Το “Sounds of Silence” ήταν το δεύτερο άλμπουμ των Simon & Garfunkel. Ήρθε 18 μήνες μετά το ντεμπούτο τους, διάστημα που αποδείχτηκε αρκετό για να αλλάξει εντελώς τον ήχο τους. Τα μέσα της δεκαετίας του ’60 ήταν μια πολύ ταραγμένη περίοδος για να παραμένεις σκέτο folk, αν ήθελες να πεις κάτι στο κοινό σου. Και o Paul Simon με τον Art Garfunkel όχι μόνο ζούσαν στο ρυθμό της εποχής, αλλά συνέγραψαν και το υλικό που έμελλε να θεωρηθεί σταθμός για την ιστορία του fusion μεταξύ folk και rock και σημείο αναφοράς για όλους τους 10.000 Maniacs, Belle & Sebastian, Kings Of Convenience, Lemonheads και Mumford & Sons που ακολούθησαν.
Το “Sounds of Silence”, βέβαια, δεν ήταν το καλύτερο άλμπουμ στην ιστορία του ντουέτου. Δεν ήταν καν το καλύτερο άλμπουμ τους γα το 1966. Βγήκε τον Ιανουάριο, αλλά μόλις 10 μήνες αργότερα θα είχαν ήδη γράψει και ηχογραφήσει το ακόμη πιο έντονο και ατμοσφαιρικό “Parsley, Sage, Rosemary and Thyme”. Ήταν όμως το πρώτο που τους έκανε ξεχωριστούς, που τους όρισε ως πρωτοπόρους. Από το 1966 και πέρα ό,τι κι αν παρουσίαζαν ήταν καλύτερο από το προηγούμενο, το ένα αριστούργημα μετά το άλλο –με την παρένθεση του soundtrack του «Πρωτάρη», που, και πάλι, δεν το λες «κακό» άλμπουμ σε καμία περίπτωση.
Τέλος πάντων, ας μην αναλύσουμε ολόκληρη την δισκογραφία των Simon & Garfunkel τώρα, αλλά ας πάμε κατ’ ευθείαν στο τρίτο κομμάτι της β’ πλευράς του “Sounds of Silence”. To “April Come She Will” δεν κρατάει ούτε δύο λεπτά και θυμίζει πολύ έντονα κάτι σε όποιον έχει τύχει αγγλικής παιδείας. Βλέποντας πέρσι το υπέροχο “Moonrise Kingdom” του Wes Anderson ίσως κάποιος να έκανε τον συνειρμό, όταν στην ταινία ακούστηκε κάποια στιγμή το “Cuckoo”. Πρόκειται για ένα παλιό, παραδοσιακό, παιδικό folk τραγουδάκι, του οποίου οι στίχοι είναι στην ουσία η φαινολογία της ζωής του κούκου. Πιο συγκεκριμένα, ένα τμήμα του ετήσιου κύκλου της ζωής του πουλιού, που ξεκινάει τον Απρίλη και ολοκληρώνεται τον Σεπτέμβριο.
Παρένθεση: φαινολογία η (ουσιαστικό) (βιολ.) η μελέτη των επιδράσεων του κλίματος πάνω στη ζωή και την υγεία των ζωντανών οργανισμών.
To “Cuckoo” μοιάζει με ένα τραγουδιστό αίνιγμα. Αν αφαιρέσεις τον αρχικό στίχο («κούκε, κούκε τι κάνεις;»), το υπόλοιπο κομμάτι σε ταξιδεύει σε πέντε μήνες της ζωής του, σε α’ πρόσωπο. Σχεδόν περιμένεις την ερώτηση «ποιος είμαι;» στο τέλος:
In April I open my bill;
In May I sing all day;
In June I change my tune;
In July away I fly;
In August away I must.
Οι Simon & Garfunkel προσπάθησαν να διατηρήσουν το παραδοσιακό folk στοιχείο μέσα στον χείμαρρο που ήταν το “Sounds of Silence” όχι μόνο αναπαριστώντας τη μουσική δομή του “Cuckoo” στο “April Come She Will”, αλλά πλησιάζοντας πολύ και σ’ εκείνη των στίχων:
April come she will
When streams are ripe and swelled with rain
May she will stay
Resting in my arms again
June she'll change her tune
In restless walks she'll prowl the night
July she will fly
And give no warning to her flight
August die she must
The autumn winds blow chilly and cold
September I remember
A love once new has now grown old
Στη φαινολογία μιας σχέσης (ή ο,τιδήποτε άλλου) που περιγράφουν στο κομμάτι τους, έχουν αυξήσει τα λόγια κι έχουν προσθέσει έναν ακόμη μήνα. Μόνο που ο Σεπτέμβριος του “April Come She Will” δεν αφορά πια στην ηρωίδα του υπόλοιπου τραγουδιού, αλλά σ’ αυτόν που το ερμηνεύει και στο πώς νιώθει για την απώλειά της.
Ο Paul Simon έγραψε τους στίχους σε ένα διάστημα που ζούσε στην Αγγλία, σαφώς επηρεασμένος όχι μόνο από το “Cuckoo”, αλλά και από τη μουντή και βροχερή ατμόσφαιρα που συνάντησε εκεί. Κάτι παρόμοιο έκανε και με το “Scarborough Fair”, έναν από τους ύμνους των Simon & Garfunkel, που όμως στην ουσία είναι ένα παραδοσιακό κομμάτι του Γιόρκσιρ.
Στην απορία για το σε ποιαν τελικά αναφέρεται το κομμάτι, οι ερμηνείες που έχουν δοθεί είναι πολλές (καμία όμως από τα χείλη του ίδιου του Simon). Η επικρατέστερη είναι ότι πρόκειται απλά για ένα όμορφο κομμάτι που μιλά για μια σύντομη ερωτική σχέση. Υπαρκτή ή ανύπαρκτη, μικρό ρόλο παίζει, αφού όλοι μας έχουμε κάποια στιγμή ζήσει μια τέτοια: έντονη στην αρχή, ατίθαση και δύσκολη στη συνέχεια, νεκρή στο τέλος. Είναι μια μεταφορά για όλα εκείνα τα κορίτσια που δύσκολα αντέχουν να κάτσουν σε ένα μέρος, όσο έντονα κι αν το ερωτεύονται στην αρχή.
Άλλοι το εξειδικεύουν περισσότερο, ενώ άλλοι το κάνουν πιο γενικό: o Paul Simon έχει γράψει πολλά κομμάτια για την έννοια του χρόνου και της διάβρωσης που φέρνει και το “April Come She Will” θα ταίριαζε τέλεια σ’ αυτό το πλαίσιο. Θα μπορούσε όμως να μιλά και για μια πολύ πιο συγκεκριμένη σχέση: Του Simon με το μπέιζμπολ, το αγαπημένο του σπορ, και μιας ομάδας που δεν καταφέρνει να φτάσει στα πλέι οφ. Η πιο αγαπημένη, πάντως, ερμηνεία είναι αυτή που πάει το κομμάτι σε ένα άλλο επίπεδο: Το “April Come She Will” μιλά για τον κύκλο ζωής της καλλιέργειας μαριχουάνας… (Είναι ίσως η μοναδική εκδοχή που μπορεί να εξηγήσει γιατί αποφάσισαν να το τραγουδήσουν κάποια στιγμή και οι emo Coheed & Cambria.)
(Γράφτηκε για το Jumping Fish)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου