Σύμφωνοι, έπρεπε να έχω ασχοληθεί με τους Radiohead από πιο νωρίς. Εξ άλλου άκουσα το “The King of Limbs” τουλάχιστον δέκα φορές την επόμενη κιόλας της κυκλοφορίας του. Αλλά κάτι δεν με άφηνε. Προφανώς ήταν που δεν μπόρεσα να ταυτιστώ με το όραμα του Γιορκ και της παρέας του. Και τώρα που επιτέλους κάθισα να γράψω πέντε αράδες για το τελευταίο τους άλμπουμ, και πάλι δεν κατάφερα να το αφήσω να κάτσει πάνω πάνω στο post. Γιατί τελικά είναι η νέα στροφή στην καριέρα της PJ Harvey που μοιάζει να έχει πολύ περισσότερη σημασία...
PJ HarveyLet England Shake(Φεβρουάριος 2011)Ω, έλα Πόλυ, έλα πάλι, γύρνα πίσω στην παρέα μας, εδώ με τα παιδιά από τη σχολή, να μαζευτούμε ένα βράδυ σ’ ένα σπίτι, να πιούμε, να πιούμε πολύ. Και να μας τραγουδήσεις τις καινούργιες ιστορίες που σκάρωσες. Τι καλά που ξεπέρασες πια αυτόν τον χαζοέρωτα με τον Τζον Πάρις, τι καλά που θέλεις πάλι να κάνεις παρέα μ’ εμάς, με τα ανόητα προβλήματά μας και την αστείρευτη όρεξή μας για αναζήτηση –ναι, πέρασαν τόσα χρόνια, αλλά ακόμη τρέχουμε σαν τα σκυλιά να μυρίσουμε και να γλείψουμε ο,τιδήποτε δεν έχουμε δει ποτέ ξανά και μας φαίνεται ενδιαφέρον. Έλα Πόλυ, γίνε πάλι η ψυχή της παρέας. Ξέρεις, το είχαμε ανάγκη. Δεν ήμασταν και πολύ μακριά από το να τα παρατήσουμε όλα. Δεν έχουμε τόση ψυχή εμείς. Θέλουμε, ναι, αλλά μπορούμε;
Αφυπνισμένη, επιτέλους, από τον λήθαργο της συνεργασίας της με τον αναιμικό Τζον Πάρις, αδιάφορη πια για τους πιανιστικούς πειραματισμούς του (αξιόλογου πάντως «White Chalk»), η Πόλι Τζιν Χάρβεϊ έρχεται στο δέκατό της άλμπουμ (μετράω και τα δύο τελευταία, απαράδεκτα, με τον Πάρις) να ανακαλύψει έναν καινούργιο ρόλο για να παίξει στα θεατρικά έργα που είναι τα τραγούδια της. Στο “Let England Shake” γράφει ερωτικά κομμάτια, με αποδέκτη της αγάπης όχι ένα πρόσωπο, αλλά μια ολόκληρη χώρα. Χωρίς, βέβαια, να πουλάει φτηνούς εθνικισμούς ή γραφικές πατριδογνωσίες. Ταξιδεύει στην Καλλίπολη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη σφαγή που υπέστησαν οι Άγγλοι εκεί, για να στριμώξει μερικά λεπτά απόγνωσης και ηρωισμού, αναζήτησης και αυτοπροσδιορισμού, σ’ ένα κρυστάλλινο μπουκαλάκι γεμάτο πρωτόγνωρο άρωμα από σπουδαία μουσική. Και μας το φέρνει δώρο, στην παρέα της από τα φοιτητικά χρόνια, εκεί στις αρχές των ‘90s, που είχαμε τόσο καιρό να την δούμε. Δεν θυμάμαι αν έχει ξαναπεί ποτέ τα παραμύθια της τόσο όμορφα –κι ας είναι παραμύθια σκοτεινά. Ακούγοντάς το ξανά και ξανά, πιωμένος και χωρίς έγνοιες, ξανά στην αγκαλιά του κύκλου των χαμένων ποιητών, συνειδητοποιώ ότι ετούτο εδώ είναι το καλλίτερο άλμπουμ που έβγαλε ποτέ.
PJ Harvey - Let England ShakeRadioheadThe King Of Limbs(Φεβρουάριος 2011)Όλοι ξέρουμε ποιος βασιλεύει μεταξύ των τυφλών, τώρα οι Radiohead ψάχνουν να βρουν ποιος είναι ο μονόφθαλμος μεταξύ των κουτσών. Ξέρω ότι δεν είναι πολιτικώς ορθόν το παρακάτω σχόλιό μου, αλλά θα το καταθέσω: Προτιμώ τους αρτιμελείς. Δεν αισθάνθηκα ποτέ βολικά με τις αναζητήσεις των Radiohead σε άλλα βασίλεια, μολονότι ξέρω πολύ καλά πως δύσκολα πια παίρνω την απόφαση να σπρώξω το “Pablo Honey” ή το “The Bends” στο συρταράκι του CD Player –θεωρώντας τα κομματάκι ξεπερασμένα. Αλλά το “OK Computer”; Θα το ξεπεράσει ποτέ κάτι άλλο δικό τους; Η απάντηση σ’ αυτό έχει δοθεί προ πολλού, από τις αρχές της περασμένης δεκαετίας και τις αναζητήσεις του “Kid A” και του “Amnesiac”. Ξανακούγοντας την δισκογραφία τους με λιγότερο φανατισμένο αυτί τόσα χρόνια μετά, μπορώ ακόμη κι εγώ να δηλώσω πως και το “Kid A” είναι εξαιρετικό. Δεν είναι αριστούργημα, δεν είναι το καλλίτερο είδος ηλεκτρονικής μουσικής που γράφτηκε ποτέ, δεν άλλαξε τελικά τόσο πολύ τη ροκ, βοηθώντας την πιο σπουδαία μπάντα της να περάσει από το σύνηθες τριπλό της κιθαριστικό παραλήρημα στα ψηφιακά λειβάδια, αλλά είναι ένα άλμπουμ με τεράστιες αρετές και, εννοείται, πως είναι το μέτρο σύγκρισης για ο,τιδήποτε άλλο έχουν γράψει ή σκοπεύουν να γράψουν στη νέα φάση της καριέρας τους που ξεκίνησε από το 2000.
Με αυτό σαν δεδομένο, το «The King Of Limbs» είναι μια βαρετή μετριότητα. Ένα άψογο δημιούργημα σε επίπεδο υλικών, αλλά με παντελή έλλειψη ψυχής. Μοιάζει μ’ ένα κτήριο από γυαλί και ατσάλι, σχεδιασμένο από έναν κορυφαίο αρχιτέκτονα, έναν Κούλχας ή τους Βέρνερ και Χέρτσογκ, στημμένο στο πιο ταιριαστό location, αλλά με όλους του τους ορόφους άδειους από κόσμο –και με τα ενοίκια τόσο ψηλά που κανείς δεν αναμένεται να ενδιαφερθεί για κάμποσα χρόνια ακόμη. Στον τελευταίο όροφο έχει, βέβαια, το θρόνο του ο βασιλιάς των κουτσών, αλλά who cares;
Radiohead - Lotus FlowerThe DearsDegeneration Street(Φεβρουάριος 2011)Ερώτηση: Για το πράγμα είναι γνωστός ο Καναδάς;
Απάντηση: Ο Καναδάς είναι γνωστός για το σιρόπι σφενταμιού, για τις χήνες και τους κάστορές του, το σολωμό και την πέστροφα. Χμμμ, ΟΚ, enough με την γεωγραφία της Γ’ Δημοτικού. Ο Καναδάς είναι γνωστός για την ανεξάρτητη ροκ σκηνή του. Είναι η πατρίδα αυτού του μουσικού ιδιώματος που λέμε «θεατρική, πομπώδης indie rock» και που -χάρη στους Arcade Fire και το πρόσφατο Grammy τους- είναι ξαφνικά το επόμενο είδος μουσικής που εξερευνά η μεγάλη μάζα του κόσμου που ψάχνει ν’ ανανεώσει τη λίστα στο iPod του. Οι Dears έφτιαχναν τέτοια μουσική αρκετό καιρό πριν την σπείρουν στα πέρατα του κόσμου οι Arcade Fire. Γεννήθηκαν την ίδια περίοδο με την πιο διάσημη πλέον μπάντα indie rock στον πλανήτη, ξεκίνησαν την δισκογραφική τους πορεία παράλληλα μ’ εκείνους, πρόλαβαν κι έβγαλαν περισσότερα άλμπουμ, υπηρετώντας πάντα το ίδιο στυλ, χωρίς αποκλίσεις, χωρίς συμβιβασμούς.
Από τα πέντε τους άλμπουμ μέχρι τώρα, συμπεριλαμβανομένου του φετινού, εκείνο που αγάπησα περισσότερο ήταν το “Missiles” του 2008. Εκείνο, δηλαδή, που έχει λάβει τις λιγότερο ενθουσιώδεις κριτικές από τον μουσικό Τύπο, εκείνο που ξένισε κάπως τους fans τους με την εσωστρέφειά του και την χαμηλή του ενέργεια. Σταυρώστε με, αλλά εκείνοι οι Dears (όταν έμειναν μόνο δύο από τα βασικά μέλη στο γκρουπ, σε μια κρίση σχέσεων και προτεραιοτήτων) μου ακούγονταν πιο ειλικρινείς και σαφείς. Στο “Degeneration Street”, η υπόλοιπη μπάντα έχει επιστρέψει και μαζί της η επική διάθεση, τα ευκολομνημόνευτα ρεφραίν, οι -α λα Smashing Pumpkins- βρώμικες και γεμάτες κιθαριστικές οδηγίες. Ακούς το “5 Chords” και ξέρεις ότι εδώ έχεις βρει έναν σπουδαίο εκφραστή της μετεφηβικής οργής σου. Ναι, το όλο έργο είναι εξαιρετικά φιλόδοξο, γεμάτο στρώματα και υποστρώματα οργιώδους μουσικής και έντονα μελοδραματικό. Μπορεί όμως το μελόδραμα να αντικαταστήσει το συναίσθημα; Επιμένω πως αυτό που κατάφερε ο μινιμαλισμός (αν μπορείς να χρησιμοποιήσεις αυτή τη λέξη για τους Dears) του “Missiles” δεν θα μπορέσει ποτέ ξανά να το πετύχει ο πλουραλισμός της μπάντας στην πλήρη σύνθεσή της. Αλλά αυτό είναι και θέμα προσωπικού γούστου.
The Dears - 5 Chords (Live)Bright EyesThe People’s Key(Φεβρουάριος 2011)Το πόσο λατρεύω αυτόν τον μπαγάσα τον Κόνορ Όμπερστ το ξέρεις ήδη. Αν όχι, κάνε απλά κλικ
εδώ. Ή
εδώ. Ο πολυγραφότατος σαμάνος της μετα-κάντρι, μετα-αμερικάνα φυλής στήνει ξανά τους Bright Eyes σ’ έναν κύκλο γύρω από τη φωτιά και μέσα από την πίπα του ξεφυσάει τους καπνούς αυτού που μετατρέπεται στο δέκατό τους άλμπουμ. Ο ίδιος το παρουσιάζει σαν το τελευταίο του ως Bright Eyes. Μικρή σημασία όμως έχει το τι χρώμα έχουν τα φτερά του καπέλου του, ελάχιστη το πώς τον αποκαλούν οι υπόλοιποι ιθαγενείς. Είτε ως Commander Venus, είτε ως Monsters of Folk, είτε ως Bright Eyes, είτε απλά ως Όμπερστ... Κόνορ Όμπερστ, ο απίθανος αυτός τύπος θα είναι πάντα ένας χείμαρρος έμπνευσης και δημιουργικότητας –με ό,τι κακό συνεπάγεται αυτό,
όπως έγραφα και για το δεύτερο άλμπουμ που έβγαλε με το όνομά του, προ διετίας.
Το ίδιο πρόβλημα υπάρχει και στο “The People’s Key”. Τα μισά κομμάτια θα ήταν απλά b-sides ή υλικό για κάποια επανέκδοση στο μέλλον –όμορφα τραγούδια, αλλά χωρίς το συναίσθημα, την οργή, το ξάφνιασμα των υπόλοιπων μισών. Αχ και να μπορούσε ο Όμπερστ να μετριάσει την εξωστρέφειά του και να κατάφερνε να στέλνει στην παραγωγή το ένα τρίτο μόνο απ’ όσα έγραφε. Κι ας έβγαζε ένα δίσκο κάθε τέσσερα χρόνια. Ποιος θα μπορούσε να τον αμφισβητήσει τότε;
Bright Eyes - Shell GamesΤΙ ΑΛΛΟ;White Lies – Ritual: Ό,τι και να κάνουν στην καριέρα τους, θα είναι πάντα «αυτοί που μοιάζουν με τους Editors και τους Interpol μωρέ». Και δυστυχώς του αντιγράφουν άκομψα κι ανέμπνευστα. Στο δεύτερό τους άλμπουμ, εμπνέονται πολύ κι από τους Duran Duran.
Δυόμισι αστεράκια /
Gang Of Four – Content: Σύμφωνοι, είναι μια μπάντα με 35 χρόνια ιστορία. Αλλά το post punk rock τους της δεκαετίας του ’70 και των αρχών του ’80 ακούγεται εντελώς εκτός τόπου και χρόνου σήμερα. 20 χρόνια από την τελευταία τους κυκλοφορία, επιστρέφουν με νέο υλικό που ακούγεται ακριβώς όπως το παλιό. Δεν είναι κακό άλμπουμ, αλλά δεν ζούμε πια στα ‘80s για να αντέξουμε να το ακούσουμε. Τρία αστεράκια /
Cut Copy – Zonoscope: Είναι αλήθεια πως το “Need You Know”, με το οποίο ξεκινάει το άλμπουμ, χώνεται μέσα σου σαν βαριά αρρώστια κι αρνείται να σε αφήσει –και κολλάει και τους άλλους. Αλλά μετά από αυτό, λες και βρέθηκε το τέλειο φάρμακο, όλα ξενερώνουν βιαστικά. Ξεκινούν ως μια arty indie ματιά στην electro των ‘80s, αλλά τελικά οι Aυστραλοί καταντούν να γράφουν italo-disco.
Τρία αστεράκια /
Mogwai – Hardcore Will Never Die, But You Will: Οι ηγέτες του επικού, ατμοσφαιρικού post rock κάνουν για άλλη μια φορά πολύ καλά τη δουλειά τους, αλλά σε καμμία περίπτωση δεν μπορείς να πεις το τελευταίο τους άλμπουμ αριστούργημα. Ίσως γιατί όλα αυτά τά ‘χεις ξανακούσει από τους ίδιους –πάνω κάτω τα ίδια- και περιμένεις επιτέλους το επόμενο βήμα.
Τριάμισι αστεράκιαΤην προηγούμενη εβδομάδα πήραν τ' αστεράκια τους οι: Joan As Police Woman, DeVotchKa, John Vanderslice, Peter, Bjorn & John, Hercules & Love Affair, Tennis και πριν ένα δεκαπενθήμερο οι: Anna Calvi, Adele, The Twilight Singers, British Sea Power, And You Will Know As By The Trail Of The Dead, Deerhoof, Tapes n' Tapes, Nicole Atkins, Asobi Seksu, Beth Ditto.