Βγήκε λοιπόν σήμερα στις αίθουσες το "Quantum of Solace". Υποθέτω ότι όπου παίζεται δεν θα πέφτει καρφίτσα. Άρα αύριο στα γραφεία και τα καταστήματα αυτής της χώρας χιλιάδες φίλοι του Μποντ θα περιφέρουν τα απογοητευμένα τους σαρκία, μουρμουρίζοντας νοσταλγικές ατάκες για το "στυλ του Σον", το "χιούμορ του Ρότζερ", την "γοητεία του Πιρς". Κάποιοι θα αναπολούν μέχρι και τη δράση των δύο ταινιών του Τίμοθι Ντάλτον -σίγουρα τα κορίτσια του. Αλλά με το "Quantum of Solace" θα ασχοληθώ σε 2-3 μέρες από τώρα, όταν η αντίστροφη μέτρηση του αφιερώματος, που έχει ριζώσει στο blog και δεν το αφήνει να αναπνεύσει, θα έχει δείξει πια "007". Για απόψε, θα γυρίσω πίσω στο 1995 και θα θυμηθώ μια άλλη εποχή που ο Μποντ "έπρεπε να αλλάξει". Μόνο που τότε άλλαζε προς το καλλίτερο. Το "Goldeneye" είναι σίγουρα η καλλίτερη ταινία της σειράς από τα '70s και μετά και -ενδεχομένως- η καλλίτερη γενικώς μετά τον εμβληματικό "Χρυσοδάκτυλο".
Είναι κρίμα, πάντως, που ο περισσότερος κόσμος θυμάται αυτή την ταινία για τους εντελώς λάθος λόγους: α. την μεγαλύτερη μούφα σκηνή όλων των Τζέημς Μποντ και β. την πιο γελοία κακιά ever. H προ τίτλων βουτιά του Πιρς Μπρόσναν από το γκρεμό για να προλάβει ένα ακυβέρνητο αεροπλάνο που πέφτει στο κενό (εννοείται ότι όχι μόνο μπαίνει μέσα, αλλά το πιλοτάρει και το περνά επιδεικτικά πάνω από τους κακούς την ώρα που το αρχηγείο τους γίνεται γης μαδιάμ) και η Ξένια Όνατοπ, η πρώην KGB που έρχεται σε οργασμό σκοτώνοντας και μπορεί να σφίξει κάποιον με τους προσαγωγούς της πιο δυνατά κι απ' τα σαγόνια του... Σαγόνια, είναι αξέχαστα λάθη, που κι αυτά όμως βάζουν λίγο αλατοπίπερο παραπάνω στο "Goldeneye". Τα δύο κορίτσια που ρίχνει στο κρεββάτι ο Μποντ, επίσης είναι ένα πρόβλημα: Η ψυχολόγος στην αρχή μόνο με τη φετινή μπουρούχα του Ντάνιελ Γκρεγκ μπορεί να συγκριθεί, ενώ η Ρωσίδα χάκερ Νατάλια είναι μεν μια καλή ηθοποιός (Ιζαμπέλα Σκορούπκο), αλλά παραμένει μια αδιάφορη γκόμενα. Ο σεξομετρητής μας, πάντως, έχει πια ανεβεί στο 41, σε 17 ταινίες.
Από 'κει και πέρα, όλα τα υπόλοιπα είναι συναρπαστικά. Η συνταγή της επανεφεύρεσης του Μποντ που πρωτοχρησιμοποιήθηκε στο "Ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθάνουν" επανεμφανίζεται εδώ, αλλά εκτελείται ακόμη πιο άψογα: Ο νέος Μποντ έχει να παλέψει με νέους εχθρούς. Τότε ο Μουρ τα έβαζε με τους ναρκέμπορους, τώρα ο Μπρόσναν με τους τρομοκράτες. Φέρνει μαζί του ένα νέο στυλ. Τότε ο Μουρ το πομπώδες των '70s, τώρα ο Μπρόσναν τα υπέροχα κοστούμια του Brioni και όλη την κλάση των '90s. Σαρκάζει το παρελθόν του: Τότε ο Μουρ την υπερβολική σοβαρότητα που έδειχνε ο Κόνερι στην αποστολή του, τώρα ο Μπρόσναν τις υπερβολές όλων των περασμένων ταινιών. Κοιμάται με χάλια γκόμενες, επειδή πρέπει (δεν μπορεί να σου τυχαίνει να ΠΡΕΠΕΙ να πας μόνο με καλλονές!) και εκστομίζει την περίφημη ατάκα - παράπονο ότι οι κακοί πια δεν του μιλούν, αλλά πάνε να τον φάνε με τη μία. Κάτι έμαθαν μετά από τόσες ταινίες...
Μαζί του ο Πιρς Μπρόσναν φέρνει την Τζούντι Ντεντς ως Μ (εύγε!) και την Σαμάνθα... Μποντ ως Μις Μανιπένι (κρίμα). Η αδυναμία της παραγωγής να βγει μια νέα Λόις Μάξουελ οδήγησε τελικά στην απόφαση ο ακόμη πιο νέος Μποντ του Ντάνιελ Κρεγκ να μην έχει Μανιπένι να χαριεντίζεται λεκτικά. Έτσι κι αλλιώς ο Κρεγκ υστερεί στο θέμα της κοφτερής ατάκας. Αλλά, είπαμε. Στην ώρα τους αυτά.
Aπό 'κει και πέρα το "Goldeneye" είναι μια παρέλαση απολαυστικών λεπτομερειών: Από την επανεμφάνιση της Aston Martin DBS, ως το προσωπικό πια αυτοκίνητο του 007, μέχρι το ανάποδο puff της pochette του και το παιχνίδι μπακαρά στο καζίνο, όλα γίνονται με απαράμιλλο στιλ. Η BMW Z3 που αναλαμβάνει ως "αυτοκίνητο του Μποντ" στη συνέχεια είναι ένα μοντέλο που -13 χρόνια μετά το λανσάρισμά της- αγαπιέται ακόμη τρελλά από τους λάτρεις των ανοικτών διθέσιων. Το Omega Seamaster θυμίζει στα πάντα το Rolex Subariner των πρώτων ταινιών, αλλά σε καμμία περίπτωση δεν μπορείς να πεις ότι είναι υποδεέστερο. Και εδώ έχουμε το παιχνίδι ανάμεσα σε δύο εξαιρετικούς μηχανισμούς, όπως τόσες ταινίες τώρα βλέπουμε τον ήρωα να πίνει μία Dom Perignon και μία Bollinger. Στο "Goldeneye" προτιμά, πάντως, την τελευταία.
Κανονικά στην ταινία έπρεπε να πρωταγωνιστήσει ο Ντάλτον. Είχε συμβόλαιο για τρία φιλμ, αλλά παραιτήθηκε ένα χρόνο πριν γυριστεί το "Goldeneye". Ο λόγος ήταν ότι γερνούσε κι αυτός πολύ, καθώς περνούσαν τα χρόνια (6 από το "License to Kill") λόγω ενός νομικού θέματος που είχε προκύψει με τα δικαιώματα της σειράς. Πάλι καλά, να λες. Όσον αφορά τους χαρακτήρες, με πειράζει βέβαια λίγο που αν και πάμε στην Αμερική δεν υπάρχει Φίλιξ Λέιτερ. Αντικαθίσταται από τον Τζακ Γουέιντ, έναν χαβαλετζή πράκτορα με προφορά του νότου και χαβανέζικα πουκάμισα, τον οποίον υποδύεται ο Τζο Ντον Μπέικερ. Η ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι ότι ο ίδιος ηθοποιός έπαιζε έναν από τους κακούς του "Living Daylights". Επαναλαμβάνεται εδώ, λοιπόν, από την ανάποδη το re-casting που είχαμε πρωτοδεί με τον Τσαρλς Γκρέι ως καλό στο "Ζεις μονάχα δυο φορές" και Μπλόφελντ στο "Τα διαμάντια είναι παντοτινά".
Τι άλλο μου αρέσει σ' αυτήν την ταινία: Η μίνι εμφάνιση της... Μίνι Ντράιβερ ως τραγουδίστριας (φάλτσας). Όποιος διαβάζει το "ΠΠC" θα ξέρει ήδη ότι τη Μίνι την λατρεύω και ως ηθοποιό και ως τραγουδίστρια, οπότε μπορεί να φαντασθεί τον ενθουσιασμό μου όταν ξανάπεσα στη σκηνή που σκάει μύτη φαλτσάροντας σε ένα κωλόμπαρο ως η προστατευόμενη ενός πρώην πράκτορα της KGB. Mου αρέσει, εννοείται, το τραγούδι των Bono και Edge που ερμηνεύει η Τίνα Τέρνερ. Και μου αρέσει και το bungee jumping της αρχής (πολύ της μόδας τότε) και η περίφημη σκηνή με την καταδίωξη με τανκς στην Αγία Πετρούπολη με τον ατσαλάκωτο Πιρς να επιβάλει ολοκαίνουργιους κανόνες στο στυλ.
Για το τέλος άφησα τον Ιανό. Ο Σον Μπιν είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός που υποδύεται άψογα έναν από τους πιο σύνθετους χαρακτήρες "κακών" της σειράς. Ο Ιανός ήταν κάποτε ο 006 και τώρα θέλει να γαμήσει την Αγγλία. ΟΚ, οι λόγοι του είναι ολίγον αφελείς, αλλά ταινία Μποντ βλέπουμε, μην το κάνουμε θέμα.
Είναι κρίμα, πάντως, που ο περισσότερος κόσμος θυμάται αυτή την ταινία για τους εντελώς λάθος λόγους: α. την μεγαλύτερη μούφα σκηνή όλων των Τζέημς Μποντ και β. την πιο γελοία κακιά ever. H προ τίτλων βουτιά του Πιρς Μπρόσναν από το γκρεμό για να προλάβει ένα ακυβέρνητο αεροπλάνο που πέφτει στο κενό (εννοείται ότι όχι μόνο μπαίνει μέσα, αλλά το πιλοτάρει και το περνά επιδεικτικά πάνω από τους κακούς την ώρα που το αρχηγείο τους γίνεται γης μαδιάμ) και η Ξένια Όνατοπ, η πρώην KGB που έρχεται σε οργασμό σκοτώνοντας και μπορεί να σφίξει κάποιον με τους προσαγωγούς της πιο δυνατά κι απ' τα σαγόνια του... Σαγόνια, είναι αξέχαστα λάθη, που κι αυτά όμως βάζουν λίγο αλατοπίπερο παραπάνω στο "Goldeneye". Τα δύο κορίτσια που ρίχνει στο κρεββάτι ο Μποντ, επίσης είναι ένα πρόβλημα: Η ψυχολόγος στην αρχή μόνο με τη φετινή μπουρούχα του Ντάνιελ Γκρεγκ μπορεί να συγκριθεί, ενώ η Ρωσίδα χάκερ Νατάλια είναι μεν μια καλή ηθοποιός (Ιζαμπέλα Σκορούπκο), αλλά παραμένει μια αδιάφορη γκόμενα. Ο σεξομετρητής μας, πάντως, έχει πια ανεβεί στο 41, σε 17 ταινίες.
Από 'κει και πέρα, όλα τα υπόλοιπα είναι συναρπαστικά. Η συνταγή της επανεφεύρεσης του Μποντ που πρωτοχρησιμοποιήθηκε στο "Ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθάνουν" επανεμφανίζεται εδώ, αλλά εκτελείται ακόμη πιο άψογα: Ο νέος Μποντ έχει να παλέψει με νέους εχθρούς. Τότε ο Μουρ τα έβαζε με τους ναρκέμπορους, τώρα ο Μπρόσναν με τους τρομοκράτες. Φέρνει μαζί του ένα νέο στυλ. Τότε ο Μουρ το πομπώδες των '70s, τώρα ο Μπρόσναν τα υπέροχα κοστούμια του Brioni και όλη την κλάση των '90s. Σαρκάζει το παρελθόν του: Τότε ο Μουρ την υπερβολική σοβαρότητα που έδειχνε ο Κόνερι στην αποστολή του, τώρα ο Μπρόσναν τις υπερβολές όλων των περασμένων ταινιών. Κοιμάται με χάλια γκόμενες, επειδή πρέπει (δεν μπορεί να σου τυχαίνει να ΠΡΕΠΕΙ να πας μόνο με καλλονές!) και εκστομίζει την περίφημη ατάκα - παράπονο ότι οι κακοί πια δεν του μιλούν, αλλά πάνε να τον φάνε με τη μία. Κάτι έμαθαν μετά από τόσες ταινίες...
Μαζί του ο Πιρς Μπρόσναν φέρνει την Τζούντι Ντεντς ως Μ (εύγε!) και την Σαμάνθα... Μποντ ως Μις Μανιπένι (κρίμα). Η αδυναμία της παραγωγής να βγει μια νέα Λόις Μάξουελ οδήγησε τελικά στην απόφαση ο ακόμη πιο νέος Μποντ του Ντάνιελ Κρεγκ να μην έχει Μανιπένι να χαριεντίζεται λεκτικά. Έτσι κι αλλιώς ο Κρεγκ υστερεί στο θέμα της κοφτερής ατάκας. Αλλά, είπαμε. Στην ώρα τους αυτά.
Aπό 'κει και πέρα το "Goldeneye" είναι μια παρέλαση απολαυστικών λεπτομερειών: Από την επανεμφάνιση της Aston Martin DBS, ως το προσωπικό πια αυτοκίνητο του 007, μέχρι το ανάποδο puff της pochette του και το παιχνίδι μπακαρά στο καζίνο, όλα γίνονται με απαράμιλλο στιλ. Η BMW Z3 που αναλαμβάνει ως "αυτοκίνητο του Μποντ" στη συνέχεια είναι ένα μοντέλο που -13 χρόνια μετά το λανσάρισμά της- αγαπιέται ακόμη τρελλά από τους λάτρεις των ανοικτών διθέσιων. Το Omega Seamaster θυμίζει στα πάντα το Rolex Subariner των πρώτων ταινιών, αλλά σε καμμία περίπτωση δεν μπορείς να πεις ότι είναι υποδεέστερο. Και εδώ έχουμε το παιχνίδι ανάμεσα σε δύο εξαιρετικούς μηχανισμούς, όπως τόσες ταινίες τώρα βλέπουμε τον ήρωα να πίνει μία Dom Perignon και μία Bollinger. Στο "Goldeneye" προτιμά, πάντως, την τελευταία.
Κανονικά στην ταινία έπρεπε να πρωταγωνιστήσει ο Ντάλτον. Είχε συμβόλαιο για τρία φιλμ, αλλά παραιτήθηκε ένα χρόνο πριν γυριστεί το "Goldeneye". Ο λόγος ήταν ότι γερνούσε κι αυτός πολύ, καθώς περνούσαν τα χρόνια (6 από το "License to Kill") λόγω ενός νομικού θέματος που είχε προκύψει με τα δικαιώματα της σειράς. Πάλι καλά, να λες. Όσον αφορά τους χαρακτήρες, με πειράζει βέβαια λίγο που αν και πάμε στην Αμερική δεν υπάρχει Φίλιξ Λέιτερ. Αντικαθίσταται από τον Τζακ Γουέιντ, έναν χαβαλετζή πράκτορα με προφορά του νότου και χαβανέζικα πουκάμισα, τον οποίον υποδύεται ο Τζο Ντον Μπέικερ. Η ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι ότι ο ίδιος ηθοποιός έπαιζε έναν από τους κακούς του "Living Daylights". Επαναλαμβάνεται εδώ, λοιπόν, από την ανάποδη το re-casting που είχαμε πρωτοδεί με τον Τσαρλς Γκρέι ως καλό στο "Ζεις μονάχα δυο φορές" και Μπλόφελντ στο "Τα διαμάντια είναι παντοτινά".
Τι άλλο μου αρέσει σ' αυτήν την ταινία: Η μίνι εμφάνιση της... Μίνι Ντράιβερ ως τραγουδίστριας (φάλτσας). Όποιος διαβάζει το "ΠΠC" θα ξέρει ήδη ότι τη Μίνι την λατρεύω και ως ηθοποιό και ως τραγουδίστρια, οπότε μπορεί να φαντασθεί τον ενθουσιασμό μου όταν ξανάπεσα στη σκηνή που σκάει μύτη φαλτσάροντας σε ένα κωλόμπαρο ως η προστατευόμενη ενός πρώην πράκτορα της KGB. Mου αρέσει, εννοείται, το τραγούδι των Bono και Edge που ερμηνεύει η Τίνα Τέρνερ. Και μου αρέσει και το bungee jumping της αρχής (πολύ της μόδας τότε) και η περίφημη σκηνή με την καταδίωξη με τανκς στην Αγία Πετρούπολη με τον ατσαλάκωτο Πιρς να επιβάλει ολοκαίνουργιους κανόνες στο στυλ.
Για το τέλος άφησα τον Ιανό. Ο Σον Μπιν είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός που υποδύεται άψογα έναν από τους πιο σύνθετους χαρακτήρες "κακών" της σειράς. Ο Ιανός ήταν κάποτε ο 006 και τώρα θέλει να γαμήσει την Αγγλία. ΟΚ, οι λόγοι του είναι ολίγον αφελείς, αλλά ταινία Μποντ βλέπουμε, μην το κάνουμε θέμα.
update (post μέσα στο post - από τον Mr. Arkadin):
Η αλήθεια είναι πως είχα παρεξηγήσει το Goldeneye. Θεωρούσα πως είναι απλώς μια ακόμη παραπομπή στο Goldfinger - που είναι - με στόχο να συγκινήσει ύπουλα το κοινό και να το πείσει ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με αυθεντικό 007. Τώρα που το ξανάκουσα, αντιλαμβάνομαι ότι είναι επίσης ένα αρκούντως πωρωτικό τραγούδι, κάτι που οφείλεται τόσο στα τεχνάσματα επικού χαρακτήρα που σηματοδοτούν όλα τα τραγούδια της σειράς, όσο και στο μέταλλο της φωνής της Τίνα Τάρνερ, στην οποία αξίζει, ως γνωστόν σεβασμός και μόνο σεβασμός.
2 σχόλια:
Παρακολουθώντας την αέναη συζήτηση για το ποιος είναι ο καλύτερος 007, παρατηρώ ότι επικρατούν δύο τάσεις: η μία είναι αυτή που λέει ότι ο Κόνερι είναι ο καλύτερος (ας την πούμε παραδοσιακή-καθεστωτική). Η άλλη είναι αυτή που λέει ότι ο καλύτερος είναι ο Μπρόσναν. Την εκφράζουν κυρίως γυναίκες, γύρω στα 30. Τις καταλαβαίνω. Μάλλον. Προσωπικά όμως, έβρισκα πάντα τον Μπρόσναν ως έναν επίδοξο Ρότζερ Μουρ, ακατέργαστο όμως. Μπορεί να φταίει το ότι ακολούθησε την καριέρα του Μουρ παίζοντας πρώτα τον "Άγιο" στην τηλεόραση και μετά τον Τζέιμς Μποντ. Σιγά σιγά καταλαβαίνω ότι αυτό το στοιχείο του ακατέργαστου είναι που τον έκανε επιτυχημένο Μποντ - ο Μπρόσναν διαθέτει τα λεπτά χαρακτηριστικά και το παράστημα του Μουρ, αλλά έχει και την τραχύτητα ενός μπουρτζόβλαχου, όπως ήταν ο Κόνερι. Είναι σαν να κλωνοποίησαν τους δυο και να έβγαλαν ένα υβρίδιο.
Κατά τ' άλλα, ξέχασες να αναφέρεις ότι η "κακιά" στις ελληνικές αίθουσες πήρε το θεϊκό όνομα "Ξένια Αποπάνωφ"!
Οι μισοί με τον Κόνερι, οι μισοί με τον Μπρόσναν -κι εγώ με τον Azrael στη μέση να υποστηρίζουμε το Μουρ. Θέλω να πιστεύω ότι από αυτό το εφιαλτικό αφιέρωμα που κατέστρεψε την προσωπική μου ζωή και έχει καταντήσει το blog αδιάβαστο, να βγει επιτέλους και ένα συμπέρασμα...
Δημοσίευση σχολίου