31 Μαρ 2010

Φάνης Χριστοδούλου. Ποπ είδωλο

Τους λόγους που ο Φάνης Χριστοδούλου είναι ένας πραγματικός ήρωας της ποπ κουλτούρας μας θα τους διαβάσεις στα δύο εξαιρετικά posts του MatheBalitsa: Ένα και δύο.

Κωστής Μαραβέγιας εναντίον Animal Collective


Maraveyas Illegal - Τα τρία μυρμηγκάκια (live)

Σε μια συζήτηση που ξεκίνησε περίπου από αυτό εδώ το μπλογκ μετά τα αποτελέσματα της περσινής Blogovision και τον θρίαμβο των Animal Collective, σχεδόν εξαντλήθηκε το θέμα περί "διασκεδαστικότητος" της μουσικής -ειδικά σε σχέση με την καλλιτεχνική της αξία. Και μολονότι είχα ξεκάθαρα ταχθεί υπέρ των "διασκεδαστών"/"ψυχαγωγών" καλλιτεχνών, έναντι των πρωτοποριακών, πολυσύνθετων, ομφαλοσκοπούντων μουσικών, συνειδητοποίησα κάποια στιγμή ότι -εντελώς ρατσιστικά- αρνιόμουν σε πολύ κόσμο το δικαίωμα να επιλέγει μια "διασκεδαστική" μουσική, εις βάρος μιας ποιοτικότερης, έστω ψυχαγωγικής. Πόσες και πόσες φορές κορόιδεψα τη φίλη μου τη Μαρία που πήγαινε σχεδόν κάθε Δευτέρα, δύο χρόνια τώρα, στα gigs των Maraveyas Illegal στο Σταυρό του Νότου. Ο Κωστής Μαραβέγιας σου βγάζει με την πρώτη μια συμπάθεια, έχει και έξυπνο στίχο, αλλά -αντικειμενικά τώρα- το μονότονο σκα του μουσικά είναι επιπέδου Mazoo & The Zoo. Κι αν έχεις ακούσει ένα τραγούδι του και δεν ξέρεις ελληνικά, τα έχεις ακούσει όλα. Το μόνο που αλλάζει είναι ο στίχος. Αυτά έλεγα στη Μαρία και της αρνιόμουν το δικαίωμα στον Μαραβέγια. Εκείνη με αγνοούσε και συνέχιζε να πηγαίνει.

Προχθές, Δευτέρα 29 Μαρτίου, βρέθηκα κι εγώ στο Μαραβέγια. Και αναθεώρησα πολλά. Μπορεί όχι την άποψή μου για τη μουσική του. Αλλά σίγουρα το πόσο σημαντική είναι η αξία της μουσικής σε κάτι που είναι το καλλίτερο live μιας ολόκληρης πόλης. Προφανώς υπάρχουν κάποια άλλα πράγματα που παίζουν μεγαλύτερο ρόλο.

Αλλά, πριν τους Maraveyas Illegal στον Σταυρό του Νότου, είχα βρεθεί στο Belafonte, στην Αγησιλάου, για να βρω κάτι φίλους. Και -με τεράστια ικανοποίηση- να ανακαλύψω ότι έπεσα πάνω στον Ντέιβιντ Λιντς, τον Τάκη Μπαρμπέρη, τον Γιώργο Παλαμιώτη, τον Νίκο Καπηλίδη και τη Φένια Παπαδόδημα. Σε ένα ακόμη gig, δηλαδή, των Fenia! It happened to me! Για την αξία των παραπάνω μουσικών, του σπουδαίου σαξοφωνίστα Λιντς, του Τάκη Μπαρμπέρη που εκτός από πολύ καλός κιθαρίστας είναι κι ένας κορυφαίος τζαζ συνθέτης, της πολυπράγμωνος Φένιας, των βιρτουόζων Καπηλίδη στα ντραμς και Παλαμιώτη στο μπάσο, είναι αρμοδιότερος να τα γράψει (ή τα έχει ήδη γράψει) το έτερον ήμισι αυτού του blog, ο Mr. Arkadin. Αυτό που μπορώ να σημειώσω εγώ εδώ είναι το πόσο μεγάλη αξία θα είχαν για την αθηναϊκή νύχτα παρόμοιες εμφανίσεις σε πιο προσιτούς χώρους, τέτοιων συγκροτημάτων.

Προτιμώ να ακούσω τον Λιντς να χαϊδεύει το σαξόφωνό του σ' ένα μεγάλο, χορταστικό μπαρ, σαν το Belafonte, πίνοντας αργά το ποτό μου και χαζεύοντας, ή στριφογυρίζοντας τα πανέμορφα κορίτσια της ίντι αθηναϊκής κοινότητας, παρά να τον αναζητήσω σε έναν ειδικό χώρο, καθισμένος σ' ένα τραπέζι και κάνοντας απόλυτη ησυχία. Και νομίζω ότι και ο ίδιος ο Λιντς, ο όποιος Λιντς, δεν θα θεωρήσει ασεβές το στροβίλισμά μου στα ανοιξιάτικα χείλια των κοριτσιών και στα ανάρμοστα στην τζαζ του αστεία των φίλων μου -αντίθετα θα αντλήσει έμπνευση για λίγο πιο ανεβαστικό τζαμάρισμα. Τουλάχιστον αυτό τον είδα να κάνει προχθές. Το Fenia! It happened to me είναι ένα act τόσο ακομπλεξάριστο που δεν διστάζει να παίζει μέχρι και τέτοια:


Fenia! It Happened To Me - Seven Nation Army (Live)

Είχα τόσο καλή διάθεση που δεν είπα "όχι" όταν μια κοπέλα της παρέας μου πρότεινε να συνεχίσουμε στον Μαραβέγια, που είχε προχθές το closing της φετινής του σεζόν. Βοήθησε κι ένα SMS που περίμενα να γράφει άλλα... Στον "Σταυρό του Νότου", ο πρώτος άνθρωπος που είδα ήταν η Μαρία. Έπαθε σοκ. Εγώ πιο πολύ όμως. Γιατί με το που μπήκα στο χώρο, παρά του ότι όντως εκείνη τη στιγμή ακούγονταν κάτι τραγούδια για μυρμήγκια (κάτι έγραφα πιο πάνω για Mazoo & The Zoo -ακόμη και στις διασκευές του ο Μαραβέγιας επιμένει παιδικά...), αυτό που συνέβαινε μου άρεσε. Έμεινα μέχρι το τέλος. Που προχθές ήταν αργά τη νύκτα, γιατί ο Κωστής κι η μπάντα του δεν έλεγαν να κατεβούν από τη σκηνή. Κατέληξα μαζί τους στα καμαρίνια, ημιμεθυσμένος, όχι από τα ποτά, αλλά από άπειρες συμπτώσεις που μας έκαναν όλους μια παρέα, σχεδόν φίλους από τα παλιά. Και ξαναθυμήθηκα πόσο σημαντική είναι η όρεξη ενός καλλιτέχνη, η αγάπη σ' αυτό που κάνει, το να είναι κουλ κι ακομπλεξάριστος με τη δόξα (και, ναι, ο Μαραβέγιας έχει τρελλό ρεύμα στις ηλικίες μέχρι τα 25 -και κυρίως στα κορίτσια-, εγώ θα την είχα ακούσει άσχημα), να μην είναι σνομπ και να μην σταματάει να χαμογελάει όλη την ώρα.

Αν ήθελα να επιχειρηματολογήσω εναντίον μου τώρα, θα μού έλεγα ότι και στα κρητικά πανηγύρια ή στην Έφη Θώδη, τα ίδια γίνονται. Αλλά θα ήμουν πάλι είρων και απόλυτος. Όχι, η προχθεσινή Δευτέρα ήταν πραγματικά σπουδαία. Και μόνο να σκεφτείς ότι ο Κωστής και η μπάντα του κοπανιόντουσαν επί σκηνής από τις 11 το βράδυ μέχρι τις 5 παρά το πρωί, σαν τρελλοί, αρκεί.

28 Μαρ 2010

Υβ Σαλγκ, "Ο θρύλος του Τζάνγκο" #7

"Θα τον ονομάσουμε Τζάνγκο" (συνέχεια από το προηγούμενο)
Το ίδιο εκείνο απόγευμα του μαρτίου, μόλις σήμανε τέσσερις η ώρα, στο ξεκίνημα του χορού, ο Τζάνγκο έκανε το ντεμπούτο του στην εξέδρα της αίθουσας χορού του Μοντάνιε Σεντ Ζενεβιέβ, όπου συναθροίζονταν φοιτητές, ξένοι δημοσιογράφοι, και όπου σύχναζαν τυχοδιώκτες κάθε είδους αλλά και νωθροί πλούσιοι σε αναζήτηση δυνατών συγκινήσεων. (Ο Χέμινγουεϊ είχε κάνει μια πολύ γραφική αναπαράσταση αυτής της κοσμοπολίτικης ατμόσφαιρας του Μοντάνιε της περιόδου '20-'25 στο "Ο ήλιος ανατέλλει ξανά"). Ο Τζάνγκο έπαιζε ένα ολοκαίνουριο μπάντζο δανεικό από έναν φίλο του Γκερίνο. Φορούσε ένα κοστούμι αγορασμένο σε τιμή ευκαιρίας από έναν παλιατζή της οδού Εστραπάντ και έβγαζε (με όλα τα έξοδα πληρωμένα) δέκα φράγκα για κάθε παράσταση, δηλαδή είκοσι τις κυριακές και τις αργίες, ποσό διόλου ευκαταφρόνητο εκείνη την εποχή, αν σκεφτεί κανείς ότι ένα πακέτο τσιγάρα κόστιζε ενενήντα πέντε λεπτά. Φορώντας ρούχα λιγότερο λαμπερά από τα δικά του, ένας μάνατζερ, αφοσιωμένος και λιγομίλητος πρόσεχε τον Τζάνγκο: ο αδελφός του.
[συνεχίζεται]

26 Μαρ 2010

Βασικά ή άνοιξη είναι η Basia Bulat


Basia Bulat - If Only You (Live)

Περισσότερα για το τελευταίο της άλμπουμ εδώ.

Ω γλυκύ μου έαρ

Ας πούμε ότι προκηρύσσεται ένας διαγωνισμός. Να συμβολίσουμε, λέει, κάθε εποχή με μια καλλονή. Δεν ξέρω για το καλοκαίρι, το φθινόπωρο, το χειμώνα• περνούν από το μυαλό κορίτσια και κορίτσια, ταιριάζουν στον εκάστοτε ρόλο πολλές, είναι δύσκολη η επιλογή. Αλλά για την άνοιξη; Τόσο απλό! Ποια άλλη από τη Σκάρλετ Γιόχανσον;

Οποιος δεν πείθεται και χρειάζεται επιχειρήματα, ας βάλει κάτω δεδομένα και συμβολισμούς. Ανοιξη είναι το χαμόγελο, είναι μια υπόσχεση, είναι η έξοδος. Να βγει κανείς απ’ τους τέσσερις τοίχους, που τρεις μήνες τώρα πάσχιζε να γλυκάνει με κεριά και με οκλαδόν βραδιές μπροστά στο τζάκι, να βγει στην ξεθαρρεμένη φύση, να βγει στο στόχαστρο του ήλιου, ατρόμητος, ατίθασος, αποφασισμένος. Να κάνει την έξοδό του και να πέσει πάνω στο χαμόγελο της Σκάρλετ, χορταστικό πίσω απ’ το πλήθος των χειλιών της, περιπετειώδες στα κοφτά λακάκια των δύο γκρεμών του. Να την κοιτάξει κατ’ ευθείαν στα μάτια και να πάρει μια υπόσχεση. Και μετά να ανεβεί στο ποδήλατό του και να συνεχίσει τη βόλτα του. Κι εκείνη στο δικό της, όπως στο «Vicky Cristina Barcelona».

Την άνοιξη δεν είμαστε πια «Χαμένοι στη Μετάφραση». Ολα είναι απλωμένα μπροστά μας, ξεκάθαρα - κι ο ήλιος δεν είναι ακόμη τόσο δυνατός να μας τυφλώνει. Και για soundtrack σ’ αυτήν τη συνάντηση πάνω στις σέλες, τα πετάλια και τις φρεσκολαδωμένες αλυσίδες, θα παίζει -τι άλλο;- το «Fanning Street», όπως το τραγουδάει εκείνη στο άλμπουμ της, με τα στομωμένα σαξόφωνα και τα καμπανάκια να κλέβουν το ρόλο της μέλισσας που ζουζουνίζει γύρω της, που την κυνηγάει για να τρυγήσει τους χυμούς της...

«Και γιατί να μην συμβολίζει το καλοκαίρι;», θα επιμείνει ο άπιστος αναγνώστης. Θα μπορούσε. Παλιότερα. Οχι πια. Από τη μέρα που αποφάσισε να παντρευτεί τον Ράιαν Ρέινολντς, το καλοκαίρι αναζητά νέα μούσα. Η άνοιξη μπορεί να δίνει υποσχέσεις, το θέρος όμως απαιτεί αποπληρωμή - και μια παντρεμένη γυναίκα δεν μπορεί να μπλεχτεί σ’ αυτό το παιχνίδι. Είχε, βέβαια, κάποτε εκφράσει τον προβληματισμό της η 25χρονη ηθοποιός για το πόσο η φύση του ανθρώπου αντικρούει από μόνη της τη μονογαμία... Αλλά και πάλι. Αν αυτό δεν είναι μια ξεσηκωτική για τους ελπίδα φέροντες θαυμαστές της υπόσχεση, μια άνοιξη για την ατίθαση libido, τότε τι είναι; Σαν τις διαφημίσεις της για το κραγιόν των D&G: Σατέν σεντόνια, ρετρό εσώρουχα, βλέμμα α λα Μέριλιν. Τόση υπόσχεση, αλλά ούτε ένα άγγιγμα.

Ετσι κι αλλιώς, για σύμβολο της άνοιξης την διαλέξαμε. Ας τραβήξουμε ο καθένας τη δική μας Σκάρλετ απ’ το χέρι, ας κάνουμε την έξοδό μας, δανδήδες για χάρη της, χαμογελαστοί παρά τα προβλήματα, ταξιδιάρηδες. Η άνοιξη ξεκίνησε! Χθες το βράδυ στα αθηναϊκά μπαρ συνέβησαν πανέμορφα πράγματα...

(Δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο περιοδικό GK, το Μάρτιο του 2009)

Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο


Καλή μου Εύα,
Οσο περιμένω το ανοιξιάτικο Above Magazine, θα ξαναεπιδοθώ στη φετιχιστική τελετουργία ξεφυλλίσματος του χειμωνιάτικου τεύχους του. Κατ’ αρχάς θα χαϊδέψω την ελίτσα στο αριστερό σου μάγουλο - και στο εξώφυλλό του. Μετά θα σε ξαναψάξω μέσα. Και, φυσικά, θα ξαναπέσω στην παγίδα του editorial του Νικολά Ρασλίν, απροετοίμαστος δήθεν. «Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο», λέει το μοτάκι στα ψηλά της σελίδας. Από τον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι, μου επεσήμανε μια αναγνώστρια προ διμήνου, όταν πρωτοδιαφήμιζα το νέο αγαπημένο μου περιοδικό. Η ελιά στο αριστερό σου μάγουλο θα σώσει τον κόσμο.

Θυμάμαι αμυδρά κάποια ευφάνταστα editorials μόδας από την προηγούμενη ζωή του Above. Λαχταριστά και glossy, φωτογραφημένα από τον Λάγκερφελντ και τη Φον Ούνβερθ, με πόζες από την Ελενα Κρίστενσεν, την Dovile, την Αγκνες Ντέιν. Και τώρα εσύ, σε ένα κολάζ του Πίτερ Μπίαρντ, παρέα με ρινόκερους και λοιπά εμβλήματα της αφρικανικής πανίδας. Το Above, σε αυτά τα δύο τελευταία τεύχη, από την ημέρα που το αγόρασε ο Ρασλίν, μου φαίνεται πιο όμορφο. Λέγεται πια Above Magazine For The Earth, τυπώνεται σε σκληρό, ανακυκλωμένο χαρτί και στις σελίδες του θα βρεις από έναν οδηγό ορθής κατανάλωσης σούσι, τώρα που η παγκόσμια διάδοση της ιαπωνικής κουζίνας απειλεί ουκ ολίγα θαλάσσια είδη με αφανισμό (αποφεύγουμε maguro και unagi, προτιμάμε ikura, katsuo, suzuki), μόδες που θυμίζουν βιντεοκλίπ του Σπάικ Τζόνζι για την Bjork, καλλιτέχνες που δουλεύουν με σκουπίδια, ένα test drive του Tesla Roadster. Το lifestyle θα σώσει τον κόσμο.

Αραγε, ο πατέρας σου, Εύα, θα καταλάβαινε ποτέ το μυστικό του Tesla Roadster; Τότε που πουλούσε γιγαντιαία αμερικανικά πετρελαιοβόρα τριών όγκων, αν του μιλούσες για ένα ηλεκτροκίνητο, μικροσκοπικό supercar, θα χαμογελούσε συγκαταβατικά με την αλλοπαρμένη κόρη του; Ή θα συνειδητοποιούσε πως πίσω από το οικολογικό μανιφέστο της Tesla Motors υπήρχε μια πανέξυπνη εμπορική ιδέα; Ενα σαγηνευτικό supercar που κοστίζει πανάκριβα πουλιέται μόνο σε όσους μπορούν -και θέλουν να ξεχωρίζουν χάρη στον «νέο», «πράσινο», «διαφορετικό» κινητήρα του- και, τελικά, χρηματοδοτεί με τα κέρδη του την ανάπτυξη μιας νέας τεχνολογίας, μαζικότερης παραγωγής, το αποτέλεσμα της οποίας είναι το φετινό τετράθυρο, οικογενειακό, εντελώς ηλεκτρικό Tesla Model S. Το όφελος θα σώσει τον κόσμο.

Κλείνω τα μάτια και ξαναφέρνω τις εικόνες όπου ο Πίτερ Μπίαρντ σε αποθεώνει σαν ένα ακόμη άνθος της ζούγκλας. Ακούω Shearwater την ίδια ώρα. Αφήνομαι κι εκεί. Στην ξωτική φωνή του Τζόναθαν Μέιμπουργκ και στα ταξίδια του ψηλά στον ουρανό με τα σμήνη των πουλιών (στο «Rooks») ή στην πολύχρωμη φύση του Νότιου Ειρηνικού (στο φετινό «The Golden Archipelago»). Καμία εξανεστημένη αγριάδα εδώ, απλώς μια ήρεμη περιγραφή μιας σπάνιας ομορφιάς. «Πράσινη» επανάσταση δεν φέρνουν μόνο οι προβοκατόρικοι τσαμπουκάδες τύπου Greenpeace ούτε τα μονίμως γκρινιάζοντα σαλβαροσάνδαλα που τρώνε αποκλειστικά βιολογικά. «Πράσινο» lifestyle δεν χτίζεις με το ζόρι (όπως προσπάθησε με δύο βαρετά τεύχη το Vanity Fair και έσπευσαν να αντιγράψουν εγχώρια περιοδικά, ατυχώς λόγω πλήρους άγνοιας του τι ήθελαν να πουν). Η «πράσινη» συνείδηση είναι η ομορφιά που θέλεις να σε περιβάλλει και το εγωιστικό σου γονίδιο που χρειάζεται ένα όφελος για να δράσει. Βρίσκεις κάτι κακό σε αυτά;

Σε αυτήν τη φωτογράφιση ήσουν πιο όμορφη από ποτέ,
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

(Exitorial, GK Απριλίου 2010. Κυκλοφορεί την Κυριακή 28.03)

23 Μαρ 2010

Τα συγχαρητήριά μου στους MGMT

MGMT

MGMT
Congratulations
(Απρίλιος 2010)


Οι κάνες των όπλων σημάδευαν κατά 'κει εδώ και καιρό. Από τη μία οι μεϊνστριμάδες, βουπουδοκόριτσα με νεκροκεφαλομάντηλα του Αλεξάντερ ΜακΚουήν περασμένα στο λαιμό και πολύχρωμα Wayfarers -και τ' αγόρια τους που, κάθε που το ραδιόφωνο έπαιζε το "Kids", όταν είχαν δανειστεί το Audi του μπαμπά, δυνάμωναν τον ήχο και οδηγούσαν εκστασιασμένα. Τους είχαν άχτι από 'κείνο το live στην Τεχνόπολι. Που κουβαλήθηκαν για χάρη τους εκεί κάτω, υπέστησαν το ανυπόφορο βασανιστήριο που λεγόταν Future of the Left και τελικά, όταν οι MGMT βρέθηκαν επιτέλους επί σκηνής, κατάλαβαν ότι όλο αυτό ήταν απλά ένα ψυχεδελικό παραμύθι. Ένα trip που βγήκε λίγο αλλιώς, πιο σπιντάτο, πιο χαρωπό, πιο χορευτικό, απ' ότι το υπολόγιζε το ντουέτο των καλλιτεχνών αρχικά. Και πως οι αληθινοί MGMT ήταν αυτοί που έπαιζαν στη σκηνή στο Γκάζι μέσα στους καπνούς και τα κόκκινα φώτα. Ήταν τα δισέγγονα του Ντέιβιντ Μπάουι και τα μαθητούδια της μεγάλης των Beach Boys σχολής.

Απ' την άλλη, η χαμένη φυλή των ίντι. Που άρχισε νωρίς νωρίς να βγάζει σπυράκια, ακούγοντας τα σύνθι του "Time To Pretend" να ξεπηδούν ανερυθρίαστα από "απαγορευμένα" ηχεία, όπως καφετεριών στο Κολωνάκι, καταστημάτων ένδυσης στην Κηφισιά, τηλεοπτικών δεκτών... Και που έπαθε αναφυλακτικό σοκ όταν ο αριθμός των πωλήσεων του "Oracular Spectacular" σκαρφάλωσε στο ένα ολόκληρο εκατομμύριο. Το παιχνίδι που λεγόταν MGMT δεν ήταν πια δικό τους. Είχε ξεφύγει από τον στενό κύκλο ανθρώπων που είχε το δικαίωμα να το συζητά αποθεωτικά σαν ένα εξαιρετικό μυστικό. Κι όταν κάποιος ξεφεύγει από εκεί, το μόνο μέλλον του είναι η απαξίωση.

Οι κάνες σημάδευαν και τα πιστόλια όπλισαν με το που κυκλοφόρησε το "Flash Delerium" που στρίμαραν οι ίδιοι οι MGMT ως πρώτο δείγμα του "Congratulations", της νέας τους δουλειάς. Κάποιοι άρχισαν να πυροβολούν κιόλας. Λίγοι περίμεναν και την κυκλοφορία του υπόλοιπου άλμπουμ. Αλλά η μοίρα των MGMT ήταν προδιαγεγραμμένη. Εκτέλεση.


MGMT - Time To Pretend & I Found A Whistle (Live)

Την πρώτη φορά που άκουσα το "Congratulations" είχα ανάμεικτα συναισθήματα. Προφανώς γιατί πολύ απλά περίμενα κάτι άλλο. Αλλά στη συνέχεια, με κάθε ακρόαση, με κέρδιζε όλο και περισσότερο -κι ας μην είναι το είδος της μουσικής που θέλω να ακούω εν έτει 2010. Γιατί ναι, οι MGMT του "Congratulations" είναι όντως οι MGMT που είδαμε στην Τεχνόπολι τον Σεπτέμβριο. Και όντως γουστάρουν να παίζουν '70s ψυχεδέλειες κι όχι χορευτικές ιντιποπιές. Και -σύμφωνοι, ομολογώ- δεν θα καθόμουν να ακούσω το "Congratulations" τόσες φορές αν δεν το είχε βγάλει αυτή η μπάντα που τόσο με ενθουσίασε με το "Oracular Spectacular" πριν δυο (τρία;) χρόνια. Αλλά, όσα κι αν έχω να τους καταλογίσω κι εγώ, να προσθέσω στον καταιγισμό πυρών, δεν μπορώ να μην παραδεχθώ ότι το "Congratulations" είναι ένα πανέμορφο δισκάκι και ότι, στο κάτω κάτω, είναι μαγκιά τους που δεν εκμεταλλεύονται την τεράστια επιτυχία του προηγούμενου άλμπουμ τους για να τα κονομήσουν γερά με το νέο, αλλά γράφουν τη μουσική που θέλουν να γράφουν και μόνο. Και μπορεί να έχουν αποφασίσει να μη βγάλουν ούτε καν single, και μπορεί όντως αυτό το άλμπουμ να ακούγεται ως σύνολο μόνο και όχι κομμάτι - κομμάτι, να μην είναι "radio friendly", αλλά αυτό το πάναπλο τραγουδάκι που λέγεται "I Found A Whistle", ρε γαμώ το μου αρέσει πάρα πολύ (Αν βαριέσαι να ξανακούσεις το "Time To Pretend" για τρισεκατομμυριοστή φορά, πήγαινε στο 4:40 του βίντεο που ανέβασα πιο πάνω για quick access στο σφυριχτροτράγουδο).


Gorillaz
Plastic Beach
(Μάρτιος 2010)


Ακούς την πρώτη φορά το "Plastic Beach" και σε γεμίζει αυτό το πανέμορφο αέριο που μοιάζει με ήλιο και που έχει να κάνει με τη χαρά της οικειότητας. Είναι σαν να μπαίνεις σ' ένα μπαρ στο Μπουρνάζι όπου βρέθηκες τυχαία, και να πετυχαίνεις εκεί όλες τις γνωστές σου φάτσες από τα Key και τα Use -κι απ' τα ηχεία να ακούγεται... Gorillaz! Ακούς τη δεύτερη φορά το "Plastic Beach" και σου έχει μείνει μόνο αυτή η οικειότητα που λέγαμε, ούτε ένα κομματάκι, ένας σκοπός να τον μουρμουράς όταν ποδηλατάρεις προς το μετρό. Ή μάλλον σου έχει μείνει. Το "Stylo". Τι κομματάρα, λες και ξαναλές -και τραγουδάς "eleeeeeeectric is the night", μιμούμενος τη χροιά της φωνής του Ντέιμον Άλμπαρν. Σου αποτυπώνονται και κάτι σκόρπιες στιγμές, κάτι αραβουργήματα από το "White Flag", η λέξη "σούπερφαστ" από το "Superfast", η φωνή του Λου Ριντ από το "Some Kind of Nature". Αλλά κατά βάθος, αυτό που σου έχει μείνει είναι ότι το άλμπουμ είναι ένα βαρετό ραπάρισμα και όχι πολλά περισσότερα. Την τρίτη φορά τα τραγούδια σού ακούγονται πάνω κάτω όλα ίδια.

Και μετά, έρχεται και ο Mr. Arkadin στο Twitter, πετάει τη φυτιλιά περί κλοπής του κεντρικού sample του "Stylo" από ένα τραγούδι του Έντι Γκραντ, των αρχών των '80s, το βάζεις, το ακούς, πας το CD να δεις αν γράφουν κάτι στα credits, γιατί είναι ακριβώς το ίδιο, δεν γράφουν, τους αλήτες, εδώ γράφει ο Πλιάτσικας που έχει κτίσει ολόκληρη καριέρα πάνω σε τραγούδια άλλων, δεν γράφει ο Ντέιμον; Καταρρέει όλο το άλμπουμ. Το ένα κομμάτι που λάτρευες σου μοιάζει ξαφνικά τόσο ψεύτικο. Θες να πας στο μπάνιο να τριφτείς με scrub καρπουζιού από τον Κορρέ. Και τα παίρνεις ακόμη περισσότερο λόγω όλου αυτού του hype. Που όλοι γύρω σου ακούνε Gorillaz και λερώνουν το βρακάκι σου. Ασταδιάλα λες. Και αντί για δικό τους τραγούδι στο post που γράφεις γι' αυτούς, τελικά ανεβάζεις το τραγουδάκι του Έντι Γκραντ...


Eddy Grant - Time Warp


Owen Pallett

Owen Pallett
Heartland
(Ιανουάριος 2010)


Σε όσα έγραφα τις προάλλες εδώ, να προσθέσω μόνο ότι πριν πας να ακούσεις το "Heartland" καλό είναι να είσαι προετοιμασμένος για:
- Χιλιάδες βιολιά να πολυβολούν σε ανύποπτες στιγμές με από εκατοντάδες αθόρυβα ζέπελιν ψηλά στον ουρανό.
- Τη φιλαρμονική της Πράγας να αναλαμβάνει εκεί που ούτε κι η άψογη κλασική παιδεία του Πάλετ δεν αρκεί για να μετουσιώσει το όραμά του σε ήχο. (χε, χε, κι αυτό με το όραμα και τη μετουσίωση πάντα ήθελα να το γράψω)
- Φωνητικά που θες να τα κοροϊδέψεις στην αρχή, αλλά που μετά συνειδητοποιείς ότι ανήκουν στον τενόρο αδελφό του Τζόναθαν Μέιμπουργκ (όχι κυριολεκτικά, στον Πάλετ ανήκουν, που ακούγεται σαν τον Μέιμπουργκ αν είχε πιο ψηλή φωνή -ήταν απλά ένας αποτυχημένος τρόπος να κάνω την παρομοίωση).
- Μια διάθεση Belle & Sebastian, μια στο τόσο.
- Εναλλαγές από μελαγχολία σε χαχαχούχα μέσα σε δευτερόλεπτα -μια όμορφη αποτύπωση της παράνοιας που ζούμε.
- Πραγματικά σπέσιαλ guests (σαν το Νίκο Μούλι, για παράδειγμα)
- Πραγματική ποπ, παρά τα βιολιά και τις τρομπέτες, τα τσέλα και τα κύμβαλα.
- Βασικά, προετοιμάσου για τον δίσκο της χρονιάς κατά πάσα πιθανότητα.


Charlotte Gainsbourg
IRM
(Ιανουάριος 2010)


Η Σαρλότ όχι μόνο επεβίωσε του "Αντιχρίστου" του Λαρς Φον Τρίερ, αλλά με το IRM αποδεικνύει αυτό που δεν θα πιστεύαμε ποτέ μετά από εκείνο το πανβάρετο 5:55, το προηγούμενο άλμπουμ της: Ότι μπορεί να είναι και δημιουργική. Χα, το παίρνω πίσω. Τίποτε δεν αποδεικνύει. Γιατί (συν)υπογράφει ένα τραγούδι μόνο. Τα υπόλοιπα είναι του Beck, που -πλάκα πλάκα- παρουσιάζει την καλλίτερη δουλειά του ίσως τα τελευταία χρόνια: Γαλλική ποπ από αυτήν που θα περίμενες ακριβώς να ερμηνεύει οποιοδήποτε άτομο φέρει το όνομα "Γκενσμπούργκ", γραμμένη για να απολαμβάνεται με ένα Gitanes στα δάκτυλα ένα βροχερό πρωινό στο αγαπημένο καφέ του Σαρτρ, νομίζω στο Σεν Ζερμαίν.


Gonjasufi
A Sufi And A Killer
(Μάρτιος 2010)


Ένα σιτάρ εδώ, μια ξεκούρδιστη κιθάρα εκεί, ένα μουρμούρισμα από μια γκόμενα, βγαλμένη λες από soundtrack ελληνικής ταινίας των '70s με την Έλενα Ναθανήλ, πιο κάτω. Και πάνω από όλα το αχνό τραγούδισμα του ίδιου του ρασταφάριαν Gonjasufi που μοιάζει να μπορεί να ερμηνεύσει τα πάντα: Από vocal jazz μέχρι death metal. Τα αχταρματζίδικα συστατικά του "A Sufi And A Killer" τελικά δίνουν αυτό που θα ήταν το trip-hop ή το dubstep αν πρωτοέβγαινε σε ένα κοινόβιο στα '60s. Lo-Fi, τρομακτικό μερικές φορές (ποτέ δεν ξέρεις πού μπορεί να σε στείλει το LSD), εξαγνιστικό κάποιες άλλες, εμπνευσμένο πάντως καθ' όλην την διάρκειά του. Σπάνια συμφωνώ με #to_pitchfork_kai_tarxidiamou αλλά σε αυτό το δισκάκι έχουνε πέσει μέσα.


JJ
jj No3
(Mάρτιος 2010)


Το ξέρω ότι είναι off season να λες ότι σου αρέσουν οι jj. This is sooooooo 2009. Αλλά τι να κάνω που προτιμώ το "jj no3" από το "jj no2"; Με το ζόρι κέφι το προηγούμενο επειδή τότε ήταν "best new" και τώρα είναι παλιά; Σε σχέση με το ντεμπούτο τους (που βασανιστικά για το πόσο λάθος θα τους θυμόμαστε στο μέλλον ονόμασαν "no2"), το "no3" είναι σχεδόν το ίδιο πράγμα. Ε λογικό. Μέσα σε μισό χρόνο τι να έχει αλλάξει; Απλά κράτησαν για το "no3" τα πιο χαρούμενα από τα ποπάκια τους. Λαμπρά.


Local Natives
Gorilla Manor
(Φεβρουάριος 2010)

Μου λέει ο Βαλλάτος: "βάλε ν' ακούσεις Local Natives, θα σου αρέσουν". Έχει να πέσει μέσα στο τι θα μου αρέσει από πέρσι τέτοιον καιρό -και πιο πριν- με την Πόλι Σκάτεργκουντ, αλλά δε γαμιέται, βάζω. "Fleet Foxes ρε είναι αυτό!" του λέω. "Μοιάζει", συμφωνεί. Τι μοιάζει; Είναι ίδιο. Και μετά βγαίνανε κάποιοι και κατηγορούσανε τους θεούς Mumford & Sons ότι αντιγράφουν τους Fleet Foxes. Από πού κι ως πού; Μιλάμε το "Gorilla Manor" είναι ξεπατικωσούρα. Ώρες ώρες μοιάζει να παίρνει και samples κατευθείαν από τους Fleet Foxes και να αλλάζει απλά το τραγούδι από πάνω. Κάτι που έχει και τα καλά του. Άμα αντιγράφεις τους Fleet Foxes τόσο καλά, προφανώς και δεν μπορείς να βγάλεις κουράδα άλμπουμ.


Caribou
Swim
(Απρίλιος 2010)


O ηλεκτροΚαναδός ήταν το αγαπημένο μου act στο περσινό Synch, άρα όταν άκουσα ότι κυκλοφόρησε διαδοχάκι στο "Andorra" του 2007, διαδοχάκι ονόματι "Swim", βούτηξα με χαρά και με το κεφάλι προτού κολυμπήσω. Και πολύ το χάρηκα το κολύμπι. Ήταν δροσιστικό και αναζωογονητικό. Ένα καριμπούκακε με αλόη βέρα. Είναι οι Yeasayer στο πιο ηλεκτρισμένο τους, οι Animal Collective στο πιο σαφές τους. Δεν είναι πια shoegaze και downtempo, είναι για χορό, γυροβολιές, μπάλους και τσιφτετέλια. Καριμπούκωσα ευτυχία.


Caribou - Odessa


Four Tet
There Is Love In You
(Ιανουάριος 2010)

Αστροτάξιδα και νεραϊδοφωνές, ασιντοτζαζιές και ίχνη dubstep, ουρμπανοτούρμπανα και βουκολικοχαλαρώσεις, ένα μπλέντερ που θα ήθελε να χύνει ένα ενδιαφέρον ολοκαίνουργιο κοκτέιλ. Αλλά, για μια στιγμή! Αυτά δεν έκαναν οι Thievery Corporation και οι Brand New Heavies πριν δέκα - δεκαπέντε χρόνια; Νομίζω νυστάζω (και κρατάνε και μισή ώρα το κάθε κομμάτι, ζζζζζζζζζζζ......).



Alicia Keys
The Element Of Freedom
(Δεκέμβριος 2009)

Κάποτε μου άρεσε πολύ η Αλίσια Κιζ. Τα δύο πρώτα της άλμπουμ, στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, τα είχα λιώσει. Πανέμορφες συνθέσεις που όριζαν τότε τη neo-soul και, βέβαια, η απίστευτη φωνάρα της. Σήμερα τα κομμάτια της είναι επιπέδου Τζάστιν Μπίμπερ, κάτι που θα μπορούσα να της το συγχωρήσω λόγω της φωνής που λέγαμε, αλλά... Αλλά για κάποιο ακατανόητο λόγο το κορίτσι έχει χάσει και τη φωνή του. Ως εκ τούτου καταφεύγει σε τεχνάσματα. Ντουέτα με την Μπιγιονσέ, cameo εμφανίσεις του Jay Z. Δεν ξέρω. Μάλλον ξέρω. Το "The Element Of Freedom" κάνει μόνο για να δανείσει κανα τραγουδάκι σε ρομαντική κομεντί με τη Τζένιφερ Άνιστον. Μέχρι εκεί.


Hold Your Horses
Hold Your Horses EP
(Φεβρουάριος 2010)

Γαλλάκια από αυτά που μου αρέσουν πολύ (βλ. Soko). Δεν έχουν ακόμη κυκλοφορήσει άλμπουμ, μόνο ένα EP. Αλλά τους βάζω σ' αυτό εδώ το post, γιατί παράλληλα κυκλοφόρησαν και το βίντεο κλιπ της χρονιάς. Ιδού:


Hold Your Horses - 70 million


Lady Antebellum
Need You Know
(Ιανουάριος 2010)

Το κατέβασα επειδή το είδα ψηλά στα αμερικανικά τσαρτ. Κι επειδή έγραφε ότι είναι country pop. Κι επειδή εγώ λατρεύω την country. Κι επειδή country pop είναι και οι Sugarland που είναι γκρουπάρα. Αλλά οι Lady Antebellum δεν είναι Sugarland. Είναι η Ke$ha της country. Είναι ότι είναι και η Θέλξη για το ελληνικό λαϊκό τραγούδι. Δηλαδή, υπάρχει ο Χιώτης, υπάρχουν τα Παιδά απ' την Πάτρα, υπάρχει κι η Θέλξη. Ε, υπάρχουν και οι Lady Antebellum.


She & Him
Volume Two
(Μάρτιος 2010)

Αν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως ένας Χιπστεροθεός, ένας Ίντι Θεός έστω, ας φωτίσει -τον παρακαλώ- την Ζούι Ντεσανέλ να σταματήσει να παίζει σε χαζές ταινίες και να μας σέρνει στα σινεμά άνευ λόγου και αιτίας. Ας τη φωτίσει να περνάει το χρόνο της και να εξαντλεί την δημιουργικότητά της αποκλειστικά στις συνθέσεις της. Σ' αυτές τις νοσταλγικές, χαρούμενες, ανέμελες συνθέσεις που τις δίνει μετά στον Μ. Ward να τους βάλει και ένα και δύο και τρία όργανα και να τις μετατρέψει σε πανέμορφα τραγουδάκια που μας φτιάχνουν την διάθεση.

Το "Volume Two" πιάνει ακριβώς εκεί που μας άφησε το "Volume One" προ διετίας (εδώ το ένα είναι ένα και το δύο είναι δύο, δεν είναι ό,τι νά 'ναι όπως με τους JJ) και κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει την Ζούι ότι δεν έχει εξελίξει τη μουσική της, γιατί εν προκειμένω το ζητούμενο δεν είναι να την εξελίξει, αλλά να την κάνει ακόμη πιο παλιακά. Όσο πιο '70s, τόσο πιο καλά. Αν πάμε και στα '60s, ακόμη καλλίτερα. Ε, αυτό είναι το "Volume Two". Μια ηλιόλουστη νότα beach pop μέσα στην ίντι παγωμένη καταχνιά. Και η Ζούι Ντεσανέλ είναι το pinup girl μιας γενιάς που κάνει κατάχρηση των φουλαριών στο λαιμό και των χρωμάτων στα Wayfarers.


The Besnard Lakes
Are The Roaring Night
(Μάρτιος 2010)

Ίσως το μοναδικό πράγμα για το οποίο μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον Καναδά σήμερα είναι η πολιτική της κυβέρνησής του στο θέμα του σολωμού, που αποφάσισε να περιορίσει το ψάρι σε εκτροφεία, αντί να το αφήνει ελεύθερο να βολτάρει στις ωκεανοί και να γυρίζει μετά στις ποταμοί να τις ανεβαίνει αντιστρόφως της φοράς τους προς τα βουνά, για να τεκνοποιήσει (ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων, δεν είμαι καλός με τα ψάρια, προτιμώ την ινδική κουζίνα). Α, και για τον Τζάστιν Μπίμπερ. Ο Τζάστιν Μπίμπερ είναι για τόσες καρπαζές που όλο ξεχνώ ότι είναι Καναδός. Πώς μπορεί να είναι από την ίδια πατρίδα ο Τζάστιν Μπίμπερ και οι Dears, οι Arcade Fire, η Feist, ο Σπέσνερ Κρουγκ (λέγε με Wolf Parade και Sunset Rubdown), η Μέλοντι Γκαρντό, οι Besnard Lakes;

Το ζεύγος που απαρτίζει τους τελευταίους έχει κάνει και με το νέο του άλμπουμ υπέροχη δουλειά, κρατώντας την ερυθρόλευκη σημαία με το φύλλο του σφενδάμου ψηλά. Εδώ μιλάμε για prog rock -the indie way. Για έναν ελεύθερο σολωμό που έχει πάρει πια το δρόμο του χειμάρρου, ανάποδα προς την κορυφή του βουνού. (Ρε μπας και αυτό το ανάποδο του κάνουν μόνο οι πέστροφες;)

ΤΙ ΑΛΛΟ ΑΚΟΥΣΑ ΤΟ ΜΑΡΤΙΟ:
The Ruby Suns - Fight Softly: Το τρίτο πόνημα του Ράιαν ΜακΦαν είναι Άφροέλεκτρο, όπως οι Yeasayer στο ντεμπούτο τους. Τριάμισι αστεράκια. (Δεν το έχω ακούσει ακόμη πάρα πολύ -ίσως το ανεβάσω και στα τέσσερα). / Gil Scott-Heron - I'm New Here: Ο προπάτορας της ραπ επιστρέφει μετά από μιάμιση δεκαετία, a la maniere de Τζόνι Κας όταν τον ανέλαβε ο Ρικ Ρούμπιν. Ετούτος εδώ ζωγραφίζει ποιήματα πάνω σε ένα ambient δισκάκι. Τρία αστεράκια. / Pantha du Prince - Black Noise: Το ηλεκτρονικό φετίχ του σωστού ίντι φέτος είναι ένας Γερμανός ονόματι Χέντρικ Βέμπερ που μοιάζει με Animal Collective και απολαμβάνει αναλόγου hype από τα Πίτσφορκ και τ' αρχίδια μου. Τρία αστεράκια. / Lightspeed Champion - Life Is Sweet! Nice To Meet You: Είναι μαύρος και μοιάζει με μπλουζά, ένα πράμα με τον BB King, για να καταλάβεις, κι όμως ο τύπος είναι ίντι ρόκερ και μάλιστα από τους σοφιστικέ. Στο δεύτερό του άλμπουμ θυμίζει πολύ Get Well Soon. Τα ξανάγραψα όμως εδώ. Τέσσερα αστεράκια.

21 Μαρ 2010

Yβ Σαλγκ: "Ο θρύλος του Τζάνγκο" #6

"Θα τον ονομάσουμε Τζάνγκο" (συνέχεια από το προηγούμενο)Οι Αμερικανοί στρατιώτες, φεύγοντας, άφησαν πίσω τους στο Σανς Ελιζέ τα πρώτα ράγκταϊμ. Στις οθόνες, ένας συγκινητικός παλιομοδίτης ανθρωπάκος, με ένα καπέλο "μελόν" υπερβολικά μεγάλο για το κεφάλι του, που έμοιαζε να χορεύει όπως περπατούσε και να κουνά το μπαστούνι του σαν προέκταση του χεριού του: ήταν ο Σαρλό. Αν τα παιδιά είχαν δικαίωμα ψήφου, εκείνος θα ήταν ο βασιλιάς του κόσμου. Ο κινηματογράφος στην λεωφόρο Ιταλί λεγόταν "Le Luxor". Το συνηθισμένο του πρόγραμμα περιλάμβανε τουλάχιστον δύο ταινίες χωρισμένες με ένα διάλειμμα ενός τετάρτου. Αυτό το τέταρτο, ήταν η στιγμή του Τζάνγκο, και του μικρότερου κατά δεκαοκτώ μήνες αδελφού του, του "Νεν-Νεν". Συνήθως κρύβονταν σε μια γωνιά, περιμένοντας την έξοδο των θεατών, ώστε, λίγο αργότερα, όταν ηχούσε το καμπανάκι που σήμαινε το τέλος του διαλείμματος (δεν υπήρχε ακόμη ηλεκτρικό κουδούνι), να γλιστρήσουν μέσα στην αίθουσα, κρυμμένοι μέσα στο πλήθος που επέστρεφε στις θέσεις του: κλασικό κόλπο τζαμπαζήδων.
Το κόλπο του Τζάνγκο λειτούργησε με επιτυχία για πολλές εβδομάδες. Αλλά μια Πέμπτη, όλα χάθηκαν. Το "Luxor", εκείνη την ημέρα, έκανε μια πρωινή προβολή για τους μαθητές ενός γειτονικού λυκείου. Είχε ασφαλώς διάλειμμα, στο οποίο οι αδελφοί Ράινχαρντ - κακοντυμένοι, βρόμικοι, με τα μαλλιά στο πρόσωπο - έκαναν το λάθος να γλιστρήσουν ανάμεσα στους καλοσαπουνισμένους και περήφανους για την μπλε-μαρέν στολή τους μαθητές. Μέσα στην αίθουσα δεν υπήρχε ούτε μια θέση κενή. Για μερικά δευτερόλεπτα, ο Τζάνγκο και ο "Νεν-Νεν" παρέμειναν στον διάδρομο, ψάχνοντας με τα αχόρταγα μάτια τους για ένα πτυσσόμενο κάθισμα, παρά το ότι βρίσκονταν στο στόχαστρο όλων των μαθητών.
Ξαφνικά, ο Τζάνγκο ένιωσε ένα χέρι να του τραβά δυνατά το αυτί, ενώ ο Ζοζέφ, με το κεφάλι κάτο και τα πόδια στο λαιμό, έτρεχε προς την έξοδο: ήταν ο αιθουσάρχης του "Luxor".
- Είναι πολλές μέρες τώρα που σας παρατηρώ, μικροί κατεργάρηδες, είπε θυμωμένα. Αυτή τη φορά, σας τσάκωσα. Άντε, ουστ!
Το σκοτάδι έπαισε στην αίθουσα. Η προβολή ξεκίνησε. Ο αιθουσάρχης οδηγούσε με βία τον Τζάνγκο στο φουαγιέ. Ήταν Ιούνιος. Είχε ξεσπάσει μια δυνατή μπόρα. Το χαλάζι μαστίγωνε τις αφίσες και τις φωτογραφίες του Σαρλό στρατιώτη.
- Έλα, βοήθησέ με να βάλω μέσα τους πίνακες με τις φωτογραφίες, είπε ο αιθουσάρχης στον Τζάνγκο. Τουλάχιστον να φανείς για κάτι χρήσιμος.
Ο Τζάνγκο έφερε τα δυο δάχτυλα του δεξιού του χεριού στα χείλη. Αυτό το σφύριγμα του αρχηγού της συμμορίας έκανε τον "Νεν-Νειν" να εμφανιστεί.
- Βοήθησέ μας, τον διέταξε ο Τζάνγκο.
Μάνι-μάνι, οι πίνακες μετακινήθηκαν στο υπόστεγο. Ικανοποιημένος, ο αιθουσάρχης πρότεινε στους αδελφούς Ράινχαρντ την εξής συμφωνία: "Θα με βοηθάτε κάθε βράδυ να μαζεύω τις αφίσες και, σε αντάλλαγμα, θα σας αφήνω να βλέπετε δωρεάν τις ταινίες. Δεν θα χρειάζεται πια να κρύβεστε..."
Τα μυστήρια της Νέας Υόρκης, Η ακτή των βαρβάρων, Η φωλιά του Αετού... Ο Τζάνγκο μπορούσε να βλέπει ξανά και ξανά ένα πλήθος από ταινίες, γνωρίζοντας έτσι τόσες εντυπωσιακές συγκινήσεις: ήταν οι διακοπές του κιθαρίστα. Γιατί έπαιζε, έπαιζε σε όλα τα μπιστρό της γειτονιάς: στο "Au Petit Bicetre", δύο βήματα από το αστυνομικό τμήμα, στο "A la Route de Dijon"... Έπαιζε ό,τι του περνούσε από το κεφάλι, ό,τι τραγουδούσε ο κόσμος στο δρόμο αρκεί να ήταν μελωδικό, όμορφο, ευχάριστο στο αυτί. Έπαιζε χωρίς να γνωρίζει ούτε μια νότα. Γιατί δεν ήξερε ούτε να διαβάζει ούτε να γράφει και το λεξιλόγιό του, όπως αυτό των αναλφάβητων, δεν περιλάμβανε παρά καμιά εκατοστή λέξεις.
Στηνόταν στα πεζοδρόμια του Κρεμλέν Μπισέτρ, τις μέρες της αγοράς, ανάμεσα σε δύο από τους πάγκους και ο "Νεν-Νεν", μόλις τελείωνε το κονσέρτο, έκανε έρανο. Στα καφέ, την Κυριακή, αμέσως μετά την έξοδο από τη λειτουργία, την ώρα του απεριτίφ, στηριζόταν σε ένα μαρμάρινο τραπέζι και, σκύβοντας στην κιθάρα του, ξεκινούσε το ρεσιτάλ του. Δεν καθόταν ποτέ, ώστε να μπορεί να ξεκουμπιστεί πιο γρήγορα, στην περίπτωση που τον έδιωχναν. Κι όμως, μια Κυριακή, το αφεντικό του "La Route de Dijon", τον κάλεσε να καθήσει σε μια καρέκλα.
- Κοίτα, μικρέ, του είπε, είναι κάποιος που πρέπει να του μιλήσεις. Παίξε τώρα τον Γαλάζιο Δούναβη, αλλά όχι σαν φοξ-τροτ, σαν αληθινό βαλς.
Αυτός ο κάποιος που έπινε ένα αψέντι στον πάγκο, πλαταγίζοντας ηδονικά την γλώσσα του, ήταν ένας πράος Ιταλός που εκείνη την εποχή στο Παρίσι θεωρείτο ο βασιλιάς της μυζέτ: ο ακορντεονίστας Γκερίνο. Άκουγε το χαρισματικό παιδί με ένα αυτί αφηρημένο στην αρχή, και στη συνέχεια ενδιαφερόμενο, στοργικό, πατρικό.
- Λοιπόν, τι σκέφτεστε, κύριε Γκερίνο; ρώτησε το αφεντικό.
- Ο σπόρος έχει στόφα, απάντησε ο Γκερίνο. Και στη συνέχεια γύρισε στο αγόρι: "έχεις δοκιμάσει το μπάντζο";
- Ναι, από αυτό άρχισα.
- Έχεις;
- Το έχασα.
- Θα το φροντίσω αυτό. Πού μένεις;
- Στην Πορτ. Με τη μαμά μου.
- Θα είναι εκεί το μεσημέρι;
- Ναι.
- Ωραία, θα πάμε να τη δούμε.
Δέκα λεπτά αργότερα, ένα ταξί σταματούσε μπροστά από το τροχόσπιτο. Η "Νεγκρό" μαγείρευε λαγό με χυλοπίτες για τα μικρά της.
[συνεχίζεται]

19 Μαρ 2010

Στιγμές από τα Μουντιάλ που θυμάμαι: 1982, Ισπανία #4 (Το θλιμμένο γκολ του Πωλ Μπράιτνερ)

Και μόνο γι' αυτό το μαλλί, ο Πωλ Μπράιτνερ θα έπρεπε κανονικά να είναι ο μεγαλύτερος ήρωας των παιδικών μου χρόνων. Αλλά δεν ήταν. Γιατί η πρώτη εικόνα που είχα από αυτόν -κι αυτή που μού έμεινε για πάντα- ήταν σκυφτή και θλιμμένη. Είχε μόλις σκοράρει κατά της Ιταλίας στον μεγάλο τελικό του '82, αλλά το σκορ ήταν 1-3 και βρισκόμασταν στο '83... Ο Μπράιτνερ δεν είχε κανένα κουράγιο να πανηγυρίσει. Το όνειρο της Δυτικής Γερμανίας για την κατάκτηση του τρίτου της παγκόσμιου τίτλου είχε συντριβεί στο δεύτερο ημίχρονο της μεγάλης αναμέτρησης της 11ης Ιουλίου 1982 στο Σαντιάγκο Μπερναμπέου της Μαδρίτης.

Δυστυχώς, το θλιμμένο γκολ του Πωλ Μπράιτνερ είναι η μοναδική ανάμνηση που απέκτησα ζωντανά από εκείνο το ματς. Για κάποιο λόγο που μού είναι αδύνατον τώρα να ανακαλέσω (αλλά πιθανότατα θα είχε να κάνει με κάποια ξέφρενη καλοκαιρινή ποδηλατάδα στη Νεαπόλεως και την Αγίου Γεωργίου, αργά το βράδυ), στο σπίτι μπήκα όταν άκουσα τους πανυγηρισμούς των μεγάλων για το 3-0 που έκανε υπέρ της Ιταλίας ο Αλεσάντρο Αλτομπέλι στο '81 και πρόλαβα μόνο να δω το γκολ της τιμής των Δυτικογερμανών με τον Μπράιτνερ. Αργότερα έμαθα ότι στο ματς υπήρχε μόνο μια ομάδα. Αυτή που φορούσε τα γαλάζια.

Αργότερα, επίσης, είδα ολόκληρο το ματς και απέκτησα και τη δεύτερη έντονη εντύπωση. Δυστυχώς δεν ήταν live -αλλιώς θα μού είχε μείνει πολύ περισσότερο απ' το γκολ του Μπράιτνερ. Η αντίδραση του Μάρκο Ταρντέλι, μόλις σκόραρε το 2-0 στο '69, το πώς ξέφυγε από τον Κλαούντιο Τζεντίλε που πήγε να τον γραπώσει και το με πόση οργή έσφιγγε τους πήχεις των χεριών του, είναι μια από τις πιο εμβληματικές στιγμές εκείνου του Μουντιάλ -του πρώτου που παρακολούθησα ποτέ. Ήταν επίσης το ακριβώς αντίθετο από του Μπράιτνερ. Γενικά εκείνη η Ιταλία ήταν το ακριβώς αντίθετο από εκείνη τη Δυτική Γερμανία. Elegant και μπαλαδόροι οι πρώτοι, ξυρισμένοι και με προσεγμένο μαλλάκι παραδοσιακά (άντε με καμμια μίνι χαιτούλα σαν του σκόρερ του πρώτου γκολ, Μπρούνο Κόντι). Τραχείς και άγριοι οι δεύτεροι, με μουστάκες και μπούκλες, οστρογότθοι και βησιτγότθοι με τα όλα τους. Η πλάκα είναι ότι στον τελικό ήταν η Ιταλία που έπαιζε με σέντρες...



Τι άλλο μου έμεινε από εκείνη τη βραδιά; Ο παππούλης που χαιρόταν στην κερκίδα, αφού πρώτα κούμπωνε όλα τα κουμπιά του σακακιού του μόλις σηκωνόταν από την κερκίδα (ήταν ο Σάντρο Περτίνι, ο πρώην Πρόεδρος της Ιταλίας), η κυρία με το φιλαρισμένο μαλλί που η μαμά μου μού είπε ότι ήταν η αδελφή του βασιλιά της Ελλάδας (δεν ήξερα ότι η Ελλάδα είχε βασιλιά και, φυσικά, η Σοφία έχει ακριβώς το ίδιο μαλλί ακόμη και σήμερα σε μια από τις πιο πεισματικές εμμονές σε ένα στυλ που πρέπει να έχουν εμφανιστεί ποτέ στον πλανήτη Γη), το ότι δεν σκόραρε ο Πάολο Ρόσι, που από τα δύο προηγούμενα ματς της Ιταλίας που είχα παρακολουθήσει, είχα καταλάβει ότι ήταν πιο μεγάλος παικταράς κι από τον δικό μας, το Νίκο Αναστόπουλο. Πώς γινόταν να μην σκοράρει ο Ρόσι; Ο Αναστόπουλος σκόραρε πάντα...

(Στο επόμενο: Οι σκατόφατσες των Βούλγαρων)

18 Μαρ 2010

Κορίτσια στο μόντελινγκ

Ένα από τα πράγματα που έκαναν κάπως υποφερτά τα ζεστά βράδια του περσινού καλοκαιριού ήταν οι καθημερινές επαναλήψεις της κολομβιανής telenovela (έτσι λέγονται οι λάτιν σαπουνόπερες) με τίτλο «Sin tetas no hay paradiso» («χωρίς βυζιά δεν υπάρχει παράδεισος») στην οποία μια νεαρή, αγαθή κοπέλα, η Καταλίνα, πούλησε την παρθενιά της σε έναν έμπορο ναρκωτικών προκειμένου να μαζέψει τα χρήματα που απαιτούνται για να κάνει επέμβαση μεγέθυνσης στήθους που θα της επιτρέψει να ακολουθήσει το όνειρο της ζωής της: να γίνει επίσημη ερωμένη ενός μεγαλεμπόρου κοκαΐνης. Όλο αυτό, στην αλλού νυχτωμένη μητέρα της, το περιέγραφε με τον ευφημισμό «modelando» (στα ελληνικά: «μόντελινγκ»). Αυτή είναι η λέξη κλειδί και το σημείο τομής των ηθών της κολομβιανής κοινωνίας, όπως προέκυπτε από αυτό το σίριαλ, με τα αντίστοιχα ελληνικά. Γιατί αν υπάρχει μια νεύρωση στην σύγχρονη ελληνική ποπ κουλτούρα είναι το modelando. Δεν έχει σημασία το ότι οι λέξεις «modeling στην Ελλάδα» παραμένουν ένα σύντομο ανέκδοτο, αν όχι ένα κανονικότατο οξύμωρο σχήμα. Γιατί κάποια στιγμή πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο κόσμος της μόδας στην χώρα μας δεν μπορεί να συντηρήσει τόσα μοντέλα. Δεν υπάρχουν αρκετά showrooms, δεν διοργανώνονται αρκετά ντεφιλέ, δεν γυρίζονται τόσα βίντεοκλιπ, ενώ τα κορίτσια που ξεροσταλιάζουν στα γραφεία των περιοδικών με το book τους στο χέρι, μόλις και μετά βίας βγάζουν το νοίκι τους με τις φωτογραφίσεις μόδας, τους καταλόγους των μαγαζιών και τις επιδείξεις εσωρούχων στα πρωινάδικα. Παρ’ όλα αυτά, δεν χάνουμε ευκαιρία να διοργανώνουμε καλλιστεία, διαγωνισμούς, reality shows για να τροφοδοτήσουμε την ανάγκη μας για κατανάλωση νέου ημίγυμνου κρέατος. Το πιο περίεργο είναι ότι τελευταία μας δόθηκε η δυνατότητα να το καταναλώσουμε όχι απλώς γυμνό, αλλά σε πλήρως πορνογραφική κατάσταση. Αυτό δηλαδή που περισσότερο μας σόκαρε στην περίπτωση του περίφημου dvd με τις περιπέτειες της Τζούλιας Αλεξανδράτου που γέμισε τα περίπτερα της χώρας (και τα σακίδια των αφρικανών πειρατών), ήταν το πόσο φυσιολογικό φαίνεται όλο αυτό: μια γυναίκα που έγινε διάσημη για τους διάφορους, θολούς λόγους που γίνεται κανείς διάσημος σήμερα στην Ελλάδα να μπαίνει στην άλλη πλευρά της κλειδαρότρυπας προσφέροντας στο αδηφάγο μάτι μας την πλευρά του εαυτού της που φαντασιωνόμασταν από την πρώτη στιγμή. Και δεν είναι τυχαίο το ότι, την στιγμή που το ελληνικό modeling βρίσκεται σε αυτήν την παρακμή, αρχίζει να ξαναζωντανεύει η βιοτεχνία του ελληνικού πορνό, χάρη στην εταιρεία Sirina που, μετά από μια σειρά πρόθυμες βαλκάνιες πορνοστάρ, αρχίζει να ανακαλύπτει εξίσου πρόθυμες Ελληνίδες. Και δεν είναι τυχαίο το ότι αυτή η σχετική άνθιση – που ίσως μας κάνει την επόμενη Ουγγαρία από πλευράς πορνοπαραγωγής, προσφέροντας έτσι μια διέξοδο στην οικονομική μας κρίση – γίνεται με την επαναφορά της «Χρυσής Εφεδρείας» Κώστα Γκουσγκούνη, που βρέθηκε στα περίπτερα λίγο πριν την Τζούλια Αλεξανδράτου, στην πορνοπαρωδία «Next Porn Model». Πορνό ή μη, η αλήθεια είναι ότι χρειαζόμαστε ηγετικές μορφές. Και από αυτήν την άποψη, στην mainstream κινηματογραφική παραγωγή, το επόμενο βήμα θα είναι να σκεφτεί κάποιος να γυρίσει ταινία με τον Κώστα Πρέκα στο ρόλο εκδικητή-τιμωρού των «γνωστών-αγνώστων» των Εξαρχείων, στο πρότυπο του Τσαρλς Μπρόνσον στο «Μακελειό». Αλλά ίσως έχουμε καιρό μπροστά μας μέχρι τότε.



Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Big Fish", την Κυριακή 14/3

Νέα υποψηφιότητα για "Άλμπουμ της Χρονιάς 2010": Owen Pallett - Heartland


Owen Pallett - Lewis Takes Off His Shirt

Aπαντούσε μέχρι προσφάτως στο όνομα Final Fantasy, δείγμα μιας προσκόλλησης στην ηλικία των videogames, παρ' ότι είχε πια μπει στην τέταρτη δεκαετία της ζωής του. Βιολιστής με κλασσική μουσική παιδεία, εμμονικός με την ποπ σε σημείο που κάνει τον Ρούφους Γουέινραϊτ να μοιάζει χεβιμεταλλάς, ιδιοφυής μουσικός (έχει συνεργαστεί με ποοοοοοοοολύύύύύύύύ κόσμο - κράτα απλά ότι κάνει τις ενορχηστρώσεις για τα έγχορδα των Arcade Fire), o Όουεν Πάλετ με το "Heartland" απεκδύεται της σκοτεινής κάπας του "ψαγμένου" και ολίγον τι ακαταλαβίστικου καλλιτέχνη και μας χαρίζει ένα δισκάκι γεμάτο χαρωπές, χορευτικές χιονόμπαλες για να χτίσουμε τον δικό μας χιονάνθρωπο ακριβώς όπως μας αρέσει.

16 Μαρ 2010

Πήξιμο και Lightspeed Champion


Lightspeed Champion - Marlene


Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, τις ημέρες πριν το Πάσχα το blog πέφτει στη γνωστή απραξία, με τα ελάχιστα posts, κι αυτά πολύ μικρά και συνήθως μόνο με κάποιο link ή βιντεάκι. Ο Homo Ludens και ο Mr. Arkadin κλείνουν και κλείνουν και κλείνουν (πασχαλιάτικα τεύχη) και προλαβαίνουν μόνο ν' ακούσουν κανα καινούργιο τραγουδάκι. Τον Mr. Arkadin τον συνοδεύει η Ζούι Ντεσανέλ. Εμένα πάλι, ένας αλλόκοτος μαυρούκος indie rocker (ναι, ξέρω, δεν γίνεται -αλλά να που γίνεται). Το "Marlene" είναι το πρώτο single από το δεύτερο άλμπουμ του Lightspeed Champion, το "Life is Sweet! Nice To Meet You". Και είναι ένα από τα μετριάκια του δίσκου (φαντάσου τι είναι τα υπόλοιπα δηλαδή) που με έχει ενθουσιάσει από χθες.

12 Μαρ 2010

Duke Dreams - the daily Ellington thingy

Με συγκίνησε ο τρόπος που ο Γιάννης Νένες αναφέρθηκε (στην καλύτερη στήλη της Αθήνας) στον τελευταίο μου ψυχαναγκασμό - την ημερήσια ανάρτηση ενός κομματιού του Duke Ellington στο twitter. Τόσο, που νιώθω την ανάγκη να εξηγήσω. Είχα σκοπό να φτιάξω ένα ξεχωριστό blog αφιερωμένο στην μουσική του πιο γενναιόδωρου συνθέτη που έβγαλε ο 20ός αιώνας, αλλά δεν κατάφερα ποτέ να το προχωρήσω - δεν ήξερα τι να πω (αυτό συμβαίνει συνήθως με αυτά που αγαπάς). Το micro-blogging, πάλι, όπως το ζω μέσω του twitter, μού έδωσε μια εξαιρετική δυνατότητα, να ανεβάζω ένα κομμάτι του Duke κάθε μέρα. Στην αρχή το έκανα τυχαία, στη συνέχεια με χρονολογική σειρά, ενώ κατά καιρούς διαλέγω κάτι που ταιριάζει με την επικαιρότητα.
Για παράδειγμα, την περασμένη δευτέρα, μετά το ξενύχτι των Όσκαρ, άνοιξα τα παράθυρα για να αντικρύσω τον καφεκίτρινο ουρανό μιας Αθήνας πνιγμένης σε μια ομίχλη από σκόνη Σαχάρας. Ο ημερήσιος Έλινγκτον, ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από το Sepia Panorama. Η πλάκα είναι ότι την επομένη κιόλας, βγήκε στα περίπτερα το τελευταίο τεύχος του Jazz & Τζαζ, το οποίο - ω, τι σύμπτωσις! - συνοδεύεται από ένα καταπληκτικό cd με μουσικές του Έλινγκτον, ερμηνευμένες είτε από την ορχήστρα του, είτε από άλλες μεγάλες μορφές της τζαζ. Ανάμεσα στα κομμάτια - ω, τι σύμπτωσις! - υπήρχε το Sepia Panorama. Αλλά οι συμπτώσεις δεν σταματούν εδώ. Ένα άλλο από τα κομψοτεχνήματα που περιλαμβάνονται στο cd - το υπέροχο "Ko-Ko" - υπάρχει και στο τελευταίο από τα cd που φτάνουν στους συνδρομητές (και μόνο) του γαλλικού Jazz Magazine/ Jazzman. Φυσικά το είχα ήδη αναρτήσει στο twitter, καιρό πριν, καθώς ήδη έχω καλύψει δύο από τις περιόδους - σταθμούς στην καριέρα του Έλινγκτον. H μια είναι η περίοδος του Cotton Club (τέλη '20s - αρχές '30s), μια εποχή που στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού είναι κατά τη γνώμη μου εφάμιλλης αξίας με την ανέγερση του Παρθενώνα και τις τοιχογραφίες της Καπέλα Σιξτίνα. Η άλλη, την οποία ολοκληρώνω σύντομα είναι οι αρχές της δεκαετίας του '40, οπότε και ο bandleader καθόρισε τον ήχο του swing, αφήνοντας παράλληλα να διαφανούν οι φιλοδοξίες του για μια μουσική που θα παραμείνει ζωντανή και διασκεδαστική, ακόμη κι αν φύγει από τα ballrooms και τα θέατρα. Σκέφτομαι να κάνω ξεχωριστά επεξηγηματικά post, αν βρω χρόνο.

Γιατί η Μαριόν Κοτιγιάρ είναι θεά #436


(ακόμα πιο θεά η Λέσλι Αν Γουόρεν που εμφανίζεται στο τέλος)

11 Μαρ 2010

Βάργκας, Μπέντνερ, Αμπροζίνι, Κριστιάνο

Το Σάπιον Λινκ είναι πια στα καλλίτερά του. Τα ματσάκια είναι τόσο απολαυστικά που καταβροχθίζεις χωρίς να το συνειδητοποιείς ο,τιδήποτε σκατολοΐδι (θεϊκή λέξη;) βρεθεί σε ένα πιάτο, μια χαρτοπετσέτα, μια οδοντογλυφίδα, ένα πηρούνι, μια λαδόκολλα μπροστά σου. Τα μάτια σου είναι κολλημένα στο γήπεδο και το μόνο που μπορεί να σου χαλάσει τη γιορτή είναι η εκπομπή του Θαναηλάκη ή ο Μαραγκώνιας μετά το ματς, αλλά αυτό το έχεις υπολογισμένο. Πας τουαλέτα να βγάλεις ό,τι καταβρόχθιζες πριν και να κάνεις ένα ντουσάκι, με το που τελειώσει το πρώτο μας -κι επιστρέφεις λουσμένος και στυλάκι να δεις το δεύτερο (τις "εκτεταμένες φάσεις" ή όπως το λένε, τέλος πάντων), έχοντας αποφύγει την τρισδιάστατη ανάλυση, το Μένιο και τα λοιπά.

Στις 18 Φεβρουαρίου έγραφα ότι περίμενα πολλά από το Βάργκας στη ρεβάνς του Μπάγερν - Φιορεντίνα. Με δικαίωσε από νωρίς, με ένα απίθανο γκολ. Στην χθεσινή και προχθεσινή αγωνιστική, του έκαναν παρέα τρεις ακόμη φοβερές φιγούρες...

Αν ο Χουάν Μανιουέλ Βάργκας ήταν κινηματογραφικός ήρωας, θα έπαιζε τον κουτσό -και καλά- μπάρμαν σε ταινία του Ροντρίγκεζ με σενάριο και παραγωγή από τον Ταραντίνο. Θα γυάλιζε τα ποτήρια, φτύνοντας αδιάφορα στο εσωτερικό τους πριν τα περάσει με την πετσέτα, στρίβοντας όλο του κορμί (το θώρακα και το κεφάλι δηλαδή, αφού δεν έχει λαιμό και αφού θα έπαιζε τον κουτσό) με τη φορά του γυαλίσματος. Θα κυττούσε τον ήρωα με μισό μάτι μέσα απ' την ελεεινή λιγδιασμένη του φράντζα και την κρίσιμη στιγμή θα άρπαζε ένα δίκανο, γεμισμένο με σκάγια για βρυκόλακες, που θα έκρυβε κάτω από τη μπάρα, θα τού μπουμπουνούσε μία, θα πηδούσε μέσα από τον καθρέπτη (ήταν και καλά κουτσός λέμε) πάνω σε μια Χάρλεϊ και θα εξαφανιζόταν σίγουρος πως είχε κάνει καλά τη δουλειά του.


Τον κεντρικό ήρωα θα τον έσωζε ο νοσοκόμος Αμπροζίνι. Θα ήταν άλλος ένας αδιάφορος β' ρόλος για έναν ηθοποιό που ποτέ στην καριέρα του δεν παραπονέθηκε για τίποτε, όσο κι αν υπέφερε. Που δεν παραπονέθηκε π.χ. ούτε και σ' εκείνο το α λα Λαρς Φον Τρίερ ψυχαναγκαστικό β΄ημίχρονο μέσα στο Θέατρο Των Ονείρων, όταν ο Λαρς Φον Λεονάρντο του είπε να παίξει στόπερ. Έτσι και στην περιπέτεια του Ροντρίγκεζ, ο Αμπροζίνι θα έσωνε τον ήρωα με μια μαγική ένεση στην καρδιά και θα εξαφανιζόταν όπως εμφανίστηκε, από το πουθενά. Όλοι οι θεατές θα είχαν ξεχάσει την αδιάφορη φάτσα του τρία λεπτά μετά την εμφάνισή του.

Ο κεντρικός ήρωας θα σηκωνόταν αλαφιασμένος και θα ξεκινούσε να κυνηγήσει τον πρώην κουτσό με τη Χάρλεϊ. Θα έκανε ωτοστόπ και θα σταματούσε μια Καμάρο. θα την οδηγούσε ο Νίκλας Μπέντνερ. Που θα ήξερε όλη την ιστορία. Θα μασούσε ατάραχος την τσίχλα του όσο θα εξηγούσε στον κεντρικό ήρωα ποιος είναι -ένας άγγελος του διαβόλου, που εστάλη στη γη για να τον βοηθήσει, ο πιο αποτελεσματικός από τους αγγέλους του διαβόλου, θα του έλεγε, αυτός που απλά περιμένει τη στιγμή, σχεδόν αδιάφορος, σχεδόν αόρατος, και τότε καθαρίζει...

Ο κεντρικός ήρωας θα τον κυττούσε καλά καλά από πάνω μέχρι κάτω. Και θα έβγαινε από την Καμάρο για να κάνει ξανά ωτοστόπ, χαϊδεύοντας το σκουλαρίκι στο αριστερό του αυτί με το ένα χέρι και παίζοντας με την εμετική του χαιτούλα με το άλλο. Ο Κριστιάνο Ρονάλντο δεν χρειαζόταν τη βοήθεια κανενός ξανθού διαβολάνθρωπου. Θα έκανε τη δουλειά μόνος του. Άντε με τη βοήθεια ενός "δικού του" ανθρώπου. Μετά από λίγο θα σταματούσε ο Κώστας Μήτρογλου με το παπί του. Αυτό με την βγαλμένη ποδιά και την κομμένη εξάτμιση.

10 Μαρ 2010

Στιγμές από τα Μουντιάλ που θυμάμαι: 1982, Ισπανία #3 (Η φονική κλωτσιά του Χάραλντ Σουμάχερ)

Τον Ιούλιο του 1982 οι γαλλικές εφημερίδες έκαναν μια δημοσκόπηση. Θέμα: "Ποιος είναι ο πιο μισητός Γερμανός της ιστορίας;". Ο Αδόλφος Χίτλερ πήρε το αργυρό μετάλλιο. Τον Ιούλιο του 1982 ο Τόνι Σουμάχερ, ο μουστακαλής μπουκλοχαιτάς τερματοφύλακας της Εθνικής Δυτικής Γερμανίας και της Κολωνίας, ήταν ό,τι πιο απεχθές κατοικούσε ή καταγόταν από την ανατολική πλευρά του Ρήνου για όσους είχαν γεννηθεί ή ζούσαν στην δυτική. Και για πολύ κόσμο ακόμη. Χθες το βράδυ, όταν συζητούσα με την παρέα μου -πάνω από αλάδωτες πίτες, γύρο, σως και το ρεσιτάλ της Άρσεναλ- την πρόθεσή μου να αφιερώσω ένα post στη φονική κλωτσιά (και αγκωνιά) του Χάραλντ (για τους φίλους "Τόνι") στον Πατρίκ Μπατιστόν, ο Μητσάκος θυμήθηκε το πόση οργή είχε νιώσει τότε, παιδάκι, στο μακρινό '82 εκείνος και οι υπόλοιποι φίλοι του, βλέποντας τον ημιτελικό ανάμεσα στη Γαλλία και τη Δυτική Γερμανία. Τόση οργή, ώστε έκαναν στο τέλος έναν της παρέας τους που πήγαινε στο ελληνογερμανικό σχολείο να βάλει τα κλάμματα. Στις 8 Ιουλίου του 1982, ο Αδόλφος Χίτλερ έμοιαζε σαν την Μητέρα Τερέζα μπροστά στον Τόνι Σουμάχερ. Δες γιατί (με ιδιαίτερη προσοχή μετά το 1' 30"):



Ο Πατρίκ Μπατιστόν πρόλαβε να παίξει δέκα λεπτά στον ημιτελικό. Με έναν ακραίο κυνισμό, αποστασιοποιημένο από τα γεγονότα της 08.07.82, θα μπορούσε κάποιος να πει "καλά να πάθει ο κουλός, που χαράμισε τη μαγική μπαλιά του Μισέλ Πλατινί, στέλνοντας τη μπάλα άουτ". Αλλά εκείνη τη στιγμή, όλος ο κόσμος (πιθανότατα και η μεγάλη πλειονότητα των Δυτικογερμανών φιλάθλων) δεν είχε κανένα άλλο αίσθημα από τη συμπόνοια. 3 σπασμένα πλευρά απ' την κλωτσιά, 3 σπασμένα δόντια απ' την αγκωνιά, 3 λεπτά σχεδόν σε κώμα από μια γυρισμένη γλώσσα λόγω της πτώσης με την πλάτη. Ο Μισέλ Πλατινί είπε μετά τον αγώνα: "Για μια στιγμή νόμιζα ότι είχε πεθάνει. Δεν είχε σφιγμό κι ήταν τόσο χλωμός". Ο Τόνι Σουμάχερ είπε μετά τον αγώνα: "Αν το μόνο που έπαθε είναι τρία σπασμένα δόντια, θα του πληρώσω τον οδοντίατρο". Ο διαιτητής, ο Ολλανδός Τσαρλς Κόρβερ, που δεν σφύριξε κανένα φάουλ, κανένα πέναλτι και δεν έδωσε καμμία κάρτα, δεν είπε τίποτε. Κανείς δεν ασχολήθηκε μαζί του -άλλες εποχές...



Εικοσιοκτώ χρόνια μετά, το μόνο που θυμάμαι από εκείνο το ματς είναι όντως η φονική κλωτσιά του Χάραλντ Σουμάχερ. Και όσους ρώτησα χθες, θυμούνται κι εκείνοι ακριβώς το ίδιο. Και μόνο αυτό. Στα παιδικά μας μάτια τότε ήταν η πιο ακραία μορφή βίας που είχαμε δει ποτέ σε γήπεδο ποδοσφαίρου, ήταν ένα σοκ. Νομίζαμε ότι είχαμε δει άνθρωπο να σκοτώνεται. Σε απευθείας μετάδοση.

Κρίμα, γιατί ο δεύτερος ημιτελικός του Μουντιάλ της Ισπανίας, μετά το ματς της Ιταλίας με την Πολωνία, που είχε γίνει την ίδια ημέρα, ήταν μία από τις συγκλονιστικότερες ποδοσφαιρικές αναμετρήσεις όλων των εποχών. Δεν έχω αναμνήσεις για να την περιγράψω, αλλά -ευτυχώς- υπάρχει το παρακάτω βίντεο:



Η Εθνική Γαλλίας της περιόδου '82-'86 (κυρίως χάρη στο μαγικό Euro '84 που είχε κάνει) είναι η αγαπημένη μου ομάδα όλων των εποχών. Και ο λόγος -μαζί μ' εκείνον, τον άδικο στα μάτια μου, αποκλεισμό από τη Δυτική Γερμανία- που στα μετέπειτα Μουντιάλ πάντοτε υποστήριζα τη Γαλλία και που το 1998 πανηγύρισα ουρλιάζοντας σαν τρελλός σε κάθε ένα από τα τρία γκολ του τελικού εις βάρος της Βραζιλίας. Ήταν μια ομάδα γεμάτη τεχνίτες παίκτες. Ακόμη και τα μπακ της, ο Αμορός ή ο Μποσίς (αυτός που έχασε το τελευταίο πέναλτι), ήταν εξαιρετικοί με τη μπάλα στα πόδια, ενώ οι μέσοι της, ο Φερναντές, ο Ζιρές, o Τιγκανά και φυσικά ο Μισέλ Πλατινί ήταν πραγματικοί μάγοι, που έβγαζαν απίστευτους συνδυασμούς ανά πάσα στιγμή και μυρίζονταν το γκολ ακόμη και στις πιο απίθανες φάσεις. Ήταν η πρώτη εθνική που έπαιζε πραγματικά ομαδικό ποδόσφαιρο, χωρίς να περιμένει να την κουβαλήσει στους ώμους της ένας μόνο παίκτης, ή να βασίζεται σε ατομικές ενέργειες. Είχε το νου της συνεχώς στο σκοράρισμα (15-8 ήταν τα τέρματά της σ' εκείνο το Μουντιάλ, και δύο χρόνια μετά, στο Ευρωπαϊκό που κατέκτησε, ήταν 16-4 με πέντε νίκες σε ισάριθμα ματς) και δυστυχώς αυτό πλήρωσε στον ημιτελικό με τη Δυτική Γερμανία. Ο Ζιρές έκανε το 3-1 στο '98 κι αντί να ταμπουρωθούν για τα υπόλοιπα 22 λεπτά της παράτασης, οι παίκτες του Ινταλγκό συνέχισαν να κυνηγούν τα γκολ... Ήταν και μια ομάδα με κακή ψυχολογία. Η ήττα από τους Γερμανούς -που ξαφνικά είχε αναβιώσει όλο το ιστορικό μίσος των δύο χωρών- τους συνέθλιψε το ηθικό, ακριβώς όπως το Blitzkrieg στο Σεντάν το 1940. Τελικά δεν πήραν ούτε το χάλκινο στο Μουντιάλ, αφού δύο μέρες μετά παραδόθηκαν και στους Πολωνούς στον Μικρό Τελικό.

Εκείνος ο ημιτελικός, βέβαια, πιστοποίησε και μία από τις μεγαλύτερες αλήθειες του ποδοσφαίρου. Στο τέλος κερδίζουν πάντα οι Γερμανοί... Η Δυτική Γερμανία του '82 ήταν μια τραχειά ομάδα, με μοναδικό ποδοσφαιριστή που να μπορεί να εντυπωσιάσει τον Πιερ Λιτμπάρσκι και δέκα ακόμη ελεύθερους σκοπευτές που σκοπός τους ήταν να μην αφήνουν τον αντίπαλο να κάνει το παιχνίδι του και να αμολούν σέντρες από κάθε πιθανό σημείο. Ήταν όμως και οι έντεκά τους γεννημένοι νικητές. Τουλάχιστον μέχρι να συναντήσουν την Ιταλία στον Τελικό...

(Στο επόμενο: To θλιμμένο γκολ του Πωλ Μπράιτνερ)