7 Μαρ 2013
Μεγαλώνοντας με τους Suede: 24 χρόνια μεγαλείου και απογοητεύσεων
Όταν το Melody Maker πρωτοέκανε εξώφυλλο τους Suede, δεν είχαν κυκλοφορήσει ούτε μισό single. Ο τίτλος έγραφε: “The Best New Band In Britain”. Το κουτάκι, δίπλα στη ναρκισσιστική φωτογραφία των Brett Anderson, Mat Osman, Bernard Butler και Simon Gilbert (όλοι τους με άθλια κουρέματα –ο Anderson με ένα «εκτεταμένο καπελάκι») είχε για θέμα “EMF – Search and Destroy”. Η Μεγάλη Βρετανία, στις αρχές του 1992, έβγαινε από τη δίνη του Madchester και του shoegaze χωρίς ακόμη να έχει σαφή κατεύθυνση. EMF και Suede ήταν τόσο μα τόσο διαφορετικά και παράταιρα πράγματα. Αλλά αυτή η τόσο πρόωρα ανακηρυχθείσα ως “best new band in Britain” είχε όντως μια πυξίδα στο τσεπάκι της και ένα χάρτη για τον κρυμμένο θησαυρό.
Οι Suede είχαν ξεκινήσει το 1989, παίρνοντας το όνομά τους από το “Suedehead”, το σόλο ντεμπούτο του Morrissey της προηγούμενης χρονιάς. Από την πρώτη στιγμή ήταν ξεκάθαροι για το ποια ήταν η πιο σημαντική επιρροή τους. Ένα χρόνο αργότερα, ο δεσμός με τους Smiths έγινε ακόμη πιο έντονος: Το τρίο Anderson, Osman, Butler ήθελε να ηχογραφήσει ένα 12ιντσο και, ψάχνοντας για ντράμερ, έζησε την αποκαλυπτική στιγμή του να απαντήσει στην αγγελία τους ο Mike Joyce. Το 1991 απέκτησαν και μόνιμο ντράμερ (τον Gilbert), ενώ η τότε κοπέλα του Anderson, η Justine Frischmann που έπαιζε μαζί τους σαν δεύτερη κιθαρίστρια, έφυγε για να φτιάξει ένα από τα πιο αγαπημένα punk revival γκρουπ των 90s, τους Elastica.
H εναλλακτική σκηνή του Λονδίνου και όσοι ζούσαν και ανέπνεαν με τα νέα της είχαν μείνει άναυδοι από τις συνθετικές ιδέες των Anderson και Butler εκείνη την πρώτη τριετία της ύπαρξής τους. Το εξώφυλλο στο Melody Maker δεν ήταν τυχαίο. Η Μεγάλη Βρετανία χρειαζόταν κάτι καινούργιο, κάτι μεγάλο. Και ελάχιστοι καλλιτέχνες έδειχναν ότι μπορούσαν να το υποσχεθούν περισσότερο από τους Suede. Το “Drowners” και το “Metal Mickey”, τα δύο πρώτα τους singles, το 1992, τους ξανάκαναν εξώφυλλο πολύ σύντομα, αυτή τη φορά με ένα “It’s official” πριν το “Best New Band”. Όταν, όμως, κυκλοφόρησε το ομώνυμο ντεμπούτο άλμπουμ τους, το Μάρτιο του 1993, ακόμη και οι πιο φανατικοί πρώιμοι οπαδοί τους δεν ήξεραν πώς να διαχειριστούν το τέρας που είχαν εκθρέψει. Οι πιασάρικες, glam κιθαριστικές μελωδίες του Butler, παρέα με μια σκοτεινή, αμφισεξουαλική ατμόσφαιρα που ανάβλυζε από το ιδιαίτερο τραγούδισμα και την ποιητική του Anderson, έφερναν ένα αποτέλεσμα που ξέφευγε αρκετά από τους Smiths και τον Bowie, που εύκολα μπορούσες να αναγνωρίσεις στον ήχο των Suede, και έδινε ώθηση για κάτι νέο. Η Britpop είχε μόλις γεννηθεί.
Το όλο lifestyle, ωστόσο, που περιέγραφε ο Anderson στους στίχους του, κατέτρωγε τη σάρκα του θηρίου Suede από μέσα. Τα ναρκωτικά, η διασκέδαση χωρίς όρια, η τόσο γρήγορη αναγνώριση (το “Suede” έγινε το 1993 το ντεμπούτο με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στην ιστορία της βρετανικής μουσικής και η μπάντα κέρδισε το Mercury Music Prize), έφεραν πολύ γρήγορα πολύ έντονες τριβές. Δεν πρόλαβε καν να τελειώσει η πρώτη τους τουρνέ και ο Butler ήθελε απλά να φύγει. Ο Anderson εξελισσόταν ήδη σε ροκ σταρ ολκής, με τις (και τους) groupies του και τους εθισμούς του και ο Butler (που τελικά κάνει καριέρα ως παραγωγός), ως πιο nerdy και αφοσιωμένος στη μουσική, δεν άντεχε την παραμικρή καθυστέρηση στο δημιουργικό του πλάνο. Δούλεψαν μαζί το αριστουργηματικό “Dog Man Star”, αλλά ο κιθαρίστας των Suede εγκατέλειψε την μπάντα πριν καν αυτό κυκλοφορήσει, τον Οκτώβριο του 1994.
Ο Brett Anderson συνέχισε την αυτοκαταστροφική του πορεία, αδυνατώντας να συνειδητοποιήσει πόσο γρήγορα θα μπορούσε να διαλύσει αυτό που… τόσο γρήγορα είχε γίνει τόσο σπουδαίο. Στη θέση του Butler έφερε έναν 17χρονο ερασιτέχνη κιθαρίστα, τον Richard Oakes, έναν απλό fan της μπάντας δηλαδή. Όλα έδειχναν πως το επόμενο άλμπουμ θα καθυστερούσε πολύ. Τα πράγματα χειροτέρεψαν όταν ο Gilbert δέχτηκε επίθεση το φθινόπωρο του 1996 από αγνώστους που δεν γούσταραν ότι ήταν ομοφυλόφιλος. Τελικά, και μετά την προσθήκη του κιμπορντίστα Neil Codling (ξαδέλφου του Gilbert), οι Suede κατάφεραν να κυκλοφορήσουν το “Coming Up” τον Απρίλιο του 1997.
Ήταν διαφορετικό από τα δύο πρώτα τους, αλλά δεν ήταν κακό. Ενώ όλοι θα περίμεναν πως οι συνθέσεις του Anderson θα γίνονταν πιο σκοτεινές και δυσοίωνες, ελλείψει του Butler, φαίνεται πως ο Codling και ο Oakes πρόσθεσαν κι άλλο «σέξι» στον ήχο των Suede, αφαιρώντας μπόλικη από τη μελαγχολία. Η υπόλοιπη Britpop, άλλωστε, με τους Oasis, τους Pulp, τους Blur, πήγαινε προς τα εκεί. Το “Coming Up”, απολύτως λογικά έγινε η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία των Suede.
Αυτό, όμως, που έμοιαζε σαν ένα μεταβατικό στάδιο για να μπορέσει μια σπουδαία μπάντα να ξαναβρεί το δρόμο της, τελικά αποδείχτηκε περισσότερο «κύκνειο άσμα». Δύο χρόνια αργότερα, στο “Head Music” η συνταγή παρέμενε η ίδια, αλλά αρκετά πιο κακομαγειρεμένη. Τα προβλήματα που προκαλούσε ο τρόπος ζωής του Anderson δεν είχαν λυθεί. Πρακτικά δεν θα λύνονταν όσο ο frontman των Suede ήταν ακόμη νέος –και το ’99 ήταν μόλις 32 ετών.
Tο “A New Morning” του 2002 πήρε τον επίσημο τίτλο του κύκνειοy άσματος, τελικά, όταν οι Suede έβγαλαν και τρίτο δίσκο χωρίς τη Βυρώνεια ποίηση του Anderson, χωρίς το ρομαντισμό και το έπος των δύο πρώτων. Τώρα το σκορ ήταν 2-3 και το παιχνίδι ήταν χαμένο. Κι ας ήταν το “A New Morning” το πιο όμορφο δείγμα της glam, ποπίζουσας, αισιόδοξης νέας φιλοσοφίας της μπάντας. Ο κόσμος, τη λέξη Suede την συνέδεε αυτόματα με κάτι άλλο, που είχε πια χαθεί ολοκληρωτικά.
Επίσημα δεν διαλύθηκαν ποτέ, αλλά τα 4 σόλο άλμπουμ του Anderson απέδειξαν ότι πρακτικά Suede δεν υπήρχαν την περασμένη δεκαετία. Παραδόξως, στις δικές του δουλειές, ο Brett Anderson κινήθηκε πολύ πιο κοντά στον ρομαντισμό των δύο πρώτων δίσκων του γκρουπ. Μόνο που πια το ρομαντικό μεγαλείο είχε δώσει τη θέση του στην ρομαντική παρακμή.
Από το 2010 και μετά, με τον Anderson να έχει πλέον χορτάσει το ρόλο του ως ροκ σταρ, έχοντας πατήσει γερά και στα σαράντα του, οι Suede άρχισαν να σκέφτονται ξανά μαζί, σαν σύνολο. Όχι, ο Bernard Butler δεν επέστρεψε ποτέ (ως παραγωγός γνώρισε μερικές τεράστιες επιτυχίες με καλλιτέχνες όπως οι Black Kids, η Duffy, η Kate Nash), αλλά οι υπόλοιποι έδειξαν διάθεση να αναστήσουν τους Suede στο δεύτερό τους μεγαλείο, εκείνο του “Coming Up” –πώς να ελπίζουν άλλωστε έστω ότι θα μπορούσαν να φτάσουν στο πρώτο;
Οι συναυλίες τους τα προηγούμενα δύο χρόνια (μία εκ των οποίων, αναπάντεχα συγκλονιστική, ζήσαμε και στην Ελλάδα το φθινόπωρο του 2011) απέδειξαν ότι live βρίσκονται όχι μόνο στο επίπεδο του ’97, αλλά ακόμη ψηλότερα. Το θέμα είναι πού βρίσκονται συνθετικά. Όσα κομμάτια έχουμε ακούσει κινούνται κάπου μεταξύ “Dog Man Star” και “Coming Up”, όμως το “Bloodsports” (όπως θα λέγεται το αναμενόμενο σε λίγες μέρες έκτο άλμπουμ τους) δεν θα κριθεί αποσπασματικά, αλλά ως σύνολο. Στην ερώτηση αν το 2013 μπορεί να σταθεί ο ήχος των μέσων της δεκαετίας του ’90, οι απόψεις διίστανται. Την δική μου την είχα καταθέσει πριν δύο μήνες εδώ…
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου