στο δεξί του χέρι το τατουάζ που γράφει al-shuja'a (σημαίνει «θάρρος») συμβολίζει την απόφασή του να κατανικήσει τους φόβους του και να μετατρέψει την καταπίεση που ένιωθε τόσα χρόνια ως αραβικής καταγωγής μουσουλμάνος που ζει στις ΗΠΑ σε δύναμη.

Ωραία όλα αυτά DC Comics, αλλά εμείς βλέπουμε ότι είσαι πάντα ένα βήμα πίσω από την Marvel. Οπότε σε προκαλούμε να βγάλεις τον πρώτο σούπερ ήρωα με ειδικές ανάγκες (είναι και καλή εποχή τώρα, θα πάρεις έμπνευση από τους Παραολυμπιακούς Αγώνες) ή, τέλος πάντων, μια υπερηρωίδα που να μην είναι θεά και να μη φοράει φοβερά κορμάκια. Την Fat Woman, ας πούμε, με βάρος 150 κιλά που όταν τρώει ένα κομμάτι κέικ παραπάνω μετατρέπεται στην πιο γρήγορη γυναίκα του κόσμου. Ή κάτι τέτοιο, τέλος πάντων.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)


11 Σεπ 2012

10 πράγματα που περιμένουμε (ποιοι;) από το νέο iPhone



Έφτασε λοιπόν η περίφημη αυτή εποχή του χρόνου που διάφορα geeks συντονίζονται σε streams που εκπέμπουν από την Silicon Valley και δείχνουν άλλα geeks να επιδεικνύουν γκατζετάκια με σήμα ένα δαγκωμένο μήλο. Η εποχή που όλοι οι συντάκτες τεχνολογίας και οικονομίας θεωρούν καθήκον τους να έχουν άποψη (και κάποια αποκλειστική πληροφορία) για την επόμενη γενιά των προϊόντων της Apple, προφανώς πιστεύοντας πως πρόκειται για μία ημέρα που πιθανόν να αλλάξει το μέλλον του κόσμου (δεν το έκανε, άλλωστε, στην παρουσίαση του πρώτου iPod, iPhone, iPad;). Η εποχή που όλοι οι κατατρεγμένοι από την οικονομική κρίση Έλληνες, αλλά όχι τόσο ώστε να μην σκεφτούν αμέσως την αλλαγή του παλιού τους iPhone με το νεώτερο μοντέλο, ανησυχούν για ποιες ακριβώς καινοτομίες θα φέρει αυτό και ανταλλάσσουν απόψεις –και προσδοκίες- για το πόσο πιο ευχάριστη θα είναι η ιδιαίτερη σχέση που έχουν αναπτύξει με την παλάμη τους (μην πάει ο νους σου στο πονηρό –εννοώ την παλάμη που κρατάει το iPhone) μετά και την παρουσίαση της νέας συσκευής.

Ναι, έφτασε η μέρα που η Apple θα παρουσιάσει το νέο iPhone. Η μέρα αυτή είναι η 12η Σεπτεμβρίου και στο εικαστικό του teaser της η εταιρεία αφήνει μια πρώτη υπόνοια για το τι θα μας δείξει αύριο. Το 12 του ημερολογίου αποκτά μια σκιά που μοιάζει περισσότερο με το 5. Τι άλλο 5άρι διαθέτει η Apple αν όχι το iPhone 5;

Ας δούμε, λοιπόν, 10 προσδοκίες για την αυριανή παρουσίαση και τα ξαναλέμε μεθαύριο, για να εξετάσουμε αν εκπληρώθηκαν ή όχι.

- Κατ’ αρχάς το όνομα. Ναι, το teaser παραπέμπει σε κάτι με τον αριθμό 5 στο τέλος. Αλλά, όπως έκαναν με το… “New iPad”, ίσως οι άνθρωποι της Apple να ετοιμάζουν μια έκπληξη και να το πουν τελικά New iPhone. Γιατί; Διάβασε παρακάτω και θα καταλάβεις.

- Ο σχεδιασμός: Νέος. Μιλάμε για redesign. Όπως έγινε με το iPhone 4 που προκάλεσε και τόσο ντόρο. Τι περιμένουμε; Κάτι πιο λεπτό. Κάτι πιο ψηλό. Και ίσως κάτι πιο φαρδύ. Κοινώς, ό,τι κερδίζει σε διαστάσεις οθόνης, το χάνει σε πάχος. Αυτό το λες καλό μάλλον.

- Η οθόνη: Προφανώς και αν αλλάξει ο σχεδιασμός και το μέγεθός του, τότε θα αλλάξει και η οθόνη του. Λέγεται ότι η ανάλυση θα φτάσει στο 640x1.136 pixels, πράγμα που –πολύ απλά- θα επιτρέψει μία ακόμη σειρά από apps να εμφανίζονται στην οθόνη! Επίσης, τα widescreen videos θα εμφανίζονται με λιγότερο μαύρο πάνω και κάτω.

- Το «πριζάκι»: Μια 8πινη σύνδεση αντί τις 30πινης που είχε ως τώρα θα σημάνει λιγότερο χώρο για να τον καταλαμβάνει η σκόνη, η βρώμα, η δυσωδία. Επίσης, όμως, θα σημάνει και ότι όλα τα παλιά σου γκατζετάκια θα είναι για πέταμα.

- Η σύνδεση 4G LTE: Δεν σημαίνει μόνο γρηγορότερη πρόσβαση στο Internet, αλλά και μικρότερη κατανάλωση μπαταρίας. Η Apple την χρησιμοποιεί ήδη στο νέο iPad, άρα λογικά θα την δούμε αύριο και στο νέο iPhone.

- O επεξεργαστής: Πιθανότατα θα είναι κι αυτός ολοκαίνουργιος. Δύο σενάρια παίζουν. Κάτι ακόμη γρηγορότερο από τον A5X του νέου iPad, πράγμα που θα κάνει το νέο iPhone πολύ φοβερό μηχάνημα λέμε! Ή μια μικρότερη εκδοχή του A5X, που δεν είναι και αργός επεξεργαστής, αλλά που θα ξενερώσει λίγο τους φανατικούς iPhoneάδες που τα iPad τα έχουν λίγο του πεταματού.

- Το λειτουργικό: Το iOS 6 είναι δεδομένο. Αυτό που δεν είναι δεδομένο είναι τι θα περιέχει το νέο λειτουργικό. Λέγεται ότι πολλές από τις νέες του λειτουργίες δεν θα είναι διαθέσιμες για τα πιο παλιά μοντέλα του iPhone.

- H Siri: Ναι, πάλι αυτή η άχρηστη ρομποτογκόμενα που σού λέει τον καιρό και την κίνηση και «όχι ευχαριστώ, δεν θα πάρω», όταν της μιλάς για σεξ και που μετά από περίπου 12 λεπτά χαβαλέ την βαριέσαι και μετά την ξεχνάς για πάντα. Η Apple επιμένει στη χρήση της και διαρρέει πως πια θα είναι ένα πολύτιμο βοήθημα για τους οδηγούς αυτοκινήτων.

- Το NFC: Τι είν’ τούτο πάλι; Δεν χρειάζεται και πολλή ανάλυση γιατί μάλλον δεν θα το δούμε στο νέο iPhone αύριο. Στην ουσία πρόκειται για μια τεχνολογία που μετατρέπει το smartphone σε πορτοφόλι και κάνει όλες τις συναλλαγές παιχνίδι (sic). Ανταγωνιστικές εταιρείες ήδη το χρησιμοποιούν, αλλά η τεχνολογία είναι ακόμη πολύ πίσω και λογικά η Apple δεν θα την βάλει στο παιχνίδι αν δεν είναι 100% σίγουρη (όπως ήταν, ας πούμε, με τη Siri, χε χε).

- Η κάμερα: Όλοι οι iPhoneοάγνοι ονειρεύονται την ημέρα που θα μπορούν να βγάζουν ακόμη καλύτερες φωτογραφίες χάρη στην φανταστική μηχανή του κινητού τους. Η κάμερα του iPhone 4S, πάντως, κάνει φοβερή δουλειά προς το παρόν και μάλλον η Apple δεν θα έχει προλάβει να φτιάξει μια εντελώς καινούργια (ούτε και θα έχει λόγο να το κάνει). Ίσως να πρέπει απλά να περιμένουμε μερικές αναβαθμίσεις στο ίδιο hardware.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

H Virgin σού κάνει δώρο μια πτήση στο διάστημα



Κάποτε αισθανόσουν ευτυχισμένος αν κάποια εταιρεία έκανε αναβάθμιση στο εισιτήριό σου και σε έστελνε –εν είδει δώρου– στην Α’ Θέση. Πλέον κάτι τέτοιο μοιάζει αστείο. Γιατί ο ευρηματικός κύριος Richard Branson σκέφτηκε μια αναβάθμιση τόσο… διαστημική που είναι αδύνατον για τον ανταγωνισμό να κάνει κάτι καλύτερο. Έχεις 11 μήνες για να γράψεις μίλια με τις Virgin Atlantic, Virgin America και Virgin Australia. Αν είσαι αυτός που θα έχει μαζέψει τους περισσότερους πόντους ως τις 7 Αυγούστου του 2013, τότε ο Branson θα σου κάνει δώρο μια πτήση στο διάστημα.

Και πιθανότατα θα έχεις την τύχη να κάτσεις δίπλα σε κάποιον από τους Stephen Hawking, Tom Hanks, Ashton Kutcher, Katy Perry, Prince Zulf Ali, Brad Pitt και Angelina Jolie που έχουν ήδη πληρώσει 200.000 δολάρια για ένα εισιτήριο στο Virgin Galactic SpaceShipTwo, όταν με το καλό κάνει την πτήση του έξω από την ατμόσφαιρα.

Οι επιβάτες των αεροπορικών εταιρειών του Sir Richard Branson θα μπορούν να χρησιμοποιούν όλα τα προνόμια που τους δίνουν οι πόντοι που κερδίζουν από τα μίλια τους, χωρίς αυτά να σβήνονται από τον ειδικό, διαστημικό λογαριασμό. Βέβαια, με τόσο μεγάλη απόσταση μέχρι την ολοκλήρωση του διαγωνισμού, το πιο πιθανό είναι πως για το εισιτήριο των 200.000 δολαρίων τελικά θα έχεις πληρώσει πολύ περισσότερα σε πτήσεις –αλλά, θα μου πεις, θα έχεις κάνει και τα ταξιδάκια σου…

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

Τούρκικο εσείς; Δανέζικο εμείς!



Δεν ξέρω αν η διοίκηση της ΕΡΤ πείστηκε από το εξώφυλλο συνωμοσιολογικού περιοδικού με τη φωτογραφία του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή και τον τίτλο που πρόσταζε ντροπή στους νεο-Έλληνες που δεν σέβονται τους κόπους των προγόνων τους, πίσω στο τιμημένο 1821. Ξέρω, όμως, ότι αντί να προσθέσει ένα ευπώλητο «τούρκικο» στο πρόγραμμά της, προτίμησε να δαπανήσει ένα σημαντικό ποσό (εντάξει, όχι και τόσο: 3.000 ευρώ ανά επεισόδιο –θεωρητικά ένα υποτυπώδες, έστω, εμπορικό τμήμα μαζεύει πολλαπλάσια σε διαφήμιση) για μια σειρά από την Δανία. Το “Borgen” (σημαίνει Κάστρο), βέβαια, δεν είναι ό,τι κι ό,τι. Στα περσινά BAFTA βραβεύτηκε ως η καλύτερη διεθνής σειρά και προβάλλεται, εκτός από την πατρίδα του και την Μεγάλη Βρετανία, και σε άλλες χώρες, όπως η Γαλλία.

Η σειρά είναι κάτι μεταξύ “West Wing” και “The Killing” (της προηγούμενης διεθνούς τηλεοπτικής επιτυχίας που έκαναν οι Δανοί). Πραγματεύεται την ιστορία της Birgitte Nyborg που με αναπάντεχο τρόπο ανεβαίνει στην εξουσία και γίνεται η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Δανίας. Το όνομα Borgen αναφέρεται στο χαϊδευτικό του παλατιού Christiansborg της Κοπεγχάγης που φιλοξενεί και τις τρεις μορφές της εξουσίας: το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, την δανέζικη Βουλή, αλλά και το γραφείο του πρωθυπουργού.


Στη Δανία έχει ήδη παιχτεί μία σεζόν, ξεκίνησε η δεύτερη, ενώ την άνοιξη του 2013 θα παιχτεί και η τρίτη και τελευταία. Κάθε σεζόν αποτελείται από 10 επεισόδια. Όταν είχε ολοκληρωθεί, μάλιστα, η πρώτη σεζόν, το NBC ανακοίνωσε ότι θα ετοιμάσει ένα αμερικανικό remake της σειράς (αλλά το πλάνο έχει κάπου χαθεί στη μετάφραση έκτοτε).

Επειδή ένα post για μια τηλεοπτική σειρά δεν είναι ένα αυθεντικό post αν δεν περιέχει και μερικά spoilers, ας παραθέσω εδώ μερικά (άρα ΜΗΝ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ αν αποφασίσεις όντως ότι θες να το βλέπεις από τον Οκτώβριο που ξεκινάει στη ΝΕΤ): Το όλο στόρι ξεκινάει –πού αλλού;- σε ένα κρεβάτι με ακόλαστο σεξ, τόσο ακόλαστο που ο ένας εκ των δύο παρτενέρ παθαίνει καρδιακό και πεθαίνει επιτόπου, αφήνοντας σε κοινή θέα έγγραφα που δεν θα έπρεπε να διαρρεύσουν.

Η δημοσίευσή τους, πάντως, έχει αντίθετο αποτέλεσμα για τον αρχηγό του κόμματος που τα χρησιμοποιεί, με αποτέλεσμα να γίνει το πάνω κάτω στις εκλογές και τελικά να μην βγει αυτοδύναμη κυβέρνηση και η Birgitte Nyborg να πάρει το δακτυλίδι της πρωθυπουργίας (ήταν αυτή που αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει τα περίφημα έγγραφα προς όφελός της αρχικά). Στο μεταξύ –και στο παρασκήνιο- το ζωντανό έτερον ήμισυ του αρχικού σεξ συνδέεται όλο και περισσότερο με τον άνθρωπο που ανακάλυψε τα αρχεία (όταν πήγε να την βοηθήσει μετά το καρδιακό του παρτενέρ της) και ο οποίος είναι spin doctor της νέας πρωθυπουργού. Για το αν θα στηθεί ερωτικό τρίγωνο, θα σε παραπέμψω στην τηλεοπτική σου οθόνη… Mέχρι τότε σού αφήνω την ατάκα του κριτικού του βρετανικού «Independent»: «Μα γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε τις δραματικές πολιτικές μας σειρές τόσο σέξι;»

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

10 Σεπ 2012

Love for Downton Abbey





4 πρωταγωνιστές της κορυφαίας βρετανικής σειράς ποζάρουν για 4 διαφορετικά εξώφυλλα του περιοδικού "Love" με αφορμή την έναρξη του 3ου κύκλου του Downtown Abbey στις 16 Σεπτεμβρίου στο ITV. Οι φωτογραφίες είναι -ποιων άλλων;- των Mert Alas and Marcus Piggott.

Έχεις ποδήλατο; Και κινητό με Android; E τότε χρειάζεσαι και το...


Το θέλουμε και στην Ελλάδα! Το Google Maps για το Android είναι πλέον το πιο bike friendly app –αλλά μόνο για όσους ποδηλατούν στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία και τις εξής 9 ευρωπαϊκές χώρες: Αυστρία, Βέλγιο, Δανία, Φινλανδία, Ολλανδία, Νορβηγία, Σουηδία, Ελβετία και Ηνωμένο Βασίλειο.

Τι δείχνει; Ποδηλατοδρόμους, ποδηλατοδιαδρομές και ποδηλατοοδηγίες. Οπότε είναι κάπως λογικό που δεν συμπεριλαμβάνει τη χώρα μας στο πανηγύρι.

Γιατί είναι εντυπωσιακό; Χμ. Κάτσε να παραθέσω τα νούμερα. Το 2010, όταν έβαλε πλώρη να γίνει εργαλείο για ποδηλάτες, περιείχε διαδρομές στις ΗΠΑ και τον Καναδά μόνο. Με τη προσθήκη των υπόλοιπων 10 χωρών που ανακοινώθηκε την περασμένη εβδομάδα, η συνολική απόσταση που καλύπτει το Google Maps είναι πλέον 530.000 χιλιόμετρα. Μισό δισεκατομμύριο-και-βάλε μέτρα, δηλαδή.

Και, βέβαια, τώρα μιλάμε μόνο για τους «πράσινους δρόμους». Γιατί, ως γνωστόν, ο ποδηλάτης πάει παντού –και σε λεωφόρους και σε πεζόδρομους και σε μονοπάτια μέσα στα δάση, άμα λάχει. Ειδικά όμως για τους «πράσινους δρόμους» -ποδηλατοδρόμους, κοινώς- η πληροφορία που προσφέρει το Google Maps είναι σούπερ πρακτική. Καταρχάς σού δείχνει την κλίση του δρόμου (γιατί αν είναι ένα πράγμα που μισεί ο μέσος ποδηλάτης πόλης είναι οι ανηφόρες). Κατά δεύτερον σου δείχνει πόσο επικίνδυνος είναι ο δρόμος που θα πάρεις: Με σκούρο πράσινο βάφει έναν ποδηλατόδρομο μακριά από το δρόμο, με ανοικτό πράσινο μια ποδηλατολωρίδα στον δρόμο και με διακεκομμένο πράσινο δρόμους που χρησιμοποιούνται κυρίως από ποδηλάτες, αλλά όπου επιτρέπονται και τα αυτοκίνητα. Προβλέπω να αυξάνονται κατακόρυφα οι πωλήσεις στηριγμάτων smartphones για τα τιμόνια των ποδηλάτων.

Η ομάδα της Google Maps ανακοίνωσε, βέβαια, ότι η προσπάθειά της δεν τελειώνει εδώ και ότι σύντομα θα προστεθούν κι άλλες χώρες… στο χάρτη. Της Ελλάδας, άραγε, οι διαδρομές τι χρώμα θα έχουν; Για κόκκινο το κόβω.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

8 Σεπ 2012

Η ιστορία ενός τραγουδιού: Yves Montand - Les Feuilles Mortes


Σεπτέμβριος σημαίνει φθινόπωρο. Κόκκινα φύλλα σημαίνουν φθινόπωρο. Σεπτέμβριος σημαίνει, λοιπόν, κόκκινα φύλλα. Και για ένα site ως επί τον πλείστον μουσικό τα κόκκινα φύλλα δεν μπορεί να είναι άλλα από τα "Feuilles Mortes" του ποιητή Jacques Prévert. Τι κι αν στην Ελλάδα δεν πρόκειται να πέσουν φύλλα από τα δέντρα μέσα στο επόμενο δίμηνο; Τι κι αν γράφω αυτές τις λέξεις μέσα απ’ το καράβι, πηγαίνοντας σε ένα ακόμη νησί για μαύρισμα; Κάπως πρέπει να υποδεχτούμε το φθινόπωρο. Και δεν υπάρχει πιο ωραίος τρόπος απ’ αυτό το τραγούδι.

Πρωτοήλθα σε επαφή μαζί του μέσω ενός δίσκου του μπαμπά μου. Ο οποίος μιλάει άριστα γαλλικά και πριν βγει στην σύνταξη δούλευε σε εταιρείες γαλλικών συμφερόντων στην Ελλάδα. Κι έκανε, φυσικά, πολλά ταξίδια στην Γαλλία. Κι έφερνε γαλλικά καλούδια για δώρα. Π.χ. Μια μπλούζα Le Tour De France με τον Miguel Indurain. Μια αλπική φόρμα του σκι. Μπορντό και Βουργουνδίες. Eau de Vie. Και, κάποτε, ένα άλμπουμ με τον τίτλο “Yves Montand Chante Prévert”.

Μόνο ένα από τα ποιήματα του Prévert μου άρεσε έτσι όπως είχαν μελοποιηθεί για εκείνον το δίσκο. Και δεν είχε να κάνει με τα λόγια, γιατί δεν πολυκαταλάβαινα γαλλικά τότε. Είχε να κάνει με τη μελωδία. Κατά κάποιο τρόπο ο Yves Montand γινόταν πιο crooner όταν τραγουδούσε το “Feuilles Mortes” (ήταν κάπως σαλτιμπάγκος στα υπόλοιπα).


Όταν μετά από χρόνια πέρασα κι εγώ την Miles Davis φάση μου και το άκουγα βγαλμένο απ’ τα πνευμόνια και την τρομπέτα του σπουδαίου αυτού μουσικού, ξεχνούσα, φυσικά, και τη φωνή του Montand και τα λόγια του Prévert και όλα. Ξαναθυμόμουν ότι το μεγαλείο του κομματιού ήταν η μουσική του. Αυτός τον οποίον πρέπει να ευγνωμονούμε είναι ο Joseph Kosma, Ούγγρος μουσικός, κολλητός του Béla Bartók και του Bertolt Brecht, εμιγκρές στο Παρίσι από το ’33 όπου έγινε φίλος με τον Prévert και τον σκηνοθέτη Jean Renoir. Με τέτοιες παρέες και τέτοιες επιρροές εύκολα εξηγείται το πώς έγραφε τόσο χαρακτηριστικές της εποχής του, αλλά και διαχρονικές την ίδια ώρα, μελωδίες. Το 1946 έγραψε τη μουσική για τη ταινία «Les Portes de la nuit», σε σενάριο Prévert, με πρωταγωνιστή –και ερμηνευτή- τον Montand. Ανάμεσα στις συνθέσεις εκείνες ήταν και το “Les Feuilles Mortes”.

Στα γαλλικά το έχει πει και η Edith Piaf, το 1950, ζωντανά στο ραδιόφωνο, μπλεγμένο με αγγλικά. Ήταν ο Johny Mercer που έγραψε τους αγγλικούς στίχους, ένα χρόνο μετά την επιτυχία της ταινίας και ήταν η Jo Stafford που το πρωτοερμήνευσε ως “Autumn Leaves” ορίζοντάς το ως κανόνα για την τζαζ. Το έχουν ερμηνεύσει πολλοί ακόμη. Ταιριαστοί και προφανείς (Nat King Cole) και μη (Iggy Pop). To έχει πει μέχρι κι ο Jerry Lee Lewis. Το ακούω, όσο γράφω αυτό το κείμενο, σε όσο περισσότερες εκδοχές μπορώ να το βρω. Εντάξει, βιάστηκα μάλλον να το ανεβάσω. Δεν καταφέρνει να με κάνει να νιώσω φθινοπωρινά, όση ώρα κι αν παίζει από τα ηχεία μου. Αυτοί οι τριανταβάλε βαθμοί έκει έξω δεν μ’ αφήνουν…

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

7 Σεπ 2012

Freddie Mercury: Ο μεγαλύτερος frontman όλων των εποχών έκλεισε τα 66



Κάπως έτσι θέλω να είμαι κι εγώ όταν φτάσω στα 66! Το ίδιο ζωντανός, παρόμοια γυμνασμένος, μ’ αυτό το μόνιμο χαμόγελο. Και το μουστάκι; Ναι μωρέ, γιατί όχι; Και το μαλλί λίγο παραπάνω βαμμένο. Από τα 70 μου και μετά υπόσχομαι ότι θα αφήσω τα σημάδια του χρόνου να γίνουν πιο προφανή. Αλλά στα 66, εκεί στο μέσο της έβδομης δεκαετίας σου, είσαι ακόμη –ή πρέπει να είσαι ακόμη– ζωηρός και ποθητός και να αντέχεις και χωρίς Viagra. Υπόσχομαι να μην χάσω ούτε μια μέρα από το γυμναστήριο από εδώ και πέρα.

Εντάξει, ίσως δεν θα είμαι τόσο δημοφιλής (άρα μπορώ να αφήσω και το μαλλί άβαφο). Αλλά θα συγκρίνω τώρα τον εαυτό μου με τον Freddie; Είναι ο σπουδαιότερος frontman όλων των εποχών. Είναι αυτός που έπιασε ένα σαχλό πιανιστικό ποπάκι σαν το “Don’t Stop Me Now” και τό ‘κανε ένα από τα πιο ανεβαστικά κομμάτια όλων των εποχών (τριπλασιάζεις αυτό που έγραψα στις live εμφάνισεις). Είναι αυτός ο ένας, αλλά με τα χίλια πρόσωπα, που τα εναλλάσσει μέσα στο ίδιο κομμάτι, που σε μια συναυλία παίζει όλους τους ρόλους της ζωής σου: Συγκαταβατική νοικοκυρά στο “I Want To Break Free”, κουρασμένος Προμηθέας στο “Save Me”, σοφός μέντορας στο “Innuendo”. Και ηγέτης στο “We Will Rock You”, ανίκητη ψυχή της παρέας στο “Bicycle Race”, μέγας εραστής στο “Crazy Little Thing Called Love”. Ναι, κάπως έτσι θά ‘θελα να ‘μαι στα 66. Αλλά κάτσε πρώτα να φτάσω στα 45...

Στη χτεσινή συναυλία ήταν όπως ακριβώς τον περίμενα. Δεν ξέρω αν φταίνε τα χρόνια της αναμονής (τόσο καιρό περιμέναμε να δούμε τους Queen στην Ελλάδα) ή επειδή ήταν όντως τόσο καλός. Αλλά νιώθω πως αυτό που ζήσαμε στο ΟΑΚΑ μπορεί να συγκριθεί μόνο μ’ εκείνο το εικοσάλεπτο στο Live Aid του ’85. Το δικό μας, το χτεσινό, ήταν όμως έξι εικοσάλεπτα άμα βάλεις και το διάλειμμα του encore. Έξι φορές πιο έντονα ένιωσα από τότε που τον είχα δει -δεκάχρονο παιδί εγώ, κόντευε να σαρανταρίσει εκείνος- στην τηλεόραση να σκάει στα λευκά, με το φανελάκι «του παππού» που η μαμά μου επέμενε να φοράω «μην πουντιάσω» κι εγώ μισούσα, χωρίς soundcheck, να πανηγυρίζει με το κατάμεστο Wembley σαν να σκόραρε γκολ στον τελικό του Μουντιάλ για την Εθνική Αγγλίας και μετά να κάθεται στο πιάνο, μπροστά σ’ ένα πλαστικό κυπελλάκι με Pepsi και να ξεκινάει να μου διηγείται “Mama, just killed a man”…

Δεν τον εγκατέλειψα ποτέ έκτοτε. Το ομολογώ ότι το Νοέμβριο του 1991 δάκρυσα. Ήταν η πρώτη –και μοναδική φορά– που κύλησαν δάκρια στο μάγουλό μου για τον θάνατο κάποιου ανθρώπου που δεν ήταν κοντινό μου πρόσωπο, που δεν τον γνώριζα καν προσωπικά. Κάποιος είχε διαδώσει κάτι ηλίθιες φήμες ότι ο Freddie πέθανε από AIDS –και θυμάσαι πόσο τρομακτικό ήταν το AIDS τότε. Ευτυχώς ήταν όλα ψέματα και όταν αποκαταστάθηκε η πραγματικότητα, χαμογελούσα σαν χρυσοθήρας που βρήκε το πρώτο του λαμπερό πετραδάκι για βδομάδες ολόκληρες. Τον είχα σχεδόν προδώσει που πίστεψα τέτοιες διαδόσεις. Ευτυχώς δεν το έμαθε ποτέ και δεν με τιμώρησε στο χθεσινό live. Πλάκα-πλάκα, τη στιγμή που τραγούδησε το “Who Wants To Live Forever?” νομίζω ότι γύρισε προς το μέρος μου και έκανε ένα νεύμα, μια κίνηση σαν «ακολούθησέ με, ξέρω πώς μπορείς να μείνεις αθάνατος». Εντάξει, εγώ δεν είμαι frontman καμιάς μπάντας, ούτε και θέλω να γίνω χαϊλάντερ. Μου αρκεί να κρατιέμαι τόσο καλά όταν φτάσω τα 66 μου. Και να πάνε όλα καλά στα 45...

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)