2 Ιουν 2008

Οι άγγελοι του τένις

Τις προάλλες ανέβασα αυτό, που στην ουσία ήταν ένα teaser για το κείμενο που ακολουθεί. Έχει να κάνει με τις τενίστριες και το γιατί τις γουστάρουμε σαν χαζοί...




Το ξέρω ότι είναι εξαιρετικά άδικο, αλλά στο ερώτημα «ποια είναι η αγαπημένη σου τενίστρια;» δεν θα απαντούσα έχοντας λάβει υπ’ όψιν τα ίδια κριτήρια που θα χρησιμοποιούσα σε μια αντίστοιχη ερώτηση για τους άνδρες. Και είμαι σίγουρος ότι στον τρόπο σκέψης επί του συγκεκριμένου ζητήματος συμπορεύεται μαζί μου η συντριπτική πλειονότητα των εχόντων το ίδιο φύλο μ’ εμένα φιλάθλων. Ενώ, δηλαδή, το ολοκληρωμένο παιχνίδι του Φέντερερ θα κοντράριζε τον δυναμισμό του Σάμπρας και τα τρόπαια του Μποργκ στις απαντήσεις για τον «αγαπημένο μας τενίστα όλων των εποχών», τα ονόματα Στέφι Γκραφ, Μαρία Σαράποβα, Γκαμπριέλα Σαμπατίνι δεν θα συνοδεύονταν από αναλύσεις κτυπημάτων, στατιστικών του WTA Tour και αγωνιστικής ψυχολογίας, αλλά από λέξεις όπως «καμπύλες», «μαλλιά», «μάτια».

Δείτε το κι αλλιώς: την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, η κορυφαία τενίστρια στον κόσμο, η Βελγίδα Ζαστίν Ενάν, ανακοίνωνε την ξαφνική αποχώρησή της από το άθλημα. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που το νούμερο 1 της παγκόσμιας κατάταξης εγκαταλείπει την ενεργό δράση, αλλά δεν είμαι και τόσο σίγουρος πως το γεγονός θα σοκάρει πολύ κόσμο πέραν του σκληρού πυρήνα των φαν του αθλήματος. Τι θα γινόταν αν την ίδια απόφαση είχε λάβει η Μαρία Σαράποβα ή η Άνα Ιβάνοβιτς; Και κάτι ακόμη, για να ολοκληρώσω την παρέλαση επιχειρημάτων που πιθανόν θα δρομολογήσουν μια σειρά επιστολών διαμαρτυρίας για τον άκρατο σωβινισμό μου: Δεν ήταν η αποχώρηση της Ενάν ή κάποια άλλη σημαντική αθλητική εξέλιξη που δρομολόγησε την γέννηση του παρόντος κειμένου. Ήταν απλά η ανάγκη μας να περιορίσουμε λίγο την «αντρίλα» του τεύχους που κρατάτε στα χέρια σας, το οποίο στην προ-Euro περίοδο δεν θα μπορούσε παρά να σφύζει από ποδοσφαιρική τεστοστερόνη, στραβοκάνηδες μπαλαδόρους, αξύριστους και με χάλια κουρέματα. Να βάζαμε γυναίκες να παίζουν μπάλα; Δεν θα το έλεγα... Το Ρολάν Γκαρός έχει ξεκινήσει, το Γουίμπλεντον έπεται. Μπορεί ως Πρωταθλητές Ευρώπης να έχουμε το μυαλό μας στα γκαζόν της Αυστρίας και της Ελβετίας, αλλά όλο και κάποια ματιά θα ξεκλέψουμε για το κοκκινόχωμα των Παρισίων. Ειδικά αφού πια εκεί δεν αγωνίζεται η ολίγον καμπούρα, ολίγον ασχημούλα, ολίγον χρήζουσα ορθοδοντικής Ζαστίν Ενάν και ο δρόμος για έναν τελικό Ιβάνοβιτς εναντίον Σαράποβα είναι ορθάνοικτος...


Τα καλλιστεία του τένις

Βέβαια, αν το καλοσκεφτεί κανείς, όλα είναι θέμα μάρκετινγκ -κι αυτό το κείμενο κινδυνεύει να γίνει ένα ακόμη γραναζάκι του συστήματος που θέλει να πουλά προϊόντα πολυτελείας μέσω όμορφων αθλητριών. Απ’ όλα τα σπορ όπου διακρίνονται και αθλήτριες του «ασθενούς φύλου», εκτός του στίβου, κανένα δεν έχει περισσότερους φίλους από το τένις. Και ο στίβος έχει την τιμητική του μόνο στους Ολυμπιακούς και τα Παγκόσμια κι Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, ετησίως δηλαδή -κι εκεί για μια εβδομάδα όλη κι όλη. Στα γκραν σλαμ του τένις πάλι, τέσσερις φορές το χρόνο, επί τρεις εβδομάδες την κάθε φορά, όλες αυτές οι άξιες εκπρόσωποι της ρωσικής σχολής που τα τελευταία χρόνια κυριαρχεί -εκτός από τις πασαρέλες- και στα κορτ, παρελαύνουν στους τηλεοπτικούς δέκτες εκατομμυρίων θεατών, με τα τιραντάκια, τις κοντές φουστίτσες και tennis caps τους. Είναι πραγματικά τόσο εντυπωσιακές, ώστε να δικαιολογούν τη φήμη τους; Η απάντηση είναι μάλλον υποκειμενική. Το σίγουρο είναι πως οι Κιριλένκο, οι Γκολοβέν και οι Βαϊντίσοβες αυτού του κόσμου «παίζονται» πολύ περισσότερο στα media απ’ οποιαδήποτε κολυμβήτρια της συγχρονισμένης, άλτρια του ύψους ή αμαζόνα -γίνονται σχεδόν εθισμός στον φίλαθλο που ξέρει να εκτιμά τη γυναικεία ομορφιά.

Κι έτσι, ειδικά από τότε που η Άννα Κουρνίκοβα πρωτοάφησε την ξανθιά της πλεξούδα να αψηφήσει την κίνηση της ρακέτας της, έχει με τον καιρό δημιουργηθεί ένας ιδιότυπος διαγωνισμός καλλονής. Ποια κρατά τα σκήπτρα της ομορφότερης κάθε χρόνο και πόσες νέες είσοδοι σημειώνονται; Ο Τρύφωνας Πανούσης, συνεκδότης του περιοδικού Tennis Society, έχει μόλις επιστρέψει από το τουρνουά της Ρώμης και με ενημερώνει για το πού έστρεψαν τον θαυμασμό τους οι υποψιασμένοι σ’ αυτά τα ζητήματα Ιταλοί: «Την Ουγγαρέζα, την Άνιες Σζάβαϊ την έχεις δει;». Δεν την έχω δει, αλλά το YouTube θα δώσει άμεσα την λύση. Όχι, δεν είναι του γούστου μου. Απ’ όσα βλέπω, βέβαια, στο μεγάλο δωρεάν «βίντεοκλαμπ» του Internet, η 19χρονη που έφτασε πέρσι μέχρι τους οκτώ του Αμερικανικού Όπεν έχει ήδη συγκροτήσει μια γερή βάση οπαδών. Όχι, φυσικά, τόσο μεγάλη όσο της Άνας Ιβάνοβιτς...

Θυμάμαι, όταν προ τριετίας στήναμε δύο τεύχη του Tennis Society για την σαββατιάτικη έκδοση της «Καθημερινής», δεν χορταίναμε να χαζεύουμε φωτογραφίες της πρωτοεμφανιζόμενης τότε Σέρβας με το γλυκύτατο χαμόγελο. Ο Τρύφωνας επέμενε ότι αυτή η διαδικασία θα μας απασχολούσε για πολλά χρόνια στο μέλλον. Κι όχι μόνο λόγω της φυσικής της καλλονής, αλλά κυρίως λόγω του δυνατού της ντράιβ. Η 21χρονη σήμερα Ιβάνοβιτς βρίσκεται στο νούμερο 3 της παγκόσμιας κατάταξης και μπορεί να μην έχει ακόμη κερδίσει κανένα μεγάλο τίτλο, αλλά η μαχητικότητά της στα κορτ, η γρήγορη ανέλιξή της και, φυσικά, η απίστευτη γοητεία της, τής έχουν χαρίσει εύκολα το θρόνο της αγαπημένης των «ψαγμένων» φαν του σπορ.

Για όσους ενημερώνονται με μια σχετική καθυστέρηση, υπάρχει πάντα η Μαρία Σαράποβα. Με ύψος 1,88 μ., μακρά κατάξανθη κόμη, πόδια που ζηλεύουν ακόμη και οι επαγγελματίες «θεές» του μόντελινγκ, η 22χρονη Ρωσίδα βγάζει κάθε χρόνο από χορηγίες και διαφημίσεις περισσότερα χρήματα απ’ όσα έχει κερδίσει συνολικά στην καριέρα της από τις νίκες σε τουρνουά (τα οποία είναι 12 εκ. δολάρια από το 2003 που ξεκίνησε να παίζει σε επαγγελματικό επίπεδο). Με τεράστια διαφορά είναι σήμερα η πιο πλούσια αθλήτρια στον κόσμο. Και ήταν ήδη η πιο πλούσια ακόμη κι όταν δεν είχε φτάσει στο νούμερο 2 της παγκόσμιας κατάταξης, αλλά πλασαριζόταν κάπου στη βάση της δεκάδας με την Κιμ Κλάιστερς, τις αδελφές Ουίλιαμς, την Λίντσεϊ Ντάβενπορτ, την Ζαστίν Ενάν και μερικές ακόμη όχι και τόσο όμορφες τενίστριες στις πιο πάνω θέσεις.



Sex is in the air

Το τένις προσφερόταν ανέκαθεν για τη διαφήμιση. Ήταν ένα σπορ ευγενές, οι αθλητές του φορούσαν κομψές στολές και αγωνίζονταν σε γήπεδα με τεράστια ιστορία, όπου τους χειροκροτούσαν γαλαζοαίματοι και λοιποί αριστοκράτες. Την τελευταία δεκαπενταετία, βέβαια, οι αριθμοί στα συμβόλαια έχουν ξεφύγει. Οι διαφημιζόμενοι κι οι χορηγοί αποβλέπουν σε αρκετά πιο ευρύ κοινό και τα λυγερόκορμα κορίτσια με τα κοντά φουστάκια είναι οι καλύτερες πρέσβειρες του μηνύματός τους. Εδώ στα περιοδικά ξέρουμε καλά τον χρυσό κανόνα του εξωφύλλου που λέει ότι η καλύτερη λύση είναι πάντα μια όμορφη γυναίκα. Θα σαγηνεύσει τους άνδρες αναγνώστες, ενώ δεν θα υπάρξει θηλυκό που να μη χαζέψει την ομορφιά της -και να μην ξεπατικώσει ένα-δυο στοιχεία για να της μοιάσει. Κάπως έτσι δουλεύει το σύστημα και με τις χορηγίες. Ωστόσο, όταν προσπαθήσει κανείς να αναλύσει το γιατί οι άνδρες χαζεύουμε με το στόμα ανοικτό έναν αγώνα γυναικείου τένις, θα πρέπει να λάβει υπ’ όψιν του πολλούς «ποταπούς» παράγοντες, που συνήθως προτιμούμε να συζητάμε μόνο στις συνάξεις της παρέας... Τρεις είναι οι βασικότεροι από αυτούς, σεξουαλικής φύσεως όλοι -ή, έστω, φετιχιστικής.

Κατ’ αρχάς, ο παράγων βρακάκι. Σε κανένα άλλο σπορ ο άνδρας δεν έχει την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να κρυφοκοιτάξει το εσώρουχο μιας μικρούλας. Σύμφωνοι: Και στο χόκεϊ επί χόρτου. Αν το καλοσκεφθεί κανείς, βέβαια, ο πρώτος αυτός παράγων αποδεικνύει πόσο παράξενοι είμαστε ώρες ώρες οι άνδρες. Στο βόλεϊ ή στον στίβο οι αθλήτριες εμφανίζονται μια και καλή με μαγιό -στο τένις (όπου έτσι κι αλλιώς πια σχεδόν καμμία δεν φορά σκέτο εσώρουχο, αλλά το καλύπτει με κολλάν) υπάρχει εκ των πραγμάτων η περιοριστική παρουσία της φούστας. Κι όμως εμείς εκεί: να περιμένουμε την στιγμή που θα αψηφήσει τον κανόνα της βαρύτητας και θα μας θυμίσει το αγαπημένο μας πείραγμα στις συμμαθήτριές όταν πηγαίναμε ακόμη στην τρίτη δημοτικού.

Δεύτερος παράγων, η θηλή της έντασης. Ιδρώτας, συνθετικά υφάσματα, δυνατά κτυπήματα κάνουν ακόμη και το ανδρικό στήθος να εξαγριώνεται, αλλά είναι το γυναικείο που αναστατώνει την αρσενική φαντασίωση -κι ας παραμένει, στην περίπτωση των τενιστριών, συνήθως ταπεινό κι ελάχιστα προκλητικό. Είπαμε, οι άνδρες είμαστε παράξενοι. Πόσοι και πόσοι δεν παρακαλούσαν να τραβήξει σε διάρκεια ένας αγώνας της Στέφι Γκραφ υπό τον εξαντλητικό ήλιο, απλώς για να αποκτήσουν μια αμυδρή εικόνα αυτού που μόνο ο σύντοφός της Αντρέ Αγκάσι απολάμβανε στο κρεβάτι τους;

Τρίτος παράγων, η κραυγή της κορύφωσης. Θα συνοδεύσει ένα σερβίς έως και 210 χιλιομέτρων την ώρα (αυτό είναι το καταγεγραμμένο ρεκόρ για γυναίκα κι ανήκει στη Βίνους Ουίλιαμς) ή ένα ντράιβ με απόλυτη έκταση του χεριού, αλλά δεν θα κριθεί ως εκδήλωση της αγωνιστικής έντασης. Το πρόστυχο μυαλό μας θα παραπεμφθεί με τη μία στο ερωτικό βογκητό... Στο σύνολό τους και οι τρεις παράγοντες, μια παλιμπαιδίζουσα πονηριά και μια πρόστυχη ματιά, σχεδόν άδικη και εκτός τόπου γι’ αυτό που είναι σήμερα ένα από τα πιο ανταγωνιστικά σπορ, όπου οι γυναίκες μπορούν να προσφέρουν υψηλότατου επιπέδου θέαμα –εν πολλοίς εφάμιλλο μ’ αυτό που προσφέρουν οι άνδρες συνάδελφοί τους.

Οποια αντέξει

Είναι μάλιστα τόσο ανταγωνιστικό και τόσο επαγγελματικό το επίπεδο, ώστε είναι εντελώς ανόητο να φαντασθεί κάποιος από εμάς ότι υπάρχει έστω και μία τενίστρια από αυτές που λατρεύουμε να αποθεώνουμε, η οποία δεν είναι μια πραγματικά καλή αθλήτρια, αλλά απλώς μια καλλονή που το μάρκετινγκ την έκανε διάσημη. Όσα κι αν έχουν ακουστεί ή γραφεί για την Άννα Κουρνίκοβα, για παράδειγμα, ότι η πασαρέλα της ταίριαζε περισσότερο από την ρακέτα και άλλα υποτιμητικά για το ταλέντο της, καλό είναι να θυμόμαστε ότι η 27χρονη σήμερα Ρωσίδα είχε φτάσει στα 19 της μόλις χρόνια στο νούμερο 8 της παγκόσμιας κατάταξης, ενώ –παρέα με την Μαρτίνα Χίνγκις- κατέκτησε δύο τίτλους στα διπλά του Γκραν Σλαμ της Αυστραλίας. Τελικά προτίμησε να αποχωρήσει (το 2003) από την ενεργό δράση και να συνεχίσει την καριέρα της στο μόντελινγκ, ένα επάγγελμα διαβόητο για τις σκληρές συνθήκες του, που όμως μπροστά στο επαγγελματικό τένις μοιάζει παιχνιδάκι.

Είναι η σκληρότητα του WTA Tour (και του αντίστοιχου ATP Tour για τους άνδρες, φυσικά) που τελικά καταρρίπτει την εικόνα της γλυκιάς λολίτας σε όποιον γνωρίσει μια τενίστρια σαν τη Μαρία Σαράποβα από κοντά. Στην ουσία οι αγώνες δεν σταματούν ποτέ, όλο το χρόνο τα κορίτσια –τα περισσότερα από τα οποία δεν έχουν καν μπει στην τρίτη δεκαετία της ζωής τους- ταξιδεύουν σε κάθε γωνιά της γης για να δώσουν, στην καλύτερη περίπτωση, δυο-τρεις αγώνες, μέχρι να αποκλειστούν και να φύγουν για τον επόμενο προορισμό. Άλλο κρεβάτι κάθε εβδομάδα, άλλο γήπεδο για προπόνηση, συνεχείς πτήσεις, μεταφορές, οι –ούτως ή άλλως δεδομένοι- περιορισμοί στην διασκέδαση και την διατροφή και μια παρέα που δεν ξεπερνά τα τρία άτομα: η προπονήτρια, ο μάνατζερ, η συμπαίκτρια... Αν προσθέσει κανείς και την ανάγκη για την ικανοποίηση των αιτημάτων του χορηγού (παρουσία σε εκδηλώσεις, φωτογραφίσεις κ.λπ), θα καταλάβει γιατί είναι αδύνατον να περιμένεις από τη Μαρία Σαράποβα να είναι πάντα όσο γλυκιά φαντάζεται ο κόσμος ότι είναι. «Μάλλον ξυνή» μου την περιγράφει ο Τρύφωνας, αλλά ελάχιστα μου συνθλίβει το όνειρο. Έτσι κι αλλιώς εγώ προτιμούσα πάντα τις πιο κοντινές στο μεσογειακό πρότυπο καλλονές. Την Αργεντίνα Γκαμπριέλα Σαμπατίνι, για παράδειγμα, από τις παλαιότερες (που έχει φωτογραφηθεί πιο σέξυ απ’ οποιαδήποτε συνάδελφό της) ή την Ιταλίδα Φλάβια Πενέτα τώρα. Μπορώ να πω ότι μου αρέσει και η Αμελί Μορεσμό –μην επιτίθεστε, γούστα είναι αυτά!- αλλά κυρίως αναφέρω το όνομά της για να κλείσω αυτό το κείμενο με μια απ’ τις σημαντικότερες πτυχές του γυναικείου τένις: την ομοφυλοφιλία.

Η λεσβιακή κοινότητα

Η Αμελί Μορεσμό είναι άλλη μία κορυφαία τενίστρια που έχει παραδεχθεί δημοσίως το ερωτικό ενδιαφέρον της για τα άτομα του ιδίου φύλου. Έρχεται να συνεχίσει τη σημαντική παράδοση του αθλήματος, που χάρη κυρίως στην Μπίλι Τζιν Κινγκ και την Μαρτίνα Ναβρατίλοβα (αλλά και δεκάδες άλλες τενίστριες που διάλεξαν να μην κοινοποιήσουν στα media τις ερωτικές τους προτιμήσεις) έχει αποδειχθεί το πιο εχθρικό προς τον σεξουαλικό ρατσισμό. Το αν πολλές τενίστριες γίνονται λεσβίες στην πορεία, λόγω των ειδικών συνθηκών του αθλήματος που περιέγραψα παραπάνω, ή αν μια λεσβία επιλέγει το τένις ως άθλημα λόγω του μοναχικού και δυναμικού του χαρακτήρα είναι μια απορία που ακόμη μένει να απαντηθεί, μια πτυχή του ούτως ή άλλως κατ’ αρχήν ερωτήματος της ομοφυλοφιλίας: γεννιέσαι ή γίνεσαι γκέι;

Η Μπίλι Τζιν Κινγκ (η αθλήτρια με τους 12 τίτλους Γκραν Σλαμ στα μονά κι άλλους 27 στα διπλά!) είχε δηλώσει κάποτε: «Το 50% των γκέι γνωρίζει πια στα 13 του αν είναι ή όχι. Δυστυχώς, εγώ ανήκα στο άλλο μισό. Δεν θα παντρευόμουν ποτέ αν το ήξερα. Δεν θα το έκανα αυτό στον σύζυγό μου...». Οταν το 1981 η σχέση της με τη γραμματέα της έγινε γνωστή, έχασε εν μιά νυκτί όλα τα συμβόλαια με τους χορηγούς της, περίπου 2 εκ. δολάρια. Από τότε έγινε η σημαντικότερη εκπρόσωπος του κινήματος κατά του σεξισμού στα σπορ και κατάφερε να κάνει τουλάχιστον το τένις πιο ανοικτόμυαλο.

Η Μαρτίνα Ναβρατίλοβα (με 18 τίτλους Γκραν Σλαμ στα μονά και 41 στα διπλά), η σπουδαιότερη ίσως τενίστρια όλων των εποχών, συνειδητοποίησε ότι ήταν λεσβία στα 18 της. Προτίμησε να το κρατήσει κρυφό μέχρι να καταφέρει να αλλάξει υπηκοότητα (στην Τσεχοσλοβακία των τελών της δεκαετίας του ’70 οι ομοφυλόφιλοι στέλνονταν στα ψυχιατρεία) και το ανακοίνωσε το 1981, αμέσως μόλις έγινε Αμερικανή. Φυσικά, ο ανδρικός πληθυσμός δεν πτοήθηκε. Συνέχισε δυναμικά την αποθέωση των κοριτσιών με τις κοντές φούστες, ειδικά απ’ την στιγμή που η σημαντικότερη αντίπαλος της Ναβρατίλοβα εκείνη την περίοδο ήταν η Κρις Έβερτ, μια ξανθιά Αμερικανίδα με καλλίγραμμο σώμα, που έφερνε αρκετά στο σύμβολο του σεξ της εποχής, την Φάρα Φώσετ.

Γενικά, ο ανδρικός πληθυσμός δεν φαίνεται ότι θα πτοηθεί ποτέ. Ειδικά από την στιγμή που όλο και πιο όμορφες Ιβάνοβιτς κατακλύζουν την πρώτη δεκάδα της παγκόσμιας κατάταξης. Κι όσο αντικειμενικός κι αν θέλει να είναι κανείς, δύσκολα θα καταφέρει να αμφισβητήσει τους δεσμούς ανάμεσα στο μόντελινγκ και το τένις. Πάρτε για παράδειγμα τις τρεις γλυκύτατες κοπέλες, προπονήτριες αντισφαίρισης όλες τους, που διαλέξαμε για την φωτογράφιση του θέματος που τελειώνει κάπου εδώ. Ποιος θα μπορούσε να πει με σιγουριά πως δεν είναι επαγγελματίες μοντέλα;

(GK, Ιούνιος 2008 -κυκλοφορεί και στα περίπτερα για όσους το έχασαν την Κυριακή -ναι, αυτό ήταν ελεεινή διαφήμιση...)

3 σχόλια:

River Phoenix είπε...

ξεδιάντροπη διαφήμιση όπως πάντα..Μπράβο :-) Το διάβασα χθές το άρθρο στο GΚ και ήταν πολύ καλό..Έχω κολλήσει με το Keep it Pure όμως...

Homo Ludens είπε...

Η πλάκα είναι ότι η Αλιόνα Μπονταρένκο (του Keep it Pure) είναι -κατά την ταπεινή μου άποψη- πολύ "ανατολική". Αλλά μια τέτοια φωτογράφιση τη μετατρέπει σε ημίθεα. Και -είπαμε!- όλα είναι θέμα μάρκετινγκ...

Nikos Fotakis είπε...

Επαναλαμβάνω: επιτέλους, άρχισες να γράφεις κανονικά σ' αυτό το περιοδικό
(κι επιτέλους κάποιος έδωσε στις τενίστριες την προσοχή που τους αρμόζει)